Επιλέξτε τη γλώσσα σας

 

Α Ν Α Κ Ο Ι Ν Ω Θ Ε Ν


Επειδή το τελευταίο χρονικό διάστημα ορισμένα, υπεύθυνα και αξιόλογα κατά τα λοιπά πρόσωπα, αφήνουν βαρείς υπαινιγμούς – πιθανότατα από έλλειψη πλήρους και ακριβούς ενημέρωσής τους – για την πορεία της κάθαρσης στην Εκκλησία, αδικώντας Την κατάφωρα και δημιουργώντας ατυχώς πεπλανημένες εντυπώσεις που παραχαράσσουν την πραγματικότητα, η Ιερά Σύνοδος οφείλει κατ’ ελάχιστον να αποκαταστήσει την αλήθεια. Οφείλει δηλαδή, με βαθιά συναίσθηση της ευθύνης της απέναντι στον Θεό και την ίδια την κοινωνία, το σώμα των πιστών, να αναφερθεί για πολλοστή φορά στα αποτελέσματα του πολύμηνου, επίπονου, επίμονου, συνεπούς και τολμηρού έργου της εξυγίανσης της Εκκλησίας, το οποίο ανέλαβε να πραγματοποιήσει και πραγματοποιεί με φρόνημα και ήθος υψηλό, χωρίς συμβιβασμούς και εκπτώσεις, με πράξεις γενναίες και όχι με λόγους περίτεχνους και απατηλούς.
Από την πρώτη στιγμή μέχρι και σήμερα η Ιερά Σύνοδος κινήθηκε με νηφαλιότητα, αποφεύγοντας κατά το δυνατόν να παρασυρθεί από το κλίμα των ημερών που απέρριπτε κάθε εκκλησιαστική και πνευματική αντιμετώπιση των κρίσιμων ζητημάτων και επιζητούσε άμεσες και αιματηρές λύσεις επί δικαίων και αδίκων αδιακρίτως, με επίγνωση των σοβαρών και υπεύθυνων στιγμών που έζησε η Εκκλησία μας, με απόλυτη διαφάνεια και με αποφασιστικότητα προς διακρίβωση της αλήθειας όλων των καταγγελθεισών παραβάσεων ηθικής ή οικονομικής φύσης, όχι για να ικανοποιήσει, αντί πάσης θυσίας, το δημόσιο αίσθημα, αλλά για να επαναφέρει την κινδυνεύουσα ειρήνη και γαλήνη της Εκκλησίας. Και διερεύνησε άμεσα και σε βάθος, με τρόπο αμερόληπτο και ακριβοδίκαιο, στο πλαίσιο των Ιερών Κανόνων και των ισχυόντων νόμων της Πολιτείας που εφάρμοσε πιστά, κάθε υπεύθυνη και ενυπόγραφη καταγγελία που τέθηκε ενώπιόν της, αποδίδοντας, με κανονικές, νόμιμες, αντικειμενικές και διαυγείς δημοκρατικές διαδικασίες, σε κάθε έναν τα αρμόζοντα, επειδή ουδείς κληρικός είναι ανεξάρτητος ή αδέσποτος ή ασύδοτος κατά την άσκηση των καθηκόντων του.
Αναλυτικά:
1.α. Η Διαρκής Ιερά Σύνοδος (Δ.Ι.Σ.) με την από 08.08.2005 ομόφωνη απόφασή της απομάκρυνε οριστικά – εφαρμόζοντας για πρώτη φορά από τη θέση της σε ισχύ τη διάταξη της παραγράφου 8 του άρθρου 34 του Ν. 590/1977 «περί Καταστατικού Χάρτου της Εκκλησίας της Ελλάδος» (άρθρο 15 του Ν. 1351/1983 – Φ.Ε.Κ. 56 Α΄) τον ήδη τεθέντα (με την από 04.02.2005 απόφασή της) επί εξάμηνο στη διάθεση της Εκκλησίας της Ελλάδος Σεβ. Μητροπολίτη Αττικής κ. Παντελεήμονα από τον Μητροπολιτικό Θρόνο της Ιεράς Μητροπόλεως Αττικής, ο οποίος και περιήχθη αυτόματα στην κατάσταση του σχολάζοντος, αφού διαπίστωσε ότι εξακολουθούν να συντρέχουν οι σοβαροί λόγοι που αφορούν στο πρόσωπό του, στο συμφέρον της Εκκλησίας και στην κοινωνική ειρήνη, εξαιτίας των οποίων προκλήθηκε βαρύτατος σκανδαλισμός των πιστών. Αξίζει να σημειωθεί ότι ο ως άνω Μητροπολίτης, αν και είχε προσκληθεί να παραστεί κατά τη Συνεδρία της Δ.Ι.Σ. δεν προσήλθε, υποβάλλοντας αίτημα περί αναβολής της συζήτησης της υπόθεσης, το οποίο και απορρίφθηκε ως μη σύννομο. Τοποτηρητής της Ιεράς Μητροπόλεως Αττικής έχει αναλάβει από τον προηγούμενο Φεβρουάριο ο Σεβ. Μητροπολίτης Μεσογαίας και Λαυρεωτικής κ. Νικόλαος.
