Σεβασμιότατοι και Θεοφιλέστατοι Ιεράρχες, ελλογιμώτατοι κ.Καθηγητές, αγαπητοί πατέρες και εν Χριστώ αδελφοί, η Αποστολική Διακονία της Εκκλησίας της Ελλάδος εορτάζει σήμερα τον προστάτη της, τον έφορο της, τον Ιερό Χρυσόστομο, τον μέγα οικουμενικό διδάσκαλο και Πατέρα της Εκκλησίας.
Αρχίσαμε την σημερινή ημέρα με την προσφορά της αναίμακτης θυσίας στο τέλος της οποίας τελέσαμε επιμνημόσυνη δέηση για την ανάπαυση των ψυχών των μακαριστών Αρχιεπισκόπων, των μακαριστών διατελεσάντων Γενικών Διευθυντών και άλλων Διευθυντών επιτελικών θέσεων της Αποστολικής Διακονίας, καθώς επίσης και όλων εκείνων, οι οποίοι υπηρέτησαν και διακόνησαν ως υπάλληλοι της. Ας είναι αιωνία όλων αυτών η μνήμη.
Τώρα αρχίζουμε την ημερίδα, η οποία για πρώτη φορά, εξ όσων γνωρίζω, οργανώνεται με την ευκαιρία της σημερινής ημέρας. Χαιρετίζω λοιπόν και εγώ αυτή την πρωτοβουλία της Αποστολικής Διακονίας με πολύ αγάπη και με πολλές προσδοκίες. Διότι η ενασχόληση μας με την ζωή και το έργο του Ιερού Χρυσοστόμου είναι πολλαπλώς χρήσιμη, δεδομένου ότι οι αιώνες αντιγράφουν αλλήλους και η ιστορία πολλάκις επαναλαμβάνεται.
Το θέμα με το οποίο πρόκειται να ασχοληθεί η παρούσα ημερίδα έχει τον τίτλο: «Το έργο του ιερού Χρυσοστόμου σε μια δύσκολη εποχή». Ποια είναι η δύσκολη εποχή; Υποθέτω ότι ο εμπνευστής του θέματος αυτού έχει υπόψη του την δύσκολη εποχή που ζει ο ιερός Χρυσόστομος, τον 4ον μ.Χ. αιώνα, ο οποίος παρά ταύτα έχει ονομαστεί «Χρυσούς Αιών της Εκκλησίας».
Αυτή πρέπει να είναι η δύσκολη εποχή μέσα στην οποία το έργο του ιερού Χρυσοστόμου ανεπτύχθη, ανεφάνη και τελικά φώτισε τις συνειδήσεις των ανθρώπων της Εκκλησίας.
Όσοι γνωρίζουν ιστορία και όσοι έχουν μελετήσει επισταμένως την ζωή και την πολιτεία του Αγίου αυτού της Εκκλησίας μας, δικαιολογούν αυτόν τον τίτλο γιατί πράγματι υπήρξε μια δύσκολη εποχή η εποχή αυτή του 4ου αιώνος στην διάρκεια της οποίας, έγινε και η διαμόρφωση των δογμάτων της Εκκλησίας μας και εμφανίστηκαν ποικίλες αντίχριστες αιρέσεις εναντίον των οποίων αντεπεξήλθαν οι Πατέρες της Εκκλησίας με έναν εκ των κορυφαίων αυτών, τον τιμώμενο σήμερα μέγα Ιεράρχη.
Εγώ όμως θα έλεγα ότι ο τίτλος αυτός, επεκτείνεται και στην δική μας εποχή. Επομένως, θα μπορούσε κανείς να ερμηνεύσει μέσα από τον τίτλο της ημερίδας το τότε έργο του ιερού Χρυσοστόμου αλλά και σε μια δύσκολη εποχή όπως είναι η σημερινή.
Μια εποχή, η οποία έχει και αυτή τις δυσκολίες της και που είναι αναγκαίο όπως οι ποιμένες της Εκκλησίας, όπως ήταν ο ιερός Χρυσόστομος, αλλά και όλα τα στελέχη της Εκκλησίας να εμπνευστούν από το παράδειγμα, από τα λόγια, από την όλη ζωή και πολιτεία του Αγίου μας, διότι όλα αυτά μας είναι πάρα πολύ χρήσιμα και ωφέλιμα στη σημερινή εποχή.
