Ἀγαπητοί Ἀδελφοί καί Πατέρες,
Προχωροῦμεν συστηματικά στήν ἀνίχνευση ὅλων τῶν χώρων τῆς Θ. Λατρείας μέ σκοπό τήν ἐπισήμανση τυχόν ἀτόπων πού παρατηροῦνται καί τή διόρθωσή των μέ κριτήριο τή λειτουργική Τάξη τῆς Ἐκκλησίας. Σήμερα ἐρχόμαστε στήν Ἁγία Προσκομιδή ἤ Πρόθεση. Εἰς τό «Ἱερατικόν» (ἔκδοση Ἀποστολικῆς Διακονίας 2000) ὑπάρχει ἡ σχετική τυπική διάταξη, τήν ὁποίαν γνωρίζετε. Ἐδῶ θά σᾶς ἀναλύσω τά σχετικά ζητήματα πρός μείζονα ὠφέλειαν.
Πρίν εἰσέλθουμε στήν οὐσιαστική περιγραφή τῶν τελουμένων στήν Ἁγ. Πρόθεση κρίνουμε ἀπαραίτητο νά μιλήσουμε γιά τόν χῶρο τῆς Προθέσεως. Εἶναι ὁ χῶρος πού βρίσκεται πάντοτε στά ἀριστερά τῆς Ἁγ. Τραπέζης μέσα σέ εἰδική κόγχη. Ἐνίοτε ὡς Προσκομιδή χρησιμοποιεῖται ἡ ἀριστερά Ἁγ. Τράπεζα. Εἶναι περιττό νά τονίσω ὅτι καί αὐτός ὁ χῶρος πρέπει νά εἶναι περιποιημένος στό ἔπακρον, δηλ. καθαρός καί προστατευμένος. Νά εἶναι ὄμορφα στολισμένος μέ καλύμματα στό ἴδιο κάθε φορά χρῶμα μέ τό κάλυμμα τῆς Ἁγ. Τραπέζης. Εἶναι καλό νά κλείνει μέ τζάμι κατάλληλο, πάνω στό ὁποῖο μάλιστα νά ὑπάρχουν ἐγχάρακτες παραστάσεις. Χρειάζεται ἐπίσης νά καίει κερί ἤ κανδῆλι ὅταν ἡ Πρόθεση χρησιμοποιεῖται.
Τά ἱερά σκεύη πού χρησιμοποιοῦνται κατά τή Θ. Λειτουργία πρέπει νά εἶναι καθαρά, δηλ. νά μή ὑπάρχουν ὑπολείμματα ἀπό τήν προηγηθεῖσα Θ. Λειτουργία μέσα στό Ἅγ. Ποτήριο, καί πρόσφατα ἐπιχρυσωμένα. Τυχόν φθορές ἀπό ὀξειδώσεις στό Ἅγ. Ποτήριο καί στήν Λαβίδα πρέπει ἀμέσως νά ἐπιδιωρθώνωνται. Μέσα στήν Ἁγ. Πρόθεση παραμένουν ἀνά ἕν Δισκοπότηρον, ἡ λαβίδα, ὁ σπόγγος, ἡ λόγχη, ὁ ἀστερίσκος, τά καλύμματα, τά μάκτρα καί τά μπουκαλάκια μέ νερό καί νάμα. Ἐπίσης ἐκεῖ συνήθως φυλάσσεται, διά τήν ἱερότητα τοῦ χώρου, καί ὁ Μ. Ἁγιασμός τῶν Θεοφανείων. Ὅ,τι ἄλλο ὑπάρχει ἐκεῖ εἶναι περιττόν. Τά ὑπόλοιπα ἱερά σκεύη φυλάσσονται στό Σκευοφυλάκιο, πού ἀπαραιτήτως πρέπει νά ὑπάρχει σέ κάθε Ἅγιο Βῆμα.
