Επιλέξτε τη γλώσσα σας

Ομιλία του Αρχιεπισκόπου στη Συνοδική Θεία Λειτουργία στον Άγ. Διονύσιο Αθηνών

«Εποφειλομένη προς Θεόν ετήσιος ευχαριστία καθ’ ήν ημέραν απελάβομεν την του Θεού Εκκλησίαν, συν αποδείξει των της ευσεβείας δογμάτων και καταστροφή των της κακίας δυσσεβημάτων»


Εξοχώτατε κ. Πρόεδρε της Ελληνικής Δημοκρατίας,

ΠΑΝΗΓΥΡΙΚΗ ΚΑΙ ΧΑΡΜΟΣΥΝΗ η σημερινή Κυριακή της Ορθοδοξίας, του 2000ού έτους από της Γεννήσεως Ιησού Χριστού, προσλαμβάνει λαμπρότητα ιδιαίτερη στην εορτάζουσα το Ιωβηλαίον έτος Εκκλησία μας. Ανακαλούμε στη μνήμη μας αγώνες και αγωνίες, πάθη και μίση, εξορίες και διωγμούς, ανατάσεις και εκπτώσεις, μεγαλοψυχίες και μικρότητες - το αμάλγαμα των ανθρώπινων ενεργημάτων που κατά τη διάρκεια 2 χιλιετιών, μέσα από τη «συστροφή των πονηρευομένων» διεμόρφωσαν το ιστορικό πρόσωπο της Εκκλησίας. Οι άγιοι του Θεού, δίδοντες την μαρτυρία της πίστης των, «κατηγωνίσαντο βασιλείας, ειργάσαντο δικαιοσύνην, επέτυχον επαγγελιών,[...] υστερούμενοι, θλιβόμενοι, κακουχούμενοι, [...] έτεροι δε εμπαιγμών και μαστίγων πείραν έλαβον, έτι δε δεσμών και φυλακής [...] εν ερημίαις πλανώμενοι και όρεσι και σπηλαίοις και ταις οπαίς της γης», κατά την χαρακτηριστική περιγραφή του Αποστόλου Παύλου.

ΓΙΑ ΠΟΙΟ ΛΟΓΟ, όμως, ειδικά σήμερα εορτάζει η Εκκλησία; Μπροστά σε τί σκύβει το γόνατο γεμάτη χαρά και σεβασμό; Γιατί όρισε την πρώτη Κυριακή της Μεγάλης Τεσσαρακοστής ως ημέρα της Ορθοδοξίας;

Όλοι γνωρίζουμε ότι σήμερα εορτάζουμε τη θριαμβευτική αναστήλωση των εικόνων, τη λήξη της Εικονομαχίας. Τί σημαίνει όμως αυτό; Έδωσε άραγε η Εκκλησία μας έναν αγώνα στον οποίο χιλιάδες πιστοί βασανίστηκαν κι άγνωστο πόσοι έχασαν τη ζωή τους, έναν αγώνα στον οποίο Επίσκοποι εξορίστηκαν, μοναχοί διώχθηκαν, ναοί βεβηλώθηκαν και πυρπολήθηκαν, μοναστήρια καταστράφηκαν, έδωσε έναν αγώνα που κράτησε περισσότερο από έναν αιώνα, μόνο και μόνο για τη διακόσμηση των ναών;

Ποιός από μας δεν ξέρει ότι μπορούμε να ανοίξουμε την καρδιά μας στον Θεό χωρίς να είμαστε μέσα σε ναό, ευρισκόμενοι και μέσα στην καρδιά της ερήμου, και πάνω στο κύμα του ωκεανού; Τί λοιπόν υπεράσπισε με αταλάντευτη επιμονή η Εκκλησία χωρίς να καμφθεί από τις διώξεις, τι εορτάζουμε σήμερα ζώντας μέσα στο φως του αγώνα της εκείνου;