β. Επιπρόσθετα, η Δ.Ι.Σ. έχει διατάξει τακτικές ένορκες ανακρίσεις για την υπόθεση των όσων παρουσιάσθηκαν από Μ.Μ.Ε. για συμμετοχή του κ. Παντελεήμονος σε υπεράκτιες εταιρείες και για τα αναφερόμενα στο κατ’ αυτού εκδοθέν υπ’ αριθμ. 564/2005 παραπεμπτικό βούλευμα του Συμβουλίου Εφετών Αθηνών, κρίνοντας τις σχετικές γραπτές και προφορικές εξηγήσεις που κατέθεσε ενώπιόν της ανεπαρκείς. Ο ορισθείς εκκλησιαστικός ανακριτής Σεβ. Μητροπολιτης Καρυστίας και Σκύρου κ. Σεραφείμ επιλαμβάνεται ήδη των ανακρίσεων, μετά την απόρριψη από την Δ.Ι.Σ. την 1η Ιουνίου της από 16.05.2005 αίτησης του τότε Σεβ. Μητροπολίτη Αττικής περί εξαιρέσεως αυτού.
2. Μετά την ενδελεχή και εμπεριστατωμένη διερεύνηση των στοιχείων της σχηματισθείσης από τον ορισθέντα εκκλησιαστικό ανακριτή Σεβ. Μητροπολίτη Ελασσώνος κ. Βασίλειο κανονικής δικογραφίας για τις υποθέσεις που αφορούσαν στον Σεβ. Μητροπολίτη Πειραιώς κ. Καλλίνικο, το Πρωτοβάθμιο δι’ Αρχιερείς Συνοδικό Δικαστήριο της Εκκλησίας της Ελλάδος, το οποίο συνήλθε σε Συνεδρία την 3η και 4η Ιουνίου ως Δικαστικό Συμβούλιο, ομοφώνως έκρινε ότι τα κατατεθέντα από τους κατηγόρους στοιχεία είναι αντιφατικά και δεν επιστηρίζονται από άλλες μαρτυρικές καταθέσεις. Αποφάσισε δε ότι δεν είναι δυνατόν, υπό τα δεδομένα αυτά, να στοιχειοθετηθεί και να θεμελιωθεί κατά τους Θείους και Ιερούς Κανόνες και τους ισχύοντες νόμους του Κράτους με αναμφισβήτητη αποδεικτική δύναμη, ως απαιτείται σε μία τόσο σοβαρή υπόθεση, ενοχή του κατηγορηθέντος Μητροπολίτη. Ως εκ τούτου ανέστειλε κάθε κατ’ αυτού περαιτέρω καταδίωξη και έθεσε τον δικαστικό φάκελο στο αρχείο, εκδίδοντας το υπ’ αριθμ. 3/2005 απαλλακτικό βούλευμά του.
3. Μετά την ενδελεχή και εμπεριστατωμένη διερεύνηση των στοιχείων της σχηματισθείσης από τον ορισθέντα εκκλησιαστικό ανακριτή Σεβ. Μητροπολίτη Ξάνθης και Περιθεωρίου κ. Παντελεήμονα κανονικής δικογραφίας για την υπόθεση των καταγγελιών που διατύπωσε ο Σεβ. Μητροπολίτης πρώην Θεσσαλιώτιδος και Φαναριοφερσάλων κ. Κωνσταντίνος κατά του οικειοθελώς παραιτηθέντος Σεβ. Μητροπολίτη πρώην Θεσσαλιώτιδος και Φαναριοφερσάλων κ. Θεοκλήτου και ειδικότερα από την αναδίφηση των καταθέσεων των εξετασθέντων 8 μαρτύρων κατηγορίας και 24 μαρτύρων υπερασπίσεως, το Πρωτοβάθμιο δι’ Αρχιερείς Συνοδικό Δικαστήριο της Εκκλησίας της Ελλάδος, το οποίο συνήλθε σε Συνεδρία την 5η και 6η Ιουλίου ως Δικαστικό Συμβούλιο, ομοφώνως έκρινε ότι - επειδή ουδείς εκ των μαρτύρων κατηγορίας κατέθεσε ο,τιδήποτε εξ ιδίας αντιλήψεως ως αυτόπτης και αυτήκοος μάρτυρας, οι δε 10 μάρτυρες που προτάθηκαν από τους καταγγέλοντες διέψευσαν τα καταγγελθέντα και επιπρόσθετα η Γενική Αστυνομική Διεύθυνση Περιφέρειας Θεσσαλίας, δια του Αστυνομικού Διευθυντή αυτής, πλήρως, σαφώς και απολύτως διέψευσε ομοίως τα καταγγελθέντα και μάλιστα από τη διενεργηθείσα, με άδεια του αρμόδιου Υπουργού Δημόσιας Τάξης, αυτοψία στο βιβλίο συμβάντων της Αστυνομικής Αρχής ουδέν των καταγγελθέντων διαπιστώθηκε- ουδόλως στοιχειοθετείται κατά τους Θείους και Ιερούς Κανόνες και τους ισχύοντες νόμους του Κράτους ενοχή του κατηγορηθέντος Μητροπολίτη. Δια ταύτα αποφάσισε ομοφώνως ότι δεν υπάρχει αφορμή για κατηγορία και ως εκ τούτου ανέστειλε κάθε κατ’ αυτού περαιτέρω καταδίωξη και έθεσε τον δικαστικό φάκελο στο αρχείο, εκδίδοντας το υπ’ αριθμ. 5/2005 απαλλακτικό βούλευμά του.
