|
Επιστολή της Ιεράς Συνόδου της Εκκλησίας της Ελλάδος προς τον Οικουμενικό Πατριάρχη της 20ης Νοεμβρίου 1928
Παναγιώτατε.......
Υπόθεσις μεγάλης χαράς τη εν Ελλάδι Αγιωτάτη Εκκλησία εγένετο η διευθέτησις του ζητήματος της διοικήσεως των Μητροπόλεων του Οικουμενικού Πατριαρχείου και η δι’ επισήμου τούτου Πράξεως έγκρισις της διευθετήσεως αυτού. Ευχαριστούντες δε τω ουρανίω Δομήτορι της Εκκλησίας, τω καταξιώσαντι αυτήν ιδείν την λύσιν τοιούτου μεγάλου ζητήματος, εν ταις ημέραις της υμε-τέρας πεπνυμένης Παναγιότητος, γνωρίζομεν Αύτη ότι η περί ημάς Δ. Ι. Σύνοδος, συγκεκροτημένη ήδη θεία χάριτι, και εκ Μητρο-πολιτών του Οικουμενικού Θρόνου, της δεούσης ηξίωσε μεθ’ ημών μελέτης σαι ενδελεχαίς επιστασίας την ειρημένην Πατριαρχικήν και Συνοδικήν Πράξιν αποδεξαμένη αυτήν εν τω συνόλω αυτής, ατε συνάδοντι τω σχετικώ προς την επελθούσαν διοικητικήν αφομοίωσιν των Μητροπόλεων των νέων χωρών προς την Αυτοκέφαλον Εκκλησίαν της Ελλάδος νόμω.
Αλλ’ εισί και τινα σημεία της πράξεως είτε νέον τι περεισάγοντα είτε και αντιβαίνοντα προς τον ειρημένον νόμον, τούτων δε μόνον τα κανονικώς ευοδούμενα δυνάμεθα ίν’ αποδεχθώμεν, υπό-χρεοι όντες τηρείν και τον νόμον.
Ούτω δε Συνοδική διαγνώμη γνωρίζομεν τη Υμετέρα Παναγιότητι ότι ουδεμία υπάρχει αντίρρησις ως προς το μνημόσυνον του εκάστοτε Πατριάρχου, κρίνεται δ’ όμως απαραίτητον ίνα συμνημονεύηται και η Ιερά Σύνοδος, ως Ανωτάτη Εκκλησιαστική Αρχή.
Πασά πλήρωσις Ιεράς Μητροπόλεως του Οικουμενικού Πατριαρχείου μέλλει αναγγέλλεσθαι αυτώ δια γράμματος του Αρχι-επισκόπου Αθηνών, ως Προέδρου της Ιεράς Συνόδου, ομοίως και ο εκάστοτε εγκαθιστάμενος νέος Μητροπολίτης μέλλει αναγγέλλειν δια της Ιεράς Συνόδου τω Οικουμενικώ Πατριάρχη την εαυτού εγκατάστασιν. Δια του αυτού τρόπου οι Μητροπολίται αυτού μέλλουσιν αποστέλλειν αντίγραφαν της προς την Ι. Σύνοδον ετη-σίως αυτών εκθέσεως και ουχί δε σκόπιμον κρίνεται η αποστολή αντιγράφων υπομνήματος της εκλογής και ομολογίας στερεοτύπων άλλως τε όντων.
Το δικαίωμα του εκκλήτου προς τον Οικουμενικόν θρόνον, κατά τας κανονικός διατάξεις ανήκει πάσι τοις Αρχιερεύσι, τούτου δε ένεκα ουδεμία μνεία αυτού εγένετο και εν τω νόμω.
Τα επί των Σταυροπηγιακών Μονών δίκαια του Οικουμε-νικού Πατριαρχείου είσιν ήδη καθωρισμένα δια του νόμου 1070 της Δεκεμβρίου 1927 συνιστάμενα εν τω μνημοσύνω του εκάστοτε Πατριάρχου. Πάν έτερον δικαίωμα και δη επί της διαλύσεως η συγχω-νεύσεως Μονών η της εγκρίσεως παρά του Πατριάρχου των ηγουμενοσυμβουλίων προσκρούει εις τους νόμους, δύναται δε προκαλείν εκάστοτε σοβαράς ανωμαλίας και προστριβάς, διότι τούτο πάντα έχουσι σχέσιν προς την οικονομικήν διαχείρισιν των Ιερών Μονών. Ο Οικουμενικός Πατριάρχης δύναται υποδεικνύειν τω Αρχιεπισκόπω Αθηνών εκλόγιμους και υποψηφίους δι’ Αρχιερωσύνην, κεκτημένους τα υπό του νόμου οριζόμενα προσόντα, αλλ' η έγκρισις του καταλόγου εκλόγιμων υπό του Πατριάρχου δυναμένη επιτρέπειν και αλλοιώσεις αυτού, μη αναγραφομένη άλλως τε εν τω νόμω και μη ούσα υποχρεωτική δια τους μέλλοντας ψηφίζειν, σκόπιμον εκρίθη ίν’ αποφευχθή.
Τέλος φρονούμεν ότι η περί Κρήτης διάταξις του νόμου 3615 κατεχώρησε μεν το εσωτερικόν αυτόνομον καθεστώς της εν τη νήσω Εκκλησίας, αλλά δεν ανέγραψεν ότι ο Μητροπολίτης Κρή-της, προσωπικώς, ως Μητροπολίτης Κρήτης δεν υπάγεται υπό την Ι. Σύνοδον της Εκκλησίας της Ελλάδος. Αντιθέτως ενώ εν άρθρω 1 το εν Κρήτη εκκλησιαστικόν καθεστώς παραμένει τοιούτο οίον ήτο, ότι ο Κρήτης υπήγετο εις το Πατριαρχείον, αλλ’ ο Μητρο-πολίτης Κρήτης έχει νυν προς την Ι. Σύνοδον της Εκκλησίας της Ελλάδος την ην είχε προς το Πατριαρχείον σχέσιν. Άλλως έδει ίν’ ανακηρυχθή ο Κρήτης αυτοκέφαλος.
Επί τοις ανωτέρω όροις η Ιερά Σύνοδος συνελθούσα σήμε-ρον και διασκεψαμένη υπέγραψε την επί τη αποδοχή της διοική-σεως των εν Ελλάδι Μητροπόλεων του Οικουμενικού Πατριαρχεί-ου, ην και συνημμένος αποστέλλομεν.
Κατασπαζόμενοι δ’ αύθις υμάς εν απείρω σεβασμώ και αγάπη διατελούμεν.
Αθήνησι κ' Νοεμβρίου απκη.
Ο Αθηνών Χρυσόστομος, Πρόεδρος.
Ο Δρυϊνουπόλεως, Πωγωνιανής Βασίλειος.
Ο Νικοπόλεως Ιωακείμ.
Ο Αδριανουπόλεως Πολύκαρπος.
Ο Ναυπακτίας και Ευρυτανίας Αμβρόσιος.
Ο Καλαβρύτων και Αιγιαλείας Τιμόθεος.
|
|