Την απάντηση στα ερωτήματα αυτά δίνει το «Συνοδικόν», η απόφαση δηλαδή της Συνόδου του 787 στη Νίκαια, η οποία αποκατέστησε την τιμή των ιερών εικόνων: «Εποφειλομένη προς Θεόν ετήσιος ευχαριστία καθ’ ην ημέραν απελάβομεν την του Θεού Εκκλησίαν, συν αποδείξει των της ευσεβείας δογμάτων και καταστροφή των της κακίας δυσσεβημάτων». Αυτό σημαίνει ότι εορτάζουμε τη βίωση της θείας αλήθειας, τον εξαγιασμό δια του Αγίου Πνεύματος. Όπως λέγει ο Άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς, «Οι της του Χριστού Εκκλησίας της αληθείας εισί, και οι μη της αληθείας όντες, ουδέ της του Χριστού Εκκλησίας εισί».

Αλλ’ η Εκκλησία μας δεν εορτάζει γεγονότα μιας περασμένης εποχής? εορτάζει αυτό που «επί λυχνίας μένει ίνα οι πορευόμενοι βλέπωσιν το φως». Χρήσιμο λοιπόν είναι να δούμε τι φανερώνει η λυχνία σήμερα, διότι η κατά των εικόνων μάχη δεν ανήκει μόνο στο ιστορικό παρελθόν.


ΤΗΝ ΕΙΚΟΝΟΜΑΧΙΑ προκάλεσε η απόπειρα του θρόνου να συμμορφώσει τη θρησκεία στις ανάγκες του κράτους. Σήμερα λοιπόν εορτάζουμε την οικονομία της Εκκλησίας να τιμά την Πολιτεία, χωρίς όμως να γίνεται εξάρτημά της.

Την εικονομαχία προκάλεσε η απόφαση του τότε αυτοκράτορα να καταργήσει τη χρήση των εικόνων. Σήμερα λοιπόν τιμούμε το σθένος της Εκκλησίας να μην ορίζεται από τους ισχυρούς αλλά να υπερασπίζεται την πίστη των Πατέρων μας.

Την εικονομαχία προκάλεσαν αυτοί που θέλησαν να αποκόψουν την Ορθοδοξία από την παράδοση, αυτοί που απαίτησαν να προσαρμοσθεί η Εκκλησία στις «νέες συνθήκες, στις απαιτήσεις των καιρών».

Την εικονομαχία προκαλούν πάντα οι ίδιοι κύκλοι, γνωστοί σε όλες τις περιόδους της ιστορίας, που αν και ζουν μακράν της Εκκλησίας, θέλουν ν’ αποφασίζουν ποιά είναι η «λογική» πίστη και ποιός είναι ο «σωστός» πιστός. Συνήθως, οι κύκλοι αυτοί έχουν τη δύναμη των υιών του σκότους, τη δύναμη να παραπλανούν, να οργιάζουν, να υβρίζουν, να απειλούν, να τρομοκρατούν. Μετέχοντες στην αγέλη των πονηρευομένων, ασελγούν επί της αληθείας μαχόμενοι τον Θεό και την εικόνα Του.

Δεν έλειψαν ποτέ οι εικονοκλάστες. Αλλ’ όμως ηττήθησαν τότε και ηττώνται πάντα οι εικονομάχοι. Ηττήθησαν, και θα συνεχίσουν να ηττώνται οι αλαζόνες που αδυνατούν να νοήσουν την ισχύ την οποία έχει η ταπείνωση του πιστού μπροστά στην εικόνα του Θεού. Πάντα θα ηττώνται όσοι δεν θέλουν να καταλάβουν τη δύναμη του χεριού όταν ανάβει ένα κεράκι. Πάντα θα συντρίβονται όσοι αρνούνται να νιώσουν πόσο κενή κι άχρηστη είναι η όποια ικανότητα της διάνοιας μπροστά στην προσευχή του ταπεινού ανθρώπου.


