Πρωτ. 799
Αριθμ. Διεκπ. 429
Αθήνησι 26ῃ Φεβρουαρίου 2018
Προς
τον Αξιότιμο
κ. Κωνσταντίνο Γαβρόγλου
Υπουργό Παιδείας, Έρευνας και Θρησκευμάτων
Εις Αμαρούσιο
Αξιότιμε κ. Υπουργέ,
Συνοδική Αποφάσει, ληφθείση εν τη Συνεδρία της Διαρκούς Ιεράς Συνόδου της 26ης μηνός Φεβρουαρίου ε.ε., γνωρίζομεν υμίν, ότι η Ιερά Συνοδος, εν τη ρηθείση Συνεδρία Αυτής, απεφάσισεν όπως αποστείλη την παρούσα επιστολή, καθ’ όσον ενημερωθήκαμε ότι στις 22.2.2018 κατατέθηκε η βουλευτική τροπολογία με γενικό αριθμό καταθέσεως 1488 και ειδικό αριθμό καταθέσεως 152, η οποία υπογράφεται από επτά (7) Βουλευτές (ΣΥΡΙΖΑ, ΑΝΕΛ, Το Ποτάμι). Με την τροπολογία αυτή επιδιώκεται τόσο η τροποποίηση διατάξεως του Καταστατικού Χάρτου της Εκκλησίας της Ελλάδος (νόμου 590/1977) όσο και η κατάργηση διατάξεων του νόμου 4301/2014 (26 παρ. 1, 50, 51 παρ. 6), που όλες αφορούν στη διοίκηση του Ιερού Ιδρύματος του Ναού Ευαγγελιστρίας Τήνου («Πανελλήνιο Ιερό Ίδρυμα Ευαγγελιστρίας Τήνου», Π.Ι.Ι.Ε.Τ. πρόκειται για το κρατικό Νομικό Πρόσωπο Δημοσίου Δικαίου, που διοικεί τον πανελλήνιας λατρευτικής σημασίας Ιερό Ναό της Ευαγγελιστρίας Τήνου και την περιουσία του).
Τα ζητήματα που θέτει η βουλευτική τροπολογία έχουν απαντηθεί από την Εκκλησία της Ελλάδος με προγενέστερη επιστολή (έτους 2015) προς τον τότε Υπουργό Παιδείας, Έρευνας και Θρησκευμάτων κ. Νικόλαο Φίλη και τους κκ. Προέδρους των Κοινοβουλευτικών Κομμάτων, την οποία σας κοινοποιούμε. Οι απόψεις της Ιεράς Συνόδου έγιναν τότε κατανοητές και αποσοβήθηκε η νομοθετική πρωτοβουλία, που σήμερα επαναφέρεται από τους ανωτέρω κκ. βουλευτές.
Δυστυχώς ελάχιστοι τοπικοί παράγοντες της Τήνου συνεχίζουν να παραπληροφορούν, δεν εννοούν να καταλάβουν ότι αφ' ενός το Ίδρυμα της Ευαγγελιστρίας Τήνου είναι «Πανελλήνιο» και «Ιερό Ίδρυμα», επειδή διοικεί Ιερό Ναό με την περιουσία του, και όχι «δημοτική επιχείρηση», και ότι αφ’ ετέρου η περιουσία του συγκεντρώθηκε από την ευλάβεια του Ελληνικού Λαού στην Παναγία Θεοτόκο και τον Ιερό Ναό της. Αρνούνται ακόμη να αποδεχθούν το γεγονός ότι όσα ψευδώς καταμαρτυρούσαν το 2014 κατά του τότε νέου νόμου 4301/2014 περί δήθεν αυτοδίκαιης υπαγωγής του Ιδρύματος του Ιερού Ναού Ευαγγελιστρίας Τήνου στην Εκκλησία της Ελλάδος, περί δήθεν καταργήσεως του «αυτοδιοικήτου χαρακτήρα» του Ιερού Ιδρύματος και περί δήθεν παύσεως της εποπτείας της Πολιτείας στο Ιερό Ίδρυμα, πανηγυρικώς κατερρίφθησαν από την Ολομέλεια του Συμβουλίου της Επικρατείας (3631/2015). Τέλος, αρνούνται να αποδεχθούν το γεγονός ότι και μετά από τον νόμο 4301/2014 το Ίδρυμα συνεχίζει να εποπτεύεται από την Πολιτεία (Υπουργείο Παιδείας, Έρευνας και Θρησκευμάτων), όπως και πριν από τον νόμο 4301/2014, και ότι οι τελευταίες εκλογές για την ανάδειξη νέας Διοικούσας Επιτροπής στις 10.12.1017 έγιναν με απολύτως ομαλό τρόπο κατά τον ν. 349/1976 και με συμμετοχή των νομίμων εκλεκτόρων, πολλοί από τους οποίους (μέλη του Δημοτικού Συμβουλίου Τήνου και όχι μόνον) απείχαν από τις προηγούμενες εκλογές του Δεκεμβρίου 2014, επειδή είχαν πεισθεί από αβάσιμες κατηγορίες κατά του ν. 4301/2014.
