Επιλέξτε τη γλώσσα σας

Πρὸς Ἱεροψάλτας Β`



Ε Γ Κ Υ Κ Λ Ι Ο Σ ὑπ’ ἀριθμ. ΙΣΤ΄

Ἀριθμ.πρωτ. 275/ΕΞ. /2006


Ἐν Ἀθήναις τῇ 2ᾳ Φεβρουαρίου 2006


Πρός
Τούς εὐλαβεῖς Ἱεροψάλτες
τῆς καθ’ ἡμᾶς Ἱ. Ἀρχιεπισκοπῆς Ἀθηνῶν
Ἐνταῦθα


Θέμα: Παραινέσεις πρός Ἱεροψάλτες


Ἀγαπητοί μου συνεργάτες,

Σᾶς ἀπευθύνω τήν Ἐγκύκλιόν μου αὐτήν προκειμένου νά ἐπαναλάβω μερικές μου σκέψεις, πού ἔχουν σχέση μέ τήν Λειτουργική Ἀναγέννηση πού ἐπιχειροῦμε, μέ στόχο νά προσέξουμε μερικά σημαντικά στοιχεῖα κατά τήν Θεία Λατρεία μας, ἰσχύσαντα παλαιότερα, ἐγκαταλελειμμένα ὅμως καί λησμονημένα, ὥστε ἀφ’ ἑνός μέν νά τῆς προσδώσουμε μεγαλύτερη ἐκφραστικότητα καί ἀφ’ ἑτέρου νά ἐθίσουμε τόν εὐσεβῆ λαό μας σέ μιά συνειδητότερη συμμετοχή στά δρώμενα κατά τήν Θεία Λατρεία. Στήν προσπάθειά μας αὐτή ἡ συμβολη σας ὡς Ἱεροψαλτῶν μπορεῖ νά εἶναι μεγάλη καί καθοριστική, ἐπειδή ἀποτελεῖτε ἱερό θεσμό τῆς Ἐκκλησίας ὡς ψάλτες – κατώτεροι «κοσμικοί» κληρικοί – καί ἔχετε τήν εὐθύνη τῆς ὀρθῆς ἀποδόσεως καί τῶν ὕμνων καί τῶν ἀναγνωσμάτων, πού κατέχουν μιά πρωταρχική θέση στή Θεία Λατρεία μας.