4. Μετά την ενδελεχή και εμπεριστατωμένη διερεύνηση των στοιχείων της σχηματισθείσης από τον ορισθέντα εκκλησιαστικό ανακριτή Σεβ. Μητροπολίτη Ιερισσού, Αγίου Όρους και Αρδαμερίου κ. Νικόδημο κανονικής δικογραφίας για την υπόθεση των καταγγελιών εις βάρος του Σεβ. Μητροπολίτη Διδυμοτείχου και Ορεστιάδος κ. Νικηφόρου και ειδικότερα από την αναδίφηση τόσο της κατάθεσης του πρώτου κατηγόρου, όσο και των καταθέσεων των 573 αυτοβούλως προσελθόντων και 47 επί τούτου κληθέντων μαρτύρων υπερασπίσεως, εκπροσωπούντων όλη την τοπική κοινωνία (βουλευτών, νομαρχών, δημάρχων, εκπροσώπων φορέων, εκπαιδευτικών κ.α.), το Πρωτοβάθμιο δι’Αρχιερείς Συνοδικό Δικαστήριο της Εκκλησίας της Ελλάδος, το οποίο συνήλθε σε Συνεδρία την 8η και 9η Αυγούστου ως Δικαστικό Συμβούλιο, ομοφώνως αποφάσισε και έκρινε ότι –επειδή κατά την Αγία Γραφή και τους Θείους και Ιερούς Κανόνες, αλλά και κατά τις διατάξεις της παραγράφου 3 του άρθρου 57 του ισχύοντος περί Εκκλησιαστικών Δικαστηρίων Ν. 5383/1932, ως τίθενται και ισχύουν δυνάμει της παραγράφου 1 του άρθρου 44 του Ν.590/1977, καταδίκη κληρικού δεν δύναται να στηριχθεί επί μίας και μόνης κατάθεσης και μάλιστα του κατηγόρου και επειδή ο δεύτερος κατήγορος ουδέποτε προσήλθε ενώπιον των αρμοδίων Εκκλησιαστικών Δικαστικών Αρχών για να καταθέσει, αν και κλητεύθηκε νόμιμα –δεν υπάρχει αφορμή για κατηγορία κατά του Μητροπολίτη. Ως εκ τούτου ανέστειλε κάθε κατ’ αυτού περαιτέρω καταδίωξη και έθεσε τον δικαστικό φάκελο στο αρχείο, εκδίδοντας το υπ’ αριθμ. 6/2005 απαλλακτικό βούλευμά του.
Σε όλες τις ως άνω περιπτώσεις η Εκκλησία μας απέδειξε ότι έλαβε όλα τα ενδεδειγμένα κανονικά και νόμιμα μέτρα επί υπαρχουσών καταγγελιών και όχι επί αδέσποτων φημών και διαδόσεων και απέδωσε σε κάθε πρόσωπο τις ευθύνες που του αναλογούν, καθώς η εξυγίανσή Της δεν σημαίνει, το δίχως άλλο, την, άνευ εξονυχιστικής δικαστικής- ανακριτικής έρευνας, τιμωρία και αθώων.