Ανακύπτει επομένως η εύλογη απορία: πως είναι δυνατόν βουλευτές, και μάλιστα από πολιτικούς χώρους, που τάσσονται υπέρ των «διακριτών ρόλων» η υπέρ του «χωρισμού ΚράτουςΕκκλησίας» και της απόλυτης «θρησκευτικής ουδετερότητας» του Κράτους, να εισηγούνται μεταβολές στην Καταστατική Νομοθεσία της Εκκλησίας της Ελλάδος υποκαθιστώντας την Ιερά Σύνοδο Αυτής η να εισηγούνται τροπολογίες για τη διοίκηση και διαχείριση Ιερών Ιδρυμάτων Ναών χωρίς γνώση της Εκκλησίας; Για τον λόγο αυτό οφείλουμε να συγχαρούμε την Κομματική Οργάνωση Βάσης (Κ.Ο.Β.) Τήνου του Κομμουνιστικού Κόμματος Ελλάδος (Κ.Κ.Ε.). για τη στάση ιδεολογικής συνέπειας, επειδή –αν και εκκινώντας από αντίθετη προς την Εκκλησία αφετηρία σε επίπεδο ορολογίας και ουσίας (του χωρισμού Κράτους Εκκλησίας)– είχε ανακοινώσει σε σχέση με το Ιερό Ίδρυμα της Ευαγγελιστρίας Τήνου: «Ο Γ.Γ. του Κ.Κ.Ε. και οι βουλευτές του τοποθετούνται πάντοτε με βάση τό πλαίσιο του διαχωρισμού Εκκλησίας και Κράτους, την πάγια δηλαδή θέση του κόμματος για τίς σχέσεις Κράτους Εκκλησίας. Θέση του ΚΚΕ είναι ότι ο έλεγχος του κράτους πρέπει να περιοριστεί στη διακρίβωση των τυπικών προϋποθέσεων, χωρίς να παρεμβαίνει στην εσωτερική οργάνωση των θρησκευτικών ενώσεων, των εκκλησιαστικών ιδρυμάτων κ.λπ.».
Η συγκεκριμένη τροπολογία (1488/152/22.2.2018) βρίθει ψευδών και παραπλανητικών διαδόσεων στην αιτιολογική της έκθεση. Τολμά μάλιστα να επικαλείται υπέρ της ανάγκης καταργήσεως των άρθρων 26 παρ. 1, 50 και 51 παρ. 6 του ν. 4301/2014 την απορριπτική απόφαση της Ολομέλειας του Συμβουλίου της Επικρατείας (Σ.τ.Ε.) 3631/2015, η οποία απέρριψε (και μάλιστα ομοφώνως) την αίτηση ακυρώσεως του Δήμου Τήνου κατά της συνταγματικότητας των ως άνω διατάξεων του νόμου 4301/2014. Επιπλέον η ανωτέρω δικαστική απόφαση απέρριψε τον ψευδή ισχυρισμό, τον οποίο αναπαράγει η τροπολογία, ότι, επειδή με τον νόμο 4301/2014 το Π.Ι.Ε.Ε.Τ. έπαυσε να εξαιρείται από τις διατάξεις του Καταστατικού Χάρτου της Εκκλησίας της Ελλάδος (ν. 590/1977), δήθεν υπήχθη αυτοδικαίως στην εποπτεία της Εκκλησίας της Ελλάδος, ότι μετατράπηκε σε «εκκλησιαστικό ίδρυμα» και ότι έπαυσε η εποπτεία του Υπουργείου Παιδείας, Έρευνας και Θρησκευμάτων επί του Ιδρύματος. Ειδικότερα, με τις διατάξεις της επίμαχης τροπολογίας:
