Επιλέξτε τη γλώσσα σας

ΜΗΝΥΜΑ
ΤΟΥ ΜΑΚΑΡΙΩΤΑΤΟΥ ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΥ
ΑΘΗΝΩΝ ΚΑΙ ΠΑΣΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ
κ. κ. ΙΕΡΩΝΥΜΟΥ
ΠΡΟΣ ΤΟΥΣ κ. κ. ΣΥΝΕΔΡΟΥΣ ΤΗΣ ΗΜΕΡΙΔΟΣ
ΤΗΣ 11ης ΙΟΥΝΙΟΥ 2009
ΜΕ ΘΕΜΑ «Η ΑΠΟΣΤΟΛΗ ΤΟΥ ΙΕΡΕΩΣ ΣΤΟΝ ΣΥΓΧΡΟΝΟ ΚΟΣΜΟ»




Σεβασμιώτατοι,
Θεοφιλέστατοι,
Ἀδελφοί Συμπρεσβύτεροι,
Ἐλλογιμώτατοι κ.κ. Καθηγητές,
Κυρίες καί Κύριοι,

Χαίρετε ἐν Κυρίῳ!
Το γενικό θέμα προβληματισμοῦ τῆς σημερινῆς Ἡμερίδας, «Ἡ ἀποστολή τοῦ Ἱερέως στόν σύγχρονο κόσμο», εἶναι θέμα ὄχι μόνο ἐπίκαιρο γιά μελέτη καί ἐμβάθυνση, ἀλλά θά μπορού-σαμε νά ποῦμε καί θέμα μέ εὐρύτερες πνευματικές διαστάσεις.

