Μακαριώτατε ἅγιε ἀδελφέ,
Σεβασμιώτατοι ἅγιοι ἀρχιερεῖς,
Ἐξοχώτατε κ. Ὑφυπουργέ,
Ἐντιμότατε κ. Πρέσβυ,
Ἐντιμότατε κ. Γενικέ Πρόξενε,
Ἀξιότιμε κ. Πρόεδρε τῆς Κοινότητος,
Σεβαστοί Πατέρες,
Κυρίες καί Κύριοι.
Δέν μπορεῖ κανείς νά ἐπισκεφθεῖ νοερῶς τήν Ἀλεξάνδρεια χωρίς νά ἀνατρέξει στήν πασίγνωστη Ἀλεξανδρινή Βιβλιοθήκη καί στόν ἱστορικό φάρο τῆς πόλεως αὐτῆς. Δέν μπορεῖ κανείς νά μήν αἰσθάνεται ὅτι τοῦ ἀνήκουν τά πανέμορφα αὐτά μνημεῖα, σέ ὅποια πόλη ἤ χώρα ἤ γωνιά αὐτοῦ τοῦ πλανήτη καί ἄν κατοικεῖ. Δέν μπορεῖ κανείς νά μήν διεκδικεῖ τήν σαγηνευτική Ἀλεξάνδρεια ὡς δεύτερη πατρίδα του, ὅσο καί ἄν ἔχει πληγωθεῖ ἤ ἀπομακρυνθεῖ ἀπό αὐτή.
Μέ τίς προαναφερθεῖσες διαπιστώσεις, ἀγαπητέ κ. Πρόεδρε, ἐπισκεπτόμασθε σήμερα τήν Ἑλληνική Κοινότητα τῆς Ἀλεξανδρείας, συγκινούμενοι ἀπό τό ὄμορφο καί ζεστό κλίμα πού ἔχετε δημιουργήσει ἀλλά καί ἀπό τήν πηγαία ἔκφραση τοῦ πνεύματος φιλοξενίας πού σᾶς χαρακτηρίζει καί μᾶς προσφέρετε ἀπλόχερα.
Σήμερα, ἀποτελεῖτε ἐσεῖς τόν ἱστορικό φάρο πού ἐπί τόσους αἰώνες ἐξασφάλιζε στά διερχόμενα πλοῖα τόν ἀσφαλή διάπλου, ἕναν φάρο ὅμως ἐλπίδος καί ἀνανεώσεως πού φωτίζει ὅλους ἐμᾶς στήν Μητροπολιτική Ἑλλάδα, ἕναν φάρο πού διαχέει τό οἰκουμενικό πνεῦμα τοῦ ἑλληνικοῦ ἰδεώδους χωρίς σύνορα πολιτικά καί ἀνθρώπινα, ἀλλά σφυρηλατημένα ἀπό τά γράμματα καί τίς τέχνες, ἀπό τόν ἔρωτα γιά τήν ὀμορφιά τῆς ψυχῆς καί τοῦ πνεύματος. Ἐσεῖς, ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, συνεχίζετε νά μαρτυρεῖτε ἀκούραστα τίς ἀξίες καί τίς ἀρχές πού ἀντιπροσωπεύουν τό ἔθνος μας καί νά ἀποτελεῖτε ζωντανά πρότυπα πρός τούς ἐγγύς καί τούς μακράν. Ἐσεῖς ἐνσαρκώνετε τίς χαμένες περγαμηνές καί τά κατεστραμένα χειρόγραφα τῆς γνωστῆς Βιβλιοθήκης, διότι συγκαταλέγεσθε στά ἔμψυχα ἀναγνώσματα τῆς σύγχρονης ἑλληνικῆς ἱστορίας. Ἐσεῖς, ἀποτελεῖτε ζωντανό παράδειγμα ἀρμονικῆς συμβίωσης διαφορετικῶν λαῶν καί πολιτισμῶν, συμβίωσης πού τόσο ἀναγκαία παρουσιάζεται στά μεγάλα ἀστικά κέντρα τῆς πατρίδος μας μέ σκοπό τήν εἰρηνική συνύπαρξη.
Ἐπιτρέψτε μου νά παραμείνω στήν τελευταία ἐπισήμανση καί νά σᾶς παρακαλέσω νά μοιραστῶ μαζί σας μερικές ταπεινές μου σκέψεις γιά τήν ἀναγκαιότητα τῆς εἰρηνικῆς συνύπαρξης καί τῆς ἁρμονικῆς συμβίωσης τῶν ἑλλήνων ἀδελφῶν στήν χώρα μας μέ τούς πολυάριθμους μετανάστες πού ἐπί δύο καί πλέον δεκαετίες ἀποτελοῦν μιά νέα πραγματικότητα. Ἡ πρόκληση αὐτή προκαλεῖ αἰσθήματα φόβου καί μισαλλοδοξίας, τά ὁποία ἀρχικῶς εἶναι δικαιολογημένα. Δέν μπορεῖ ὅμως νά αἰτιολογηθοῦν ἐπί μακρόν, διότι ἡ παράδοσή μας γνωρίζει τήν τόλμη, τήν ἀναζήτηση, τήν ἔρευνα καί τή συνύπαρξη τοῦ οἰκουμενικοῦ ἑλληνικοῦ πνεύματος μέ κάθε νέα μορφή πολιτικοκοινωνικῶν καί θρησκευτικῶν ἀπόψεων πού εἶναι σέ ἄλλο μῆκος κύματος μέ τίς δικές μας. Τά τελευταῖα 60 χρόνια συνηθίσαμε νά ζοῦμε ἐμεῖς ὡς μετανάστες σέ ξένες πατρίδες, ἐνῶ τώρα καλούμαστε νά ἀγκαλιάσουμε ἐμεῖς τούς μετανάστες πού κατακλύζουν νομίμως ἤ παρανόμως τή χώρα μας. Ἡ δική σας ἐμπειρία, τά δικά σας βιώματα, οἱ δικές σας θετικές ἤ καί ἀρνητικές εἰκόνες φρονῶ ὅτι θά προσφέρουν τά μέγιστα στήν ἀναζήτηση ἑνός μοντέλου συνύπαρξης ἀλλά καί στή μεταμόρφωση τῆς πρόκλησης σέ πρόσκληση πρός μία νέα οἰκογένεια πού δέν γνωρίζει τά ἐμπόδια τῆς καταπάτησης τῶν ἀνθρωπίνων δικαιωμάτων ἀμφοτέρων τῶν πλευρῶν, δέν γνωρίζει τόν φανατισμό καί τήν ἄγονη θρησκευτικότητα, ἀλλά ἐπιδιώκει τήν μετοχή στήν εὐρύτερη ἑλληνική παιδεία.
Μέ αὐτές τίς ταπεινές σκέψεις παρακαλῶ ὁλόψυχα τόν Πανάγαθο Θεό νά σᾶς ἐνδυναμώνει στό δύσκολο ἔργο πού ἐπιτελεῖτε στήν Ἀλεξάνδρεια κ. Κατσιμπρῆ, καθώς καί ὅλα τά μέλη τῆς Κοινότητος καί ὑψώνω τό ποτήριο εὐχόμενος νά εἴσαστε πάντοτε κοντά στήν Ἑλλάδα (τήν πατρίδα ὅλων μας) ὡς γνήσιοι οἰκουμενικοί Ἕλληνες σέ μία συνεχῶς μεταβαλλόμενη χώρα.