Χαιρετίζω μετά πολλῶν εὐχῶν τήν ἔναρξη τῶν ἐργασιῶν τῆς Διημερίδος ἡ ὁποία πραγματοποιεῖται ὑπό τή μέριμνα τῆς Εἰδικῆς Συνοδικῆς Ἐπιτροπῆς Γάμου, Οἰκογενείας, Προστασίας Παιδιοῦ καί Δημογραφικοῦ Προβλήματος, μέ θέμα «Ἡ Θεολογία του Γάμου». Δι’ αὐτῆς μᾶς δίδεται ἡ εὐκαίρια νά ἐμβαθύνουμε ἐκ νέου σέ ἀξίες τῆς θεολογικῆς μας παραδόσεως οἱ ὁποῖες ἀποκτοῦν ἰδιαίτερη σημασία καί δυναμική στίς μέρες μας, ὅπου ἡ ἱκανότητα νά διακρίνει κανείς τήν ἱερότητα τῆς γαμηλίας ἑνώσεως φαίνεται νά χάνεται βαθμηδόν.
Ἡ ἀξία τῆς οἰκογένειας εἶναι γιά τήν Ἐκκλησία τόσο βαθειά καί ἱερή, ἐπειδή ἐκτός τῶν ἄλλων ἀφορᾶ καί στή διάπλαση τοῦ ψυχισμοῦ τῶν παιδιῶν καί ἑπομένως καθίσταται θεμελιώδης γιά τό αὔριο καί τοῦ τόπου μας.
Ὁ Γάμος, κατ’ ἐξοχήν ἐκκλησιαστικός κοινωνικός θεσμός, γίνεται γιά ποικίλους ἱστορικούς καί κοινωνικούς λόγους ὅλο καί περισσότερο ἀτομική ὑπόθεση σέ σύγχρονα φαινόμενα πού τόν ὑποκαθιστοῦν, ὅπως ὁ πολιτικός γάμος καί ἡ ἐλεύθερη συμβίωση, ἤ ἀκόμη καί ἡ μονογονεϊκή οἰκογένεια. Ἀφετηρία τῶν θέσεων τῆς Ἐκκλησίας στό ζήτημα αὐτό εἶναι ἡ ἱερότητα τῆς ἀξίας τοῦ ἀνθρώπου, πού εἶναι κέντρο τῆς ὀρθόδοξης Θεολογίας. Ἀπό τόν σεβασμό τῆς ἀξίας τοῦ ἀνθρώπου ἀπορρέει καί ἡ ἔντονη ἐπιφύλαξη ἔναντι οἱουδήποτε θεσμικοῦ ὑποκατάστατου ἐπιφέρει ὑποβιβασμό τοῦ Γάμου στό ἐπίπεδο τῶν ἀστικῶν συναλλαγῶν.
Ἡ θεολογική ἔρευνα μέ βάση τή βιβλική καί πατερική διδασκαλία ἔχει ἀναδείξει ὡς βασικά χαρακτηριστικά τοῦ ὀρθοδόξου χριστιανικοῦ Γάμου τήν ἱερότητά του, τόν μυστηριακό χαρακτήρα τῆς κοινωνίας ἀνδρός καί γυναικός, τό ἰσότιμον τῶν δύο φύλων, τήν τελείωση τῶν συζύγων, τήν ἀλληλοβοήθειά τους, τή σωφροσύνη καί τήν τεκνογονία ὡς κύριους καί ἰσότιμους σκοπούς τοῦ Γάμου καί γενικῶς τόν Γάμο ὡς μυστήριον ἀγάπης, τοῦ ὁποίου συμβολικό πρότυπο ἀποτελεῖ ἡ σχέση Χριστοῦ καί Ἐκκλησίας.
Ἐάν μελετήσουμε τά κείμενα τῶν ἱερῶν Ἀκολουθιῶν τοῦ Ἀρραβῶνος καί τοῦ Γάμου, θά διαπιστώσουμε ὅτι οἱ δύο πρῶτες εὐχές τῆς Ἀκολουθίας τοῦ Ἀρραβῶνος, ἡ τελεστική («Ὁ Θεός ὁ αἰώνιος, ὁ τά διῃρημένα συναγαγών εἰς ἑνότητα...») καί τῆς κεφαλοκλισίας («Ὁ Θεός ἡμῶν ὁ τήν ἐξ ἐθνῶν προμνηστευσάμενος Ἐκκλησίαν…»), ὅπως καί οἱ δύο εὐχές τοῦ Γάμου, ἡ ἱεροτελεστική τῆς ἁρμόσεως («Ὁ Θεός ὁ ἅγιος, ὁ πλάσας ἐκ χοός τόν ἄνθρωπον…») καί ἡ ἐκτενής («Ὁ ἐν τῇ σωτηριώδει σου οἰκονομίᾳ…»), ἀποδίδουν μέ ὑψηλό ἐκφραστικό ὕφος τό θεολογικό μεγαλεῖο τῆς μυσταγωγίας.
Ὁλοκληρώνοντας αὐτές τίς σκέψεις, προσδοκοῦμε ἡ μελέτη καί ἀποτίμηση τῆς θεολογίας τοῦ Γάμου νά ἐμπνεύσει ὅλους στούς σημερινούς καιρούς, διότι κατ’ οὐσίαν μᾶς ἀποκαλύπτει τούς καρπούς μιᾶς βαθειᾶς βιωματικῆς καταφάσεως πρός τήν ἱερότητα κάθε ἀνθρώπου. Θά ἤθελα νά εὐχαριστήσω τούς ἔγκριτους Συνέδρους γιά τήν συμμετοχή τους καί πρῶτον τόν Σεβασμιώτατο Πρόεδρο τῆς Εἰδικῆς Συνοδικῆς Ἐπιτροπῆς Γάμου, Οἰκογενείας, Προστασίας Παιδιοῦ καί Δημογραφικοῦ Προβλήματος, Μητροπολίτη Γρεβενῶν κ. Δαβίδ, ὅπως καί ὅσους συνετέλεσαν κοπιωδῶς στή διοργάνωση τῆς παρούσης Διημερίδος. Εὔχομαι, μέ τήν εὐλογία τοῦ Θεοῦ, οἱ ἐργασίες της νά εὐοδωθοῦν γονίμως καί ἐπιτυχῶς.
Μετά θερμῶν εὐχῶν καί ἀγάπης