Διότι, αγαπητοί πατέρες και αγαπητοί συνεργάτες, δεν πρέπει να παρασυρόμεθα από τον κόσμο των φαινομένων ούτε πρέπει να συμβιβαζόμεθα με αμαρτωλές καταστάσεις, οι οποίες επικρατούν συνήθως στην εποχή μας. Πρέπει να έχουμε φώτιση αγιοπνευματική, καθώς και αφετηρία αγιοπατερική και πρέπει τα φωτεινά παραδείγματα των Αγίων Πατέρων, των μεγάλων Πατέρων της Εκκλησίας μας να γίνονται φωτεινοί οδοδείκτες προκειμένου να κατευθύνουν και την δική μας ζωή προς το ηθικώς και χριστιανοπρεπώς δέον, το οποίο και αποτελεί για μας την πεμπτουσία της αποστολής μας.
Αποστολική Διακονία έχει ονομαστεί αυτός ο ιεραποστολικός και επιτελικός Οργανισμός της Εκκλησίας της Ελλάδος εις τον οποίον όλοι υμείς οι παρόντες στην ημερίδα αυτή έχετε να καταθέσετε και έχετε ήδη καταθέσει τον πνευματικό σας προσωπικό οβολό, προκειμένου αυτός ο Οργανισμός με αυτό το πολυσήμαντο όνομα, με την επωνυμία αυτή, η οποία όσο περνάει ο καιρός τόσο καταδεικνύεται εκ των πραγμάτων, ότι υπήρξε όντως εμπνευσμένη και συνεχίζει μέχρι και στις ημέρες μας μια σημαντική αποστολή την οποία βεβαίως ενσαρκώνει και υποστασιάζει η Αγία μας Ορθόδοξη Εκκλησία.
Αλλά και εμείς, οι οποίοι υπηρετούμε ο καθένας από την δική του θέση αυτόν τον ιεραποστολικό Οργανισμό της Αποστολικής Διακονίας νομίζω ότι έχουμε πολλά να διδαχτούμε και να ωφεληθούμε όταν εγκύψουμε στις λεπτομέρειες της ζωής του μεγάλου αυτού πατρός της Εκκλησίας, ο οποίος εν πολλοίς μας διδάσκει την απολυτότητα των θέσεων της χριστιανικής μας πίστεως έναντι των αντιστοίχων θέσεων του κόσμου.
Διότι το μεγάλο πρόβλημα με το οποίο ήρθε αντιμέτωπος ο ιερός Χρυσόστομος ήτο αφενός μεν το πνεύμα του Θεού και αφετέρου ο λόγος και το πνεύμα του κόσμου και ο ιερός Χρυσόστομος χωρίς τον παραμικρό δισταγμό τοποθετήθηκε βεβαίως στην παράταξη του Κυρίου και έθεσε εις την διακονία αυτής της παρατάξεως όλα τα φυσικά και επίκτητα χαρίσματα του χωρίς να κάμει τον παραμικρό συμβιβασμό, χωρίς να κάμει την παραμικρή υποχώρηση έστω κι αν αυτό του κόστισε πολλές φορές και στην υγεία του και στην απώλεια του θρόνου του και σε περιπέτειες προσωπικές.
Ομως αυτές οι περιπέτειες συνιστούν θα έλεγα το μέγα πνευματικό κεφάλαιο με το οποίο εδωροφόρησε την Εκκλησία μας διαχρονικώς ο ιερός Χρυσόστομος, γι’ αυτό και γίνεται για όλους εμάς, ένας ακραιφνής πνευματικός οδηγός έστω και αν σήμερα οι αντιλήψεις ποικίλλουν, έστω και αν σήμερα ακούονται λόγοι ενός κάποιου συμβιβασμού προς τις απόψεις του κόσμου, προκειμένου και η Εκκλησία να εκσυγχρονιστεί ή η Εκκλησία να επιβιώσει μέσα σε ένα περιβάλλον, το οποίο οπωσδήποτε δεν είναι αυτό το οποίον μπορεί να κριθεί και να θεωρηθεί ότι συμπλέει με την αλήθεια του Ευαγγελίου και με το λόγο και το νόμο του Θεού.
Βεβαίως το θέμα το οποίον πρωτίστως απησχόλησε τον ιερόν Χρυσόστομο και το επέλυσε κατά τον τρόπο με τον οποίο το αντιμετώπισαν και όλοι οι μεγάλοι Πατέρες της Εκκλησίας μας υπήρξε το περιώνυμον έκτοτε υφιστάμενον μέχρι και των ημερών μας πρόβλημα των σχέσεων Εκκλησίας και Πολιτείας.
Και βεβαίως δεν δίστασε να έρθει σε σύγκρουση με τους άρχοντες της εποχής του ο ιερός Χρυσόστομος όπως όλοι το γνωρίζουμε και όλοι το αναγνωρίζουμε προκειμένου να υπερασπιστεί τα δίκαια της Εκκλησίας και προκειμένου να καθιερώσει την θέση της Εκκλησίας μέσα στον επίγειο οργανισμό των ανθρώπων, της Εκκλησίας, η οποία δεν αποτελεί ανθρώπινο κατασκεύασμα, αλλά είναι θεανθρώπινος οργανισμός και κατά τον Απόστολο Παύλο είναι το σώμα του Χριστού, το οποίο έχει κεφαλήν μεν τον Κύριο μας Ιησού Χριστό, μέλη δε όλα τα πιστά μέλη της Εκκλησίας.