α) Επιχειρείται να τροποποιηθεί ο Καταστατικός Χάρτης της Εκκλησίας της Ελλάδος και να επαναφερθεί σε ισχύ το καταργηθέν (με το άρθρο 51 παρ. 6 του ν. 4301/2014) άρθρο 66 παρ. 1 του νόμου 590/1977 (το τελευταίο άρθρο που εξαιρούσε το Π.Ι.Ι.Ε.Τ. από τον ν. 590/1977 είχε εισαχθεί στη Βουλή το 1977 με παρέμβαση τότε βουλευτών και χωρίς γνώση και συναίνεση της Ιεράς Συνόδου). Επιδιώκεται επομένως το Ιερό Ίδρυμα του Ναού της Παναγίας Ευαγγελιστρίας Τήνου να εξαιρείται από τις διατάξεις του νόμου 590/1977. Προσπαθούν δηλαδή να παρέμβουν μονομερώς στον ισχύοντα Καταστατικό Χάρτη της Εκκλησίας της Ελλάδος χωρίς γνώση και συναίνεση του διοικητικού οργάνου της Εκκλησίας της Ελλάδος, της Ιεράς Συνόδου. Πρόκειται για ωμή παραβίαση της θρησκευτικής ελευθερίας και της αρχής της αυτοδιοικήσεως της Εκκλησίας της Ελλάδος (3 παρ. 1, 12, 13 παρ. 1 Συντάγματος, 9, 11 ΕΣΔΑ). Σημειώνεται πάντως ότι η ομόφωνη απόφαση του Σ.τ.Ε. (3631/2015) νομολόγησε ότι ουδεμία εξομοίωση του Ιερού Ιδρύματος με τα εκκλησιαστικά ιδρύματα συνέβη λόγω του νόμου 4301/2014, όπως αναληθώς αναφέρει η αιτιολογική έκθεση της τροπολογίας. Αντιθέτως, το άρθρο 51 παρ. 6 του νόμου 4301/2014 προβλέπει ρητώς τη διατήρηση του καθεστώτος λειτουργίας του Ιδρύματος (νόμος 349/1976) : «Η παρ. 1 του άρθρου 66 του ν. 590/1977 (Α 146) καταργείται. Το προηγούμενο εδάφιο δεν καταργεί τον ισχύοντα ν. 349/1976 (Α 149), όπως έχει τροποποιηθεί μέχρι και τη δημοσίευση του παρόντος νόμου».
β) Προτείνεται η κατάργηση της δυνατότητας ψηφοφορίας του Σεβ. Μητροπολίτη Σύρου κατά την πρώτη συνεδρία της νεοεκλεγείσας Διοικούσας Επιτροπής (Δ.Ε.) του Πανελληνίου Ιερού Ιδρύματος Ευαγγελιστρίας Τήνου (άρθρα 26 παρ. 1, 50 ν. 4301/2014). Ειδικότερα, μετά από την εκλογή των μελών της Δ.Ε. ανά τριετία και κατά την πρώτη συνεδρία της νέας Διοικούσας Επιτροπής, προβλέπεται ότι τα νέα μέλη της Δ.Ε. ψηφίζουν μεταξύ τους και επιλέγουν τον Αντιπρόεδρο και τον Γενικό Γραμματέα της Διοικούσας Επιτροπής. Η επίμαχη τροπολογία απαγορεύει το δικαίωμα ψήφου κατά την συγκεκριμένη ψηφοφορία στον επιχώριο Μητροπολίτη Σύρου, Πρόεδρο της Επιτροπής, ο οποίος είναι και ο μοναδικός εκπρόσωπος της Εκκλησίας στη διοίκηση του Ιερού Ιδρύματος. Αναρωτάται κανείς γιατί πρέπει να απαγορεύεται στον Πρόεδρο του Ιδρύματος να ψηφίσει στην συγκεκριμένη συνεδρίαση. Η αφαίρεση του δικαιώματος ψήφου από τον ΜητροπολίτηΠρόεδρο του Ιερού Ιδρύματος τον καθιστά διακοσμητικό στοιχείο, αφού του απαγορεύεται να παρίσταται σε αυτή την πρώτη συνεδρίαση και να ψηφίζει, παρ' ότι κατά την απόφαση 3631/2015 της Ολομέλειας του Σ.τ.Ε. «το Ίδρυμα έχει από ιδρύσεώς του προεχόντως θρησκευτικούς σκοπούς, οι οποίοι σχετίζονται με την διοίκηση και διαχείριση της περιουσίας του Ιερού Ναού Ευαγγελισμού της Θεοτόκου (Ευαγγελιστρίας) Τήνου, που αποτελεί ιερό προσκύνημα» (σκέψη 15). Πρέπει να γίνει κατανοητό ότι ο Ιερός Ναός της Ευαγγελιστρίας Τήνου έχει αποδοθεί εξ αρχής στη δημόσια λατρεία και δεν αποτελεί ιδιωτική υπόθεση κανενός.
