Χαίρομαι ὅτι ἐπικοινωνῶ μαζί σας καί ἐφέτος μέ τήν ἀγαθή εὐκαιρία τῆς ἐτήσιας διοργανώσεως συνεδρίου σχετικά μέ τόν Ἀπόστολο Παῦλο καί τή διδαχή του, στό πλαίσιο τῶν «Παυλείων».
Τό θέμα τό ὁποῖο ἐπελέγη γιά τό παρόν συνέδριο εἶναι πάντοτε καίριο, ὅπως καίριος εἶναι ἀενάως καί ὁ λόγος τοῦ Ἀποστόλου τῶν Ἐθνῶν. Μάλιστα στίς ἡμέρες κατά τίς ὁποῖες ζοῦμε, βιώνοντας ἐμπειρίες τραυματικές ἐξαιτίας τῶν συνθηκῶν πού ἐπικρατοῦν στήν κοινωνία.
Ἡ διαμόρφωση τοῦ σύγχρονου τρόπου ζωῆς, ἰδίως στίς μεγαλουπόλεις, ἀλλοίωσε τίς πατροπαράδοτες ἀρχές καί παραδόσεις.
Οἱ ἀρχές εἶναι ἄγραφοι κανόνες πού συνηθίζουν νά τηροῦν τά πρόσωπα μιᾶς κοινωνίας, ὥστε νά γνωρίζουν πῶς ὀφείλουν νά συμπεριφέρονται προκειμένου νά ζοῦν εἰρηνικά, μέ δικαιοσύνη καί ἐλευθερία.
Ἡ παράδοση εἶναι ἕνα ἐξελισσόμενο στοιχεῖο μέσα στήν κοινωνία ἀνά τούς αἰῶνες, ἔχοντες χαρακτηριστικό της, ὅμως, ὅτι διατηρεῖ τήν οὐσία τῶν χαρακτηριστικῶν ἑνός ἔθνους, τῶν στοιχείων πού τό κάνουν νά διακρίνεται ἀπό ἄλλο καί πού τό χαριτώνουν, κάτι ἀνάλογο μέ τά στοιχεῖα πού διατηρεῖ τό κύτταρο τοῦ ἀνθρώπου ἀναφορικά μέ τήν προέλευση καί τίς ἰδιότητες ἐκείνου στόν ὁποῖο ἀνήκει.
Βασικό στοιχεῖο τῆς κοινωνίας ἦταν ἀνέκαθεν, τουλάχιστον γιά τήν πατρίδα καί τήν πίστη μας, ἡ οἰκογένεια. Ἡ συνοχή τῆς οἰκογένειας, ἡ φροντίδα καί ἡ ἀγάπη τῶν μεγαλυτέρων πρός τούς νέους καί ἡ στοργή τῶν νέων πρός τούς ἡλικιωμένους, ἡ παρουσία τῆς μητέρας στό πλάι τῶν παιδιῶν, ὁ σεβασμός μεταξύ τῶν συζύγων, μέχρι πρό τινος ἦσαν θέματα ἀδιαμφισβήτητα ἤ τουλάχιστον αὐτή ἦταν ἡ κοινή ἀντίληψη. Ἡ παραμονή μακριά ἀπό τήν οἰκογένεια ἤ χωρίς οἰκογένεια προεξοφλοῦσε ζωή πικρή. Ἡ λαϊκή θυμοσοφία καί ἡ λαϊκή μοῦσα ἔχουν ἐκφράσει μέ γλαφυρότητα αὐτή τήν ἔλλειψη.
Ὁ Ἀπόστολος Παῦλος εἶχε θέσει μέ σαφήνεια τά θέματα αὐτά, τῶν συζύγων καί τῶν παιδιῶν μέ τούς γονεῖς. Στήν πρός Ἐφεσίους Ἐπιστολή του λέγει: «καί ἡμεῖς οἱ καθ’ ἕνα ἕκαστος τήν ἑαυτοῦ γυναῖκα οὕτως ἀγαπάτω ὡς ἐαυτόν, ἡ δέ γυνή νά φοβεῖται τόν ἄνδρα» (Ἐφεσ., 5, 33). Καί λίγο πιό κάτω ἀπευθυνόμενος πρός τά παιδιά ἐντέλλεται : «Τά τέκνα ὑπακούετε τοῖς γονεῦσι ὑμῶν ἐν Κυρίῳ, τοῦτο γάρ ἐστι δίκαιον. Τίμα τόν πατέρα σου καί τήν μητέρα, ἥτις ἐστίν ἐντολή πρώτη ἐν ἐπαγγελίᾳ, ἵνα εὖ σοί γένηται καί ἔση μακροχρόνιος ἐπί τῆς γῆς»( Ἐφεσ., 6, 1-3). Καί κατόπιν στρέφεται καί πάλι πρός τούς γονεῖς καί τούς τονίζει μέ ἁπλότητα, σαφήνεια ἀλλά καί πολύ οὐσιαστικά καί ἐπίκαιρα πάντοτε: «Καί οἱ πατέρες μή παροργίζετε τά τέκνα ἡμῶν, ἀλλ’ ἐκτρέφετε αὐτά ἐν παιδείᾳ καί νουθεσίᾳ Κυρίου» (Ἐφεσ., 6, 4).
