«Ἵνα πάντες ἕν ὦσιν, καθώς σύ, πάτερ, ἐν ἐμοί κἀγώ ἐν σοί, ἵνα καί αὐτοί ἐν ἡμῖν ἕν ὦσιν, ἵνα ὁ κόσμος πιστεύσῃ ὅτι σύ με ἀπέστειλας» (Ἰω. 17, 21).
Στό χωρίο αὐτό, ὅπως ἔχει διατυπωθεῖ προσφυῶς, ἐμπεριέχεται μέ λίγες λέξεις ὁ ἑρμηνευτικός κώδικας πού εἶναι ἀπαραίτητος προκειμένου νά κατανοηθεῖ ἡ ἁγιοπνευματική βάση τῆς ἑνότητας τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ. Ὅπως τονίζει ὁ Εὐαγγελιστής Ἰωάννης ἡ πραγμάτωση τῆς ἑνότητας τῶν πιστῶν, ἡ ὁποία ἔχει θεμελιωθεῖ στήν ἑνότητα τῆς Ἁγίας Τριάδος, δηλαδή κατά τό πρότυπο τῆς ἑνότητας τῶν θείων προσώπων, ἀποτελεῖ καί τή μαρτυρία τους στόν κόσμο.
Ἡ Ἐκκλησία ὡς πραγματικότητα προϋπάρχει τοῦ κόσμου καὶ ἀποτελεῖ τήν συνθήκη τοῦ κόσμου, ἔγραφε μέ παραστατικούς λόγους στό ἔργο του Ποιμήν ó Ἑρμᾶς, χριστιανὸς συγγραφέας τῶν ἀρχῶν τοῦ Β΄ αἰώνα (Ὅρασις β´, IV), τοὐτέστιν ὁ κόσμος δημιουργήθηκε γιὰ νὰ εἶναι Ἐκκλησία. Περαιτέρω, εἶναι δυνατόν νὰ ἀντιληφθοῦμε τήν Ἐκκλησία ὡς τόν τόπο καί τόν τρόπο τῆς ζωῆς τῶν πιστῶν ἐν Χριστῷ, ζωή πού ὁρίζεται ὡς ἀγάπη («ὁ Θεὸς ἀγάπη ἐστί»). Μέ τό ὄνομα μάλιστα «Ἄνω Ἱερουσαλὴμ» ἀντιλαμβανόμαστε τήν Ἐκκλησία νά ἔρχεται ἀπό τά ἔσχατα (Ἀποκ. 21,2) καί νά συμπεράνουμε ὅτι ἡ Ἐκκλησία ἀποτελεῖ τό ὅλον τοῦ κόσμου.
Ἐκεῖνος πού θέλει νά ἐμβαθύνει στή μελέτη τῶν χαρακτηριστικῶν του ἀνθρώπου θά ὁδηγηθεῖ μέ τή λογική καί τά συμπεράσματά του στήν συνειδητή πίστη στόν Θεό κι ἐκεῖνος πού θά μελετήσει τή διδασκαλία τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ θά φθάσει νά πιστέψει τόν λόγο του «ἐγώ καί ὁ πατήρ ἕν ἐσμέν»( Ἰω. 10, 30). Αὐτός ὁ λόγος εἶναι ἡ οὐσία τοῦ Χριστιανισμοῦ. Ἡ διδασκαλία τοῦ Ἰησοῦ γιά τήν Θεότητα καί τόν προορισμό τοῦ ἀνθρώπου, ὅσα συναποτελοῦν τήν χριστιανική πίστη, δέν θά ἦσαν παρά φιλοσοφικά συστήματα καί διδασκαλίες, ἄν δέν ἐκπορευόταν ἀπό ὑπερφυή ἀρχή, πού ἐπενεργεῖ στήν ἱστορία τῆς ἀνθρωπότητας διά μέσου τῆς πίστης στόν Χριστό.
Ἡ ἑνότητα αὐτή συνιστᾶ τό κατ’ ἐξοχήν αἴτημα τῶν καιρῶν τούς ὁποίους διέρχεται ἡ Ἀνθρωπότης, καιρῶν ἀνατροπῆς τῶν παραδεδο-μένων, ἀμφισβητήσεως καθιερωμένων ἀπό αἰώνων πολιτικῶν, ἐπιστη-μονικῶν καί φιλοσοφικῶν θεωριῶν, πολύτροπης διασπάσεως τοῦ κοινω-νικοῦ ἱστοῦ καί ἐπιθετικῶν συμπεριφορῶν ποικίλων θρησκετικῶν ὁμάδων, πού σκοποῦν μέ τόν τρόμο καί τή βία νά ἐπιβάλουν ἀλλότρια πιστεύματα.