Προοίμιο
Περί τῆς σύγχρονης πραγματικότητος καί τῆς Θείας Λατρείας

Ἡ ἐκκλησιαστική μας μουσική, ἡ ἀκραιφνής ἑλληνική μουσική καί πατροπαράδοτη ἔκφραση, καί ὡς μέσο τῆς λατρείας καί ὡς καλλιτεχνία καθ’ ἑαυτή, εἶναι ὄντως θησαυρός ἀδαπάνητος˙ καί δέν εἶναι τοῦ παρόντος νά ἐπαναλάβω τήν αἰτιολόγηση αὐτοῦ τοῦ συμπεράσματος. Σημασία ἔχει ὅτι ἡ Ἁγία Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία μας μέ τόν μυσταγωγικό χαρακτῆρα τῆς λατρείας τοῦ Θεοῦ προσφέρει στούς πιστούς μιάν ἀληθινή πνευματική πανδαισία μέ πλῆθος συμβολισμῶν, ἀλλά καί μιά στέρεη καί βαθειά θεολογική – δογματική διδασκαλία μέ τά ψαλλόμενα παντοῖα τροπάρια καί τά ἀναγνώσματα ἐκ τῶν Θείων Γραφῶν, Παλαιᾶς καί Καινῆς Διαθήκης. Ὅλη αὐτή ὅμως ἡ λειτουργική παιδαγωγία καί ἡ ἀενάως προσφερόμενη στίς λατρευτικές συνάξεις ὀρθόδοξη πνευματική τροφή ἐξαρτᾶται πολύ ἀπό τόν τρόπον τῆς ἐφαρμογῆς της. Ἐάν κατά τήν ἐπιτέλεση τῶν λειτουργημάτων τους οἱ κύριοι φορεῖς τῆς λατρείας, δηλαδή τό ἱερατεῖον – οἱ διάκονοι, οἱ ἱερεῖς καί οἱ ἀρχιερεῖς – οἱ ψάλτες καί οἱ ἀναγνῶστες, δέν ἐνδιαφέρονται μέ ζῆλο γιά τήν ἐπίτευξη τῶν σκοπῶν πού ὑπηρετοῦν, ἀλλά δίδουν μᾶλλον προτεραιότητα εἴτε στήν προβολή καί ἐπίδειξη τοῦ χαρίσματός τους εἴτε στήν ὑποκειμενική καί αὐτάρεσκη ἐκτέλεση τοῦ καλλιτεχνικοῦ μέρους τοῦ διακονήματός τους, τότε δέν μποροῦμε νά ὁμιλοῦμε γιά ὀρθή λειτουργική πράξη καί Λειτουργική Ἀναγέννηση, ἀλλά μᾶλλον γιά λειτουργική ἀνωμαλία καί ἀταξία, μέ πολλαπλές ἀρνητικές ἐπιπτώσεις.
Σήμερα ὁ κόσμος ζεῖ σέ μιάν ἄλλη, διαφορετική ἀπό παλαιότερες ἐποχές πραγματικότητα, καί κινεῖται μέ γοργούς ρυθμούς. Ὁ χρόνος τίς περισσότερες φορές δέν ἐπαρκεῖ γιά τίς πολλές καί ποικίλες ἐνασχολήσεις τοῦ συγχρόνου ἀνθρώπου, καί ἡ ἡλεκτρονική τεχνολογία εἶναι πάντοτε «μπροστά» καί ὠθεῖ σέ ἕνα ἀσταμάτητο τρέξιμο. Παλαιές συνήθειες – καί φεῦ! καί στερρές παραδόσεις – παραθεωροῦνται καί ξεπερνιοῦνται. Στό χῶρο τῆς λατρείας εἰδικά, παρατηροῦμε ὅτι ὁ κόσμος δέν ἀντέχει τίς πολύωρες Ἀκολουθίες μέ τήν συνεπαγόμενη πολύωρη ὀρθοστασία˙ δέν ἀποδέχεται θεατρινισμούς καί κατακρίνει τά εὐθηνά καμώματα καί τίς ἀδιάκριτες συμπεριφορές˙ δέν δικαιολογεῖ ἐπιδείξεις καί ἄσκοπες ἐπιτηδεύσεις κατά τήν τέλεση τῆς Θείας Λατρείας καί, ἐπειδή δέν γνωρίζει τό βαθύτερο πνευματικό νόημα, δέν ἀνέχεται τά πολλά «εἰς πολλά ἔτη Δέσποτα», τήν εὐφημία δηλαδή πού γιά πνευματικούς κυρίως λόγους τό Τυπικό προβλέπει σέ συγκεκριμένα σημεῖα τῆς λατρείας. Καί ἐννοῶ ἐδῶ τήν πατρική καί πνευματική σχέση τοῦ Ἐπισκόπου μέ τούς πιστούς˙ ὁ Ἐπίσκοπος εὐλογεῖ καί οἱ πιστοί ἀνταποδίδουν μέ εὐγνωμοσύνη τήν χάρη τῆς εὐλογίας μέ τόν καλό λόγο τοῦ πολυχρονισμοῦ τοῦ πνευματικοῦ τους πατέρα. Ἀκόμη, ὁ κόσμος σήμερα παρεξηγεῖ τήν «μεγαλοπρέπεια» τῆς λατρείας, τήν θεωρεῖ «βυζαντινή» μέ ἀρνητικό περιεχόμενο, καί συγκεκριμένα, δέν ἀνέχεται τά πολύτιμα ἄμφια καί τήν κενόδοξη ἐμφάνιση πολλῶν κληρικῶν μας, ἰδίως ὅταν αὐτοί δέν διαθέτουν τήν ἀνάλογη πνευματική συγκρότηση.
Κατά τόν ἴδιο τρόπο ὁ λαός μας σήμερα ἔχει κριτική στάση, ἐπειδή ἴσως τώρα ξέρει νά διακρίνει καί νά προκρίνει τό καλό, ἔναντι τῶν ψαλτῶν πού τόν ἐκπροσωποῦν στήν λατρεία καί ἔναντι τῶν ψαλμάτων πού αὐτοί ψάλλουν καί προσφέρουν στό πλήρωμα. Καί εἶναι γεγονός, πού οἱ πολλοί ἀγνοοῦν, ὅτι ἤδη ἀπ’ τήν πατροπαράδοτη πλουσιώτατη καί ποικιλώτατη μουσική ἔκφραση στίς διάφορες Ἀκολουθίες τοῦ νυχθημέρου, ἔχουν μείνει πολύ λίγα ἔντεχνα μελωδήματα, ποιήματα τῶν περιφήμων μελουργῶν μας, βυζαντινῶν καί νεοελλήνων, δηλαδή ἀργά Δοξαστικά, ἀργές Καταβασίες καί Δοξολογίες, ἀργά Κεκραγάρια καί Πασαπνοάρια, καί ἄλλα ἀριστουργήματα τῆς Ἑλληνικῆς Ψαλτικῆς Τέχνης, γιά τά ὁποῖα θά ἔπρεπε νά καυχώμεθα. Καί αὐτά τά λίγα, ὡστόσο, πού σπάνια ψάλλονται, οἱ πολλοί τά θεωροῦν μακρόσυρτα, καί μᾶλλον δέν τά θέλουν, ὅταν μάλιστα μία κακή καί ἄτεχνη καί ἀπροετοίμαστη ψαλμώδηση καταστρέφει τά νοήματα τῶν ὑμνογραφημάτων καί τά καθιστᾶ ἀκατανόητα. Καί ἔχουν δίκαιο, ἄν ἐμεῖς πρῶτα, οἱ ἄνθρωποι οἱ ταγμένοι στήν ὀρθή ἐπιτέλεση τῆς Θείας Λατρείας, δέν διακρίνουμε ὅτι ἄλλο πρᾶγμα εἶναι οἱ πομπώδεις τελετές, πού ἀπομειώνουν τό πνευματικό στοιχεῖο, καί ἄλλο πρᾶγμα εἶναι ἡ σεμνοπρεπής μεγαλοπρέπεια, τήν ὁποία εἶμαι βέβαιος ὅτι μποροῦμε νά προσφέρουμε στόν πιστό λαό μας. Πολλά πράγματα μποροῦμε, καί πολλά καλά κάνουμε. Θεωρῶ ὅμως ὅτι δέν μπροῦμε νά λαμβάνουμε ρυθμιστικές ἀποφάσεις ἀγνοοῦντες τίς εὔλογες ἐνστάσεις τοῦ λαοῦ. Καί θεωρῶ ἀκόμη ὅτι διορθώνοντας πολλά πράγματα καί προσφέροντάς τα μέ τό «ἀρχαῖον κάλλος» μποροῦμε νά ἄρουμε πολλές ἀπ’ τίς ἐνστάσεις τοῦ κόσμου καί νά τόν βοηθήσουμε νά κατανοεῖ τό οὐσιαστικό νόημα τῶν λειτουργικῶν δρωμένων.
Μέ βάση τίς σκέψεις αὐτές θά ἤθελα νά σᾶς ἐπαναλάβω, μετά τήν πρόσφατη Ἐγκύκλιόν μου ὑπ’ ἀριθμ. 36, μέ ἀριθμ. πρωτ. 1466/ΕΞ.3941/8-8-2005, μερικά σημεῖα πού πρέπει νά προσέξετε ὥστε νά συμβάλετε κατά τό δυνατόν στήν ὀρθή ἐπιτέλεση τῆς Θείας Λατρείας, τῆς μεγάλης αὐτῆς καί μοναδικῆς εὐλογίας πού διαθέτει ἡ Ἐκκλησία μας. Εὐνόητον εἶναι ὅτι μέ ὅσα σᾶς λέγω στή συνέχεια δέν τοποθετοῦμαι ὑπέρ τῆς ἀλογίστου καί ἀκρίτου ἁπλότητος καί λιτότητος στή Θεία Λατρεία μας, ἐπειδή πιστεύω ὅτι αὐτή εἶναι μεγαλειώδης, καί δέν πρέπει νά χάσει αὐτόν τόν χαρακτῆρα της, ἀλλά ὅτι, ταυτόχρονα, αὐτή πρέπει νά εἶναι σεμνοπρεπής καί εὔτακτη. Ἐπιχειρῶ διορθώσεις κάποιων σημείων, πού κατά τήν γνώμη μου παρεκκλίνουν καί ἀπό τό πνεῦμα καί ἀπό τήν παράδοσή μας.