Τίς τελευταῖες δεκαετίες ἡ δομή τῆς οἰκογένειας ἄλλαξε. Τό ἴδιο καί ἡ θέση τῆς γυναίκας καί τῆς μητέρας, ἀναλογικά καί ἡ ἀνατροφή τῶν παιδιῶν καί ἡ φροντίδα τῶν ἀνήμπορων καί τῶν ἡλικιωμένων. Ὁ τρόπος τῆς ζωῆς γενίκευσε, συνειδητά ἤ ἀσυνείδητα, μιά χαλαρότητα στίς σχέσεις τῶν μελῶν τῆς οἰκογένειας, σέ βαθμό πού κλόνισε πολύ δυνατά, ἐπιτρέψτε μου νά πῶ, σέ μεγάλο ποσοστό τίς ἀνθρώπινες σχέσεις. Αὐτό, ὅμως ἔχει πολύ σοβαρό ἀντίκτυπο στήν ποιότητα τῆς ζωῆς τῆς κάθε κοινωνίας, γιατί οἱ ἀρχές πού τῆς προσπόριζαν τήν δημιουργική σχέση τῶν μελῶν της παραμερίστηκαν μέ τή δικαιολογία τοῦ ξεπερασμένου, τοῦ ἀναχρονιστικοῦ.
Στήν πραγματικότητα ἡ ἐλευθεριότητα τῶν σχέσεων μεταξύ τῶν δυό φύλων ὁδήγησε στή μοναξιά καί ἡ ἔλλειψη τῆς ἀνθρώπινης ζεστασιᾶς στή διάλυση τοῦ κοινωνικοῦ ἱστοῦ. Ἡ ἀγάπη ἀπέβη λόγος κενός. Ἡ στοργή αἴσθημα ἄγνωστο. Ἡ πίστη ἄθυρμα.
Ἀπό ἐκεῖ καί πέρα ἡ κατάσταση εἶναι γνωστή καί τό φαινόμενο τῆς παραβατικότητας τῶν νέων, ἡ χρήση τῶν ναρκωτικῶν, ἡ κατάθλιψη, ἡ ἀδιαφορία, ἡ ἀντικατάσταση τῆς μητέρας ἀπό μία πληρωμένη ἀναπληρώτρια, ἡ ὁποία οὔτε νά μάθει ἕνα παιδί νά ὁμιλεῖ τή γλῶσσα του ἔχει τή δυνατότητα, ἡ ἐγκατάλειψη τῶν ἡλικιωμένων καί τῶν ἀνήμπορων σέ ξένους ἐπί πληρωμῇ. Αὐτές εἶναι οἱ «ἀρχές» πού διέπουν τήν σημερινή κοινωνία. Ἡ ἐμπειρία τῶν παππούδων πού ἐνίσχυε τή δύναμη τῶν νέων καί ζέσταινε τίς καρδιές τῶν παιδιῶν ἔγινε βορά στό χρῆμα, στήν ταχύτητα, τήν ἄχρηστη ἀνεξαρτησία, πού ἀγοράζει τά πάντα ἐκτός ἀπό τήν πραγματική εὐτυχία.
Ἡ αἰτία; Ξεχάσαμε καί δέν φοροῦμε τήν πανοπλία πού συνιστᾷ ὁ Ἀπόστολος Παῦλος. Τήν πανοπλία πού προσφέρει ὁ Κύριος. Λησμονήσαμε νά ζωστοῦμε τήν ἀλήθεια, νά φορέσουμε τήν δικαιοσύνη, νά ὑποδεθοῦμε τήν ἑτοιμότητα.
Αὐτή εἶναι ἡ αἰτία πού, ἐνῷ δοκιμάζουμε τά πάντα, δέν ἔχομε τή διαύγεια νά ἐπιλέξουμε τά καλά ἀλλά προτιμοῦμε τά σκύβαλα, γιά νά καταλήξουμε στά ξυλοκέρατα τοῦ Ἀσώτου.
Ἔχω τήν πεποίθηση ὅτι οἱ ἐκλεκτοί ἐπιστήμονες πού λαμβάνουν μέρος στό προκείμενο συνέδριο θά συμβάλουν στήν βαθύτερη ἀνάλυση καί κατανόηση τῆς σημασίας πού ἔχει στίς ἡμέρες μας ὁ λόγος τοῦ Ἀποστόλου Παύλου καί στόν ὑπό συζήτηση τομέα τῆς οἰκογένειας καί τά συμπεράσματά τους θά δώσουν νέα ὤθηση στόν ἐπανευαγγελισμό αὐτοῦ τοῦ λόγου, τόν ὁποῖο ἔχει ἀνάγκη στούς καιρούς μας, ἀπόλυτη ἀνάγκη, ὁ σύγχρονος ἄνθρωπος, ὥστε ἡ οἰκογένεια νά ξαναβρεῖ τό δρόμο της, τίς ἀρχές καί τίς παραδόσεις της, γιά νά πάψουμε νά θρηνοῦμε γιά τήν ἀπώλεια τοῦ μέλλοντος, τῶν παιδιῶν μας.