ΣΗΜΕΡΑ ΕΟΡΤΑΖΟΥΜΕ επιβεβαιώνοντας ότι οι ναοί δεν είναι απλώς χώροι όπου προσευχόμαστε, αλλά Εκκλησίες, συνάξεις μυσταγωγίας, ιεροί χώροι όπου ο πιστός νιώθει ακριβώς καθώς ο Αγιος Μάξιμος ο Ομολογητής περιγράφει: «δια μεν του ναού, ως δια σώματος, την ηθικήν φιλοσοφίαν προβαλλομένην? δια δε του ιερατείου, ως δια ψυχής, την φυσικήν θεωρίαν πνευματικώς εξηγουμένην? και ως δια νοός του θείου θυσιαστηρίου, την μυστικήν θεολογίαν εμφαίνουσαν».Σε αυτόν τον ιερό χώρο, οι εικόνες δεν αποτελούν διακόσμηση, αλλά αντικείμενα θείας λατρείας με πλήρη συμμετοχή στη Θεία Λειτουργία. «Τούτες οι ιερές εικόνες», έγραφε πρό 400 χρόνων ο Μελέτιος Πηγάς, «βλεπόμενες αναβιβάζουν τον νουν εις ανάμνησιν των πρωτοτύπων.Καθώς ο θείος λόγος διά της ακοής εξυπνά τον νουν εις την κατανόησιν των θείων έργων και πραγμάτων, δια τούτο και ταύτα τιμημένα και προσκυνούμενα δια τα αρχέτυπα, τα οποία μας αναφέρουσι και προς τα οποία μας οδηγούσι: του οποίου πρωτοτύπου ουχί μόνον προσκύνησιν, αλλά λατρείαν απονέμομεν και μόνον εκείνοις την λατρείαν, διό και ψεύσται οι συκοφάνται της Εκκλησίας: ου γαρ λατρεύει η Εκκλησία κτίσματα,αλλά μόνον τον Κτίστην και σήμερον, Κυριακήν της Ορθοδοξίας, μένουσιν οι βλάσφημοι καταισχυνόμενοι και καταδεδικασμένοι και η Εκκλησία νικά και αναστηλώνει τας σεπτάς εικόνας, καθώς και σήμερον ο Σωτήρ την έμψυχον εικόνα ανακαινίζει, ευρίσκει, ανακτάται».

Σήμερα εορτάζουμε διότι «αστράπτει και λάμπει η Εκκλησία του Χριστού κεκοσμημένη αναστηλώσεσι», όπως ψάλλει η επίκαιρη υμνολογία. Βλέποντας οι πιστοί τον Χριστό και τους αγίους Του «εν εικόσιν» παίρνουμε ανασασμό περιούσιο, ανθοσμία πνευματική εγκόσμιας αποξένωσης.

Σήμερα εορτάζουμε βλέποντας ότι ο ναός, ως οίκος του Θεού, μένει απαρασάλευτη μαρτυρία ένωσης της ουράνιας Εκκλησίας του τρούλλου με την επίγεια Εκκλησία, με τον χορό των αγίων.

Σήμερα εορτάζουμε ευλογούντες τον Κύριο γιατί με τη χάρη Του οι Άγιοι μάρτυρες κράτησαν την πίστη μας μακριά από υποχωρήσεις στο «πνεύμα της εποχής», μακριά από το φρόνημα του κόσμου τούτου.

Σήμερα δεν είναι της Πεντηκοστής, δεν εορτάζουμε την ίδρυση της εν τω κόσμω Εκκλησίας? σήμερα είναι της Ορθοδοξίας. Σήμερα λοιπόν εορτάζουμε το ότι η θεοίδρυτος Εκκλησία μας είναι Κιβωτός και αγιασμός της Παράδοσης. Η Εκκλησία δεν είναι φολκλορικό μουσείο, αλλά ο τρόπος με τον οποίο το ανθρώπινο λύει τα δεσμά του κόσμου τούτου και προσφέρεται στον Θεό? είναι ο χώρος όπου η φωνή και το έργο των πατέρων και διδασκάλων μας γίνεται ευχαριστήριο λιβάνι. Αυτή τη δύναμη μεταλλαγής των πραγμάτων του κόσμου τούτου, εορτάζουμε την πρώτη Κυριακή των Νηστειών, δηλαδή στην αρχή περίπου της πορείας που τέλος της έχει την Ανάσταση.