Ἰχνηλατώντας τά δεδομένα τῆς σημερινῆς ἐποχῆς, ζώντας μέσα σ’ ἕναν κόσμο πολυπολιτισμικό, ἐκτιμώντας τίς παραμέτρους τῆς ραγδαίας μεταβαλλομένης κοινωνίας, προσπαθοῦμε νά ἐνοραματιστοῦμε ὡς Ἐκκλησία τά ἀπρόβλεπτα καί ἀπρόοπτα συμβάντα τοῦ ἄμεσου μέλ-λοντος στόν κοινωνικό, πολιτισμικό, πολιτικό καί ἐπιστημονικό στίβο τῆς ζωῆς. Ἡ Ἐκκλησία μας ἐπιθυμεῖ νά διακονίσῃ τόν «πεπτωκότα ἄνθρωπον» καί νά τόν διασώσῃ ἀπό τήν ἀλλοτρίωση τῆς προσωπικότητάς του καί τήν διαστροφική ἀντίληψη γιά τή ζωή καί τήν πα-ρουσία του στό οἰκουμενικό γίγνεσθαι. Μένουμε ὅμως ἐνεοί, σήμερα, καί προβληματιζόμαστε γιά τόν τρόπο τῆς ποιμαντικῆς, καί ὄχι μόνο, διακονίας μας.
Ἐνθυμούμασθε καί μᾶς προβληματίζει, ἀναλογικά, ἡ φυγή τοῦ προφήτη Ἰωνᾶ σέ μιά ἄλλη Θαρσίς, γιατί διαπιστώνουμε τήν ἀδίστακτη συμπεριφορά καί τό ἀνερμάτιστο τῆς ζωῆς τοῦ σημερινοῦ Νεοέλληνα καί ἰδίως τῆς Νεολαίας μας. Μᾶς δημιουργεῖ κρίσεις συνειδήσεως ἡ ἔκπτωση τῶν θεσμῶν, ὅπως π.χ. τοῦ γάμου καί τῆς οἰκογενείας, καί μᾶς ἀπογοητεύει ἡ ἀνεπάρκεια καί ἡ ἔλλειψη φιλότιμου ἀπό πολλούς φορεῖς τῆς κοινωνικῆς ζωῆς.
Αἰσθανόμαστε ὅτι ψάχνουμε λύσεις σέ καταστάσεις καί τρόπους ζωῆς χωρίς διέξοδο, ὥστε νά διαπιστώνουμε ὅτι «τό βδέλυγμα τῆς ἐρημώσεως ἐν τόπῳ ἁγίῳ» ἐγκατεστάθη (Δαν. 9,27· Ματθ. 25,15). Μᾶς συνέχη τό προφητικόν ρῆμα «οὐκ ἔστιν ποιῶν χρηστότητος, οὐκ ἔστιν μέχρις ἑνός» (Ψαλμ. 13,1.3). Ποιό εἶναι, λοιπόν, τό μέλλον τῆς ἐν Χριστῷ ἱερατικῆς διακονίας; Ποιός θά μᾶς βγάλῃ ἀπό τό ἀδιέξοδο; Ποιός θά μᾶς χαρίσῃ «τήν ἀποσταμένη ἐλπίδα» (Ἰ. Πο-λέμη, Τό κρυφό σχολειό);
Ποιός θά μᾶς ἀπαλλάξῃ ἀπ’ τόν πειρασμό τῆς ἀπελπισίας; Πῶς θά βροῦμε πάλι τό ἱεραποστολικό θάρρος τῶν Ἀποστόλων, τῶν Μαρτύρων, τῶν μεγάλων Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας, πού ἔζησαν καί αὐτοί ἀντιστοίχους προβληματισμούς καί δοκιμασίες στήν ἐποχή τους καί σέ ἕναν κόσμο, ἄν ὄχι ἀνάλογο μέ τόν σημερινό, πάντως ὅμως δοκιμαζόμενο ἀπό τόν νόμο τῆς ἐκκοσμικεύσεως καί πνευματικῆς φθορᾶς, πού φέρνει ἡ ἐγωϊστική ἀποστασία τῶν ἀνθρώπων;
Τήν ἀπάντηση μᾶς τή δίδει, ἰδίως, σέ μᾶς ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός: «Χωρίς τό Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ δέν μποροῦμε νά σωθοῦμε, γιατί ἡ συνάφεια Θεοῦ καί ἀνθρώπου γίνεται δυνατή μέ τό Ἅγιο Πνεῦμα. Χωρίς τό Ἅγιο Πνεῦμα εἴμαστε ξένοι καί μακριά ἀπό τόν Θεό, μέ τή μετοχή μας ὅμως στή Χάρη τοῦ Πνεύματος συναπτόμαστε μέ τή Θεότητα. Ὥστε τό νά εἴμαστε στόν Θεό Πατέρα, δέν εἶναι δικό μας κατόρθωμα, ἀλλά τοῦ Πνεύματός του εἶναι καί μένει μέσα μας» (Ἰ. Δαμασκηνοῦ, Ἡ Θεοτόκος, ἐκδ. Ἀποστολικῆς Διακονίας, 1970, σελ. 72).

Μόνο ὅπου ἀναπαύεται τό Ἅγιο Πνεῦμα ὁ ἄνθρωπος γίνεται πλήρης, τέλειος καί ζωντα-νός. Αὐτή τήν ἀλήθεια τήν γνώριζαν πολύ καλά οἱ ὄντως ἐραστές τοῦ Κυρίου, καί οἱ χαρισματοῦχοι τῶν δωριμάτων Του, «οἱ θεηγόροι ὁπλῖται τῆς παρατάξεως Κυρίου» (Δοξα-στικό Αἴνων Κυριακῆς Ἁγ. Πατέρων), μιά καί διαπίστωναν ὅτι ἡ ἀλλοτρίωση τῶν ἀνθρώπων ἀπό τό Πνεῦμα τό Ἅγιο τούς ἔκανε σαρκικούς, βυθισμένους στήν αὐτονομία τους, ἀφοῦ τούς νεκρώνει πνευματικά, τούς κάνει τή ζωή τους κόλαση, γιατί κόλαση εἶναι κατά τόν Ἅγιο Εἰρηναῖο «ἡ εἰς τό διηνεκές ἀπό τοῦ Πνεύματος ἀλλοτρίωσις» (ΒΕΠΕΣ 7, 5, σελ. 179).