γ) Καθαιρείται πραξικοπηματικώς η εκλεγείσα στις 10.12.2017 Διοικούσα Επιτροπή του Ιδρύματος και ορίζεται ημερομηνία εκλογής νέας Διοικούσας Επιτροπής. Σημειώνεται ότι η τελευταία εκλογή στις 10.12.2017 διενεργήθηκε με τις ίδιες διατάξεις του νόμου 349/1976, τον οποίον σέβεται απολύτως η Ιερά Σύνοδος, όπως και οι προγενέστερες εκλογές, καθώς οι διατάξεις του νόμου 349/1976 δεν έχουν τροποποιηθεί από τον νόμο 4301/2014, ως προς την εκλογή των μελών της Διοικούσας Επιτροπής, και παραμένουν σε πλήρη ισχύ. Συνεπώς, η γενομένη εκλογή της Διοικούσας Επιτροπής στις 10.12.2017, η οποία αυθαιρέτως καταργείται με την τροπολογία, δεν έχει καμία συνάφεια και αιτιώδη σχέση με την εφαρμογή των άρθρων 26 παρ. 1 και 51 παρ. 6 νόμου 4301/2014, τα οποία η τροπολογία επίσης προτείνει να καταργηθούν. Αναρωτάται κανείς γιατί καθαιρείται η Διοικούσα Επιτροπή του Ιδρύματος, αφού τα μέλη της δεν εξελέγησαν βάσει των διατάξεων του νόμου 4301/2014, ο οποίος δεν ρυθμίζει το ζήτημα αυτό. Η απάντηση είναι απλή: επειδή στις τελευταίες εκλογές (10.12.2017) δεν εξελέγησαν τα μέλη που μερικοί τοπικοί παράγοντες επιθυμούσαν να εκλεγούν. Και προσέτι διότι, μετά από την εκλογή τους, τα νέα μέλη της Διοικούσας Επιτροπής δεν εξέλεξαν τον Αντιπρόεδρο και τον Γενικό Γραμματέα που οι ανωτέρω παράγοντες θα επιθυμούσαν. Επειδή λοιπόν κατόπιν μιας νόμιμης εκλογικής διαδικασίας εξελέγησαν μη αρεστά –σε ελάχιστους– μέλη της Διοικούσας Επιτροπής, καθαιρείται δια νόμου η Επιτροπή. Είναι προφανές ότι νομοθετικές πρωτοβουλίες, που αποβλέπουν στην ανατροπή νομίμως εκλεγμένων διοικήσεων σε Ιδρύματα και Ν.Π.Δ.Δ., δεν σέβονται τη δημοκρατική αρχή ούτε την αρχή της αυτοδιοικήσεώς τους, περί των οποίων υποτίθεται ότι περικήδονται.
Εν τέλει, επειδή η μεθοδολογία και η πολιτική θεολογία, οι οποίες προάγονται με την τροπολογία (με αρ. 1488/152/22.2.2018), αποτελούν δημοκρατικό ατόπημα και αναιρούν κατά συνταγματικώς απαράδεκτο τρόπο τις θρησκευτικές ελευθερίες της Εκκλησίας της Ελλάδος, σας καλούμε να την καταψηφίσετε. Η προτεινόμενη τροπολογία αναμιγνύεται ανεπίτρεπτα στη διοίκηση Ιερού Ναού και της περιουσίας του, που η Πολιτεία κατέστησε Νομικό Πρόσωπο Δημοσίου Δικαίου για λόγους αυξημένης νομικής προστασίας του. Δεν είναι δυνατόν η Εκκλησία της Ελλάδος να μην γνωρίζει και να μην συναινεί σε τροποποίηση του Καταστατικού Της Χάρτη, η οποία προκαλείται από την τροποποίηση του καθεστώτος του Ιερού Ιδρύματος, που διοικεί Ιερό Ναό τεθειμένο σε δημόσια, και μάλιστα πανελλήνια, λατρεία, καθώς δεν πρόκειται για ιδιωτικό Ιερό Ναό. Οι μονομερείς αυτές νομοθετικές πρωτοβουλίες επιστρέφουν την πολιτική και θρησκευτική ζωή της Πατρίδας σε παλαιές και επώδυνες περιόδους πραξικοπηματικών επεμβάσεων της Πολιτείας σε εσωτερικά ζητήματα της Εκκλησίας της Ελλάδος.
Επί δε τούτοις, ευελπιστούντες ότι θέλετε κατανοήσει την σημασία των ως άνω εκτεθέντων και ότι θα λάβετε υπ’ όψιν τις θέσεις της Εκκλησίας της Ελλάδος, επικαλούμεθα εφ’ υμάς πλουσία την Χάρη του Θεού και διατελούμε μετ’ ευχών και τιμής.
† Ο Αθηνών Ι Ε Ρ Ω Ν Υ Μ Ο Σ, Πρόεδρος