Ἡ Προσκομιδή τῶν Τιμίων Δώρων εἶναι μέρος τῆς Θ. Λειτουργίας, ἔστω καί ἄν τελεῖται κατά τή διάρκεια τοῦ Ὄρθρου. Ἡ ὀρθή θέση της εἶναι κατά τόν Χερουβικό Ὕμνο. Γιά λόγους οἰκονομίας χρόνου μετεκινήθη στόν Ὄρθρο. Ὡστόσο πρέπει κάθε λειτουργός ἱερεύς νά γνωρίζει ὅτι μέλλων νά τελέσει τήν Προσκομιδήν, ὀφείλει νά ἐνδυθῆ τά πλήρη ἄμφιά του καί τό φελώνιον, εὐθύς μετά τήν λῆψιν τοῦ «Καιροῦ», καί νά νίψει τά χέρια του λέγων τήν καθιερωμένη εὐχή.
Ὅταν μέλλει νά λειτουργήσει Ἀρχιερεύς, τότε ὁ ἱερεύς ἀρχίζει μέν τήν Προσκομιδήν, τοποθετεῖ ἐπί τοῦ Δισκαρίου τόν Ἀμνόν, τίς μερίδες τῆς Θεοτόκου καί τῶν Ἁγίων Ταγμάτων καί ἐξάγει μόνον τήν μερίδα τοῦ Ἀρχιερέως, τήν ὁποίαν θέτει πρό τοῦ Ἀμνοῦ, καί σταματᾶ ἐκεῖ. Τίς μερίδες ζώντων καί κεκοιμημένων θά ἐξαγάγει ἀργότερα ὁ Ἀρχιερεύς, ἐπειδή αὐτός προΐσταται τῆς Θ. Λειτουργίας καί ὄχι ὁ ἱερεύς. Κατά τήν ὥραν ἐκεῖνην ὁ ἱερεύς ἵσταται ὄπισθεν τοῦ Ἀρχιερέως καί μνημονεύει ὧν βούλεται.
Κατά τό ἱερατικόν συλλείτουργον, ὑπαρχόντων πολλῶν ἱερέων, τήν Προσκομιδήν τελεῖ ὁ β τῇ τάξει ἱερεύς. Μνημονεύουν κατά σειράν ὁ γ, ὁ δ κ.ο.κ. οἱ συλλειτουργοί. Τέλος μνημονεύει καί καλύπτει τά Ἅγια ὁ α ἱερεύς. Ὁ διάκονος δέν τελεῖ Προσκομιδήν, ἀλλά μνημονεύει τά ὀνόματα χωρίς νά ἐξάγει μερίδες.
Κατά τήν Προσκομιδήν χρησιμοποιοῦνται πρόσφορα, κατά προτίμησιν, «σπιτικά» δηλ. ζυμωμένα καί ψημένα μέ εὐλαβικό τρόπο στό σπίτι ἀπό εὐλαβεῖς κυρίες. Ὁ τρόπος τῆς παρασκευῆς τοῦ προσφόρου περιγράφεται λεπτομερῶς στό φυλλάδιό μας «Τό πρόσφορο καί τό ἀντίδωρο», πού κυκλοφορεῖ στίς ἐκδόσεις τῆς Ἀποστολικῆς Διακονίας. Καλόν εἶναι νά τό προμηθευτῆτε καί νά τό μελετήσετε. Ἐκεῖ θά δῆτε μεταξύ ἄλλων τί οἱ Ἱ.Κανόνες προβλέπουν γιά τήν προσφορά τῶν Τιμίων Δώρων ἀπό τούς πιστούς, καί πολλές ἄλλες λεπτομέρειες πού δέν πρέπει νά ἀγνοεῖτε.
Οἱ κυρίες πρεσβυτέρες καλόν θά ἦτο ἐάν ἀποκτοῦσαν τήν εὐλαβική συνήθεια νά παρασκευάζουν τό πρόσφορο γιά τή Θ. Λειτουργία πού τελεῖ ὁ ἱερεύς-σύζυγός των. Ἀλλά μερίμνῃ τοῦ ἐφημερίου μπορεῖ νά παροτρυνθοῦν καί ἄλλες εὐλαβεῖς κυρίες τῆς ἐνορίας νά ἑτοιμάζουν κατάλληλα πρόσφορα. Εἶναι ἀπαράδεκτο νά χρησιμοποιοῦνται πρόσφορα τοῦ φούρνου.