Ἐπειδή ὅμως ὁ ἄνθρωπος δέν εἶναι οὔτε κλειστό, οὔτε σταστικό ὄν· ἐπειδή ἔχει δοθῇ στόν καθένα βαπτισμένο ἄνθρωπο ὁ ἐθελούσιος ἀγώνας γιά τελειοποίηση, ἔρχεται τότε τό Πνεῦμα τό Ἅγιον νά σφραγίσῃ καί νά κατευθύνῃ τήν πορεία πρός τόν Θεόν, ὅλων ἐκείνων οἱ ὁποῖοι ἐπιποθοῦν τήν τελειότητα.
Τό Πνεῦμα τό Ἅγιον μᾶς συμπαρίσταται στόν ἀγώνα καί δικαιώνει «τόν κόπον τῆς ἀγάπης καί τήν ὑπομονή τῆς ἐλπίδος» (Α΄Θεσ. 1,3) καί ὁλοκληρώνει τήν ἐν Χριστῷ ἀναγέννησή μας. Ὁ πόθος αὐτός τῆς ὁλοκληρώσεως ἤ «πληροφορίας τῆς διακονίας μας» (Β΄ Τίτ. 4,5) μέσα στήν Ἐκκλησία καί ὁ τρόπος τῆς κατά χάριν θεώσεως τοῦ ἀνθρώπου, κατορθώ-νεται μέ τή μυστική κοινωνία τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, γεγονός πού ἔκανε τόν Ἅγιο Συμεών τόν Νέο Θεολόγο νά τό ὑμνήσει ἐγκάρδια γι’ αὐτή του τήν προσφορά:
«Εὐχαριστῶ σοι ὅτι ἕν Πνεῦμα ἐγένου μετ’ ἐμοῦ ἀσυγχύτως, ἀτρέπτως, ἀναλλοιώτως, ὁ ἐπί πάντων Θεός. Καί αὐτός μοι τά πάντα ἐν πᾶσι γεγένησαι· τροφή ἀνεκλάλητος καί εἰς ἅπαν ἀδάπανος, ἀενάως ὑπερχεομένη καί τοῖς τῆς ἐμῆς ψυχῆς χείλεσι καί ὑπερεκβλύζουσα ἐν τῇ πηγῇ τῆς καρδίας μου. Ἔνδυμα ἀπαστράπτον καί καταφλέγον τούς δαίμονας. Κάθαρσις δι’ ἀφθάρτων καί ἁγίων δακρύων ἐκπλύνουσά με, ὧν ἡ σή παρουσία, πρός οὕς παραγίνῃ, χαρίζεται. Εὐχαριστῶ σοι ὅτι φῶς ἀνέσπερόν μοι γεγένησαι καί ἥλιος ἄδυτος, ποῦ κρυβῆναι τόπον οὐκ ἔχων, ὁ πληρῶν τῆς δόξης τά σύμπαντα. Οὐ σύ ποτε ἀπεκρύβης ἀπό τινος, ἀλλ’ ἡμεῖς ἀεί κρυπτόμεθα ἀπό σέ, ἐλθεῖν πρός σέ μή βουλόμενοι» (Συμεών τοῦ Νέου Θεολόγου, Εὐχή μυστική δι’ ἧς ἐπικαλεῖται τό Πνεῦμα τό Ἅγιον ὁ αὐτό προορῶν).

Ἐπιτρέψτε μου, λοιπόν, νά ἀπευθύνω στήν ἀγάπη σας μερικές συμβουλές καί παρατηρή-σεις, πού ἔχουν σχέση μέ τή θέση μας καί τή διακονία μας μέσα στήν Ἐκκλησία καί τήν ἀναστροφή μας μεταξύ τῶν πιστῶν, «καθώς πρέπει ἁγίοις», κατά τήν προτροπή τοῦ Ἀποστόλου Παύλου (Ἐφεσ. 5,3).