ΚΑΤΑΝΟΩΝΤΑΣ αυτή την πραγματικότητα, θα δούμε ότι όχι μόνον οι εικόνες, αλλά η ίδια η Θεία Λειτουργία, και η υμνολογία κι ό,τι άλλο συμβαίνει μέσα στο ναό, συνιστούν σημεία πλήρους ρήξεως με τα κριτήρια του έξω του ναού κόσμου.

Αυτή τη ρήξη εκφράζουν τα λόγια του Κυρίου μας: «η βασιλεία η εμή ουκ έστιν εκ του κόσμου τούτου». Με τη φράση αυτή ο Κύριος λέγει όχι μόνο πως ο κόσμος τούτος είναι τοπίο θανάτου, έκπτωσης και αποτυχίας, αλλά και πως δεν μπορεί να γίνει κόσμος φιλάνθρωπος, με σεβασμό για όλους τους αδυνάτους, δεν μπορεί να γίνει ένας κόσμος χωρίς πόνο.

Η Εκκλησία δεν είναι «εκ του κόσμου τούτου», ζει όμως εν τω κόσμω, για τη σωτηρία του κόσμου. Ο λόγος της, ο συνεκτικός και διαλεκτικός ορθόδοξος λόγος, βρίσκεται σε ρήξη με το φρόνημα του κόσμου, η αποστολή της όμως είναι ο άνθρωπος μέσα στον κόσμο. Το κήρυγμά της, στρέφεται σε προβλήματα που απειλούν τον άνθρωπο, όχι επειδή δεν βλέπει τα τόσα θετικά που γίνονται, αλλά επειδή γνωρίζει πως το θετικό «του κόσμου τούτου» είναι κι αυτό φορέας θανάτου, αν δεν μεταμορφωθεί εντός αυτής σε έργο εις δόξαν Θεού αλλά μείνει έργο εις ματαιοδοξίαν ανθρώπου. Το θετικό του κόσμου είναι πάντοτε αλυσοδεμένο με το άδικο, με το απάνθρωπο και το δαιμονικό.

Μια εποπτεία στον σημερινό κόσμο επιβεβαιώνει αυτή την αλήθεια.


Οι μεταμοσχεύσεις οργάνων είναι ευλογημένες γιατί σώζουν ζωές και με αυτές ξεπερνιώνται αναπηρίες. Όμως δημιούργησαν ένα αδυσώπητο εμπόριο οργάνων, που εξωθεί φτωχούς ανθρώπους σε χώρες του λεγομένου τρίτου κόσμου σε ακρωτηριασμούς γέρων και παιδιών έναντι μικράς αμοιβής, παρά την αντίδραση της διεθνούς κοινότητος.
Η άνοδος του βιοτικού επιπέδου έδιωξε το φάσμα της πείνας και έβγαλε από τη μέγγενη της ανέχειας πολλά εκατομμύρια ανθρώπων. Όμως επέφερε και τον ευτελισμό του ανθρώπου, με την καταναλωτική βουλιμία και τη δουλική απομίμηση προτύπων που επιβάλλουν τα διαφημιστικά εργαστήρια.
Οι νέες τεχνολογίες επιτρέπουν την ανεμπόδιστη πρόσβαση στην πληροφορία και ανοίγουν δρόμο προς τη γνώση. Έγιναν όμως και υπερόπλο της εξαχρείωσης και της διαστροφής, με τρομακτικές συνέπειες ιδίως πάνω στις νέες γενεές. Εξ άλλου, οι νέες τεχνολογίες εξωθούν την βαθμιαία υποταγή του Τύπου στα χέρια μιας μικρής ομάδος συμφερόντων, η οποία μετατρέπει το ένα μετά το άλλο τα μέσα ενημέρωσης σε μηχανισμούς ασύστολης παραχάραξης της ενημέρωσης και διαβουκόλησης των μαζών.
Το αίτημα για μια δίκαιη κοινωνία οδήγησε στην κατασκευή μιας κοινωνίας ολοκληρωτικής υποδούλωσης του ανθρώπου. Η εύλογη έκκληση για εθνική έξαρση, μετακυλίεται εύκολα σε εθνικιστικό πυρετό, καρποί του οποίου είναι η βαρβαρότητα και ποταμοί αίματος.
Η παράθεση θα μπορούσε να συνεχισθεί. Αλλά μας αρκεί το νύχι για να γνωρίσουμε το λιοντάρι.

