Σεβασμιώτατοι Ἅγιοι Ἀρχιερεῖς,
«Μεγαλύνει ἡ ψυχή μου τόν Κύριον καί ἠγαλλίασε τό πνεῦμα μου ἐπί τῷ Θεῷ τῷ Σωτῆρι μου ὅτι ἐπέβλεψεν ἐπί τήν ταπείνωσιν τοῦ δούλου αὐτοῦ» (Λκ. 1, 46-47).
Μέ βαθύτατα αἰσθήματα εὐγνωμοσύνης, σεβασμοῦ καί ἀγάπης ἐπιτρέψτε μου νά ἐκφράσω τίς ὁλόθερμες εὐχαριστίες μου πρός ὅλους Ἐσᾶς, πρός τό σεπτό Σῶμα τῶν Ἁγιωτάτων Ἐπισκόπων τῆς Ἱερᾶς Συνόδου τῆς Ἱεραρχίας γιά τήν ξεχωριστή αὐτή καί ἰδιαιτέρα τιμή νά μοῦ ἀποδίδετε τό Μετάλλιο τοῦ Ἀποστόλου τῶν ἐθνῶν Παύλου, τοῦ ἰδρυτοῦ καί θεμελιωτοῦ τῆς Ἁγιωτάτης Ἑκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, τοῦ Φωτιστοῦ τῆς Πατρίδος μας, ἀλλά καί τοῦ κατεξοχήν θεολόγου τῆς Ἑνότητος, τοῦ ὁποίου μοναδική ἔγνοια ὑπῆρξε «ἡ μέριμνα πασῶν τῶν Ἐκκλησιῶν».
Δόξα καί αἶνον ἀναπέμπω πρός τόν ἐν Τριάδι Θεόν, ἡ Χάρις τοῦ Ὁποίου κάλεσε τήν ταπεινότητά μου στήν σεπτή Πρωθιεραρχία τῆς Ἁγιωτάτης ταύτης Ἐκκλησίας σέ μία ἰδιαιτέρως κρίσιμη καί ἱστορική στιγμή γιά τήν πατρίδα μας. Διά τῶν πρεσβειῶν τοῦ Ἁγίου ἐνδόξου Λουκᾶ τοῦ ἐν Στειρίῳ καί χάρις στήν ἀδελφική Σας ἀγάπη καί συμπαράσταση, ὁ Πανάγαθος Θεός ἀξίωσε τήν ταπεινότητά μου νά συμπληρώνη σήμερα δέκα ἔτη στόν οἴακα τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος.
Ἀναμφίβολα, ἡ δεκαετής αὐτή διακονία μου στήν Πρωθιεραρχία τῆς Αὐτοκεφάλου Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος συνέπεσε μέ μία περίοδο κρίσιμης δοκιμασίας, ἐνίοτε σκληρῆς, ἀλλά καί πολλαπλῶς ἐπιζημίας γιά τήν συντριπτική πλειονότητα τοῦ χριστεπωνύμου πληρώματος τῆς χώρας μας, καθώς προέκυψε πλῆθος πολιτικῶν, οἰκονομικῶν καί ἐθνικῶν ζητημάτων, ἀπόηχος τῶν ὁποίων ὑπῆρξαν οἱ ἔντονες ἀπογοητεύσεις, διχογνωμίες, κοινωνικές ἐντάσεις καί ἀντιδράσεις.
Βεβαίως, δέν εἶναι λίγες οἱ φορές πού ἡ Ἐκκλησία μας βρέθηκε στό στόχατρο τῆς ἀμφισβήτησης, ἤ ἀκόμη καί μιᾶς γενικευμένης, θά τολμήσω νά ἀναφέρω, ἀβάσιμης κριτικῆς τόσο ἀπό μέρος τῆς πολιτικῆς ἡγεσίας τοῦ τόπου, ὅσο καί ἀπό κέντρα ἐλεγχόμενης παραπληροφορήσεως τοῦ ἔντυπου καί ἠλεκτρονικοῦ τύπου, μέ ἀνείπωτες συκοφαντίες, ἀσύστολα ψεύδη καί ἀχαλίνωτες μυθοπλασίες.