Σᾶς προτείνω νά ἀξιοποιήσετε τούς σύγχρονους τρόπους ἐπικοινωνίας, χωρίς ὡστόσο νά χάνουμε τήν ἀπαραίτητη δυνατότητα κοινωνίας τῶν προσώπων μεταξύ μας. Νά προβάλλουμε ὡς τρόπον κοινωνικῆς ζωῆς τή συνείδηση τῆς κοινοκτημοσύνης καί ὡς ἀκρότατο ἰδανικό κα-τόρθωμα τή μοναχική ἀκτημοσύνη, ἦθος ζωῆς πού σήμερα ἰδιαίτερα συγκινεῖ τούς νέους. Πα-ράλληλα, ὁ σεβασμός τῆς φύσεως καί τῆς κτίσεως γενικότερα ὡς δημιουργίας τοῦ Θεοῦ εἶναι ἕνα ἄλλο σημεῖο προσεγγίσεως τῆς Ἐκκλησίας πρός τούς ἀνθρώπους. Τό φιλάνθρωπο τῶν Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας καί «τά σπλάγχνα οἰκτιρμοῦ» (Κολ. 3,12) τῶν Ὁσίων ἐπιβάλλεται κατεξοχήν νά υἱοθετήσουμε καί στήν καρδιά μας καί στήν ἀντιμετώπιση τοῦ ἀσώτου υἱοῦ τῆς παραβολῆς τοῦ Κυρίου (Λουκ. 15,11-32).
Ἐν τέλει, σκόπος μας θά πρέπει νά εἶναι τό νά ὁδηγήσουμε καί νά ὁδηγηθοῦμε στήν ἐκπλήρωση τῆς ἀποστολῆς μας, ὥστε ἀπό αὐτόν τόν κόσμο ἡ στάση ζωῆς καί ἡ τρόπος λα-τρείας μας πρός τόν Θεό νά εἶναι «λογική καί εὐάρεστος» (Ρωμ. 12,1), ὥστε «ἐν πνεύματι καί ἀληθείᾳ» (Ἰωάν. 4,23.24) κοινωνοῦντες μέ τόν Κύριο τῆς δόξης νά συμβαίνῃ στή ζωή μας ὅ,τι ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς βίωνε ὡς πράξη σωτηρίας:
«Ἐν γάρ τῇ δόξῃ τοῦ Πατρός, ὁ Χριστός ἐλεύσεται, ἐν τῇ δόξῃ τοῦ Πατρός αὐτῶν Χριστοῦ οἱ δίκαιοι λάμψουσιν ὡς ὁ ἥλιος καί φῶς ἔσονται καί φῶς ὄψονται τό μόνης τῆς κεκαθαρμένης καρδίας ἐπίχαρι καί πανίερον θέαμα, ὅ νῦν μέν καί τοῖς ἐναγῆ πάντα δι’ ἀπαθείας καί τά καθαρά διά τῆς εἰλικρινοῦς καί ἀΰλου διαβεβήκοσι προσευχῆς ἐν ἀρραβῶνος μέρει μετρίως προφαίνεται, τότε δέ τούς υἱούς τῆς Ἀναστάσεως ἐμφανῶς θεο-ποιήσει, συνδιαιωνίζων καί συνδιαικωνιζόμενος τῷ μεταδόντι τῇ καθ’ ὑμᾶς φύσει θείας δό-ξης τε καί λαμπρότητος» (Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ, Ὑπέρ τῶν ἱερῶς ἡσυχαζόντων, 2, 3, 66· Ματθ. 13,43).

Ο ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΣ
† Ο ΑΘΗΝΩΝ ΙΕΡΩΝΥΜΟΣ