Οι νέες αυτές ανακαλύψεις και πολλές άλλες, μπορεί να τρέφουν την ανθρώπινη αλαζονεία, δεν καθιστούν όμως τον Θεό περιττό.Αντιθέτως Τον κάνουν αναγκαίο, ως κυματοθραύστη και ασπίδα απέναντι στην επιχειρουμένη απειλή κατά της εικόνος Του.


ΤΑ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ του ανθρώπου είναι λοιπόν σήμερα πιό μεγάλα από ποτέ. Για πρώτη ίσως φορά στην ιστορία υπάρχουν δυνάμεις ικανές όχι μόνο το σώμα αλλά και «την ψυχήν αποκτείναι». Υπάρχουν δυνάμεις ικανές να ελέγξουν τη σκέψη και να κατευθύνουν τη βούληση ολοκλήρων λαών, ικανές να αναγάγουν την περιφρόνηση της ηθικής σε αρετή, να μετατρέψουν το επιστημονικό εργαστήριο σε τμήμα διεκπεραίωσης της Κόλασης. Υπάρχουν δυνάμεις που συνειδητά μυωπάζουν εμπρός στην αλήθεια, που σκόπιμα υποστηρίζουν την ανομία, που επιδιώκουν τη φραγή και τη φίμωση του αφυπνιστικού λόγου.

Μέσα σε αυτή τη δίνη του σκότους ανάβουμε το κερί της αποστολής μας. Μέσα σε αυτή τη βουή και την αντάρα καλούμεθα να μεταφέρουμε παντού, σε όλα τα έθνη, τη φωνή του Κυρίου.

Η Εκκλησία βρίσκεται μέσα στον κόσμο, αλλά απορρίπτοντας τη λογική του κόσμου. Μιλάει στον άνθρωπο καθημερινά, ζητώντας του όμως να υπερβεί την καθημερινότητα.

Αυτό είναι κάτι που οφείλουμε να προστατεύσουμε: να διατηρήσουμε το λόγο της Εκκλησίας αυθεντικό, που σημαίνει ικανό να μιλάει στον σύγχρονο άνθρωπο φέροντάς τον όμως στην αιώνια πηγή της. Να μετέχει στη ζωή του κόσμου χωρίς να εγκλωβίζεται στη λογική του. Να είναι μια ισχυρή παρουσία μέσα στη σύγχρονη Πολιτεία, χωρίς να μεταβάλλεται σε εγκόσμια εξουσία.

ΣΗΜΕΡΑ Η ΕΚΚΛΗΣΙΑ προσπαθεί να φυλάξει τον άνθρωπο από την παγίδευσή του στις νέες μορφές του δαιμονικού. Σήμερα είναι δραματική η επιβουλή της παγκοσμιοποίησης, που παρουσιάζεται με το προσωπείο της παγκόσμιας οικονομικής προκοπής. Δεν θα υπήρχε λόγος αναφοράς της στη σημερινή εορτή, εάν επρόκειτο για μιαν ακόμη φενάκη, εάν δεν ήταν παρά η ουτοπία της παγκόσμιας ευημερίας μέσω του ανεμπόδιστου εμπορίου. Αυτό όμως που απεργάζονται οι εμπνευστές της παγκοσμιοποίησης, όπως οι ίδιοι απροκάλυπτα δηλώνουν, είναι η κατάργηση των εθνικών ταυτοτήτων, η επιβολή σε όλο τον κόσμο όχι μόνο ενός οικονομικού μοντέλου, αλλά επίσης μιας γλώσσας και μιας ενιαίας κουλτούρας για όλους τους λαούς.