Ὁ ἐπαναπροσδιορισμός τῆς χαμένης θρησκευτικῆς ταυτότητας τῶν ἀνθρώπων καί ἰδίως τῶν νέων τῶν ἐθνῶν μας, πού ἀποτελοῦν τό μέλλον τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας μας, πρέπει νά ἀποτελεῖ πρωτεῦον θέμα τῶν Ποιμένων της σήμερα. Ἴσως καί νά μήν εἶναι πολύ ὑπερβολικό ἄν θεω-ρήσουμε ὅτι ἡ πνευματική ἀδιαφορία καί ἡ ἄγνοια τῶν Ὀρθοδόξων Χριστιανῶν εἶναι περισσότερο ἐπικίνδυνη ἀπό πολλές αἱρέσεις πού μάχονται σήμερα μέ ποικίλους φανερούς ἤ ὑποχθόνιους τρόπους καί μέσα τήν Ὀρθοδοξία.
Εἶναι ἀπαραίτητο οἱ λαοί μας, τά ἔθνη μας νά μάθουν ξανά γιά τήν Ὀρθόδοξη Πίστη. Νά γνωρίσουν ἀπό κοντά τήν σωτηρία πού παρέχει ἡ Ἐκκλησία στόν ἄνθρωπο καί τήν ὑπεροχή τοῦ Χριστιανισμοῦ ἔναντι ὅλων τῶν θρησκειῶν, διότι ὁ Χριστιανισμός εἶναι ἡ Ἀποκάλυψη τοῦ Θεοῦ καί ὄχι ἀνθρώπινο κατασκεύασμα.
Ὅσον ἀφορᾶ στή νέα γενιά, τήν ἐνήλικη νεολαία, ἀπαιτεῖται εἰδική ποιμαντική μέριμνα. Σήμερα, ὅπως καί στό παρελθόν, οἱ νέοι ἀδιαφοροῦν σέ σημαντικό ποσοστό γιά τήν πνευματικότητα. Δεν πρόκειται γιά φαινόμενο σύγχρονο. Ἡ διαφορά εὑρίσκεται στό ὅτι σήμερα δέν ὑπάρχει χρόνος γιά πνευματικούς προβληματισμούς, ἐκτός ἀπό ἐλάχιστες ἐξαιρέσεις. Οἱ φιλίες, ἡ ἀνάγκη γιά διασκέδαση, τά σύγχρονα πρότυπα μόδας, μουσικῆς, ἐνδυμασίας κ.λπ. ἑλκύουν τούς νέους πρός ὑλιστικές, εὐδαιμονιστικές καί σαρκολατρικές προσεγγίσεις τῆς ζωῆς. Ἡ ἀναζήτηση ἀπαντήσεων σέ κρίσιμα θεολογικά ἐρωτήματα, ἀκόμη καί ἡ ἄρνηση τοῦ Θεοῦ μπορεῖ νά προέρχεται ἀπό τήν ἀδυναμία ἐπωμισμοῦ τοῦ «βάρους» τῆς μαρτυρίας τοῦ Χριστοῦ.
Τά φαινόμενα ὅμως εἶναι ἀνησυχητικά. Παράγοντες συχνά ἐξωγενεῖς, ἀλλοιώνουν ἤ καί ἐξοβελίζουν μέ δολιότητα τήν παράδοση καί πολεμοῦν μέ κάθε εὐκαιρία τήν ὀρθόδοξη πίστη καί μέ παρελκυστι-κούς τρόπους εἰσάγουν καινά δαιμόνια. Δέν ἐπιτρέπεται νά ἀφήνουμε τούς νέους χωρίς ἐνημέρωση καί λατρευτική ζωή οὔτε καί ἰσχύει ἐκεῖνο πού παλαιά λεγόταν ἀφειδῶς «πίστευε καί μή ἐρεύνα», ἀφοῦ ἡ ἐξέλιξη τῆς ἐπιστήμης παρέχει πολύ προσιτές ἀπαντήσεις γιά κάθε θέμα καί οἱ ἐπιτήδειοι εἶναι πρόθυμοι νά δώσουν καί στρεβλές ἀπαντήσεις γιά τήν θρησκεία καί τήν «χρησιμότητά» της προκειμένου νά διαθέτουν «εὐήκοα ὦτα» γιά τούς ἀδιαφανεῖς καί ἐπικίνδυνους σκοπούς τους.
