Σεβασμιώτατε Μητροπολῖτα Χίου, Ψαρῶν καί Οἰνουσσῶν κ. Μᾶρκε,
χαίρομαι ἰδιαιτέρως μέ τήν εὐκαιρία πού μοῦ δίδετε νά ἀπευθυνθῶ πρός τό εὔσημο τοῦτο Συνέδριο πρός τιμήν ἑνός μεγάλου βυζαντινολόγου, τοῦ ὁποίου ἡ προσφορά στήν ἐπιστήμη ὑπῆρξε ἀνεκτίμητη, καθώς ὁ ἴδιος καρποφόρησε ὄχι μόνο ὡς ἐπιστήμων, ἀλλά καί ὡς σοφός διδάσκαλος πολλῶν ἐξ ἡμῶν. Θά ἤθελα νά χαιρετίσω διά τῆς εὐλογίας τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος αὐτή τήν πρωτοβουλία σας καί ὅλους τους ἐκλεκτούς συνέδρους καί συντελεστές. Εἶναι μεγάλη ἡ ἀξία διοργανώσεων πού ἑνώνουν ἀγαπητούς ἀδελφούς, ἀνθρώπους τοῦ κλήρου καί τῆς ἐπιστήμης καί ὡς πνευματικοί παράδεισοι ζωογονοῦν διά λόγων οὐσίας.
Ὁ Κωνσταντῖνος Ἄμαντος, ὡς καλῶς γνωρίζετε, ὑπῆρξε ἐκ τῶν πρωτοπόρων βυζαντινολόγων. Ἐρεύνησε πλῆθος ζητημάτων, ἀφοῦ γνώρισε ἐκ πρώτης χειρός τεράστιο ὑλικό ἀπό ἱστορικές πηγές. Εἶχε τή γραφίδα του βαπτισμένη σέ καθαρό πνεῦμα καί τήν ἱστορία συνδεδεμένη μέ τίς ρίζες. Ὅλως διδακτική εἶναι ἡ κρίση του στόν πρόλογο τῆς Ἱστορίας τοῦ Βυζαντινοῦ Κράτους ὅτι «ἡ ἀμάρτυρος ἱστοριογραφία ὑπῆρξε πολύ αὐθαίρετος καί ἔβλαψε τήν ἱστορικήν ἀλήθειαν».
Πλῆθος πραγματειῶν ἀφιέρωσε μετά υἱικῆς στοργῆς στήν ἱστορία τῆς γενετείρας νήσου, τόν ἐκκλησιαστικό, γλωσσολογικό καί τοπωνυμικό θησαυρό της. «Ἀπό τῆς Χίου ὁ Ἄμαντος ὡρμήθη ὡς συγγραφεύς καί εἰς ταύτην κατέληξε μετά ἑξηκονταετῆ περίπου ἐπιστημονικόν βίον», σημειώνει γιά ἐκεῖνον ἕτερος μέγας βυζαντινολόγος, ὁ Διονύσιος Ζακυθηνός. Καί συνεχίζει: «Ἐν παντί ἡ κινοῦσα δύναμις ὑπῆρξεν ἡ πρός τό πάτριον χῶμα ἀφοσίωσις, τό πάτριον τοῦτο χῶμα, τό ὁποῖον ἀπό τάς γελαστάς ἀκτάς τῆς Χίου προεξετείνετο μέχρι καί τῆς Κύπρου».
Ὁ Ἄμαντος ἀφοσιώθηκε εὐλαβῶς στή διακονία τῆς ἐπιστήμης καί τῆς παιδείας. Ἐπ’ αὐτῆς ἔθεσε τόν λύχνον τῶν χαρισμάτων του. Ἀφερώθηκε σέ ἱερούς καί θαυμαστούς σκοπούς, πρός τούς ὁποίους δέν εἶναι εὔκολος ὁ δρόμος. Καί κάτι τέτοιο εἶναι ἰδιαίτερα σημαντικό σέ ἐποχή ἀποϊεροποίησης τῶν ἀξιῶν. Ἀνῆκε σέ ἐκείνους πού ἐργάζονται καί προσφέρουν οὐσιωδῶς, δίδοντες ἀφειδῶς ἀπό ψυχῆς ὅ,τι μελετοῦν μέ μόχθο. Αὐτές οἱ ἱερές ἀρχές καί ἀξίες, τίς ὁποῖες ὀφείλουμε νά θέτουμε ὑπεράνω τῶν οἰκονομικῶν καί ἄλλων συμφερόντων, μᾶς ἑνώνουν, προβάλουν φωτεινά διδάγματα καί βοηθοῦν νά ἀντλήσουμε ἔμπνευση καί δύναμη. Ἡ ἰσχύς μας ἀπορρέει ἀπό τέτοιους φωτισμένους ἀνθρώπους τῆς ἐπιστήμης.
Κατά τόν Ζακυθηνό, «ὁ Ἄμαντος ὑπῆρξε λάτρης τῆς ταπεινότητος. Αὐτόν τόν Ἑλληνισμόν ἠγάπησεν οὐχί ἐν τή λαμπρότητι αὐτοῦ, ἀλλ’ ἐν τῷ μεγαλείῳ τῆς ταπεινοσύνης του. Ἠρεύνησε τήν ἱστορίαν τῶν πικρῶν ἡμερῶν, ἔκυψε πρός τάς μορφᾶς τῶν ταπεινῶν, ἐμελέτησε τήν καταγωγήν ἀφανῶν ὀνομάτων καί λέξεων, ἐξῇρε τήν σημασία τῶν θεσμῶν τῆς εὐποιίας καί τῆς συγκαταβάσεως. Ἐκ τῶν ταπεινῶν τούτων ψηφίδων διεκόσμησε τόν ἐξαίρετο πίνακα τοῦ "παρηκμακότος Ἑλληνισμοῦ", μεγάλου ἐν τῇ ταπεινώσει καί τῇ δυστυχίᾳ».
Στίς μέρες μας συμβαίνει νά ἔχουμε ἀνάγκη ἀπό σοφούς δασκάλους περισσότερο ἀπό ποτέ. Τιμώντας τήν προσφορά τοῦ ἐπιφανοῦς καί ἀειμνήστου αὐτοῦ ἱστορικοῦ καί βυζαντινολόγου, συνειδητοποιοῦμε στό ἀκέραιο ὅτι ἐνάρετοι λειτουργοί της ἐπιστήμης καί τοῦ πνευματικοῦ βίου ἀποτελοῦν πνευματικά μας ὄπλα καί ἐθνικό μας κεφάλαιο. Εὔχομαι ὁ Θεός νά εὐλογεῖ τούς συνεχιστές του καί ἡ μελέτη τῶν ἔργων του νά ἀνασταίνει διαρκῶς νέα πνευματικά τέκνα.
Μετά πατρικῶν εὐχῶν καί ἀγάπης