Αυτή την αντίληψη είχε ο ιερός Χρυσόστομος. Οπως επίσης είχε και την αντίληψη ότι τα δύο αυτά μεγέθη, δηλαδή Εκκλησία ως θεανθρώπινος οργανισμός και Πολιτεία - Κράτος ως ανθρώπινο κατασκεύασμα, είναι ασύγκριτα μεγέθη. Δεν μπορεί κανείς να τα βάλει δηλαδή στην ίδια πλάστιγγα και στο ίδιο επίπεδο.
Πρώτον διότι η Εκκλησία προηγείται μεν του Κράτους αλλά και έπεται αυτού, διότι ως γνωρίζουμε οι πάντες από τις θεολογικές μας σπουδές η Εκκλησία δεν ιδρύθηκε εδώ πριν από 2.001 χρόνια, αλλά ιδρύθηκε εις τους ουρανούς και τα πρώτα μέλη αυτής της Εκκλησίας ήσαν τα πανάγια πρόσωπα της Παναγίας Τριάδος και εν συνεχεία μετεμφυτεύθη κατά την ημέρα της Πεντηκοστής εις την γην, επί της γης, εις την οποίαν ζει και πορεύεται η Εκκλησία μέχρι της συντέλειας των αιώνων προορισμένη και μετά την κατάλυσιν αυτού του υλικού κόσμου να συνεχίσει την πορεία της και πάλιν εις τους ουρανούς.
Επομένως η Εκκλησία προηγείται μεν χρονικώς της Πολιτείας αλλά και έπεται αυτής, αλλά και διαφοροποιείται από πλευράς προελεύσεως. Η προέλευση της Εκκλησίας είναι εκ του Θεού, η προέλευση της Πολιτείας είναι εκ των ανθρώπων. Αυτά που λέγω σήμερα δεν τα αποδέχονται πολλοί εκ των χριστιανών ηγετών.
Δεν τα αποδέχονται διότι έχουν απόψεις πολιτειοκρατικές με τις οποίες θέλουν να επιβάλλουν συστήματα υποταγής της Εκκλησίας εις τα κελεύσματα των εκάστοτε ηγετών της Πολιτείας, πράγμα το οποίον όμως έρχεται σε αντίθεση και σε αντίφαση με τη ζωή των μεγάλων Πατέρων της Εκκλησίας και ειδικότερα βεβαίως του μεγάλου αυτού πατρός της Εκκλησίας, του ιερού Χρυσοστόμου.
Άλλο ένα σημείο, το οποίο συνάπτεται με αυτό το οποίο λέγω, είναι ότι χαρακτηριστικό ιδίωμα του μεγάλου αυτού πατρός υπήρξε η παρρησία, η ελευθεροστομία και η διάθεση του να λέγει την αλήθεια, να υπηρετεί και να διακονεί την Αλήθεια αντί πάσης θυσίας.
Δεν εσκέπτετο όπως σκεπτόμαστε σήμερα εμείς ή μάλλον πολλοί από εμάς, όπου λέγουμε «μην πεις αυτή την αλήθεια διότι θα έρθεις σε ρήξη με το κατεστημένο, μην υποστηρίξεις αυτό έστω κι αν αυτό είναι το θέλημα του Θεού, διότι αυτό θα σου δημιουργήσει περιπέτειες και προβλήματα στην ζωή σου», προτιμώντες να διάγομεν εν ασφαλεία, παρά να κηρύττομε εν αληθεία τον Ιησού Χριστό.
Ο Άγιος μέγας πατήρ της Εκκλησίας, ο ιερός Χρυσόστομος δεν ήταν αυτών των αντιλήψεων. Ήταν των αντιλήψεων ότι προέχει υπέρ πάντα η αλήθεια του Ευαγγελίου και η αλήθεια του Χριστού. Γι’ αυτό εν πολλοίς μπορεί να κριθεί ότι υπήρξε υπερβολικός στη προβολή αυτών των αληθειών της πίστεως μας δίδοντας όμως ταυτοχρόνως μία συγκλονιστική μαρτυρία ενός ενσυνειδήτου και ευσυνειδήτου ποιμένος της Εκκλησίας, όπως αυτός διαχρονικώς είναι απαραίτητος και αναγκαίος εις τον λαό του Θεού.
Γι’ αυτό και ο ιερός Χρυσόστομος ελατρεύθη από τον λαό και αυτό είναι περίπου η μοίρα ή η τύχη των πνευματικών πατέρων, να διώκονται από τους ανθρώπους της δυνάμεως και της εξουσίας και να λατρεύονται από τους ανθρώπους του λαού.
