Σεβασμιώτατοι ἅγιοι Ἀρχιερεῖς,
Ἐλλογιμώτατοι κύριοι Καθηγητές,
Κυρίες καί κύριοι Σύνεδροι,
Ἀγαπητοί ἀδελφοί μου·
Μεγάλη εἶναι ἡ χαρά μέ τήν ὁποία ἀπευθύνομαι κι ἐφέτος πρός τίς ἐργασίες τοῦ Συνεδρίου τῶν Παυλείων. Χαίρομαι ἰδιαιτέρως, γιατί ἡ Ἐκκλησία τῆς Βεροίας, πιστή καί ἀξία θυγατέρα τοῦ Ἀποστόλου τῶν Ἐθνῶν, ἔχει καθιερώσει αὐτόν τόν τόσο σημαντικό ἐτήσιο θεσμό πρός τιμήν τῆς σεπτῆς του μνήμης καί τῆς θεολογικῆς του σοφίας. Θά ἤθελα νά συγχαρῶ τόν Σεβασμιώτατο ἐν Χριστῷ ἀγαπητό ἀδελφό καί συλλειτουργό, Μητροπολίτη Βεροίας, Ναούσης καί Καμπανίας κ. Παντελεήμονα, γιά τήν ἀφοσίωσή του σέ αὐτόν τόν τομέα τῆς διακονίας, ὅπως ἐπίσης καί ὅσους ἄλλους συντελοῦν στήν διοργάνωση αὐτή, ἡ ὁποία πραγματικά σεμνύνει τόν εὐλογημένο σας τόπο. Οἱ ἀξιόλογες ἐκδηλώσεις τῶν Παυλείων ἀποδίδουν κάθε χρόνο, μέ τήν μέριμνά σας καί τήν εὐλογητή συμμετοχή πολλῶν ἐκπροσώπων, τήν πρέπουσα τιμή στόν μεγάλο Ἀπόστολο τοῦ Χριστοῦ.
Τό θέμα πού ἐπιλέξατε ἔχει εἰδική ἀξία σέ τούτη τή δύσκολη περίοδο, κατά τήν ὁποία τό βάρος τῆς διακονίας καί τῆς εὐθύνης πού ἀποτίθεται στούς ὤμους μας καθίσταται μεγαλύτερο. Ὑπό τίς συνθῆκες πού βιώνουμε, ὅλοι προσβλέπουν στήν στήριξη τῆς Ἐκκλησίας, ἡ ὁποία μπορεί νά ἐκφράζεται μέ τά ἔργα καί μέ τόν λόγο. Καί πιό κατάλληλος λόγος δέν θά μποροῦσε νά ὑπάρξει ἀπό ἐκεῖνον τοῦ Ἀποστόλου Παύλου, ὁ ὁποῖος ἔπρεπε νά ἀκολουθήσει τήν ὁδό τῆς ἱερῆς του ἀποστολῆς σέ συνθῆκες ἀκόμη πιό δύσκολες καί ἀνηφορικές ἀπό τίς σημερινές. Κι ἐπίσης, ὁ λόγος του ἔχει εἰδική ἀξία, γιατί συμβάδιζε μέ τήν προσωπική του πορεία: μία πορεία διακονίας καί ἕναν ἀγώνα γεμάτο ἀπό δοκιμασίες, ἐπιθέσεις, κακουχίες, φυλακίσεις καί, ὕστατα, τό μαρτύριο. Ὅλα αὐτά, τά ὁποῖα ὑπέστη στόν ἀγώνα του νά οἰκοδομήσει τίς κατά τόπους Ἐκκλησίες, καί ὁ ὁποῖος τόν ἔφερε ἀντιμέτωπο πρός τίς ἐξουσίες τοῦ κόσμου τούτου. Ὡστόσο ὁ Παῦλος, ὅπως φαίνεται στήν Προς Ρωμαίους ἐπιστολή του, προσπαθοῦσε νά πείσει τίς ρωμαϊκές ἀρχές ὅτι αὐτός καί οἱ Χριστιανοί δέν ἐπεδίωκαν τήν κοινωνική ἀνατροπή, ἀλλά τήν πνευματική ἀφύπνιση. Ἀξίζει νά φέρουμε στόν νοῦ μας πόσο δύσκολο ἦταν αὐτό σέ μιά ἐποχή ὅπου καί ὁ ἴδιος ὁ Κύριος εἶχε καταδικαστεῖ σέ θάνατο μέ τό πρόσχημα τῆς στάσεως κατά τῆς ἐξουσίας τῆς Ρώμης.