5. Η Δ.Ι.Σ., αφού έλαβε γνώση α) δημοσιεύματος εφημερίδας αναφορικά με τον Σεβ. Μητροπολίτη Τριφυλίας κ. Στέφανο, β) των σχετικών γραπτών και προφορικών εξηγήσεων που απέστειλε προς αυτήν και έδωσε ενώπιον αυτής ο κ. Στέφανος και γ) της υποβολής από μέρους του κ. Στεφάνου την 15.02.2005 ενώπιον του Εισαγγελέα Πλημμελειοδικών Αθηνών, δια του Εισαγγελέως Πλημμελειοδικών Κυπαρισσίας, εγκλήσεως κατά της εφημερίδας για συκοφαντική δυσφήμηση δια του Τύπου, αποφάσισε, λαμβάνοντας υπ’ όψιν και την ηλικία του Μητροπολίτη (91 ετών), να αναμείνει την εξέλιξη της εγκλήσεως στα ποινικά δικαστήρια, πριν ενεργοποιήσει κάθε άλλη εκκλησιαστική διαδικασία. Ήδη ο κ. Στέφανος ενημέρωσε εγγράφως την Δ.Ι.Σ. για την εκδίκαση της εγκλήσεως που είχε υποβάλει προς το Τριμελές Πλημμελειοδικείο Κυπαρισσίας στη συνεδρίασή του της 6ης Οκτωβρίου και μάλιστα κατέθεσε την υπ’ αριθμ. 695/2005 απόφασή του. Το Δικαστήριο έκανε δεκτή τη δήλωση ανάκλησης της έγκλησης εκ μέρους του πληρεξούσιου δικηγόρου του Μητροπολίτη, που έγινε κατόπιν δηλώσεως του πληρεξούσιου δικηγόρου του κατηγορούμενου Διευθυντή της εφημερίδας που κατέθεσε στο Δικαστήριο, σύμφωνα με την οποία «εκ των υστέρων και μετά από έλεγχο, η εφημερίδα διαπίστωσε ότι το περιεχόμενο του δημοσιεύματος δεν ανταποκρίνεται στα πράγματα και είναι προϊόν εσφαλμένης πληροφόρησης, οφειλόμενης σε άλλους σκοπούς». Επιπρόσθετα, σύμφωνα πάντα με την ως άνω δήλωση, «σε κάθε περίπτωση η εφημερίδα δεν είχε καμία απολύτως πρόθεση να θίξει την ηθική συγκρότηση του Μητροπολίτη, δεδομένου ότι δεν έχει κανένα άλλο λόγο να την αμφισβητήσει». Το Δικαστήριο έκρινε ότι δια των καθ’ ολοκληρίαν ψευδών περιστατικών που η εφημερίδα, με δημοσίευμά της, ισχυρίσθηκε και διέδωσε με πρόθεση ενώπιων τρίτων για τον Μητροπολίτη, γνωρίζοντας ότι αυτά είναι ψευδή, έπληξε τελικά την τιμή και την υπόληψη του κ. Στεφάνου ως Ιεράρχου και ως ατόμου, καταχρώμενη του δικαιώματος της ελευθεροτυπίας. Περαιτέρω σημείωσε ότι οι δημοσιευόμενες φωτογραφίες, καθώς η εφημερίδα γνώριζε την αναλήθεια των κατηγοριών, ουδεμία σχέση έχουν με το πρόσωπό του κ. Στεφάνου, ο οποίος ζει μία έντιμη και ηθική εκκλησιαστική και ιδιωτική ζωή, τηρώντας τους Ιερούς Κανόνες και τους νόμους της Πολιτείας.
6. Ο εκκλησιαστικός οικονομικός έλεγχος, που είχε διαταχθεί από την Δ.Ι.Σ. να διενεργηθεί στην Ιερά Μητρόπολη Κεφαλληνίας, κατόπιν εγγράφου αιτήματος προς τούτο του Σεβ. Μητροπολίτη κ. Σπυρίδωνος εξ αφορμής σχετικών δημοσιευμάτων του Τύπου, ανεστάλη μέχρι το τέλος του οικονομικού έτους εκ μέρους των αρμοδίων υπηρεσιών του Υπουργείου Οικονομικών που επιλαμβάνονται ήδη του έργου τους, καθώς διαβιβάσθηκε εισαγγελική παραγγελία στην Επιθέωρηση του Υπουργείου για έλεγχο στην εν λόγω Ιερά Μητρόπολη.
7. Η Δ.Ι.Σ., αφού έλαβε γνώση των εξηγήσεων που έδωσε ενώπιόν της ο Σεβ. Μητροπολίτης Χίου κ. Διονύσιος αναφορικά με τα όσα παρουσιάσθηκαν από Μ.Μ.Ε. για την ύπαρξη λογαριασμών του σε τράπεζα των Η.Π.Α., έκρινε ικανοποιητικές τόσο αυτές, όσο και τις σχετικές ενέργειές του για το όλο θέμα (αποστολή εγγράφου προς τον Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου δια του οποίου τον εξουσιοδοτεί να ελέγξει την ύπαρξη λογαριασμών του σε τράπεζες των Η.Π.Α. και κατάθεση αγωγής και μηνύσεως κατά των συκοφαντών του).
8. Η Δ.Ι.Σ., αφού έλαβε γνώση των γραπτών εξηγήσεων που απέστειλε προς αυτήν ο Σεβ. Μητροπολίτης Περιστερίου κ. Χρυσόστομος επί των εις βάρος του καταγγελιών, αποφάσισε όσον μεν αφορά στα καταγγελθέντα περί οικονομικών ατασθαλιών να αναμείνει το πόρισμα του Σ.Δ.Ο.Ε. που διενεργεί οικονομικό έλεγχο στην Ιερά Μητρόπολη Περιστερίου, όσον δε αφορά στα καταγγελθέντα περί παραβάσεων της εργατικής νομοθεσίας με την ανάθεση από μέρους του σε κληρικούς της περιφέρειάς του χειρωνακτικών και άλλων εργασιών και δραστηριοτήτων που δεν σχετίζονται με τα καθαρώς εφημεριακά και πνευματικά τους καθήκοντα να του απευθύνει αυστηρές συστάσεις ώστε να ισχύσουν στην Ιερά Μητρόπολή του, αναφορικά με τα ανωτέρω θέματα, όσα ισχύουν και σε όλες τις άλλες Μητροπόλεις, σύμφωνα με τις ισχύουσες εκκλησιαστικές διατάξεις και τους νόμους της Πολιτείας.