Γι’ αυτό χωρίς υπερβολή ο ιερός Χρυσόστομος υπήρξε θεόκλητος, δημόκλητος και λαοφίλητος ιεράρχης και είναι γνωστό ότι και ενόσω ακόμα ζούσε, αλλά κυρίως μετά την εν Κυρίω κοίμησιν του, διαμορφώθη μία ομάδα, ένα Κίνημα θα έλεγα μέσα στις χριστιανικές κοινωνίες της εποχής του, το οποίο Κίνημα έφερε το όνομα του.
Είναι οι γνωστοί Ιωαννίται, οι οποίοι θεωρούσαν τον εαυτό τους ως οπαδούς τρόπον τινά του ιερού Χρυσοστόμου και της όλης του ζωής και πολιτείας. Όπως αυτό υπήρξε και για άλλους Πατέρες και κυρίως για τους άλλους δύο μεγάλους οικουμενικούς διδασκάλους, Μέγα Βασίλειο και Γρηγόριο τον Θεολόγο. Υπήρξαν οι Βασιλειάται και οι Γρηγοριάται.
Αυτό ήτο και η αφορμή θα έλεγε κανείς για να καθιερωθεί κατά τον 11ον αιώνα με την πρωτοβουλία του Ευχαϊτων Ιωάννου ο κοινός εορτασμός των τριών αυτών μεγάλων οικουμενικών διδασκάλων και πατέρων της Εκκλησίας, ο κοινός «συνδριών» των διδασκάλων αυτών ώστε να σταματήσει αυτός ο διχασμός τρόπον τινά του πληρώματος της Εκκλησίας.
Αλλά αυτός ο διχασμός προήρχετο από την εκτίμηση ή και την υπερεκτίμηση των ανθρώπων της Εκκλησίας προς τα πρόσωπα των Αγίων αυτών μεγάλων Πατέρων, οι οποίοι για μας θεωρούνται απλανείς διδάσκαλοι και θεωρούνται πρότυπα και χριστιανικής και ποιμαντικής δραστηριότητος.
Γι’ αυτό δεν πρέπει να περιοριζόμεθα, αγαπητοί μου, κατά τις επετείους των εορτών των Αγίων σε ωραία λόγια, τα οποία τα λέμε και τα επαναλαμβάνουμε υπερτονίζοντας και υπογραμμίζοντας τις αρετές των Αγίων και γενικώς την όλη τους πολιτεία επί της γης, αν αυτά τα λόγια δεν συνοδεύονται και από ανάλογη πρακτική.
Δηλαδή αν λέμε τους επαίνους δια τον Άγιο Ιωάννη τον Χρυσόστομο αλλά η ζωή του δεν μας αγγίζει καθόλου και επομένως ακολουθούμε άλλη συμπεριφορά απέναντι στις σχέσεις μας με τον κόσμο και μέσα εκεί είναι όλα όσα είπα προηγουμένως, τότε δεν είμεθα αντάξιοι για να μπορέσουμε να τιμήσουμε τον μεγάλο Άγιο Πατέρα της Εκκλησίας.
Δεν θέλω να πω τίποτα περισσότερο. Άλλωστε είναι εισαγωγική η ομιλία μου αυτή. Απλώς θέλω να χαιρετήσω για άλλη μια φορά την ομήγυρη μας εδώ και να ευχηθώ οι λόγοι οι οποίοι θα ακουστούν εντός ολίγου από του βήματος αυτού και κατά την διάρκεια των συζητήσεων, οι οποίες θα επακολουθήσουν, να μας στηρίξουν όλους εις την κοινή μας προσπάθεια να δίδουμε καθημερινώς την μαρτυρία μας ενώπιον του κόσμου, την μαρτυρία της αληθείας, την μαρτυρία του λόγου του Θεού.
Δεν διστάζω να σας αποκαλύψω ότι από τα χρόνια της πρώιμης νεότητας μου το πρόσωπο και το μεγαλείο του ιερού Χρυσοστόμου έπαιξαν για μένα πολύ καθοριστικό ρόλο. Από μικρός που ήμουν μαθητής ακόμα εις το Λύκειο και εν συνεχεία ως φοιτητής, θαύμαζα τον ιερό Χρυσόστομο και προσπάθησα στη ζωή μου όσο μπορούσα με τις μικρές μου δυνάμεις να τον μιμηθώ.
Δεν ξέρω αν το έχω επιτύχει, αλλά αυτό που σας λέγω ίσως να αποτελεί και την κλείδα για την ερμηνεία πολλών από εκείνα τα οποία συμβαίνουν σήμερα. Ο Θεός να είναι μαζί μας.