Τό ζήτημα τῆς κατά τίς Κυριακές γονυκλισίας ἐξακολουθεῖ νά ἀπασχολεῖ τούς κληρικούς καί τούς πιστούς, ἐπειδή γιά τό θέμα αὐτό ἔχουν διατυπωθεῖ ἐκ διαμέτρου ἀντίθετες ἀπόψεις. Ὑπάρχουν δηλ. ἐκεῖνοι πού ἰσχυρίζονται ὅτι ἀπαγορεύεται ἀπό τούς Ἱ. Κανόνες, καί εἰδικά ἀπό τόν 20όν τῆς Α' Οἰκουμενικῆς, οἱ γονυκλισίες κατά τίς Κυριακές καί κατά τήν περίοδο τοῦ Πεντηκοσταρίου, διότι δέν συνάδουν πρός τόν χαρμόσυνο καί ἀναστάσιμο χαρακτῆρα τῶν ἡμερῶν αὐτῶν, μιά καί οἱ γονυκλισίες εἶναι ἐκδηλώσεις μετανοίας καί τοῦ κατά Θεόν πένθους. Καί ὑπάρχουν καί ἄλλοι πού ἰσχυρίζονται τά ἀντίθετα, ὅτι δηλ. τό γονάτισμα κατά τήν ὥρα τῆς εὐλογίας τοῦ Ἄρτου καί τοῦ Οἴνου, στό "Τά σά ἐκ τῶν σῶν . . ." δέν εἶναι γονάτισμα πένθους, ἀλλά λατρείας πρό τοῦ θαύματος πού ἡ προσκυνητή θεότης ἐπιτελεῖ κατ' ἐκείνην τήν ἱερή στιγμή. Καί ὑπάρχει καί μία τρίτη κατηγορία θεολόγων πού ἰσχυρίζεται ὅτι ἡ γονυκλισία κατά τίς Κυριακές οὔτε συνιστᾶται, οὔτε ἀπαγορεύεται. Ἁπλῶς γίνεται ἀνεκτή ὅπου ἰσχύει καί τηρεῖται.
Δέν ὑπάρχει ἀμφιβολία ὅτι ὅσοι χριστιανοί μας γονατίζουν τίς Κυριακές, δέν τό κάνουν ἀπό ἀσέβεια, ἀλλά ἀπό μεγάλη εὐλάβεια, ἐπειδή ἔχουν διδαχθῆ ὅτι κατά τήν ὥραν τοῦ "Τά σά ἐκ τῶν σῶν . . ." συμβαίνουν φρικτά μυστήρια, ἐφ' ὅσον τό ψωμί καί τό κρασί, μέ τήν ἐπίκληση τοῦ Ἁγ. Πνεύματος μεταβάλλεται σέ Σῶμα καί Αἷμα Χριστοῦ. Καί εἶναι ἐπίσης βέβαιο ὅτι οἱ πιστοί μας αὐτοί δέν ἔχουν ἐντρυφήσει στούς Ἱ. Κανόνες, δέν ἔχουν μελετήσει τούς Ἁγ. Πατέρες καί συμπεριφέρονται ὅπως τούς ἐπιβάλλει ἡ χριστιανική τους συνείδηση, ἔστω κι ἄν ἡ συμπεριφορά τους αὐτή παραβιάζει τήν τάξη τῆς Ἐκκλησίας. Στή συνέχεια ἐπιχειροῦμε μιά ἀναλυτική καί ἀντικειμενική παρουσίαση τῶν διαφόρων πτυχῶν τοῦ θέματος στήν προσπάθειάν μας νά ὁρίσωμε τό ὀρθόν, πού πρέπει οἱ πιστοί μας νά ἀκολουθήσουν.
Α - ΤΙ ΣΗΜΑΙΝΕΙ Η ΛΕΞΗ ΓΟΝΥΚΛΙΣΙΑ
Πρίν προχωρήσουμε στά ἑπόμενα βήματα εἶναι χρήσιμο νά δοῦμε τί ἐννοοῦν οἱ ἱ.Κανόνες μέ τήν λέξη γονυκλισία. Ἡ γονυκλισία κατ' ἀρχήν εἶναι ἀρχαία εὐλαβής συνήθεια, μέ τήν ὁποίαν οἱ προσευχόμενοι ἄνθρωποι ἐξεδήλωναν τήν πίστιν των. Ἡ γονυκλισία διακρίνεται σέ δύο εἴδη. Πρῶτον ὅταν ὁ προσευχόμενος ἄνθρωπος κάμπτει τά γόνατά του καί κρατεῖ ὄρθιο καί πρός τά ἐμπρός τό σῶμα του. Συνήθως ἡ στάση αὐτή συνοδεύεται καί ἀπό ταυτόχρονο σταυροκόπημα. Τή στάση αὐτή τηροῦμε κατά τόν Ἑσπερινό τῆς γονυκλισίας δηλ. τῆς Πεντηκοστῆς. (Πρβλ. καί τόν ὑπαινιγμό τῆς πρώτης εὐχῆς τοῦ Ἑσπερινοῦ τῆς γονυκλισίας "δεήσεις προσφέρειν ἐν αὐχένος καί γονάτων κλίσεσιν"). Δεύτερον, ὅταν ὁ πιστός, μέ τά γόνατά του στηρίζεται στό ἔδαφος, ἀκουμπᾶ τά χέρια του σ' αὐτό καί τό μέτωπόν του κατά γῆς ἤ ὅταν ἐνῶ εἶναι ὄρθιος, γονατίζει μέ τά δυό γόνατα καί σκύβει μέχρις ὅτου τό μέτωπό του ἀκουμπήσει τό δάπεδο καί πάλιν ἀμέσως ἀνίσταται. Τοῦτο ἐπαναλαμβάνεται πλειστάκις. Τό πρῶτον εἶδος τῆς γονυκλισίας καλεῖται καί μικρή μετάνοια, τό δεύτερον μεγάλη μετάνοια ἤ πρόπτωσις ἤ ὑπόπτωσις ἤ ἐδαφιαία προσκύνησις. Τέτοιες μετάνοιες κάνουμε κατά τήν Θ. Λειτουργία τῶν Προηγιασμένων, ὅταν διέρχονται τά Ἅγια ἀπό ἐμπρός μας. Μεγάλη χρήση μεγάλων μετανοιῶν γίνεται ἀπό τούς μοναχούς, ἐνῶ καί οἱ Πνευματικοί ἐπιβάλλουν ἐνίοτε τίς μεγάλες μετάνοιες ὡς ἐπιτίμιο σέ ἁμαρτήσαντες χριστιανούς πού μετανοοῦν γιά τίς ἁμαρτίες των. Ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Νηστευτής εἰσήγαγε αὐτήν τήν συνήθειαν τῶν ἐπιτιμίων, τίς δέ μεγάλες αὐτές μετάνοιες ὀνομάζει ἁπλῶς γονυκλισίες. Ὁ Μ. Βασίλειος ταυτίζει τή μετάνοια μέ τήν ὑπόπτωση.