9. Η Δ.Ι.Σ., αφού έλαβε γνώση των γραπτών εξηγήσεων που απέστειλε προς αυτήν ο Σεβ. Μητροπολίτης Ζακύνθου κ. Χρυσόστομος για την καταφρονητική τοποθέτησή του έναντι της Ιεραρχίας και των αποφάσεών της με δημόσια δήλωσή του στο προαύλιο του Συνοδικού Μεγάρου στις 18.02.2005 και για την καταγγελία εναντίον του δημοσιογράφου για συκοφαντική του δυσφήμηση και εξύβριση, αποφάσισε να θεωρήσει, κατ’ οικονομία και επιείκεια, επαρκείς αυτές για την πρώτη κατηγορία και να συστήσει στον κ. Χρυσόστομο να είναι φειδωλός και προσεκτικός στις δηλώσεις του, όσον αφορά στο Ιερό Σώμα της Ιεραρχίας και το πρόσωπο του Μακαριωτάτου και Σεβασμιωτάτων Μητροπολιτών, και να αναμείνει, όσον αφορά στην εναντίον του καταγγελία, την εξέλιξη της αγωγής που κατέθεσε κατά του δημοσιογράφου ο κ. Χρυσόστομος στο Πολυμελές Πρωτοδικείο Αθηνών, πριν ενεργοποιήσει κάθε άλλη εκκλησιαστική διαδικασία.
10. Η Δ.Ι.Σ., αφού έλαβε γνώση α) του ζητηθέντος και ληφθέντος υπ’ αριθμ. 42/2005 παραπεμπτικού βουλεύματος του Συμβουλίου Εφετών Ναυπλίου για πράξεις οικονομικού περιεχομένου του Σεβ. Μητροπολίτη Κορίνθου κ. Παντελεήμονα, β) της καταγγελίας προς αυτήν δημοσιογράφου για πλημμελή άσκηση των καθηκόντων του και γ) των γραπτών εξηγήσεων που απέστειλε προς αυτήν ο κ. Παντελήμονας επί των εις βάρος του καταγγελιών, αποφάσισε, λαμβάνοντας υπ’ όψιν και την ηλικία του Μητροπολίτη (85 ετών) και το επισφαλές της υγείας του, να αναμείνει την εξέλιξη της υπόθεσής του στο Τριμελές Εφετείο Κακουργημάτων Ναυπλίου, ενώπιον του οποίου έχει δια του ανωτέρω βουλεύματος παραπεμφθεί, πριν ενεργοποιήσει κάθε άλλη εκκλησιαστική διαδικασία.
11. Το Πρωτοβάθμιο δια Πρεσβυτέρους, Διακόνους και Μοναχούς Συνοδικό Δικαστήριο της Εκκλησίας της Ελλάδος, που συνήλθε σε Συνεδρία την 12η Μαΐου, εκδίκασε την κανονική υπόθεση του Αρχιμανδρίτη Σεραφείμ Κουλουσούσα και επέβαλε σε αυτόν με την υπ’ αριθμ. 17/2005 απόφασή του την ποινή της καθαιρέσεως εκ του υψηλού της ιεροσύνης υπουργήματος και την επαναφορά του στην τάξη των λαϊκών.
12. Το Πρωτοβάθμιο δια Πρεσβυτέρους, Διακόνους και Μοναχούς Συνοδικό Δικαστήριο της Εκκλησίας της Ελλάδος έχει εκδικάσει από την αρχή του έτους κανονικές υποθέσεις κληρικών, οι οποίοι με τις συμπεριφορές τους προκάλεσαν βαρύτατο σκανδαλισμό των πιστών, και έχει επιβάλει σε 12 περιπτώσεις την ποινή της καθαιρέσεως εκ του υψηλού της ιεροσύνης υπουργήματος και την επαναφορά τους στην τάξη των λαϊκών.
13. Η Δ.Ι.Σ. υποχρέωσε τον τότε Σεβ. Μητροπολίτη Αττικής κ. Παντελεήμονα, στην κανονική δικαιοδοσία του οποίου ανήκε ο Αρχιμανδρίτης Ιάκωβος Γιοσάκης, να τον θέσει σε αργία και να ασκήσει δίωξη σε βάρος του. Τη διενέργεια των κανονικών ανακρίσεων κατά του ανωτέρω έχει αναλάβει, καθώς πρόκειται για κληρικό της Ιεράς Μητροπόλεως Αττικής, ο Τοποτηρητής της Σεβ. Μητροπολίτης Μεσογαίας και Λαυρεωτικής κ. Νικόλαος. Οι ανακρίσεις συνεχίζονται σε βάθος. Αξίζει πάντως να σημειωθεί ότι την πειθαρχική δίωξη επί παραπτωμάτων ιερέων έχει, σύμφωνα με τους Ιερούς Κανόνες και το νόμο, ο επιχώριος Μητροπολίτης και όχι η Δ.Ι.Σ.