1. Περί τοῦ «Εἰς πολλά ἔτη, Δέσποτα»
Λόγῳ τῶν βιοτικῶν συνθηκῶν τῆς ἐποχῆς μας, ὅπου ὁ πολύς κόσμος εἶναι ἀποξενωμένος ἀπό τήν πίστη καί εἶναι ἄμοιρος καί τῆς στοιχειώδους τελετουργικῆς παιδαγωγίας καί εὐταξίας, θεωρῶ ὅτι εἶναι πρώτιστη ἀνάγκη νά περιορισθοῦν τά πολλά «εἰς πολλά ἔτη Δέσποτα» πού προκαλοῦν καί σκανδαλίζουν. Καί τοῦτο ἕως ὅτου διδάξουμε τόν λαό μας γιά τήν σκοπιμότητα καί τήν χρησιμότητα αὐτῆς τῆς εὐφημίας. Τό καθιερωμένο Τυπικό τῆς Ἐκκλησίας μας ἀλλά καί ἡ στερρά παράδοση, ὁρίζουν πότε ψάλλεται ἀπ’τούς χορούς τῶν ψαλτῶν, καί κάποτε συγχρόνως ἀπ’ τούς δυό χορούς, τό «εἰς πολλά ἔτη», καί δέν ἐπιτρέπουν νά ἀντικαθιστᾶ τό «Κύριε ἐλέησον» ἤ τό «Ἀμήν», κατά τήν ἀρέσκειαν τῶν ψαλτῶν ἤ καί τοῦ λειτουργοῦντος Ἀρχιερέως. Γενικά, τό «εἰς πολλά ἔτη Δέσποτα» ψάλλεται μόνο κατά τίς δύο συγκεκριμένες περιπτώσεις, καί εἶναι καί οἱ δύο «εἰσοδικές» δηλαδή ψάλλεται κατά τήν εἴσοδο τοῦ Ἀρχιερέως στόν Ναό καί κατά τήν ψαλμώδηση τοῦ Εἰσοδικοῦ, τῆς μικρᾶς λεγομένης εἰσόδου. Ὁ Ἀρχιερεύς εύφημεῖται, πάλι, σέ τρεῖς ἄλλες συγκεκριμένες περιπτώσεις˙ πρῶτον, κατά τήν προσκύνησιν τῶν ἱερῶν εἰκόνων, εἰς τούς αἴνους, μέ τήν ψαλμώδηση τοῦ ἀρχαίου ἀριστοτεχνικοῦ μελουργήματος «Τόν δεσπότην καί ἀρχιερέα ἡμῶν….», δεύτερον, κατά τόν Τρισάγιον Ὕμνον, μέ τήν λεγομένη «Φήμη» του, καί τρίτον, στήν ἀπόλυση τῶν Ἀκολουθιῶν, μέ τήν εὐφημία «Τόν δεσπότην καί ἀρχιερέα ἡμῶν….» σέ σύντομο μέλος. Σέ ὅλες τίς ἄλλες περιπτώσεις πού μνημονεύεται τό ὄνομα τοῦ οἰκείου Ἀρχιερέως ψάλλεται τό «Κύριε ἐλέησον» ἤ τό «Ἀμήν».
Συγκεκριμένα ὅταν τό «εἰς πολλά ἔτη» ψάλλεται γιά νά καλύψει τόν ἀπαιτούμενο χρόνο τῆς εὐλογίας τοῦ Ἀρχιερέως, καλῶς ψάλλεται ὡς ψάλλεται˙ καί τοῦτο συμβαίνει κυρίως κατά τήν εἴσοδον τοῦ Ἀρχιερέως. Πρέπει ὅμως νά διαρκεῖ τόσο ὅσο χρειάζεται γιά νά λάβουν καιρό οἱ ἱερεῖς καί οἱ διάκονοι καί οἱ πρῶτοι τῶν ψαλτῶν. Τό περισσόν δέν ἔχει νόημα. Μετά τήν ἐκφώνηση τοῦ Εὐαγγελίου ἐπικράτησε τόν τελευταῖο αἰῶνα νά ψάλλεται τό «εἰς πολλά ἔτη, Δέσποτα», πάλι κατά μέλος ἀργό καί ἐπικαλυπτικό τοῦ ἀπαιτουμένου χρόνου τῆς παραδόσεως τοῦ Εὐαγγελίου στόν Ἀρχιερέα ἀπό τόν Διάκονο. Εἶναι καλύτερο νά ἐπανέλθουμε στήν ἀρχαιότερη καί γνησιότερη πράξη, νά ἐκφωνεῖται «χύμα» τό «εἰς πολλά ἔτη Δέσποτα» καί νά ψάλλεται ἀργῶς καί μετά μέλους ἡ κανονική δοξαστική ἀναφώνηση «Δόξα σοι, Κύριε, δόξα σοι», «γιά τά θεῖα λόγια Σου πού ἀκούσαμε». Καί κατά τίς τρεῖς, πάλι, ἱκετήριες δεήσεις τοῦ Ἀρχιερέως πρό τῶν βιβλικῶν ἀναγνωσμάτων, δηλαδή «Κύριε, Κύριε, ἐπίβλεψον….» δέν ψάλλεται, ὡς κακῶς ἐπικράτησε, τό «εἰς πολλά ἔτη», ἀλλά τό «Κύριε ἐλέησον». Καί βεβαίως ὅταν ψάλλεται τό «εἰς πολλά ἔτη» ταυτοχρόνως μέ ἄλλο ψάλμα τῶν ἱερέων, ὡς συμβαίνει εἰς τό Εἰσοδικό «Δεῦτε προσκυνήσωμεν» ἤ «Ἐκ γαστρός πρό ἑωσφόρου ….» καί τά ἄλλα τῶν ἑορτῶν, καθώς καί στήν Εἰσοδο τοῦ Μεγάλου Ἑσπερινοῦ, πρέπει νά ψάλλεται «ἡσυχωτέρα φωνῇ», ὥστε νά μή καλύπτεται τό κύριο μέλος. Καί τό πρᾶγμα ἔχει σημασία, γιατί μέ τήν χρήση τῶν μικροφώνων τό ἀκρόαμα πολλές φορές εἶναι τρομακτικό. Ὅσον ἀφορᾶ στή φήμη τοῦ Ἀρχιερέως, αὐτή ψάλλεται μία φορά ἀπό τούς ἱερεῖς στό Ἱερό Βῆμα καί ἄλλη μία ἀπό τόν δεξιό χορό τῶν ψαλτῶν.