Διαφοροποίηση ὡς πρός τήν ἔννοια τῶν μικρῶν καί τῶν μεγάλων μετανοιῶν παρατηρεῖται στό κολλυβαδικό Τυπικό τοῦ λογίου οἰκονόμου π. Γεωργίου Ρήγα ἀπό τήν Σκιάθο, ὅπου ἀναγράφονται τά ἑξῆς : "Αἱ μετάνοιαι εἶναι δύο εἰδῶν, μικραί καί μεγάλαι. Καί αἱ μέν μικραί εἰσί τά προσκυνήματα διά τοῦ σημείου τοῦ σταυροῦ καί τῆς κλίσεως μόνον τῆς κεφαλῆς γινόμενα χωρίς κλίση γονάτων. Αἱ μικραί μετάνοιαι γίνονται καθ' ἑκάστην ἐν πάσῃ ἡμέρα καί οὐδέποτε ἀργοῦσι. Μεγάλαι δέ εἰσιν αἱ διά τῆς κλίσεως τῶν γονάτων... Αἱ μεγάλαι μετάνοιαι οὐδέποτε ἐπιτρέπεται νά γίνονται ἐν Σαββάτῳ ἤ Κυριακῇ (παρεκτός τῆς ἑορτῆς τοῦ Τιμίου Σταυροῦ) γίνονται δέ μόνον ἐν τῇ Μεγάλῃ Τεσσαρακοστῇ καθ' ἑκάστην πλήν Σαββάτου καί Κυριακῆ" ( Τυπικόν, Θεσσαλονίκη, 1994, σ. 42).
Ἐκ τῶν ὀλίγων αὐτῶν στοιχείων συνάγεται πάντως ὅτι ἡ προσευχή πού γίνεται μέ γονυκλισίες ἔχει τήν ἔννοιαν τῆς μετανοίας δηλ. τῆς ἐπιστροφῆς τοῦ ἁμαρτωλοῦ. Εἶναι δέ γνωστόν ὅτι στήν ἀρχαία Ἐκκλησία οἱ μετανοοῦντες διεκρίνοντο σέ 4 τάξεις, Πρῶτα - πρῶτα ἦσαν οἱ προσκλαίοντες, πού παρέμειναν ἔξω ἀπό τό ναό καί παρακαλοῦσαν τούς ἄλλους πιστούς νά προσευχηθοῦν γι' αὐτούς. Ἔπειτα ἤρχοντο οἱ ἀκροώμενοι. Αὐτοί εἰσήρχοντο στό νάρθηκα μόνο, καί ἀπό ἐκεῖ ἄκουγαν τήν ἀνάγνωση τῶν Γραφῶν. Μετά ἤρχοντο οἱ γόνυ κλίνοντες ἤ ὑποπίπτοντες, πού παρέμειναν γονατιστοί σέ ἔνδειξη μετανοίας καί τέλος οἱ συνιστάμενοι. Οἱ μετάνοιες, κατά ταῦτα ἦσαν δεῖγμα ταπεινώσεως καί ἐκζητήσεως τοῦ ἐλέους τοῦ Θεοῦ, καί εἶχαν τόν συμβολισμό τῆς πτώσεως κατά γῆς καί τῆς ἀνορθώσεως. Μέ τήν πτῶσι ἐσημαίνετο καί τό πένθος καί ἡ κατάνυξη. Μέ τήν ἀνόρθωση ἡ σωτηρία. "Καί καθ' ἑκάστην δέ γονυκλισίαν - γράφει ὁ Μ. Βασίλειος - καί διανάστασιν ἔργῳ δείκνυμεν ὅτι διά τῆς ἁμαρτίας εἰς γῆν κατερρύημεν καί διά τῆς φιλανθρωπίας τοῦ κτίσαντος ἡμᾶς εἰς οὐρανόν ἀνεκλήθημεν" ( Σύνταγμα . . . Ράλλη - Ποτλῆ Δ, σελ. 286 ).