14. Τις κανονικές ανακρίσεις κατά του Ιερομονάχου Νικόδημου Φαρμάκη διενεργεί ο Σεβ. Μητροπολίτης Πειραιώς κ. Καλλίνικος, καθώς πρόκειται για κληρικό της Ιεράς Μητροπόλεως αυτού, κατόπιν της από 03.03.2005 σχετικής Συνοδικής απόφασης. Σε βάρος του ανωτέρω Ιερομονάχου ο κ. Καλλίνικος έχει επιβάλει από τις 11.02.2005 την αφαίρεση του οφφικίου του Αρχιμανδρίτη, πεντάμηνη αργία από κάθε ιεροπραξία, πεντάμηνο περιορισμό στην Ιερά Μονή Παναγίας Χρυσοπηγής και άμεση επιστροφή του όπλου που κατείχε και της σχετικής αδείας, η οποία και έγινε στην αρμόδια υπηρεσία του Α.Τ. Καπανδριτίου.
15. Ουδείς δικαστικός φάκελος κατά Αρχιερέων και ιερέων και ουδεμία καταγγελία εις βάρος Αρχιερέων εκκρεμεί στις υπηρεσίες της Δ.Ι.Σ., ενώ κάθε υπεύθυνη και ενυπόγραφη καταγγελία κατά Αρχιερέων και ιερέων που συνοδεύεται από νόμιμα αποδεικτικά στοιχεία είτε εξετάζεται αμέσως από την από 01.09.2005 εκ νέου ορισθείσα τριμελή εκ Συνοδικών Ιεραρχών Επιτροπή, είτε παραπέμπεται κατά νόμον από αυτήν στους οικείους Ιεράρχες.

Επιπρόσθετα:

• Μετά την ολοκλήρωση της Ένορκης Διοικητικής Εξέτασης που διέταξε ο Μακαριώτατος Αρχιεπίσκοπος Αθηνών και πάσης Ελλάδος κ.κ. Χριστόδουλος για την υπόθεση του Πανοσ. Αρχιμανδρίτη π. Επιφανίου Οικονόμου, καθώς και την υποβολή κυρίου και συμπληρωματικού πορίσματος από τον Θεοφ. Επίσκοπο Κορωνείας κ. Παντελεήμονα, διαπιστώθηκε ότι ο ανωτέρω κληρικός ουδεμία κανονική ευθύνη υπέχει ως μη υποπέσας σε κάποιο κανονικό παράπτωμα, καθώς «εκ του συνόλου τρόπου ενεργείας του προκύπτει ότι ενήργησε άνευ ουδενός δόλου, μη φειδόμενος του ιδίου εαυτού, καθ’ υπερβολήν ζήλου κινούμενος, εξ αγάπης προς την Μητέρα Εκκλησία και ίνα μη τρωθή το κύρος Αυτής». Στον π. Επιφάνιο απευθύνθηκαν συστάσεις να αποβάλει τον υπερβάλλοντα ζήλο και να εγκολπωθεί «την κατά Θεόν περίσκεψιν».

Πέραν όμως αυτών, και επειδή η αυτοκάθαρση της Εκκλησίας μας δεν περιλαμβάνει μόνον τη διερεύνηση των καταγγελθεισών συμπεριφορών ορισμένων στελεχών της Εκκλησίας, η Δ.Ι.Σ. υλοποιεί απαρέγκλιτα, με τόλμη, σύνεση και επιμονή και χωρίς τυμπανοκρουσίες τα μέτρα για την περαιτέρω θωράκιση του ιερού θεσμού της Εκκλησίας που αποφάσισε τον προηγούμενο Φεβρουάριο το ανώτατο διοικητικό όργανό της Εκκλησίας, η Ιερά Σύνοδος της Ιεραρχίας. Η εφαρμογή βέβαια ορισμένων από αυτά προϋποθέτει, εκτός από την ξεκάθαρη βούληση της Εκκλησίας και τη σύμφωνη γνώμη της Πολιτείας με την προώθηση κατάλληλων νομοθετικών ρυθμίσεων.

Έτσι:

1. Κατόπιν σχετικού αιτήματος της Δ.Ι.Σ., όπως αυτό διατυπώθηκε στις από 21.02.2005 (Αρ. Πρωτ. 700) και 11.04.2005 (Αρ. Πρωτ. 1555) επιστολές της προς την Υπουργό Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων κ. Μαριέττα Γιαννάκου, η Υπουργός έλαβε απόφαση για τη σύσταση υπό την Προεδρία του Μακαριωτάτου Αρχιεπισκόπου Αθηνών και πάσης Ελλάδος κ. Χριστόδουλου επταμελούς Επιτροπής για τη σύνταξη νομοσχεδίου περί Εκκλησιαστικών Δικαστηρίων, το οποίο, μετά την ψήφισή του από την Βουλή, θα αντικαταστήσει το υφιστάμενο προβληματικό νομικό καθεστώς. Η Δ.Ι.Σ. όρισε τους κ.κ. Σπυρίδωνα Τρωϊάνο, Ομότιμο Καθηγητή του Εκκλησιαστικού Δικαίου στη Νομική Σχολή Αθηνών και Αναστάσιο Μαρίνο, Επίτιμο Αντιπρόεδρο του Συμβουλίου της Επικρατείας, ως μέλη. Η Επιτροπή έχει συγκροτηθεί και συνεχίζει τις εργασίες της.