Τό νερό πού χρησιμοποιεῖται κατά τήν Προσκομιδή νά εἶναι καθαρό καί νεαρό δηλ. πρόσφατο. Καλόν εἶναι ὁ διάκονος νά μεριμνᾶ γι' αὐτό. Ἐπίσης τό νάμα νά εἶναι ἐκλεκτό. Δέν χρησιμοποιοῦμε κρασί «μπρούσικο», ἀλλά κόκκινο γλυκό. Ἐπίσης ἀφ' ἑσπέρας πρέπει νά ἐλέγχεται τό κρασί, ἄν εἶναι τό ἐνδεδειγμένο, γιατί παρετηρήθη κάποτε νά χρησιμοποιηθῆ κονιάκ ἀντί οἴνου, ἐπειδή ὁ ἱερεύς δέν ἐπρόσεξε τί τοῦ ἔφεραν γιά τή Μετάληψη. Κάθε ἄλλο ὑγρό, ἀντί καθαροῦ καί ἁγνοῦ οἴνου, ἀπαγορεύεται ἀπό τούς Ἱ.Κανόνες νά χρησιμοποιεῖται γιά τή Θ. Κοινωνία. Τά φιαλίδια ἐντός τῶν ὁποίων φυλάσσεται τό νερό καί τό κρασί πρέπει νά εἶναι περιποιημένα, ὁμοιόμορφα καί καθαρά. Νά λάμπουν.
Ἡ ἀναλογία κρασιοῦ καί νεροῦ εἶναι 2 πρός 1. Ὁ τελῶν τήν Προσκομιδήν ἐκχέει μέσα στό Ἅγ. Ποτήριο 2 μέρη κρασιοῦ καί 1 μέρος νεροῦ. Τό νερό θά συμπληρωθῆ ἀργότερα μέ τό ζέον. Κατά τήν ἐκτίμηση τοῦ ἱερέως πρέπει ἡ ποσότητα τοῦ μίγματος αὐτοῦ νά ἐπαρκεῖ γιά τήν μετάληψη τῶν πιστῶν, ὁ ἀριθμός τῶν ὁποίων κάθε φορά μπορεῖ νά ποικίλλει. Γι' αὐτό ὁ ἱερεύς ὑπολογίζει πόση Θ. Κοινωνία θά προετοιμάσει. Πρέπει νά ἀποφεύγωνται οἱ ἀκρότητες. Οὔτε ὑπερβολικές ποσότητες, οὔτε ἐλάχιστες.
Γιά τήν Προσκομιδή κανονικά χρειάζονται 5 πρόσφορα. Δηλ. ἀνά ἕνα γιά τόν Ἀμνό, τή μερίδα τῆς Θεοτόκου, τίς μερίδες τῶν Ταγμάτων, τούς ζῶντες καί τούς κεκοιμημένους. Ἄν δέν ὑπάρχουν τόσα, ἄς χρησιμοποιηθοῦν λιγότερα. Πάντως ὅ,τι περισσεύει κόπτεται ὡς Ἀντίδωρο καί εὐλογεῖται πρίν διανεμηθῆ.
Τό Ἀντίδωρο εἶναι εὐλογημένο δύο φορές, τή μία στήν Προσκομιδή, καί τή δεύτερη στό «Ἐξαιρέτως». Καί τοῦτο ἐπειδή πολλάκις δέν ἐπαρκοῦν τά ὑψωθέντα πρόσφορα γιά τό Ἀντίδωρον (τά ὁποῖα οὕτως ἤ ἄλλως ἔχουν εὐλογηθῆ καί δέν χρήζουν ἄλλης εὐλογίας), ὁπότε κόπτονται γιά τό Ἀντίδωρο καί ἄλλα πρόσφορα πού δέν ὑψώθησαν στήν Προσκομιδή. Γι' αὐτό δέν ἐπιτρέπεται τό Ἀντίδωρο νά χρησιμοποιηθῇ ὡς φαγητό ἤ προσφάγιο ἤ καί ὡς «βούτημα» εἰς τό «πρωϊνό» τοῦ ἱερέως. Οἱ ἱερεῖς καί οἱ μεταλαβόντες ὡς καί οἱ λαμβάνοντες τό Ἀντίδωρο ἔχουν τό δικαίωμα νά καταναλώνουν τό εὐλογημένο αὐτό ψωμί. Στή ρύθμιση αὐτή συμπεριλαμβάνεται καί τό «κατακλαστόν» τῶν λειτουργῶν. Ἄν τό πρόσφορο δέν εἶναι εὐλογημένο, δηλ. δέν χρησιμοποιήθηκε γιά τήν Προσκομιδή, μπορεῖ νά καταναλωθῇ καί ὡς κοινός ἄρτος.