Εἶναι ἀλήθεια ὅτι οἱ ἐπιστολές τοῦ Παύλου καλύπτουν μεγάλο θεολογικό εὖρος καί βάθος. Μποροῦμε νά ἐντοπίσουμε πολλά χωρία σχετικά μέ τό θέμα μας στίς Πρός Κορινθίους, Πρός Ἐφεσίους καί Πρός Ρωμαίους. Ὁ λόγος του εἰδικά περί τῆς ἐκκλησιαστικῆς διακονίας μᾶς προσφέρει διδάγματα, τά ὁποῖα ἀπευθύνονται πρῶτα ἀπ’ ὅλα σ’ ἐμᾶς τούς ἐπισκόπους καί πρός τούς πολιτικούς ἡγέτες, κι ἔπειτα στό σύνολο τοῦ ἱεροῦ κλήρου καί στόν δοκιμαζόμενο λαό μας.
Γράφει ὅτι ὁ κόσμος πρέπει νά μᾶς λογίζει «ὡς ὑπηρέτας Χριστοῦ καὶ οἰκονόμους μυστηρίων θεοῦ» (Α΄ Κορ. 4,1). Ἡ διακονία μας, ἐντούτοις, μπορεῖ νά θεωρηθεῖ ἀπό κάποιους ὡς ἐξουσία, ἀλίμονό μας ὅμως ἄν πιστέψουμε ὅτι εἴμαστε ἐξουσία. Στήν κοινωνία τῆς ἀγάπης δέν ὑπάρχει ἐξουσία, γιατί ἀγάπη σημαίνει ὑπέρβαση τοῦ ἐγώ. Αὐτός πού θέλει νά ὑπηρετήσει τήν διακονία τοῦ λόγου τοῦ Θεοῦ, πρέπει νά γίνει ἔσχατος, νά γίνει δοῦλος, νά ταπεινωθεῖ, γιά νά ὑπηρετήσει τούς ἀνθρώπους καί τήν ψυχή τους. Ἡ οὐσία τῆς διακονίας μας δέν εἶναι ἡ δύναμη, οὔτε ἡ δόξα. Οἱ ἄνθρωποι τῆς Ἐκκλησίας δέν ἔχουν τήν δύναμη, ἀλλά τήν Χάρη τοῦ Θεοῦ. Ὅση ἀξία ὑπάρχει στά «ἀνώτερα», ἱεραρχικά, λειτουργήματα τῆς Ἐκκλησίας, ἔγκειται στήν σταυρική ζωή.
Αὐτό πρέπει νά εἶναι τό μέτρο τῆς διακονίας, ἤ, ἄν θέλετε, τῆς ἐξουσίας τῆς ἀγάπης τῶν ποιμένων. Ὁ Χριστός δέν κρατεῖ τούς ἀνθρώπους μέ τόν φόβο, οὔτε τούς ὑποδουλώνει μέ ἐντολές, ἀλλά, ἔχοντας τήν ἐξουσία τοῦ τῶν πάντων Δημιουργοῦ, ἕνωσε τούς ἀρχομένους μέ τόν ἑαυτό του διά τῆς θυσίας καί τῆς ἀγάπης. Στόν βαθμό πού ὁ πνευματικός ποιμήν συγκλίνει πρός τήν θυσιαστική ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ, λειτουργεῖ σωστά· στόν δέ βαθμό τῆς ἀποκλίσεώς του, παραμένει στό πλαίσιο τῆς κοσμικῆς διοίκησης.
Ἀκοῦμε πολλές φορές νά μᾶς ἀποδίδεται ὁ χαρακτηρισμός «ἐκπρόσωποι τοῦ Θεοῦ». Ἄν εἴχαμε τή δυνατότητα νά ἐκπροσωποῦμε τόν Θεό στή γῆ, θά ἦταν ἀλλιῶς τά πράγματα. Ἡ ἀνάγκη τοῦ κόσμου εἶναι νά εἴμαστε οἱ ἐκπρόσωποι τῶν ἀνθρώπων, τοῦ πόνου, τῆς ἁμαρτίας, τῶν δυσκολιῶν, πού μέ τή χάρη τῆς ἱερωσύνης τά παίρνουμε καί τά ἀποθέτουμε στό θυσιαστήριο. Ἄν βασιστοῦμε στήν Χάρη τοῦ Θεοῦ καί δώσει ὁ καθένας μέ εἰλικρίνεια τήν ψυχή καί τήν δύναμή του, δέν ἔχουμε νά φοβηθοῦμε τίποτε. Ὁ Θεός δέν θά μᾶς ἐγκαταλείψει.
Μελέτη, σκέψη, διάλογος, θάρρος καί κυρίως προσευχή θά δώσουν σωστικές ἀπαντήσεις ἐπ’ αὐτοῦ, ὥστε νά καρποφορήσει ὁ ἀποστολικός λόγος πρός δόξαν Θεοῦ καί τῆς Ἐκκλησίας Του. Εἴμαστε βέβαιοι ὅτι οἱ ἐπισταμένες εἰσηγήσεις θά ἐμβαθύνουν γονίμως στήν διδασκαλία τοῦ μεγάλου καί κλητοῦ Ἀποστόλου τοῦ Χριστοῦ. Ἄς ἔχουμε πάντοτε τήν εὐλογία του καί ὁ Θεός ἄς μᾶς χαρίζει πνεῦμα μαθητείας πρός αὐτόν.