Είναι εύκολο να αντιληφθεί κανείς ότι ο αφανισμός των εθνικών ταυτοτήτων, θα μετατρέψει την Ευρώπη σε νεκροταφείο πολιτισμών? στη θέση του πολυεθνικού και πολυγλωσσικού περιβολιού, θα χτιστούν οι ομοιόμορφοι κοιτώνες ενός κάποιου πληθυσμού.

Είναι εύκολο να αντιληφθεί κανείς ποια θα είναι η μοίρα του Ελληνισμού, αν αφεθεί ασύδοτη η παγκόσμια πολτοποίηση, αν δεν συνεγερθούν οι συνειδήσεις όλων μας. Ποιός από μας θα παραμείνει αμέριμνος μπροστά στην άμεση απειλή εκβαρβάρωσης της νεολαίας μας, στο κόψιμο των ριζών της, στο σβύσιμο της μνήμης της, στην απαλοιφή της γλώσσας της, στην κατάργηση της πίστης της; Όχι πάντως η Εκκλησία. Αυτή θα παραμείνει μια ανοιχτή αγκάλη στα παιδιά και στα νιάτα, θα μένει πάντα το καμπαναριό του ορθοδόξου πνεύματος.

ΕΝ ΤΟΥΤΟΙΣ, η παγκοσμιοποίηση είναι ένα μέσο κι όχι ο σκοπός? είναι το μέσο που οδηγεί στην επιβολή του συγκρητισμού. Ο συγκρητισμός προωθείται από τις ίδιες δυνάμεις που προωθούν την παγκοσμιοποίηση. Με πολύ προσοχή, ώστε να μην αφυπνισθεί η συνείδηση των πιστών, άρχισε ως μια γενικής φύσεως αναφορά στα θρησκευτικά δικαιώματα -την οποία κανείς δεν έχει λόγο να καταπολεμήσει-, προχώρησε στην ανακήρυξη διαφόρων αιρέσεων ως «Εκκλησιών» στο πλαίσιο δήθεν της ανεξιθρησκείας, με αποκορύφωμα την αναγνώριση μιας σατανιστικής τεχνικής πλύσης εγκεφάλου ως «Εκκλησίας» κι αυτής! Στο βάθος όλης αυτής της μεθόδευσης κρύβεται η ασυδοσία της εξουσίας, η ευτέλεια του προσώπου, η επικυριαρχία της μάζας.

Δεύτερο βήμα στην προώθηση του συγκρητισμού είναι η ψυχρά μεθοδευμένη προσπάθεια διαλύσεως του Χριστιανισμού.

Η επιβουλή του συγκρητισμού, καταφαίνεται με την ενορχηστρωμένη προσπάθεια να διαγραφεί η έννοια της αμαρτίας. Συμπεριφορές αποκλίνουσες από το νόμο και το θέλημα του Θεού χαρακτηρίζονται όχι ως αμαρτήματα αλλά ως ιδιαιτερότητες, τις οποίες η Εκκλησία πρέπει να σέβεται, εν ονόματι των ανθρωπίνων δικαιωμάτων που ανάγονται σε υπέρτατο ρυθμιστή της ανθρώπινης ζωής. Εδώ εφαρμόζεται η προστακτική του Μεγάλου Ιεοεξεταστή: «Θα τους επιτρέψουμε και την αμαρτία. Αυτοί είναι αδύναμοι και ανίσχυροι και θα μας αγαπούν σαν παιδιά, επειδή θα τους επιτρέψουμε να αμαρτάνουν».