2. Περί τοῦ ἤθους τοῦ μέλους τῶν τροπαρίων καί ψαλμάτων
Γνωρίζουμε ὅτι ἡ μουσική ἔκφραση ἐνεργεῖται καί ἐπιτυγχάνεται μέ τό ἁρμόδιο κάθε φορά ἦθος τοῦ μέλους, πού κι αὐτό ἐξαρτᾶται ἀπ’ τά νοήματα καί τήν ὅλη ποιητική πλοκή τῶν ψαλμῶν καί τῶν τροπαρίων. Τό μουσικό καί ποιητικό μαζί, ἦθος διακρίνεται σέ διασταλτικό, συσταλτικό καί ἡσυχαστικό. Τό ἀνάλογο ἦθος συμβάλλει πάρα πολύ στήν δημιουργία τῶν ἴδιων συναισθημάτων στίς καρδιές τῶν πιστῶν - ἀκροατῶν, πού τά νοήματα τῶν ὕμνων ἐμπερικλείουν, ὅπως τά ἐμπνεύστηκε ὁ ἅγιος ὑμνογράφος καί τά ζοῦσε βιωματικά. Οἱ ὕμνοι, ἐπειδή σχεδόν πάντοτε, ἔχουν μικτό περιεχόμενο χαρᾶς καί κατανύξεως μαζί, γιατί ἡ χαρμολύπη εἶναι ἐκείνη πού διαποτίζει ὅλους τούς ὀρθόδοξους ὕμνους, εἶναι δοξολογικοί ἤ δοξαστικοί, θριαμβικοί ἤ ἐγκωμιαστικοί, θρηνητικοί ἤ ἱκετήριοι, παρακλητικοί ἤ εὐχαριστήριοι, μέ καταληκτήρια πάντοτε ἀποστροφή τό «Κύριε δόξα σοι» ἤ «τό μέγα ἔλεος», σέ ποικίλες ποιητικές ἐκφράσεις. Οἱ ὑμνογράφοι καί μελογράφοι τῆς λατρείας μας γνώριζαν καλά αὐτές τίς ἐκφραστικές δυνατότητες καί ἐποίησαν καί ἐμέλισαν τούς ὕμνους μέ τούς συγκεκριμένους ἤχους, διατονικούς καί χρωματικούς καί ἐναρμονίους, καί ἀνέπτυξαν τά γένη τῆς μελοποιΐας, δηλαδή τό Στιχηραρικό, τό Εἰρμολογικό καί τό Παπαδικό, μέσα στά ὁποία νοοῦνται καί οἱ τρεῖς βασικοί τρόποι ψαλμωδήσεως, δηλαδή σύντομα, ἀργά καί μελισματικά ἤ καλοφωνικά ὅπως λέγονται στήν Ψαλτική Τέχνη.
Ἔχοντες αὐτά ὑπ’ ὄψη, κατανοοῦμε καλύτερα τό ἦθος πού κάθε φορά ἐπιβάλλεται μέ τήν ἀργή ἤ τήν σύντομη ψαλμώδηση στή λατρεία μας. Τά Χερουβικά καί τά Κοινωνικά ἔχουν κατανυκτικό χαρακτῆρα˙ τό ἴδιο καί τά μεγάλα Προκείμενα τῆς Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς, τό «Μή ἀποστρέψης» καί τό «Ἔδωκας κληρονομίαν». Καί ψάλλονται ὅπως καλά ψάλλονται, μέ ἀργό καί πλατύ μέλος καί κατανυκτική διάθεση.
Τό κοντάκιον «Τῇ ὑπερμάχῳ στρατηγῷ» κατά τίς στάσεις τῶν Χαιρετισμῶν καί στόν Ἀκάθιστο Ὕμνο, ψάλλεται καί αὐτό κατά τρεῖς τρόπους˙ ἀργό ἤ σύντομο ἤ καλοφωνικό, ἤ καί ἀργοσύντομο. Ὁ πιστός λαός γνωρίζει καλά καί μπορεῖ νά παρακολουθεῖ ἤ καί νά συμβάλλει χαμηλοφώνως τό γνωστό σύντομο μέλος, πού χαρακτηρίζεται καί ὡς «ἐκκλησιαστικόν», καί ἔχει καθιερωθῇ ὡς ἐθνικός, οὕτως εἰπεῖν ὕμνος. Καλόν εἶναι νά ἀποφεύγετε τό ἀργόν μέλος, ἡ ἐκτέλεση τοῦ ὁποίου προϋποθέτει ἄριστη προετοιμασία, κατηρτισμένο χορό. Τό ἴδιο καί μέ τό παλαιό ἀργό μέλος τοῦ Ἀλληλούϊα καί τοῦ «Ἰδοῦ ὁ νυμφίος ἔρχεται», στίς Ἀκολουθίες τοῦ Νυμφίου.