2. Η Δ.Ι.Σ. έχει ζητήσει με την από 24.02.2005 επιστολή της (Αρ. Πρωτ. 784) προς την Υπουργό Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων κ. Μαριέττα Γιαννάκου, την οποία απέστειλε και στον Υπουργό Δικαιοσύνης κ. Αναστάσιο Παπαληγούρα, την προώθηση νομοθετικής ρύθμισης για τη συγκρότηση Ανωτάτου Συμβουλίου Ελέγχου παρά τη Ιερά Συνόδω, αποτελουμένου εκ του Αρχιεπισκόπου Αθηνών και πάσης Ελλάδος ως Προέδρου και εξ ενός Αντιπροέδρου του Συμβουλίου της Επικρατείας, ενός Αντιπροέδρου του Αρείου Πάγου, ενός Αντιπροέδρου του Ελεγκτικού Συνεδρίου και ενός Αντιπροέδρου του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους ως μελών με ενιαύσια θητεία, το οποίο θα επιλαμβάνεται καταγγελιών υποβληθεισών υπό οιουδήποτε τρίτου κατά Αρχιερέων της Εκκλησίας της Ελλάδος και θα εισηγείται αναλόγως στην Ιερά Σύνοδο, προκειμένου να κινηθεί η κατ’άρθρον 143 του Ν. 5383/1932 «Περί Εκκλησιαστικών Δικαστηρίων και της προ Αυτών Διαδικασίας» διαδικασία.
3. Η Δ.Ι.Σ. έχει ζητήσει με την από 24.02.2005 επιστολή της (Αρ. Πρωτ. 785) προς την Υπουργό Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων κ. Μαριέττα Γιαννάκου, την προώθηση νομοθετικών ρυθμίσεων, μεταξύ άλλων,: α) για την υποχρέωση υποβολής από 1ης Ιανουαρίου 2006 από τους Αρχιερείς της Εκκλησίας της Ελλάδος δήλωσης «πόθεν έσχες» και β) για την υποχρέωση υποβολής στη Δ.Ι.Σ. από 1ης Ιανουαρίου 2006 από τους Αρχιερείς της Εκκλησίας της Ελλάδος, τους Διευθυντές των κάθε φύσης εκκλησιαστικών οργανισμών, τους Προϊσταμένους των εκκλησιαστικών εν γένει υπηρεσιών, που έχουν ως αντικείμενο τη διαχείριση εκκλησιαστικής περιουσίας, και τους λογιστές εκκλησιαστικών διαχειρίσεων αντιγράφου της φορολογικής δήλωσής τους και του ειδικού εντύπου Ε9.
4. Επιπρόσθετα η Δ.Ι.Σ. ζήτησε με την από 16.05.2005 επιστολή της (Αρ. Πρωτ. 1531) προς τον Υπουργό Εθνικής Άμυνας κ. Σπήλιο Σπηλιωτόπουλο την κατάργηση του εδαφίου γ΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 6 του Ν. 1763/1988 που προβλέπει την απαλλαγή από την υποχρέωση στράτευσης των στρατευσίμων «που είναι θρησκευτικοί λειτουργοί, μοναχοί ή δόκιμοι μοναχοί γνωστής θρησκείας». Το εν λόγω θέμα ρυθμίσθηκε ήδη στο άρθρο 13 του σχετικού νομοσχεδίου του Υπουργείου Εθνικής Άμυνας, το οποίο ψηφίσθηκε από την Ολομέλεια της Βουλής και έγινε νόμος του Κράτους.
5. Η Δ.Ι.Σ. έχει ζητήσει με την από 08.03.2005 επιστολή της (Αρ. Πρωτ. 1027) προς τον Υπουργό Οικονομίας και Οικονομικών κ. Γεώργιο Αλογοσκούφη τη διενέργεια οικονομικού ελέγχου από Επιθεωρητές Δημοσίων Διαχειρίσεων στις Ιερές Μητροπόλεις και τις Ιερές Μονές της Εκκλησίας της Ελλάδος, ο οποίος και ήδη έχει αρχίσει, χωρίς να έχει ολοκληρωθεί μέχρι στιγμής κανένα πόρισμα.
6. Παράλληλα η Εκκλησία μας έχει διατάξει οικονομικό έλεγχο σε όλες τις Ι. Μητροπόλεις, τον οποίο διενεργεί η Υπηρεσία Οικονομικής Επιθεώρησής Της. Μέχρι στιγμής έχουν περαιωθεί από τους επιθεωρητές συνολικά 47 έλεγχοι και έχουν υποβληθεί στην Ιερά Σύνοδο οι πρώτες 12 πορισματικές εκθέσεις. Σε όλες τις περιπτώσεις ο έλεγχος απέδειξε ότι υπάρχει τάξη στις διαχειρίσεις, νομιμότητα, και ουδεμία ατασθαλία. Ας σημειωθεί δε ότι η Εκκλησία, προκειμένου να ενεργήσει τους ελέγχους αυτούς, προσέλαβε 13 μόλις συνταξιοδοτηθέντες οικονομικούς επιθεωρητές του Κράτους, στους οποίους και ανέθεσε αυτό το έργο.