Ἄν πρόκειται νά τελέσετε Θ. Λειτουργία γιά λίγους ἀνθρώπους π.χ. γιά μία οἰκογένεια, καί προβλέπετε ὅτι τό Ἀντίδωρο θά περισσεύσει, καί δέν ξέρετε τί νά τό κάνετε, μπορεῖτε, πρίν ὑψώσετε τό Πρόσφορο, νά κόψετε κυκλικά τό μέρος πού ἔχει τίς σφραγίδες καί νά ὑψώσετε μόνο αὐτό. Ὁπότε καί τό Ἀντίδωρο πού θά προέλθει θά εἶναι λιγότερο. Τό ὑπόλοιπο μέρος τοῦ προσφόρου πού δέν ὑψώθηκε μπορεῖτε νά τό χρησιμοποιήσετε ὡς κοινό ψωμί.
Κατά τήν προετοιμασίαν τῶν διαφόρων μερίδων δέον νά χρησιμοποιεῖται ἡ Λόγχη. Πολλοί ἱερεῖς πρός εὐκολίαν τους χρησιμοποιοῦν μαχαῖρι. Τό σωστό εἶναι ἡ Λόγχη. Γι' αὐτό πρέπει νά προμηθευθῆτε κατάλληλες λόγχες, πού κόβουν καί διευκολύνουν τό ἔργο σας. Σιγά-σιγά θά πρέπει νά τιμήσουμε τήν παράδοσή μας καί νά μή ἀλλάζουμε τίς συνήθειές μας, ὅπου αὐτό εἶναι ἐφικτόν.
Τά Τάγματα τῶν Ἁγίων Ἀγγέλων κόπτονται ἕνα-ἕνα καί ὄχι ὅλο μαζί τό τετράγωνο πρός εὐκολίαν. Τό Ἱερατικόν δείχνει καί πῶς τοποθετοῦνται στό Δισκάριο. Γιά κάθε ἕνα τάγμα πού τοποθετεῖται ὑπάρχει καί ἀνάλογος στίχος πού πρέπει νά λέγεται.
Ἡ ἐξαγωγή τοῦ Ἀμνοῦ γίνεται κατά τρόπον πού νά σχηματίζεται ἕνα τετράγωνο. Μερικοί ἱερεῖς, θέλοντες νά αὐξήσουν τό μέγεθος τοῦ Ἀμνοῦ, τόν κόπτουν σέ σχῆμα πυραμίδος. Δέν εἶναι σωστό. Πρῶτον μέν διότι ὑπάρχουν συμβολισμοί πού δέν ἰσχύουν στό πυραμοειδές σχῆμα, ὡς λ.χ. τό τετράπλευρο σχῆμα εἰκονίζει τόν «τετραπέρατον κόσμον» ὑπέρ τοῦ ὁποίου προσφέρεται ἡ θυσία, οἱ δέ κάθετες πλευρές τοῦ τετραγώνου συμβολίζουν τίς δύο φύσεις τοῦ Χριστοῦ, πού εἶναι μέν περιγραπτές, ἀλλά καί ἐπειδή δέν τέμνονται ποτέ, εἶναι ἀπεριόριστες. Καί δεύτερον εἶναι ἄηθες νά ἔχει ὁ Ἀμνός πυραμιδοειδές σχῆμα. Ἡ παράδοσή μας δέν ξέρει τέτοιες μεθοδεύσεις.
Ἐάν ὑπάρχει ἀνάγκη αὐξήσεως τοῦ ὄγκου τοῦ Ἀμνοῦ, τοῦτο μπορεῖ νά ἐπιτευχθῇ μέ τό νά κοπῇ ὁ Ἀμνός σέ εὐρύτερα ὅρια τῆς σφραγίδος, συμπεριλαμβάνοντα ἐνδεχομένως καί μέρη ἀπό τήν μερίδα τῆς Θεοτόκου καί τῶν Ταγμάτων.