3. Περί τῆς ἁπλότητος τοῦ ψάλλειν
Παρεμφερῶς πρός τά εὐθύς ἀνωτέρω λεγόμενα, ἐπιθυμῶ νά σᾶς ὑπενθυμίσω ὅτι ἡ ἐκκλησιαστική μουσική, ὡς χορικόν ἆσμα, ἔχει κύριον γνώρισμα τήν ἁπλότητα, γιά νά μποροῦν οἱ πιστοί νά παρακολουθοῦν καί συμμετέχουν. Ἡ ἁπλότης συντελεῖ στή σεμνοπρεπῆ καί ταυτόχρονα μεγαλοπρεπῆ ἔκφραση τῆς Θ. Λατρείας. Γιά τόν λόγον αὐτόν, ἄλλωστε, πολλά μελωδήματα ἔχουν κοινή καταληκτήρια μελωδία, πού ἐπαναλαμβάνεται αὐτούσια, καί πολλές κοινές καί ἐπαναλαμβανόμενες καταληκτικές μελωδικές γραμμές, γιά τόν ἴδιο ἀκριβῶς λόγο. Ἡ ἁπλότητα στόν τρόπο τοῦ ψάλλειν εἶναι ἀνάγκη τῆς ἐποχῆς μας. Θά ἦταν εὐχῆς ἔργον ἄν εἴχατε τήν δυνατότητα, μέ τήν οἰκονομική στήριξη βέβαια τῶν Ἱερῶν Ναῶν σας ὅπου ψάλλετε, νά συγκροτήσετε χορούς ψαλτῶν, οἱ ὁποῖοι θά ψάλλουν ἁπλά, ἐπειδή ἀκριβῶς θά πρέπει νά συντονίζονται σέ κοινή παρτιτούρα. Βέβαια ὁ πρωτοψάλτης ἤ ἄλλος καλόφωνος ἀπ’ αὐτούς τούς χορούς, θά ἐναλλάσσεται καί θά ψάλλει τά διάφορα ἐπιτηδευμένα μέλη. Καί λέγοντες ἐδῶ ψαλτικές ἐπιτηδεύσεις δέν ἐννοοῦμε τήν ἄκριτη ψαλμώδηση τῶν λεγομένων κρατημάτων «τεριρέμ» καί «τενενά» καί ἄλλων. Τά κρατήματα, θαυμάσιες ὁπωσδήποτε μελικές ἐπιτηδεύσεις τῆς βυζαντινῆς παραδόσεώς μας, ἐξυπηρετοῦσαν κυρίως, καί ἐξυπηρετοῦν ἀκόμη, τήν μοναστηριακή λατρεία μέ τίς πολλές καί ἀργές ἀγρυπνίες, διά νά «κρατοῦν», ἀκριβῶς, νά παρατείνουν τήν χρονική διάρκεια. Στίς μέρες μας καί στίς πόλεις δέν ὑπάρχει αὐτή ἡ πολυτέλεια τοῦ χρόνου, ἐκτός ἀπό συγκεκριμένες ὧρες λατρείας, κατά τούς πανηγυρικούς Ἑσπερινούς ἤ τήν πολυαρχιερατική Θεία Λειτουργία κατά τήν ψαλμώδηση τοῦ «Δύναμις, Ἅγιος ὁ Θεός» ἤ τῆς φράσεως τοῦ Χερουβικοῦ «Ὡς τόν βασιλέα τεριρέμ» γιά νά καλυφθῇ ὁ ἀπαιτούμενος χρόνος. Καί πάλι, πρέπει μέ μεγάλη φειδώ νά ψαλμωδοῦνται κρατήματα, καί πάντως ἀπό καλοφώνους καί ἐμπείρους ψάλτας ἤ χορούς ψαλτῶν καί πάντοτε μετά ἀπό καλή προετοιμασία καί συνεννόηση μέ τόν κλῆρο τοῦ Ναοῦ, γιά τόν χρόνο διάρκειας γενικά τῆς λατρείας. Ἡ καταπόνηση τῶν ἐκκλησιαζομένων πού στέκουν ὄρθιοι δέν πρέπει νά μᾶς ἀφήνει ἀδιαφόρους. Ἄς μή τούς καταδικάζουμε στό μαρτύριο τῆς παρατάσεως τῆς ὀρθοστασίας, ἐπειδή ἦλθαν στήν ἐκκλησία!

4. Περί τῆς συμψαλμωδίας
Ἡ συμψαλμωδία κατά τήν Θεία Λατρεία, δηλαδή ἡ ἀπό κοινοῦ ὑπό τῶν ψαλτῶν καί τοῦ λαοῦ ψαλμώδηση, ἦταν τό χαρακτηριστικώτερο στοιχεῖο τῆς Λατρείας κατά τήν πρωτοχριστιανική ἐποχή κατά τήν ὁποία, βεβαίως, δέν ὑπῆρχαν ψάλτες, ἀλλά ἔψαλλε ὁλόκληρη ἡ εὐχαριστιακή σύναξη τῶν πιστῶν, καί εἶναι ἴσως, κατά μία πολύ πρωτοποριακή ἄποψη, καί στοιχεῖο τῆς καλῶς νοουμένης λειτουργικῆς ἀναγεννήσεως, ἤ τῆς ἐπαναγωγῆς «εἰς τό ἀρχαῖον κάλλος» σήμερα. Οἱ δυσκολίες, ὡστόσον, οἱ ὁποῖες ἐγείρονται γιά τήν ἐπίτευξη τῆς συμψαλμωδίας σήμερα, εἶναι σχεδόν ἀνυπέρβλητες. Καί ὁ βασικός λόγος εἶναι τό γεγονός αὐτό τοῦ θαυμαστοῦ ψαλτικοῦ βυζαντινοῦ καί νεοελληνικοῦ μουσικοῦ πολιτισμοῦ μας, πού εἶναι τό μέγα θησαύρισμα τῆς Ὀρθοδοξίας. Ὡστόσον, ἡ παράδοση ἡ ἴδια, πάλι, ἀνέχτηκε καί σχεδόν ἐπέβαλε τήν συμψαλμώδηση σέ ὡρισμένα ἀπ’ τά πλέον ἀγαπητά τροπάρια τῆς Λατρείας μας, πού ψάλλονται ὡς τραγούδια. Ἐπί παραδείγματος «Τῇ ὑπερμάχῳ», «Σῶσον Κύριε τόν λαόν σου», «Τόν νυμφῶνα σου βλέπω» ἤ καί τά ὑποψάλματα τῶν Ἀντιφώνων, τά ὁποῖα ἀκριβῶς πρέπει νά ἀντιφωνοῦνται ἀπό τόν λαό. «Ταῖς πρεσβείαις τῆς Θεοτόκου», «Σῶσον ἡμᾶς Υἱέ Θεοῦ», ἤ ἀκόμα ἄλλα ἐξαποστειλάρια, τῆς Παρακλήσεως «Ἀπόστολοι ἐκ περάτων» κ.λπ. Εἰς αὐτές τίς περιπτώσεις μπορεῖτε νά ἐπιλέγετε τό κοινόν καί γνωστόν σέ ὅλους μέλος καί νά διευκολύνετε τό ἐκκλησίασμα νά σιγοψάλει μαζί σας. Ἔτσι συμβάλλετε, πάλι, στή συμμετοχή τοῦ λαοῦ στά δρώμενα τῆς Θείας Λατρείας μας.