Β - ΤΙ ΛΕΓΟΥΝ ΟΙ ΙΕΡΟΙ ΚΑΝΟΝΕΣ ΚΑΙ ΟΙ ΕΡΜΗΝΕΥΤΕΣ ΤΩΝ
Ἡ Κυριακή διεκρίνετο ἀνέκαθεν ὡς ἡμέρα - χαρᾶς καί πανηγύρεως, λόγῳ τῆς Ἀναστάσεως. Γι' αὐτό καί τήν Κυριακή δέν νηστεύουμε, καί ὅταν διανύουμε περίοδον νηστείας, πού δέν καταλύομεν λάδι, τό Σάββατο καί τήν Κυριακήν γίνεται κατάλυσις. Ὁ 66ος Κανών τῶν Ἁγ. Ἀποστόλων ὁρίζει. "Εἴ τις κληρικός εὑρεθῇ τήν Κυριακήν ἡμέραν νηστεύων ἤ τό Σάββατον πλήν τοῦ ἑνός μόνου ( τοῦ Μ. Σαββάτου ) καθαιρείσθω. Εἰ δέ λαϊκός ἀφοριζέσθω". Ὁ 18ος τῆς ἐν Γάγγρᾳ ὁρίζει. "Εἴ τις διά νομιζομένην ἄσκησιν ἐν τῇ Κυριακῇ νηστεύει, ἀνάθεμα ἔστω". Μπορεῖ κάποιος νά διερωτηθῇ διατί οἱ Κανόνες ἀσχολοῦνται μέ τέτοια πράγματα καί δέν ἀφήνουν ἐλεύθερο τόν κόσμο νά κάνει ὅ, τι τοῦ ἀρέσει καί ὅ, τι θέλει. Εὔλογος φαίνεται ἡ ἀπορία. Ὅμως σέ ὅλα τά θέματα δέν πρέπει νά ἀκολουθοῦμε τό ἀρέσκον, ἀλλά τό ὀρθόν. Ἀλλοιῶς δέν θά ὑπάρχει τάξη στήν Ἐκκλησία καί δέν θά τηροῦνται οἱ συμβολισμοί, πού οὐσιαστικά ἔχουν δογματικό περιεχόμενο. Ὁ καθηγητής κ.Ἰ. Φουντούλης παρατηρεῖ. "Ἡ στάση κατά τή θεία λατρεία δέν καθορίζεται ἀπό τή δική μας προσωπική εὐλάβεια καί διάθεση, ἀλλά ἀπό τήν παράδοση τῆς Ἐκκλησίας, βάσει τοῦ νοήματος, πού δίδει σέ κάθε λειτουργική στάση καί σέ κάθε λατρευτική στιγμή" ( Ἰω. Φουντούλη. Λειτουργικά σ. 237).
Μαζί μέ τή νηστεία οἱ ἱ. Κανόνες ἀπαγορεύουν καί τή γονυκλισία τίς Κυριακές. Ὁ Ἅγιος Εἰρηναῖος γράφει, "Τό δέ ἐν Κυριακῇ μή κλίνειν γόνυ σύμβολόν ἐστι τῆς Ἀναστάσεως, δι' ἧς τῇ τοῦ Χριστοῦ χάριτι τῶν τε ἁμαρτημάτων καί τοῦ ὑπ' αὐτοῦ τεθανατωμένου θανάτου ἠλευθερώθημεν". Συναφής εἶναι καί ἡ μαρτυρία τοῦ ψευδο -Ἰουστίνου στήν ΡΙΕ' ἀπάντησή του περί ἀπαγορεύσεως τῆς γονυκλισίας κατά τίς Κυριακές. "Ἐκ τῶν Ἀποστολικῶν δέ χρόνων ἡ τοιαύτη συνήθεια ἔλαβε τήν ἀρχήν, καθώς φησίν ὁ μακάριος Εἰρηναῖος, ὁ μάρτυς καί ἐπίσκοπος Λουγδούνου" (ΒΕΠΕΣ 4, 1955 σ. 128 ) . Βασική σημασία γιά τό θέμα αὐτός ἔχει ὁ 20ός ἱερός Κανών τῆς Α' Οἰκουμενικῆς Συνόδου, ὁ ὁποῖος ὁρίζει. "Ἐπειδή τινες εἰσίν ἐν τῇ Κυριακῇ γόνυ κλίνοντες καί ἐν ταῖς Πεντηκοστῆς ἡμέραις, ὑπέρ τά πάντα ἐν πάσῃ παροικίᾳ φυλάττεσθαι, ἐστῶτας ἔδοξε τῇ Ἁγίᾳ Συνόδῳ τάς εὐχάς ἀποδιδόναι τῷ Θεῷ". Δηλ. ἡ ἁγία Σύνοδος ὁρίζει τίς Κυριακές καί τήν περίοδο τοῦ Πεντηκοσταρίου ὄρθιοι νά προσεύχωνται οἱ χριστιανοί. Πιό σαφής εἶναι ὁ 90ός ἱ. Κανών τῆς Στ' Οἰκουμενικῆς Συνόδου.'Ιδού τί ὁρίζει. "Ταῖς Κυριακαῖς μή κλίνειν ἐκ τῶν θεοφόρων ἡμῶν Πατέρων κανονικῶς παρελάβομεν, τήν τοῦ Χριστοῦ τιμῶντες ἀνάστασιν. Ὡς ἄν οὖν μή ἀγνοῶμεν τό σαφές τῆς τούτου παρατηρήσεως δῆλον τοῖς πιστοῖς καθιστῶμεν, ὥστε μετά τήν ἐν Σαββάτῳ ἑσπερινήν τῶν ἱερωμένων πρός τό θυσιαστήριον εἴσοδον, κατά τό κρατοῦν ἔθος, μηδένα γόνυ κλίνειν μέχρι τῆς ἐφεξῆς κατά τήν Κυριακήν ἑσπέρας, καθ' ἥν μετά τήν ἐν τῷ λυχνικῷ εἴσοδον αὖθις τά γόνατα κάμπτοντες, οὕτω τάς εὐχάς τῷ Κυρίῳ προσάγομεν". Δηλ. ἀπό τό βράδυ τοῦ Σαββάτου, μετά τόν Ἑσπερινό, μέχρι τόν Ἑσπερινό τῆς Κυριακῆς ὀφείλουμε νά μή γονατίζουμε ὅταν προσευχώμεθα. Ἰδού πῶς σχολιάζει τόν Κανόνα αὐτόν ὁ Βαλσαμών. "Καί ἡ Ἀνάστασις τοῦ Χριστοῦ κατά τήν ἑσπέραν τοῦ Σαββάτου τουτέστι πρός τῆς ἡμέρας τῆς Κυριακῆς γέγονεν, ἵνα ἀπό τοῦ σκότους τά τῆς ἑορτῆς καταλήξωσι πρός φῶς καί ἡ πανήγυρις τῆς Ἀναστάσεως γίνηται διά ὁλοκλήρου νυχθημέρου". Ἄλλωστε εἶναι γνωστόν ὅτι Θ. Λειτουργία δέν τελεῖται κατά τίς ἡμέρες τῆς Μ. Τεσσαρακοστῆς , παρά μόνον Σάββατον καί Κυριακήν. Καί τοῦτο διότι ἡ Θ. Λειτουργία εἶναι προτύπωσις τῆς Ἀναστάσεως καί τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ.