Γιά τήν ἐξαγωγή τῶν μερίδων τῶν ζώντων καί τῶν κεκοιμημένων χρησιμοποιοῦνται ἀπό 2 πρόσφορα τά τεμάχια ἐκεῖνα πού ἔχουν τή σφραγίδα τοῦ Ἀμνοῦ. Γιά κάθε ὄνομα ἀποσπᾶται μέ τήν Λόγχη μία μερίδα καί τοποθετεῖται μπροστά στόν Ἀμνό, ἐξ ἀριστερῶν (ὅπως κυττάζομε) οἱ ζῶντες καί ἐκ δεξιῶν οἱ κεκοιμημένοι. Στήν ἐξαγωγή τῶν μερίδων παρατηρεῖται μία ποικιλία. Ἄλλοι ἐξάγουν γιά κάθε ὄνομα ἕνα μικρό ψίχουλο, καί ἄλλοι τρίβουν συνεχῶς, καθώς μνημονεύουν, τήν «ψίχα» τοῦ τεμαχίου πού κρατοῦν. Καί οἱ δύο μέθοδοι μπορεῖ νά θεωρηθοῦν ὀρθές. Ὁ ἀείμνηστος ἀρχιμ. Ἐπιφάνιος Θεοδωρόπουλος συνήθιζε διά μέν τούς ζῶντας νά κόπτει ἀπό τήν «κόραν» τοῦ τεμαχίου τίς μερίδες, διά δέ τούς κεκοιμημένους ἀπό τήν «ψίχαν», λέγων ὅτι οἱ ζῶντες φέρουν τά σώματά των ὡς περίβλημα τῆς ψυχῆς, καί ἡ «κόρα» ἐσυμβόλιζε τό περίβλημα αὐτό, ἐνῶ οἱ κεκοιμημένοι στεροῦνται σώματος, ὅπως ἡ ψίχα στερεῖται σκληροῦ περιβλήματος. Εἶναι περιττόν νά τονίσω ὅτι ὀφείλει ὁ τελῶν τήν Προσκομιδήν μόνος ἤ βοηθούμενος ὑπό τῶν συλλειτουργῶν του καί τοῦ διακόνου νά μνημονεύσουν ὅλα τά ὀνόματα πού τούς ἔδωσαν οἱ πιστοί. Παράλειψις τοῦ καθήκοντος αὐτοῦ συνιστᾶ ἐμπαιγμόν.
Τέλος ὁ λειτουργός ἐξάγει καί τήν ἰδικήν του μερίδα, τήν ὁποίαν τοποθετεῖ μεταξύ τῶν δύο λοφίσκων, ζώντων δηλ. καί κεκοιμημένων. Τοῦτο συμβολίζει τήν ἀποστολήν τοῦ ἱερέως ὡς μεσολαβοῦντος διά τῶν προσευχῶν του πρός Κύριον ὑπέρ τῶν μελῶν τῆς στρατευομένης καί τῆς θριαμβεύουσας Ἐκκλησίας.
Ἐπακολουθεῖ ἡ κάλυψις τῶν Τιμίων Δώρων, ὡς προβλέπει αὐτήν τό Τυπικόν. Τό θυμίαμα προσφέρεται ἀπό τόν διάκονο καί ὁ ἱερεύς τό εὐλογεῖ λέγων τήν Εὐχήν «Θυμίαμά σοι προσφέρομεν......». Προηγουμένως ἔχει καθαρισθῆ τό μέρος ὅπου ἔγινε ἡ Προσκομιδή, ἔχουν μαζευθῆ μέ σχολαστικότητα τά ὑπολείμματα ἄρτου πού ἔπεσαν ἔξω ἀπό τό Δισκάριον καί τοποθετοῦνται στή θέση τους, ἐνῶ μέ τά δάκτυλά του ὁ ἱερεύς μαζεύει τά ψίχουλα σέ δύο λοφίσκους μέ ἐπιμέλεια.
Στή νέα ἔκδοση τοῦ Ἱερατικοῦ (Ἀποστολ. Διακονίας 2000) ὁ στίχος πού λέγεται στόν Ἀστερίσκον προβλέπεται νά εἶναι ὄχι τό «Καί ἐλθών ὁ ἀστήρ ἔστη ἐπάνω οὗ ἦν τό παιδίον κείμενον», ἀλλά ὁ ἄλλος, «Τῷ λόγῳ Κυρίου οἱ οὐρανοί ἐστερεώθησαν», ὡς περιεκτικότερος καί συμβολικότερος.