7. Επιπρόσθετα, η Εκκλησία μας έχει συστήσει Ανώτατη Εξελεγκτική Επιτροπή, αποτελούμενη εξ ολοκλήρου από διακεκριμένους νομικούς, τεχνικούς και οικονομολόγους, η οποία διενεργεί προληπτικό έλεγχο νομιμότητας κάθε σύμβασης μεταξύ εκκλησιαστικών νομικών προσώπων και τρίτων ύψους άνω των 300.000 ευρώ.
8. Η Δ.Ι.Σ. έχει αποστείλει σχετικές Εγκυκλίους (2806, 2825) προς τους Σεβασμιώτατους Μητροπολίτες με τις οποίες ζητεί την άμεση εφαρμογή των όσων μέτρων αποφάσισε η Ι.Σ.Ι. για τα οποία δεν απαιτείται νομοθετική ρύθμιση. Στα μέτρα αυτά περιλαμβάνεται και η μη αποδοχή από ουδένα Επαρχιούχο Σεβασμιώτατο Μητροπολίτη της Εκκλησίας της Ελλάδος φιλοδωρημάτων («τυχηρών») για οιανδήποτε ιεροπραξία (το οποίο ήδη εφαρμόζεται απαρεγκλίτως), η απλότητα και λιτότητα στην αρχιερατική και ιερατική αμφίεση και συμπεριφορά και η αποφυγή των πολυτελών και προκαλούντων το δημόσιο αίσθημα ιερών αμφίων, η σύσταση Συμβουλίου 5 Γερόντων Κληρικών παρά τω Μητροπολίτη, τους οποίους εκλέγουν οι Εφημέριοι κάθε Ιεράς Μητροπόλεως ανά τριετία, συμβουλευτικού χαρακτήρα προς εισήγηση για υπηρεσιακά θέματα Εφημερίων (διορισμοί, υπηρεσιακές μεταβολές, κανονικές διώξεις) και η σύσταση Γνωμοδοτικού Συμβουλίου 5 Κληρικών και 5 Λαϊκών παρά τω Μητροπολίτη, τους οποίους εκλέγουν οι Εφημέριοι κάθε Ιεράς Μητροπόλεως ανά τριετία, συμβουλευτικού χαρακτήρα προς εισήγηση για διοικητικά θέματα μείζονος σημασίας.
9. Η Εκκλησία μας έχει ήδη ξεκινήσει, δια της αρμόδιας Ειδικής Συνοδικής Επιτροπής υπό την Προεδρία του Σεβ. Μητροπολίτη Θηβών και Λεβαδείας κ. Ιερωνύμου και σε εφαρμογή των σχετικών αποφάσεων που έλαβε η Ι.Σ.Ι. και η Δ.Ι.Σ., έναν ευρύ, γόνιμο, ειλικρινή, οργανωμένο και διαρκή διάλογο με την Κοινωνία, ώστε να μπορεί να συλλαμβάνει ευκρινέστερα μηνύματα των καιρών και να ανταποκρίνεται στις ανάγκες του σύγχρονου ανθρώπου. Τα πορίσματα της πρώτης φάσης του διαλόγου, που διεξήχθη την 10η Σεπτεμβρίου στην Πάτρα με τη συμμετοχή 550 συνολικά εκπροσώπων πολιτικών, κοινωνικών, οικονομικών, εκπαιδευτικών, πολιτιστικών και φιλανθρωπικών φορέων από τις Ιερές Μητροπόλεις της Πελοποννήσου, μετέφερε με σχετική εισήγησή του στην Ι.Σ.Ι. του προηγούμενου Οκτωβρίου ο κ. Ιερώνυμος, ώστε αυτά να μελετηθούν με προσοχή και να ληφθούν τα ανάλογα μέτρα.
10. Η τριμελής εκ Συνοδικών Ιεραρχών Επιτροπή για τον έλεγχο των καταγγελιών κατά Αρχιερέων και ιερέων εισηγήθηκε στη Δ.Ι.Σ. του προηγούμενου Νοεμβρίου την λήψη σειράς διαφόρων μέτρων κανονικού, πνευματικού και πρακτικού χαρακτήρα, αναλαμβάνοντας την υποχρέωση να υποβάλει λεπτομερή εισήγηση για κάθε ένα από αυτά.

Συνεπώς, το εάν η Εκκλησία μας έκανε και εξακολουθεί να κάνει πράξη τις δεσμεύσεις που ανέλαβε για την εξυγίανσή Της ή έμεινε απλά και μόνο σε εξαγγελίες, τίθεται στην κρίση του κάθε αντικειμενικού, καλόπιστου και ενημερωμένου προσώπου.