Ἄς δοῦμε τώρα τί λέγουν οἱ Πατέρες σχετικά. Ὁ Ἀλεξανδρείας Πέτρος στόν 15ον Κανόνα του γράφει. "Τήν δέ Κυριακήν χαρμοσύνης ἡμέρας ἅγομεν διά τόν Ἀναστάντα ἐν αὐτῇ, ἐν ἧ οὐδέ γόνυ κλίνειν παρειλήφαμεν". Ὁ Ἅγιος Νικηφόρος ὁ ὁμολογητής στόν 10ον Κανόνα του ὁρίζει. "Χρή χάριν ἀσπασμοῦ κλίνειν γόνυ ἐν Κυριακῇ καί ἐν ὅλῃ τῇ Πεντηκοστῇ οὐ μήν τάς ἐξ ἔθους γονυκλισίας ποιεῖν". Ὁ Μ. Βασίλειος. "Καί ὀρθοί μέν ποιοῦμεν τάς εὐχάς ἐν τῇ μιᾷ τοῦ Σαββάτου" (91ος Κανών). Καί στή συνέχεια ἐξηγεῖ καί τούς λόγους ἕνεκα τῶν ὁποίων δέν πρέπει νά γονατίζουμε τήν Κυριακή καί τήν περίοδο τοῦ Πεντηκοσταρίου. Οἱ λόγοι δέ εἶναι κατά βάσιν τό γεγονός ὅτι ἡ Κυριακή εἶναι ἡμέρα τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Κυρίου μας καί ἑπομένως καί ἐμεῖς ὀφείλουμε νά παραμένουμε ὄρθιοι σέ θέση ἀνορθώσεως - ἀναστάσεως. Ἐπίσης ἡ κάθε Κυριακή εἶναι σύμβολον τῆς ὀγδόης ἡμέρας δηλ. τοῦ μέλλοντος αἰῶνος καί γι' αὐτό ἡ 'Εκκλησία παιδαγωγεῖ καί διδάσκει τούς πιστούς νά θυμοῦνται τόν μέλλοντα αἰῶνα καί νά προετοιμάζωνται νά τόν ὑποδεχθοῦν σέ στάση ὀρθία πού δείχνει τήν ἑτοιμότητα. " Ἐν ἧ (Κυριακῇ) τό ὄρθιον σχῆμα τῆς προσευχῆς προτιμᾶν οἱ θεσμοί τῆς Ἐκκλησίας ἡμᾶς ἐξεπαίδευσαν ἐκ τῆς ἐνεργοῦ ὑπομνήσεως οἰονεί μετοικίζοντες ἡμῶν τόν νοῦν ἀπό τῶν παρόντων ἐπί τά μέλλοντα ". ( P. G. 27,66).
Ἐκ τῶν νεωτέρων Πατέρων ὁ Ἅγιος ΝΙκόδημος ὁ Ἁγιορείτης διευκρινίζει ὅτι ἡ ἀπαγόρευση δέν περιλαμβάνει τίς λεγόμενες μικρές μετάνοιες πού κάνουμε ὅταν προσκυνοῦμε τίς ἅγιες εἰκόνες. Ἡ 'Εκκλησία δέν ἀπαγορεύει τίς Κυριακές τή λατρευτική προσκύνησι. Γι' αὐτό καί ἀκούεται τό "Δεῦτε προσκυνήσωμεν καί προσπέσωμεν Χριστῷ . . . ". Αὐτές οἱ προσκυνήσεις γίνονται χάριν ἀσπασμοῦ καί δέν ἀπαγορεύονται. Οἱ γονυκλισίες ὅμως εἶναι οἱ λεγόμενες "στρωτές μετάνοιες" δηλ. μέ τό μέτωπο νά ἀκουμπᾶ στό ἔδαφος. Αὐτές ἀπαγορεύονται, διότι ἀντιβαίνουν στόν ἀναστάσιμο καί ἐσχατολογικό χαρακτῆρα τῆς Κυριακῆς, δηλ. τόν χαρμόσυνο καί πανηγυρικό, πού, ὡς ἐκ τούτου, εἶναι ἀσυμβίβαστος μέ κάθε ἔννοια πένθους, πού οἱ μεγάλες μετάνοιες ὑποδηλώνουν. Διά τοῦτο ψάλλει ἡ Ἐκκλησία. "Αὕτη ἡ ἡμέρα ἥν ἐποίησεν ὁ Κύριος, ἀγαλλιασόμεθα καί εὐφρανθῶμεν ἐν αὐτῇ ".
Γ - ΑΛΛΕΣ ΑΠΟΨΕΙΣ
Ἐκ τῶν θεολόγων δέν συμφωνοῦν ὅλοι μέ ὅσα ἐγράψαμεν ἀνωτέρω. Ιδού τά κυριώτερα ἐπιχειρήματά των.