Ἡ Εὐχή τῆς Προθέσεως ἀπαγγέλλεται ὡς ἔχει ἐνώπιον τῆς Προθέσεως, καίτοι οἱ παλαιοί κώδικες τήν τοποθετοῦν κατά τήν Μεγ. Εἴσοδον.
Μέ τήν ἀπόλυσιν ὁ ἱερεύς ἀσπάζεται τά Τίμια Δῶρα καί ὁ διάκονος θυμιατίζει πέριξ τῆς Ἁγ. Τραπέζης, λέγων τό «Φωτίζου, φωτίζου ......» κ.λ.π. Τό θυμίαμα αὐτό εἶναι ἄσχετο μέ ἐκεῖνο πού πρέπει νά προηγεῖται τῆς ἐνάρξεως τῆς Θ. Λειτουργίας. Εἰς τόν οἰκεῖον τόπον θά ὑπογραμμίσουμε τήν ἀνάγκη νά καθιερωθῆ καί πάλιν τό θυμίαμα κατά τήν Δοξολογίαν, δηλ. πρό τῆς Θ. Λειτουργίας, τόσον ἐντός τοῦ Ἁγ. Βήματος, ὅσον καί ἀπό τῆς Ὡραίας Πύλης τῶν ἱερῶν εἰκόνων τοῦ τέμπλου καί ὅλου τοῦ λαοῦ.
Εἰς τό τέλος καί μετά τήν Μετάληψιν τῶν Ἁγιασμάτων ὁ ἱερεύς ἤ ὁ διάκονος «καταλύουν» τό Ἅγιον Ποτήριον μέ εὐλάβειαν καί προσοχήν. Εἰδικότερα ὁ ἱερεύς ἀρχίζει νά τρώγει τό περιεχόμενον τοῦ Ἁγ. Ποτηρίου, ἀναγινωσκομένης ὑπό τινος Ἀναγνώστου τῆς Εὐχαριστίας. Ἀφοῦ «καταλύσει» τό Σῶμα τοῦ Κυρίου, πίνει καί τό Αἷμα καί ξεπλύνει τό Ἅγ. Ποτήριον πολλάκις μέ νερό καί ὄχι μέ νάμα. Ἀφοῦ καθαρισθῆ πλήρως τό ἐσωτερικόν τοῦ Ποτηρίου ἀπό κάθε ὑγρόν στοιχεῖον, ὁ ἱερεύς μέ τό μάκτρον καθαρίζει πάλιν αὐτό καί τέλος τοποθετεῖ ἐντός αὐτοῦ τόν εἰδικόν σπόγγον, ὁ ὁποῖος ἀπορροφᾶ τήν ὑγρασίαν καί ἀντιμετωπίζει τήν ὀξείδωσιν. Τέλος καλύπτει τό Δισκοπότηρον μέ καθαρόν μάκτρον, καθαρίζει τήν Πρόθεσιν, τήν ἀσφαλίζει, προσκυνεῖ τά Ἅγια καί ἀπέρχεται. Ἡ «κατάλυσις» ὀφείλει νά γίνεται ἐν σιγῇ καί κατανύξει. Ὁ μέλλων νά «καταλύσει» δέν πρέπει μετά τήν Μετάληψίν του νά φάγει κατακλαστόν.
Ὑπάρχουν περιπτώσεις διακόνων πασχόντων εἰς τό στομάχι καί μή δυναμένων νά «καταλύσουν» διά τόν λόγον αὐτόν. Ἐπιβάλλεται κατανόησις ἀπό τόν ἱερέα καί ρύθμισις τοῦ ζητήματος ἄλλως πως. Ἐπίσης εἰς περιπτώσεις ὑπάρξεως πολλῶν Ποτηρίων, ἕνεκα μεγάλης ἑορτῆς, αὐτονόητον ὅτι εἰς τήν «κατάλυσιν» θά συντρέξουν καί ἄλλοι τῶν λειτουργῶν καί ὄχι μόνον ἕνας.
Ταῦτα ὡς πρός τήν Προσκομιδήν σᾶς ἔγραψα, παρακαλῶν νά τά προσέξετε καί νά τά ἐφαρμόσετε πιστά.