Μόνον ἡ λογική καί μετά λόγου γνώσεως τῶν δογμάτων τῆς Ὀρθοδοξίας διδασκαλία ἔχει τήν δύναμη νά συγκρατήσει στήν πίστη στό θεῖο, στό ἰδανικό, στίς παραδεδομένες ἀξίες ὄχι μόνον τούς νέους ἀλλά καί καθένα πού ἔχει νεφελώδη ἀντίληψη γιά τά θέματα αὐτά, τά ὁποῖα λυσσωδῶς πολεμοῦνται καί ἀπειλοῦν νά ἐμποδίσουν τήν ἀνάνιψη ἀπό τόν ἐκτροχιασμό τούς λαούς.
Ο W. von Braun, «Ὁ ὁραματιστής τοῦ Διαστήματος - ὁ μηχανικός του Πολέμου», εἶχε γράψει σχετικά μέ τήν ἐπιστήμη καί τόν θεό: «Οἱ Ὑλιστές τοῦ 19ου καί 20ου αἰῶνα μᾶς λένε ὅτι οἱ ἀναπτυσσόμενες ἐπιστημονικές γνώσεις τῆς δημιουργίας μᾶς δίνουν τό δικαίωμα νά ξεπεράσουμε τήν πίστη στό δημιουργό της! Ἀλλά μέχρι τώρα, κάθε ἀπάντηση στά προβλήματα τῆς ἐπιστήμης παρουσίασε χίλια - δύο νέα ἐρωτήματα! Ὅσο καλύτερα καταλαβαίνουμε τήν πολυπλοκότητα τοῦ ἀτομικοῦ τομέα, τῶν ζώων, τῶν φυτῶν, ἤ τίς κινήσεις τῶν γαλαξιῶν, βρίσκουμε περισσότερους λόγους νά θαυμάζουμε τή δόξα τῆς σοφίας τοῦ Θεοῦ στή δημιουργία... Ὁ ἄνθρωπος χρειάζεται τήν πίστη, ὅπως ἔχει ἀνάγκη ἀπό τό ψωμί ἤ τό νερό καί τό ὀξυγόνο. Μαζί μέ τήν ἐπιστήμη ὅλου του κόσμου, ἔχουμε ἀνάγκη καί ἀπό τήν πίστη στόν Θεό, διότι ὅσον ἀφορᾶ στήν πίστη στόν ἑαυτό μας ἔχουμε ἤδη φθάσει στό ὅριά μας».
Οἱ ἀρχές καί οἱ ἀλήθειες τῆς χριστιανικῆς διδασκαλίας εἶναι ἀναλλοίωτες. Διαφέρουν κατά τόπους καί ἐποχές τά μέσα μέ τά ὁποῖα θά διαδοθοῦν ἤ θά ἐξηγηθοῦν, ὥστε νά διαφωτίσουν, νά στηρίξουν καί νά ἀφομοιωθοῦν.
Ἡ ἱστορία τῶν ἐθνῶν μας εἶναι ἄρρηκτα συνδεδεμένη μέ τήν Ὀρθοδοξία. Οἱ Ἐκκλησίες μας δέν εὑρίσκονται ἀπέναντι σέ διλήμματα κατανόησης ἀπό τούς νέους. Ὅσο και ἄν ὑπάρχουν προβλήματα ἡ παράδοση κάθε ὀρθόδοξου ἔθνους πλανᾶται στό περιβάλλον ὅπου κινοῦνται οἱ νέοι τῶν πατρίδων μας. Ὀφείλουμε νά κερδίσουμε ἐμεῖς τό στοίχημα καί ὄχι οἱ προπαγανδιστές τῆς ἄχρωμης καί ἄοσμης παγκοσμιοποίησης.
Εὔχομαι οἱ εργασίες τῆς Ε΄ Διεθνοῦς Συνάντησης Ὀρθοδόξου Νεολαίας, οἱ ὁποῖες ὀργανώνονται ἀπό τήν Ἀρχιεπισκοπή Sibiu νά στεφθοῦν σύν Θεῷ μέ ἀπόλυτη ἐπιτυχία.