Ὅταν οἱ Μυροφόρες συνάντησαν τόν ἀναστάντα Κύριον ἔπεσαν στά πόδια Του καί τόν προσκύνησαν. Καί ἦταν ἡμέρα Κυριακή ὅταν ἔγινε αὐτό. Στό ὄρος τῆς Γαλιλαίας οἱ ἕνδεκα Μαθητές προσκύνησαν τόν Κύριο μετά τήν Ἀνάστασίν Του. Ὁ Ἀπ. Παῦλος γράφων πρός τούς Κορινθίους περιγράφει τήν λατρευτική σύναξιν ὅπου ὁ κάθε πιστός "πεσών ἐπί πρόσωπον προσκυνήσει τῷ Θεῷ". ( Α΄ Κορ. 14, 25). Ἐδῶ βέβαια δέν διευκρινίζεται ἄν ὁ Ἀπόστολος ἀναφέρεται σέ λατρευτική σύναξη πού γίνεται ἡμέρα Κυριακή. Σοβαρά ἐπιχειρήματα ὑπέρ τοῦ γονατίσματος κατά τίς Κυριακές προσάγει, βιβλικά, ἱστορικά, καί κανονικά ὁ καθηγητής Π. Τρεμπέλας στό βιβλίο του " Ἡ γονυκλισία ἐν ταῖς Κυριακαῖς ". Στό βιβλίο αὐτό ὁ σοφός καθηγητής ἐπικαλεῖται τήν μαρτυρία τῶν κωδίκων 865 καί 2055 τῆς Ἐθνικῆς Βιβλιοθήκης τῆς Ἑλλάδος περί τοῦ Ἀρχιερέως ὁ ὁποῖος " βάλλει τρεῖς μετανοίας ". Ὅμως ἡ λεπτομέρεια αὐτή δέν εἶναι τόσο σοβαρή ὥστε νά δικαιολογήσει τή γονυκλισία κατά τήν Κυριακή. Ἡ ἴδια παρατήρηση ἰσχύει καί γιά τό Τυπικό τοῦ 12ου - 13ου αἰῶνα τό ὁποῖο δημοσιεύει ὁ Δημητριέφσκυ (τόμος Ι σ. 812 ) καί στό ὁποῖο μαρτυρεῖται "τριπλή γονυκλισία τοῦ ἱερέως". Ὅμως περί αὐτῶν ἰσχύει ἡ παρατήρηση τοῦ Βλαστάρεως στό Πηδάλιο, ὅτι "τά γινόμενα παρά τῶν κτιτόρων ἐν τοῖς μοναστηρίοις, τυπικά στέργειν ὀφείλουσιν, εἴ μή πού τοῖς κανόσιν ἐναντιοῦνται". Ὁ ἴδιος καθηγητής προσπαθεῖ, ἐπικαλούμενος τόν κανόνα 91ον τοῦ Μεγ. Βασιλείου, νά σχετικοποιήσει τήν περί ὀρθίας στάσεως κατά τίς Κυριακές προσευχή γράφων ὅτι ἡ γνώμη τοῦ ἱεροῦ Πατρός προέρχεται "ἐκ τῆς ἀγράφου παραδόσεως", ἐνῶ εἶχε προηγηθῆ ὁ 20ός Κανών τῆς Α' Οἰκουμενικῆς Συνόδου. Παράλληλα ὁ ἀείμνηστος καθηγητής ἐπικαλεῖται τήν μαρτυρία τοῦ Τυπικοῦ τοῦ Ἁγ. Σάββα λέγων ὅτι αὐτό προβλέπει γιά τίς Κυριακές "καί ἡμῶν γόνυ κλινόντων καί ἐπί γῆς κεκυφότων". ("Ἐκκλησία" 25 - 26 σ. 198 ). Ὅμως στήν ἔκδοση τοῦ Τυπικοῦ αὐτοῦ τοῦ ἔτους 1771 στή Βενετία ἀπό τόν ἱεροδιάκονο Σπυρίδωνα Παπαδόπουλο, τό ἀκριβές κείμενο ἔχει ὡς ἑξῆς. "Καί ἡμῶν κλινόντων καί ἐπί γῆς κεκυφότων" ( σ. 5 ). Ἄλλωστε εἶναι γνωστόν ὅτι ἐναντίον τῶν ἐπιχειρημάτων τοῦ Π. Τρεμπέλα ὑπέρ τῆς γονυκλισίας ἀντέταξεν ἄλλα ἀντίθετα σέ εἰδική μελέτη του ὁ Θεσσαλιώτιδος Ἰεζεκιήλ στό περιοδικό " Ἐκκλησία" 33-34 (1948). Τέλος τό ἐπιχείρημα ὅτι κατά τίς χειροτονίες πού συνήθως τελοῦνται τίς Κυριακές γονατίζομε, πρέπει νά προσεχθῆ, διότι οἱ σημαντικότεροι ἀρχαῖοι κώδικες δέν ἀναφέρονται σέ γονυκλισία οὔτε τοῦ χειροτονουμένου, οὔτε τοῦ λαοῦ. Ἡ μεταγενέστερη λειτουργική πράξη ἀναφέρει γονυκλισία μόνον τοῦ ὑποψηφίου καί ὄχι τοῦ λαοῦ.
Ἀλλά καί ὁ ἀείμνηστος Ἀρχιμ. Ἐπιφ. Θεοδωρόπουλος στό βιβλίο του "Περίοδος Πεντηκοσταρίου", ἐπιμένει στή διάκριση τῶν διαφόρων μορφῶν γονυκλισίας. Ἀποφαίνεται σχετικά ὁ π. Ἐπιφάνιος ὅτι "αὐτός ὁ τρόπος -(τοῦ συγκερασμοῦ τῆς ὀρθίας στάσεως καί τῆς λατρευτικῆς προσκυνήσεως ) καί τούς θεσμούς τῆς Ἐκκλησίας δέν ἀθετεῖ καί μίαν βαθεῖαν ψυχικήν ἀνάγκην ἱκανοποιεῖ. Τήν ἀνάγκην δηλαδή τῆς λατρευτικῆς προσκυνήσεως τοῦ ἐνώπιόν μας ἤδη εὑρισκομένου, ὑπό τά εἴδη τοῦ ἄρτου καί τοῦ οἴνου, Βασιλέως καί Σωτῆρος μας". Καί φαίνεται ὅτι στό σημεῖο αὐτό κρύβεται καί ἡ λύση τοῦ ὅλου προβλήματος.