5. Περί τῆς ἀπαγγελίας τοῦ Ἀποστολικοῦ καί τοῦ Εὐαγγελικοῦ ἀναγνώσματος
Τά Βιβλικά Ἀναγνώσματα κατά τήν Θεία Εὐχαριστία εἶναι μόνον τῆς Καινῆς Διαθήκης, καί εἶναι ὁ Ἀπόστολος καί τό Εὐαγγέλιον. Τά Ἀναγνώσματα διαδίδουν τήν ἀκραιφνῆ χριστιανική διδασκαλία καί ἀποτελοῦν τόν ὑπέρτατο ἀναβαθμό συνομιλίας τῶν πιστῶν ἀνθρώπων μέ τόν Θεό. «Εἶπεν ὁ Κύριος» καί οἱ ἄνθρωποι ἀκούουν καί ἀποδέχονται τόν θεῖο λόγο ἀπολυπραγμόνητα. «Ἀδελφοί», λέγει ὁ Ἀπόστολος, καί οἱ ἀποδέκτες τῶν ἀποστολικῶν ἐπιστολῶν, ὅλοι ἐμεῖς, ἄς ἀναγινώσκουμε μετά πόθου. Κατά τήν ἀνάγνωση τό προέχον εἶναι νά διασώζεται ἡ ἔννοια τῶν φράσεων καί ἡ κατανόησή τους ἀπό τόν λαόν. Τά ἀναγνώσματα αὐτά, ὡς θεόπνευστα, εἶναι βαθυστόχαστα, θεολογικώτατα καί διδακτικώτατα, ἀλλά καί ἐν πολλοῖς δυσκολονόητα, ἄν μή καί ἀκατανόητα, ἀπό τούς πολλούς, καί θά πρέπει νά γίνεται μέ πᾶσαν ἐπιμέλειαν, ἀπό κατάλληλο πρόσωπο - ἀναγνώστη, μέ γραμματικές γνώσεις, μέ τήρηση τῶν σημείων στίξεως καί μέ τό γνωστό λογαοιδικό ὕφος, πού ἀποφεύγει τίς ἄμετρες μελωδικές γραμμές καί τά πολλά μελίσματα.
Παλαιότερα ὁ «Ἀποστολάριος», ἀλλά καί ὁ «Εὐαγγελιστής», ἐμελέτα τήν περικοπή καί ὡς πρός τήν ὀρθήν ἀνάγνωση καί κατανόησή της καί ὡς πρός τήν ἐκφωνητικήν ἀπαγγελίαν της μέ στερεότυπα ἐκφωνητικά μορφώματα, κατά τήν παράδοση τῆς στερρῆς ἐκφωνητικῆς σημειογραφίας καί πράξεως, ἀπ' τόν ἕκτο μέχρι καί τόν δέκατο-πέμπτο αἰῶνα. Ὁ σεβασμός πρός τά ἱερά βιβλικά κείμενα ἐπιβάλλει νά γίνεται ἡ ἀνάγνωση κατά τέτοιο τρόπο, ὥστε καί τό παραδοσιακό ὕφος νά διασώζεται ἀλλά καί ἡ κατανόησή των νά διευκολύνεται. Μέ εὐθύνη τοῦ πρωτοψάλτου θά ἐπιλέγεται ὁ «Ἀποστολάριος», καί βέβαια δέν θά δίνεται ὁ Ἀπόστολος σέ ἄτομο ἤ ψάλτη μέ ἀμφίβολη ἐκφωνητική ἐπίδοση. Ἡ ἀνάγνωση τοῦ Ἀποστολικοῦ Ἀναγνώσματος γίνεται ἀπό τόν Σωλέα μέ στροφή τοῦ Ἀναγνώστου πρός τόν λαό.

6 Περί τῆς ἐκφωνητικῆς ἀναγνώσεως καί ἄλλων βιβλικῶν κειμένων
Καί ἄλλα Βιβλικά Ἀναγνώσματα ὑπάρχουν στήν διάρθρωση τῶν παντοίων Ἀκολουθιῶν τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ νυχθημέρου. Αὐτά κυρίως προέρχονται ἀπ' τήν Παλαιά Διαθήκη, ὅπως εἶναι οἱ Ψαλμοί, κατά κύριο λόγο, ὁ Προοιμιακός εἰς τόν Ἑσπερινόν καί ὁ Ἑξάψαλμος εἰς τόν Ὄρθρον, γιά νά ἀναφέρω τήν πλέον κοινή περίπτωση, καί βέβαια οἱ Προφητεῖες καί τά ἐκ τῆς Σοφιολογίας κατά τούς Μεγάλους Ἑσπερινούς. Καί γνωρίζετε ἐσεῖς καί ὅλα τά ἄλλα βιβλικά Ἀναγνώσματα κατά τίς μεγάλες Δεσποτικές ἑορτές καί τήν Μεγάλη Ἑβδομάδα κυρίως. Ὑπάρχουν ἀκόμη, ἀπ' τήν Χριστιανική Ὑμνογραφία τά Κοντάκια καί οἱ Οἶκοι τῶν Κοντακίων, τά ὁποῖα τώρα ἀναγινώσκονται˙ καί ἀναγινώσκονται, σέ κάποιες περιπτώσεις, καί οἱ Κανόνες, ἤ μερικές μόνον ὠδές ἐξ αὐτῶν. Ἡ ἀνάγνωση ὅλων αὐτῶν τῶν Ἀναγνωσμάτων πρέπει νά γίνεται ἀπό ἁρμόδιο πρόσωπο τοῦ χοροῦ τῶν ψαλτῶν, τόν καθιερωμένο «Ἀναγνώστη» τῆς παραδόσεως, μέ ἄκρα ἐπιμέλεια καί ὕφος ἐκφωνητικό, πού θά καθιστᾶ τά νοήματα εὐκολονόητα. Οἱ θεωρητικοί τῆς ἀρχαίας ἑλληνικῆς Μουσικῆς ὑπαγορεύουν ὅτι οἱ ἀναγνώσεις γίνονται μέ τήν «μέση φωνή» τοῦ ἀνθρώπου χωρίς βιασύνη ἀλλά καί χωρίς ἀργότητα, χωρίς νά εἶναι μουσική, ἀλλά νά ἔχει μουσικότητα. Δέν ἀναγινώσκουμε διά τούς ἑαυτούς μας, πρᾶγμα πού θά μποροῦσε νά ἦταν καί μυστικῶς ἤ χαμηλοφώνως, ἀλλά γιά ὅλους τούς ἀδελφούς μας. Ὅλα αὐτά τά κείμενα εἶναι πνευματικότατα. Δέν μποροῦμε νά τά «διαβάζουμε» ὅπως τά ὁποιαδήποτε ἄλλα κείμενα ἤ καί τήν ἐφημερίδα μας. Ἡ καλή ἀνάγνωση εἶναι τέχνη, - δηλαδή ὀρθοφωνία καί ἄρθρωση – πού διδάσκεται μάλιστα, ὡς «ἀπαγγελία» στά Ὠδεῖα, καί βέβαια ἀποκτᾶται μέ τήν τριβή στήν παράδοση καί πάνω στό ψαλτικό Ἀναλόγιο.