Βεβαίως, ἡ δυσχερής αὐτή κατάσταση δέν εἶναι οὔτε πρωτόγνωρη οὔτε πρωτοφανής γιά τήν Ἐκκλησία. Δέν εἶναι ἡ πρώτη φορά πού ἡ Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ βρίσκεται ἀντιμέτωπη μέ ἕνα ἔχθρικό κλῖμα, ἀφοῦ πολλοί κατά τό παρελθόν πολέμησαν τήν Ἐκκλησία, ἡ ὁποία ὄχι μόνο δέν ἡττήθηκε, ἀλλά «ὑπέρ τῶν οὐρανῶν ἀναβέβηκε». Ὡστόσο, ἡ χάρις τοῦ Θεοῦ καί ἡ προστασία τῆς κεφαλῆς της, ὁ Θεάνθρωπος Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστός τήν ἀξιώνει ἀκόμη καί σέ περιόδους δυσμενῶν καταστάσεων, κρίσεων ἤ καί δοκιμασιῶν νά ἀναδεικνύεται λαμπροτέρα, καθώς, ὅπως μᾶς ἀναφέρει χαρακτηριστικά ὁ ἱ. Χρυσόστομος ἡ Ἐκκλησία «πολεμουμένη νικά• ἐπιβουλευομένη περιγίνεται• ὑβριζομένη λαμπροτέρα καθίσταται• δέχεται τραύματα καί οὐ καταπίπτει ὑπό τῶν ἐλκῶν• κλυδωνίζεται, ἀλλ' οὐ καταποντίζεται• χειμάζεται, ἀλλά ναυάγιον οὐχ ὑπομένει• παλαίει, ἀλλ' οὐχ ἡττάται• πυκτεύει, ἀλλ' οὐ νικᾶται».
Ὑπό τό πνεῦμα αὐτό καί παρά τίς ἐξωγενείς συνεχείς προβληματικές συνθήκες, οὐδέποτε ἐξαναγκασθήκαμε ἤ καί λησμονήσαμε τό βασικό μας λειτούργημα καί τόν πρωταρχικό μας σκοπό, πού δέν εἶναι ἄλλος ἀπό τή σωτηρία τοῦ χριστεπωνύμου πληρώματος διά τοῦ θεαρέστου ἔργου τῆς ἁρμόζουσας ποιμαντικῆς μέριμνας καί τῆς πνευματικῆς διακονίας. Κινητήρια δύναμή μας ἀποτέλεσε ἡ πίστη καί ἡ ὁλοκληρωτική ἀφοσίωσή μας στόν Σωτήρα τῶν ἀνθρώπων καί τοῦ κόσμου Κύριο ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστό καί ἡ ἀκριβής ἐφαρμογή τῆς πρώτης καί μεγάλης ἐντολῆς Του, ἤτοι ἡ ἐντολή τῆς Ἀγάπης, (Ματθ. 22,38) καθώς καί ἡ καλλιέργεια ἀγαπητικῆς σχέσεως πρός κάθε ἄνθρωπο, ὁ ὁποῖος ἀποτελεῖ ζῶσα εἰκόνα τοῦ ζώντος Θεοῦ, ἄνευ διακρίσεως φυλῆς, φύλου, ἡλικίας, κοινωνικῆς ἤ ἄλλης καταστάσεως, ἀφοῦ «οὐκ ἔνι Ἰουδαῖος, οὐδέ Ἕλλην, οὐκ ἔνι δοῦλος οὐδὲ ἐλεύθερος, οὐκ ἔνι ἄρσεν καὶ θῆλυ».
Γιά τήν ἀντιμετώπιση τῆς πρωτόγνωρης οἰκονομικῆς κρίσεως πού ἀντιμετωπίζει ἡ χώρα μας περί τά δέκα καί πλέον ἔτη, θέσαμε ὡς κύριο στόχο ὄχι τήν καταπολέμηση τῆς φτώχειας, ἀλλά τήν θωράκιση τῆς συχνά ἀπειλουμένης κοινωνικῆς συνοχῆς καί ἐνσκύψαμε μέ εὐαγγελική ταπείνωση στόν τραυματισμένο πνευματικά, ψυχικά καί κοινωνικά ἄνθρωπο, προσπαθώντας νά κρατήσουμε ἄσβεστη τή φλόγα τῆς ἐλπίδας γιά ἕνα καλύτερο αὔριο.