Ὁ Καθηγητής τῆς Θεολ. Σχολῆς τῆς Χάλκης κ. Β. Ἀναγνωστόπουλος στή μονογραφία του " Ἡ γονυκλυσία κατά τόν καθαγιασμόν τῶν ἀχράντων τοῦ Κυρίου μυστηρίων κατά τάς Κυριακάς. Ἡ παράδοσις τῆς Θεολογικῆς Σχολῆς Χάλκης" καταθέτει τίς ζωντανές του ἀναμνήσεις ἐκ τῆς Σχολῆς, ὅπου ὅλοι οἱ Πατριάρχες καί οἱ Σχολάρχες τῶν τελευταίων δεκαετιῶν, ὡς λ.χ. οἱ Πατριάρχες Μάξιμος καί Ἀθηναγόρας, ὁ Χαλκηδόνος Μελίτων, ὁ Θυατείρων Γερμανός, ὁ Ἡλιουπόλεως Γεννάδιος, ὁ Ἀμερικῆς ΜΙχαήλ καθώς καί οἱ δύο Σχολάρχες κατά τούς χρόνους τῆς μαθητείας του, καί οἱ δύο κατά τήν περίοδο τῆς καθηγεσίας του, ἐγονάτιζαν τίς Κυριακές. Ὅμως ὁ Θεσσαλιώτιδος Ἰεζεκιήλ παραθέτει τή μαρτυρία τοῦ Τρίκκης καί Σταγῶν Πολυκάρπου (ὡς διακόνου τοῦ Πατριάρχου Ἀνθίμου Ζ´) σύμφωνα μέ τήν ὁποίαν στό Πατριαρχεῖο "οὐδείς ποτέ ἔκλινε γόνυ ἐν ἡμέρᾳ Κυριακῇ, ἐθεώρουν δέ τήν συνήθειαν ὡς ἀλλοτρίαν καί ξένην πρός τήν Ἑλληνικήν Ὀρθοδοξίαν" (" Ἐκκλησία" 33-34, 1948, σ. 280). Καί ὁ Ἀρχιμ. Εὐσέβιος Ματθόπουλος, ἱδρυτής τῆς Ἀδελφότητος Θεολόγων " Ἡ Ζωή", ἐτίμα τό ἔθος τῆς γονυκλισίας, ἔχοντάς το παραλάβει ἀπό τόν Γέροντά του π. Ἰγνάτιο Λαμπρόπουλο. Σοβαρό ἐπιχείρημα ὑπέρ τῆς μή ἀπολύτου ἀπαγορεύσεως τῆς γονυκλισίας κατά τίς Κυριακές προσάγεται ἐκ τῆς πράξεως τῆς Ἐκκλησίας, ἡ ὁποία μέ τήν ἐξουσιαστική ἁρμοδιότητά της μετεκίνησε τόν Ἑσπερινό τῆς Κυριακῆς τῆς Πεντηκοστῆς, κατά τόν ὁποῖον γονατίζουν οἱ πιστοί, ἀπό τίς ἑσπερινές ὧρες τῆς Κυριακῆς - ὅπου δέν ὑπάρχει ἀπαγόρευση γονυκλισίας σύμφωνα μέ τόν 90όν Κανόνα τῆς Στ´ Οἰκουμενικῆς - στήν πρωΐα τῆς Κυριακῆς τῆς Πεντηκοστῆς, ἀσφαλῶς γιά λόγους ποιμαντικούς. Ἑπομένως, κατά τήν ἄποψιν αὐτήν ἡ ἀπαγόρευσις τῆς γονυκλισίας κατά τίς Κυριακές δέν ἔχει ἀπόλυτο χαρακτῆρα, ἀλλά δύναται νά παρορᾶται χάριν ἄλλου πνευματικοῦ - ποιμαντικοῦ συμφέροντος. Ἡ θέση τοῦ Τρεμπέλα εἶναι ὄντως ὅτι "ἐφ' ὅσον ἐπετράπη ἡ μετάθεσις τοῦ Ἑσπερινοῦ εἰς τήν πρωΐαν, ἡ ἀπαγόρευσις τῆς γονυκλισίας εἶναι σχετική καί ἐπιδέχεται ἐξαιρέσεις καί ἐλαστικότητα". Καί ὁ ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης γράφει ὅτι οἱ εὐχές τῆς γονυκλισίας δέν πρέπει νά ἀναπέμπονται τήν πρωΐαν διότι τοιουτοτρόπως καταστρατηγεῖται ἡ ἀπαγόρευσις τῆς γονυκλισίας. ("Διό οἱ τάς εὐχάς ταύτας ἀναγινώσκοντες τό πρωΐ, κακῶς καί ἡμαρτημένως καί παρά τούς ἱ. Κανόνας ποιοῦσιν") (Πηδάλιον, σ. 151). Ἐπί πλέον εἶναι γνωστόν ὅτι ἡ Ἐκκλησία ἔχει ἀποδεχθῆ τίς προσκυνηματικές μετάνοιες κατά τίς Κυριακές. Στό σημεῖο αὐτό θά πρέπει νά παρατηρήσωμε ὅτι θεωροῦμε ἀξιοσημείωτη τήν παρατήρηση τοῦ καθηγ. Τρεμπέλα ὅτι οἱ ἱεροί Κανόνες πού ἀπαγορεύουν τήν γονυκλισία κατά τίς Κυριακές δέν ἐπιβάλλουν κυρώσεις γιά τυχόν παραβίαση τῆς συγκεκριμένης διατάξεως.
Ὁ καθηγητής κ. Ἰ. Φουντούλης ἀποδίδει τήν εἰσαγωγήν τοῦ ἐθίμου τῆς γονυκλισίας σέ ρωσική ἐπιρροή, ἡ ὁποία ἀσκήθηκε στά καθ' ἡμᾶς, πιθανότατα ἀπό τήν βασίλισσα Ὄλγα μέ τήν πρακτική πού ἐπεκράτησε στό παρεκκλήσιο τῶν Ἀνακτόρων καί ἀπό ἐκεῖ διεδόθη στίς ἐνορίες. Στήν Ρωσία τό ἔθιμο αὐτό εἰσήχθη ἐπί Μεγ. Πέτρου ἀπό εὐρωπαϊκή ἐπίδραση. Ὁ ἴδιος ψέγων τήν ὑποστήριξη τοῦ ἐθίμου αὐτοῦ γράφει. "Τό τραγικότερο στήν περίπτωση αὐτή εἶναι ὄχι ὅτι κλίνουν τά γόνατα μερικοί πιστοί, ἀκόμη καί λειτουργοί, κατά τόν καθαγιασμό τῶν Τιμίων Δώρων, ἀλλά ὅτι αὐτό διδάσκεται καί ἐνθαρρύνεται ἀπό διδασκάλους τῆς Ἐκκλησίας παρά τούς ἱερούς Κανόνες καί τή μακραίωνη ἐκκλησιαστική παράδοση καί πράξη. Ἡ εὐλάβειά μας κατά τή λατρεία δεσμεύεται ἀπό τή λειτουργική τάξη καί συνίσταται στό νά συντονιζόμαστε στό ρυθμό καί στόν τρόπο τῆς κοινῆς προσευχῆς. Ἄλλως προξενοῦμε ἀταξία καί αὐθαιρετοῦμε μή ὑπακούοντας στούς ἐκκλησιαστικούς θεσμούς καί μή προσπαθώντας νά κατανοήσουμε τό πνεῦμα τους, ἀλλά εἰσάγοντες προσωπικές μας εὐσεβεῖς καί εὐσεβοφανεῖς ξένες πρός τήν ἐκκλησιαστική μας παράδοση πρακτικές" (Ἰω. Φουντούλη. Λειτουργικά, σ. 239-240).
Δ - Η ΑΠΟΨΗ ΤΗΣ ΙΕΡΑΣ ΣΥΝΟΔΟΥ
Ἡ Ἱ. Σύνοδος τῆς Ἱεραρχίας μας κατά τήν σύναξή της τοῦ Ὀκτωβρίου 1999 συμπεριέλαβε μεταξύ τῶν θεμάτων της καί τό ὑπό τόν τίτλον "Λειτουργική ἀκρίβεια, εὐταξία καί ἑνότης καί ψήφισις Κανονισμοῦ συστάσεως Εἰδικῆς Συνοδικῆς Ἐπιτροπῆς Λειτουργικῆς Ἀναγεννήσεως" μέ εἰσηγητή τόν Σεβ. Μητροπολίτην Πατρῶν κ. κ. Νικόδημον ἐγκρατῆ γνώστην τῶν τελετουργικῶν ζητημάτων. Ὁ Σεβ. εἰσηγητής μετέφερε στό ἱερό Σῶμα τά πορίσματα στά ὁποῖα κατέληξεν εἰδική 10μελής ὑπό τήν προεδρίαν του Ἐπιτροπή πού ἐρεύνησε τό θέμα. Στό ζήτημα τῆς γονυκλισίας ἐπρότεινε. " Ἡ γονυκλισία ἐν Κυριακῇ κατά τόν "καθαγιασμόν" δέν ἀπαιτεῖται, οὐδέ ἐπιβάλλεται. Θεωρεῖται ἁπλῶς ἀνεκτή".
Ἡ ἄποψη αὐτή στηρίχθηκε στόν συνδυασμό τῶν δύο ἀντιθέτων κατά τά ἄνω ἀντιλήψεων, ἐπειδή ἐκρίθη ὅτι οὔτε οἱ ὑπερτονίζοντες τόν ἀπόλυτο χαρακτῆρα τῆς ἀπαγορεύσεως τῆς γονυκλισίας κατά τίς Κυριακές ἔχουν δίκαιο, ἀλλ' οὔτε καί οἱ κλίνοντες τά γόνατα κατά τήν φρικτήν ὥραν τοῦ καθαγιασμοῦ ἀγνοοῦν "τί τό Πνεῦμα (τῶν ἱερῶν Κανόνων) λέγει ταῖς Ἐκκλησίαις". Δηλ. ἡ ΙΣΙ κατέληξε στήν ἄποψη ὅτι κανών εἶναι νά μή γονατίζουν οἱ χριστιανοί κατά τήν ὥραν τοῦ "Τά σά ἐκ τῶν σῶν . . ." τίς Κυριακές, ἐπειδή αὐτό συνιστοῦν οἱ ἱ. Κανόνες ἀποβλέποντες στόν ἀναστάσιμο χαρακτῆρα τῆς ἡμέρας. Ὅμως κατ' οἰκονομίαν μπορεῖ νά γίνεται ἀνεκτή καί ἡ γονυκλισία, ἐπειδή δέν προδίδει ἀσέβειαν, ἀλλ' ἀντιθέτως προδίδει μέγαν σεβασμόν καί συνειδητήν ἀναγνώρισιν τῆς φρικώδους θυσίας ἡ ὁποία συντελεῖται ἐπί τῆς Ἁγ. Τραπέζης τῇ ἐπικλήσει καί χάριτι τοῦ Παναγίου Πνεύματος".
Ἡμεῖς προτιμῶμεν νά βασίσωμε τήν ἄποψή μας ὄχι τόσον ἐπί τῆς ἀσκήσεως οἰκονομίας ὑπέρ τῶν γόνυ κλινόντων, ἤ ὀλιγώτερον ἐπί τῆς ἀπολύτου ἰσχύος τῆς ἀπαγορεύσεως, ἀλλά κυρίως ἐπί τοῦ διαχωρισμοῦ τῆς ἐννοίας τῶν "γονυκλισιῶν" ὅπως αὐτή ἀνεπτύχθη ἀνωτέρω, καί ὅπως ὁ Ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης ἔχει ἑρμηνεύσει τόν Κανόνα. Ἰδού τί γράφει στήν ἑρμηνεία τοῦ 20οῦ Κανόνος τῆς Α´ Οἰκουμενικῆς. "Σημειώνει δέ ὅτι ὁ παρών Κανών δέν λέγει διά τάς γονυκλισίας τάς παρ' ἡμῶν κοινότερον ὀνομαζομένας μεγάλας μετανοίας, αἵτινες καί προσπτώσεις κυρίως ὀνομάζονται, τάς ὁποίας ὅταν χάριν ἀσπασμοῦ γίνονται ἁγίων εἰκόνων θετέον καί μάλιστα τῶν φρικτῶν μυστηρίων δέν ἐμποδίζει τόσον ὁ 10ος Κανών τοῦ Ἁγίου Νικηφόρου, οὔτε ἐν Κυριακῇ, οὔτε ἐν ὅλῃ τῇ Πεντηκοστῇ, ὅσον καί τά ἱερά ἄσματα λέγοντα ποτέ μέν "Σοί προσπίπτομεν τῷ ἀναστάντι ἐκ τάφου" ποτέ δέ " Δεῦτε προσκυνήσωμεν καί προσπέσωμεν Χριστῷ τῷ ἀναστάντι "καί ἄλλα τοιαῦτα πολλά . . ." Καί συνεχίζει. "Δέν λέγει, λέγω ὁ κανών διά τάς τοιαύτας γονυκλισίας, ἀλλά διά τήν γονυκλισίαν, καθ' ἥν ἐπάνω εἰς τά γόνατα κείμενοι, προσευχόμεθα, ὅ, τι λογῆς δηλ. κάμνομεν κατά τό ἑσπέρας τῆς ἁγίας Πεντηκοστῆς".
Δηλ. φρονοῦμεν ὅτι ναί μέν ἡ κατά κυριολεξίαν γονυκλισίαν, ἡ ἐπαφή τῶν γονάτων μέ τό ἔδαφος πρέπει νά ἀποφεύγεται κατά τίς Κυριακές, ἐπειδή οἱ ἱ. Κανόνες εἶναι σαφῶς ἀπαγορευτικοί, οἱ λειτουργοί δέ καί οἱ πιστοί κατά τόν καθαγιασμόν νά κύπτουν τό σῶμα των βαθέως σέ ἐκδήλωση προσκυνηματικῆς καί λατρευτικῆς στάσεως ἐνώπιον τοῦ μυστηρίου. Μέ τόν τρόπον αὐτόν οὔτε οἱ ἱ. Κανόνες παραβιάζονται, ἀλλ' οὔτε καί ἡ εὐλαβής διάθεσις τῶν πιστῶν παραθεωρεῖται καί κατακρίνεται.
Βεβαίως γνωρίζομεν ὅτι ἡ λύσις αὐτή θά προκαλέσει τήν ἀντίδραση ἐκείνων πού συνηθίζουν νά γονατίζουν τίς Κυριακές. Εἶναι ὅμως θέμα ποιμαντικῆς καί λειτουργικῆς ἀγωγῆς νά διδαχθοῦν ὀρθά πῶς καί γιατί οἱ ἱ. Κανόνες ἀπαγορεύουν τίς γονυκλισίες τήν Κυριακή. Τοῦτο εἶναι χρέος τῶν κληρικῶν μας, οἱ ὁποῖοι ὀφείλουν νά ἀναλάβουν ἀγῶνα γιά νά διδάξουν σωστά τούς πιστούς καί γιά νά χρησιμοποιήσουν τό λειτουργικό κήρυγμα πρός ἐπιμόρφωση τῶν ἐνοριτῶν τους. Δέν ὑπάρχει λόγος νά παρεισάγωνται στή θεία λατρεία προσωπικά συναισθηματικά στοιχεῖα πού ἀλλοιώνουν τόν χαρακτῆρα της. Καί δέν χρειάζεται ἐπίσης νά ἀναζητοῦνται κάθε φορά σχήματα ἤ καί προσχήματα γιά νά δικαιολογηθοῦν ἀποκλίσεις, πού δέν φέρουν τήν ἔγκριση τῆς Ἐκκλησίας. Ἡ θ. λατρεία δέν εἶναι ὑπόθεση προσωπική. Ἡ Ἐκκλησία καθορίζει καί αὐτή καθώρισε τόν ἀναστάσιμο χαρακτῆρα τῆς θείας λειτουργίας, ἡ ὁποία ἀπό τήν ἀρχή συνδέθηκε μέ τήν Κυριακή. Τό ὅτι ἡ θ. λειτουργία ἔχει ἀναστάσιμο καί ἐσχατολογικό χαρακτῆρα δέν χρειάζεται νά τό ἀποδείξουμε. Ἄλλωστε ἡ Ἐκκλησία ἀπηγόρευσε τήν τέλεση θείας Εὐχαριστίας σέ ἡμέρες νηστείας, καί βέβαια σήμερα αὐτό ἔχει περιορισθῇ στήν περίοδο τῆς Μεγ. Τεσσαρακοστῆς, ἀλλά τό νόημα παραμένει, ὅτι ἡ Εὐχαριστία εἶναι γεγονός ἐσχατολογικό καί δέν μπορεῖ παρά νά εἶναι πανηγυρική, χαρμόσυνη καί λαμπρή (Βλ. σχετικό ἄρθρο τοῦ Σεβ. Μητροπολίτου Περγάμου κ. Ἰωάννου (Ζηζιούλα) μέ τόν τίτλο "Εὐχαριστία καί Βασιλεία τοῦ Θεοῦ " στή " Σύναξη " 51, 1994 σ. 88-89).