7. Περί τοῦ Κοινωνικοῦ ψάλματος
Τό Κοινωνικόν εἶναι ἕνα μέλος προπαρασκευαστικόν καί ἐπικαλυπτικόν συγχρόνως τῆς Θείας Μεταλήψεως, τόσον τῶν ἱερέων, ὅσο καί τῶν πιστῶν. Ὡς κείμενον εἶναι ἕνας μόνον ἐπιλεγμένος στίχος ἀπό κάποιον Ψαλμόν, καί μόνον εἰς δύο περιπτώσεις, τό Πάσχα καί τήν Μεσοπεντηκοστήν, εἶναι ἕνας στίχος τῆς Καινῆς Διαθήκης. Καί στίς δύο περιπτώσεις τό «κείμενον» τοῦ Κοινωνικοῦ εἶναι πολύ βραχύ. Ὡς μέλος, ἀπ' τόν δωδέκατο αἰῶνα, καί σαφέστερα ἀπ' τά τέλη τοῦ δεκάτου τρίτου αἰῶνος, εἶναι ἐκτενές καί πλατύ κατά τήν ἀνάπτυξη τῆς μελωδίας, ἀναλόγως τῶν περιστάσεων. Ὑπάρχουν ἐκτενῆ καί μεγάλα Κοινωνικά, μέ ἐπιβολή μάλιστα νενανισμῶν, ἄλλα «συνοπτικά», συντετμημένα, σύντομα, συντομώτερα, κ.λπ. Παλαιότερα ἀπ' τόν δωδέκατο βυζαντινόν αἰῶνα, οἱ πατερικές μαρτυρίες μᾶς πληροφοροῦν ὅτι ἐψάλλετο ὁλόκληρος ὁ Ψαλμός, ἀπ' τόν ὁποῖο προέρχεται καί ὁ στίχος τῶν βυζαντινῶν καί μεταβυζαντινῶν Κοινωνικῶν ψαλτικῶν συνθέσεων. Μποροῦμε λοιπόν νά ἐπανέλθουμε εἰς τήν ἀρχαίαν πρᾶξιν. Μποροῦμε δηλαδή νά συγκεράσουμε τά πράγματα. Δηλαδή εἰς τήν ἀρχήν, πρό τῆς ἐνάρξεως τῆς ψαλμωδίας, νά ἀπαγγέλλεται ὁ στίχος τοῦ Κοινωνικοῦ εὐκρινῶς καί ἐκφώνως, οὕτως ὥστε νά προετοιμάζεται ὁ λαός εἰς τήν κατανόηση τοῦ νοήματος τοῦ στίχου. Καί ἀκολούθως ἤ νά ψάλλεται ὅλος ὁ ψαλμός, ἤ νά ψάλλεται τό μουσικόν μέλος τοῦ Κοινωνικοῦ. Τό μέλος τῶν Κοινωνικῶν εἶναι θεσπέσιο, καί ἐπικαλύπτει τό μυστήριο τῆς Κοινωνίας, τόσο κατά τήν προετοιμασία ὅσο καί κατά τήν μετάληψη τῶν πιστῶν. Κυριολεκτικά τό Κοινωνικόν ὑπηρετεῖ αὐτό τό Μυστήριον τῆς Θείας Κοινωνίας, καί δέν μπορεῖ, καί δέν πρέπει οὔτε νά παραλείπεται οὔτε νά ἀντικαθίσταται ἀπό ἄλλα ψάλματα, ἤ τό χειρότερο, ἐξωλατρευτικά ἄσματα, καί ἐξωψαλτικά καμώματα. Οἱ ψάλτες ὀφείλουν νά μαθαίνουν ὅλη τήν σειράν τῶν Κοινωνικῶν καλά, γιά νά ὑπηρετοῦν καί αὐτοί καλά αὐτό τό Μυστήριο. Δέν ἐπιτρέπεται χαλάρωση καί ἀδολεσχία, στό κυριώτατο καί καιριώτατο αὐτό σημεῖο τῆς Λατρείας μας.

8. Περί τῆς στάσεως τῶν ψαλτῶν στό ἀναλόγιο
Ἡ τέλεση τῆς Θείας Λατρείας εἶναι μέν ὀφειλόμενη καί ἀξιόχρεη πράξη ἀναφορᾶς μας εἰς τόν Θεόν, «τόν δι' ἡμᾶς τούς ἀνθρώπους καί διά τήν ἡμετέραν σωτηρίαν» φανέντα στή γῆ καί τελέσαντα ὅλο τό μυστήριον τῆς θείας οἰκονομίας, εἶναι ὅμως συγχρόνως καί πράξη κοινωνίας «τῶν ἁγίων» μεταξύ μας καί, ἐκ μέρους τῶν λειτουργῶν καί διακονητῶν τῆς Λατρείας, καθώς καί μέσον διαδόσεως τοῦ μηνύματος τῆς σωτηρίας. Τό μήνυμα αὐτό ἐπιβάλλεται νά προσφέρεται μέ τρόπον ἀνάλογο πρός τήν βαρύτητα καί ἱερότητά του. Διά τόν λόγον αὐτόν ὅλες οἱ λεπτομέρειες στή Θεία Λατρεία παίζουν ἀποφασιστικό ρόλο καί δέν πρέπει νά παραβλέπονται. Ἡ στάση σας ἐπάνω στό Ἀναλόγιον δέν εἶναι ἄσχετη μέ τό μήνυμα αὐτό. Εἶναι, μάλιστα, παρομοία μέ τήν στάση τοῦ λαμπροφόρου Ἀγγέλου στόν ζωοδόχο τάφο τοῦ Ἀναστάντος Χριστοῦ, πού ἐκήρυξε τήν ἐκ νεκρῶν Ἀνάστασιν τοῦ Χριστοῦ καί τήν σωτηρία τοῦ ἀνθρωπίνου γένους. Ὅλος ὁ τρόπος τῆς συμπεριφορᾶς σας, ἐπίσης, ὅπως καί τῆς συμπεριφορᾶς τῶν ἱερέων καί τῶν ἐπιτρόπων τοῦ Ναοῦ σας ἀπέναντί σας καί ἀπέναντι τοῦ πιστοῦ λαοῦ, πρέπει νά εἶναι διακριτικός. Ὁ ὑπεύθυνος διακονητής τῆς Θείας Λατρείας προσέχει σέ ὅλα καί δέν δημιουργεῖ προσκόμματα μέ τόν τρόπο του στήν διάδοση τοῦ εὐαγγελικοῦ μηνύματος τῆς σωτηρίας. Εἶναι περιττόν νά σᾶς τονίσω, ὅτι οὔτε συζητήσεις οὔτε πολύ περισσότερον γέλωτες καί φαιδρότητες ἐπιτρέπονται ἐπάνω στό στασίδι σας. Ἐμπνεύσατε καί στούς βοηθούς σας εὐλάβειαν καί σύνεσιν. Ὁ λαός σᾶς παρακολουθεῖ καί θέλει νά σᾶς βλέπει νά εἶσθε πρότυπα σέ ὅλα.