Στά πλαίσια αὐτά, βασική ἐπιδιώξή μας ὑπῆρξε ἡ κανονική καί ἀπρόσκοπτη λειτουργία τοῦ Συνοδικοῦ συστήματος ἤ στό μέτρο δυνατοῦ, ἀποτροπή τῶν ὅποιων ἐντάσεων, ἀναταραχῶν ἤ καί διχογνωμιῶν, πρακτική γιά τήν ὁποία ἀπαιτήθηκαν ἀναρίθμητες θυσίες καί πολλοί κόποι. Τά λέγω αὐτά διότι δέν εἶναι λίγες οἱ φορές πού γίναμε κατά καιρούς αὐτήκοοι μάρτυρες ἀνυπόστατων χαρακτηρισμῶν καί ἀβασίμων ἤ ἡμιμαθῶν κατηγοριῶν περί ἀπραξίας, περί ἀπαθείας, περί ἀναμονῆς, περί παθητικότητος ἤ ἀκόμη καί περί ἀδιαφορίας. Ὡστόσο, μέ γνώμονα πάντοτε τίς ἀρχές τῆς συλλογικότητος, τοῦ κοινοῦ ὀφέλους καί τοῦ μείζονος ἀγαθοῦ τῆς πνευματικῆς ἑνότητος τῆς Ἁγίας Ἐκκλησίας μας οὐδέποτε διαμαρτυρηθήκαμε, οὐδέποτε ἀπαντήσαμε, παρά μόνο τίς ὑπομείναμε καρτερικά, προκειμένου ἡ χάρις τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ νά ἀναδείξη τό μεγαλεῖο καί τό θεοσύστατο τῆς Ἐκκλησίας, ἡ ὁποία στηρίζεται στή Συνοδικότητα καί ὄχι βεβαίως στήν αὐθεντία τοῦ Προκαθημένου αὐτῆς.
Ἐπιτρέψτε μου νά ἀπευθύνω μία μεγάλη καί εἰλικρινή συγγνώμη ἀπό ὅλους ὅσοι αἰσθάνονται ὅτι τούς πλήγωσα ἤ καί ἀδίκησα. Γιά τήν συνέχεια τοῦ δύσκολου καί κοπιαστικοῦ αὐτοῦ ἔργου ζητῶ ταπεινά τήν ἀγάπη σας καί τίς προσευχές Σας. Σᾶς ὁμιλῶ μέσα ἀπό τήν καρδιά μου και Σᾶς διαβεβαιῶ ξεκάθαρα ὅτι ἡ προσκόλληση ἤ καί ἡ ἐξάρτηση σέ καρέκλες ἐξουσίας δέν κατέστη ποτέ αὐτοσκοπός τῆς ταπεινότητάς μου. Μοναδική μου ἐπιδίωξη ἦταν καί εἶναι ἡ ἐγκατάλειψη τοῦ «ἐγώ» καί ἡ ταπεινή διακονία τοῦ χριστεπωνύμου πληρώματος καί τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος. Ἡ κατά κόσμον καταξίωση καί δόξα οὐδέποτε ἀπετέλεσε αὐτοσκοπό τῆς δεκαετοῦς πηδαλιουχίας μου.
Βεβαίως, δέν μπορῶ νά μήν Σᾶς ἐξομολογηθῶ τήν ἔντονη καί βαθιά ἀγωνία μου γιά τό μέλλον τῆς Ἐκκλησίας καί τῆς πατρίδος μας. Αὐτό πού πραγματικά χρειάζεται ὁ τόπος μας εἶναι ἡ σύνεση καί ἡ ἑνότητα, χαρακτηριστικά πού καλούμασθε πρωτίστως ἐμεῖς, ὡς Σύνοδος τῆς Ἱεραρχίας, νά προβάλουμε, δείχνοντας ἀλληλοσεβασμό καί διάθεση ἁρμονικῆς συνεργασίας. Αὐτό ἀπαιτεῖ ἀπό ἐμᾶς τώρα ἡ πατρίδα μας, αὐτό ἀπαιτοῦν οἱ παροῦσες ἐθνικές, πολιτικές καί κοινωνικές ἐξελίξεις. Ἄς θέσουμε λοιπόν κατά μέρος ὅλοι μας τίς προσωπικές μας ἐπιδιώξεις καί τά ἀτομικά κίνητρα καί ἄς πρυτανεύσει μεταξύ μας ἡ ἐν Χριστῷ ἀγάπη καί ἡ ἐν ἁγίῳ Πνεύματι συναλληλία.