Ερωτάται, λοιπόν: ποιός από μας δεν είναι σε θέση να καταλάβει ότι αυτά όλα είναι η συνεχώς ανανεωμένη και σταθερώς όζουσα μορφή της Εικονομαχίας;


ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΑ τη μορφή του πανάρχαιου Όφεως σήμερα, ανήμερα της Ορθοδοξίας, για να σας δείξω πως η πανάρχαιη έχθρα κατά του Ιησού και της Εκκλησίας Του δεν έχει υποχωρήσει καθόλου, πως υψώνει κάθε μέρα και πιό θρασεία κεφαλή, πως διεκδικεί την υποστήριξη της κενής σοφίας του αιώνος τούτου του απατεώνος, αλλά και για να σας δείξω πως η έχθρα αυτή είναι καταδικασμένη να ηττηθεί και πάλιν, πως όσα και να υφίσταται η Εκκλησία πάντως και αιωνίως θα θριαμβεύει, «καθώς γέγραπται ότι ένεκά σου θανατούμεθα όλην την ημέραν, ελογίσθημεν ως πρόβατα σφαγής, αλλ’ εν τούτοις πάσιν υπερνικώμεν δια του αγαπήσαντος ημάς».

ΟΙ ΗΜΕΡΕΣ ΑΥΤΕΣ αποτελούν την επιτομή της ιστορίας του κόσμου. Άρχισαν με την Καθαρή Δευτέρα, ημέρα νηστείας μεγάλης αλλά και χαράς μεγάλης, ημέρα χαρμολύπης ένεκα της εισόδου μας σε πορεία του θριάμβου. Διανύουμε μια περίοδο νηστείας, περίοδο δοκιμασίας και πόνου για την έκπτωσή μας, πόνου μεγάλου, που εκφέρει στη δόξα της νίκης. Μέσα σε αυτό το κλίμα μπορούμε να συναντήσουμε τον Θεό, να ζήσουμε μαζί Του συντετριμμένοι το πάθος Του για τη σωτηρία μας, και να Τον αφήσουμε να μας οδηγήσει στο φώς το ανέσπερο της Ανάστασης.

Αυτή είναι η πορεία του κόσμου: από την αρχική καθαρότητα στη δοκιμασία και τον πόνο, κι από κει στην απόλυτη διαύγεια της Ανάστασης.

Αυτό είναι και το μήνυμα που φέρνει ο Κύριος δια της Εκκλησίας Του στον άνθρωπο: το μήνυμα της Ανάστασης, της οριστικής εξόδου από τον κόσμο τούτον του πόνου.

Το σκότος δεν παύει να απεργάζεται δεινά για μας, δεν παύει να κατασκευάζει νέα δεσμά για μας. Αλλά εμείς γνωρίζουμε ότι πάντως θα ακουσθεί ισχυρά φωνή λέγουσα: «έπεσεν, έπεσεν Βαβυλών η μεγάλη [..] και κλαύσουσιν και κόψονται οι βασιλείς της γής οι μετ’ αυτής πορνεύσαντες [..] και οι έμποροι της γης κλαίουσιν και πενθούσιν επ’ αυτήν».

«Λέγει ο μαρτυρών ταύτα? ναί, έρχομαι ταχύ.»

Το γνωρίζουμε αυτό. Φιλοσοφούμε πάνω σε αυτό με ταπείνωση.

Ελπίζουμε σε αυτό, παραμένοντας σε σιωπή που είναι ο επίλογος του λόγου και ταυτόχρονα ο πρόλογος της πράξης, παραμένοντας σε ησυχία που κατά τον άγιο συγγραφέα της Κλίμακος είναι «η τελεία των τελείων ατέλεστος τελειότης». Μόνον έτσι δικαιούμεθα να εορτάζουμε το Ιωβηλαίο, τη συμπλήρωση 2000 ετών από τη Γέννηση του Σωτήρα μας.

Και προσευχόμεθα καθημερινά, προσευχόμεθα ιδίως τις ημέρες της αγίας και μεγάλης Τεσσαρακοστής: «Αμήν, έρχου κύριε Ιησού».

Η χάρις του Κυρίου ημών είη μετά πάντων ημών.