9. Περί τηρήσεως τοῦ προσδιορισμένου καιροῦ τῆς λατρείας
Κάθε δημόσια σύναξη ἔχει τόν καιρό της καί γίνεται σέ προκαθορισμένο χρόνο· προκαθορισμένη ἔναρξη καί συγκεκριμένη λήξη, μέ μικρή ἴσως ἀπόκλιση κατά περίσταση. Συμβάλατε, παρακαλῶ, στήν ἀκριβῆ λήξη τῶν Ἱερῶν Ἀκολουθιῶν. Ὁ λειτουργός ἱερεύς, ἔχων ὑπ' ὄψιν του τό ἀκριβές καί ἐπίσημον τῆς Ἱερᾶς Ἀρχιεπισκοπῆς πρόγραμμα ἐνάρξεως καί λήξεως τῶν Ἀκολουθιῶν, ἔχει καί τήν εὐθύνην τῆς ἀκριβοῦς τηρήσεώς του. Χρειάζεται, ἑπομένως, τήν ἀγαστή συνεργασία καί συμπαράσταση τῶν Ἱεροψαλτῶν, ὥστε νά μή ὑπερβαίνονται τά ὅρια. Ὁ πιστός λαός γνωρίζει τόν καιρό τοῦ τέλους τῶν Ἀκολουθιῶν, καί ὅσο καί νά θέλει νά ἀνεχθῇ κάποιαν μικρή «ἱερή» καί ψαλτική ὑπέρβαση, δέν θέλει νά ὑπερβῇ τό δικό του πρόγραμμα ὑποχρεώσεων καί μετακινήσεών του. Δέν εἶναι καλό νά τοῦ δίδουμε ἀφορμή νά δυσανασχετεῖ ἤ νά φεύγει πρίν ἀπ' τή λήξη τῆς Ἀκολουθίας, ἤ καί τό χειρότερον νά σκέπτεται ὅτι ἄλλη φορά δέν θά ἀφεθῆ νά τοῦ ὁρίζουν τό πρόγραμμά του οἱ ψάλτες, ἤ καί οἱ παπάδες, μέ τίς «ἀτέλειωτες» ψαλμωδίες τους, ἤ τίς ἄκαιρες κοινωνικοπολιτικές καί «οἰκοδομητικές» παραινέσεις καί ἀνακοινώσεις πρίν ἀπ' τήν ἀπόλυση.

10. Περί τοῦ ἐνθέου ζήλου τῶν ψαλτῶν
Τέλος, ἐπιθυμῶ νά σᾶς διαβεβαιώσω ὅτι μέ ὅσα σᾶς ἔγραψα ἀνωτέρω, ἀναγνωρίζω τόν σημαντικό ρόλο σας στήν διεξαγωγή καί τέλεση τῆς ψαλτῆς Θείας Λατρείας. Γνωρίζω ἐπίσης ὅτι τό «μεράκι» σας καί τό «ἄνωθεν καταβαῖνον» τάλαντό σας εἶναι ἐκεῖνα πού σᾶς ὡδήγησαν στό Ἀναλόγιο, καί ὄχι οἱ ἀμοιβές πού λαμβάνετε καί πού ἔχουν μᾶλλον συμβολικό χαρακτῆρα. Τό «μεράκι» αὐτό, πού εἶναι μαζί καί ἔνθεος ζῆλος, εἶναι ἡ σωτήρια δύναμη ὅλων μας ὅσοι ἀσχολούμεθα μέ τά τῆς Ἐκκλησίας μας. Εἶναι μία δύναμη σταθερή καί ἀξεπέραστη, πού συνδυάζεται καί μέ τήν ἀγάπη μας γιά τήν Ὀρθοδοξία καί τήν πίστη μας γενικώτερα. Αὐτή τήν δύναμή μας ἐπιδιώκω νά ἀξιοποιήσωμε ὅλοι πρός τό καλό, δίδοντας ὁ καθένας μας τήν πολύτιμη συμβολή του στήν μεγάλη ὑπόθεση τῆς εὐσεβείας μας. Κανένας δέν περισσεύει. Γι' αὐτό καί ἀναπαύομαι ὅταν σᾶς ὁμιλῶ, ἐπειδή καί σᾶς ἀγαπῶ καί ἀναγνωρίζω τό σπουδαῖο ἔργο πού ἐπιτελεῖτε. Καί εἶμαι βέβαιος ὅτι καί σεῖς διαπνέεσθε ἀπό τά ἴδια συναισθήματα.
Εἶθε ὁ Κύριός μας Ἰησοῦς Χριστός καί ἡ Κυρία μας Θεοτόκος Μαρία νά μᾶς ἐνισχύουν, ὥστε νά ἐπιτελοῦμε στό ἀκέραιο τό χρέος μας, «ἕκαστος ἐφ' ᾦ ἐτάγη», καί νά διδάσκουμε τόν λαό μας τήν γνήσια, τήν ἀνόθευτη καί αὐθεντική θρησκευτικότητα, μακρυά ἀπό ξεπερασμένους τύπους καί ἐπιβαρημένες καταστάσεις οἱ ὁποῖες ἀπειλοῦν νά ἀκυρώσουν τόν μεγάλο σκοπό πού ὑπηρετοῦμε. Ὅσον ἐξαρτᾶται ἀπό ἐμᾶς, εἴθε νά συμβάλωμε ὅλοι μας στήν ἐπίτευξη τοῦ Ἀποστολικοῦ παρακελεύσματος γιά τήν τέλεση τῆς Θείας Λατρείας : «Πάντα εὐσχημόνως καί κατά τάξιν γινέσθω» (Α΄ Κορινθ. 14, 40 ).
Ὁ Θεός βοηθός μας!

Μετά πατρικῶν εὐχῶν καί ἀγάπης
Ο ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΣ