Χαιρετισμός στην 3η παγκόσμια συνάντηση θρησκειών και πολιτισμών
Βαθιά είναι η συγκίνησή μου που σας βλέπω όλους σήμερα μαζί μας, έτοιμους να καταθέσετε τη μαρτυρία της ψυχής σας και τη γνώση σας, επάνω στο αληθώς μεγάλο θέμα του πολιτισμού.
Επιτρέψτε μου, πρώτον, να διατυπώσω τις επιφυλάξεις μου προς τον τίτλο και ορισμένα σημεία του σκεπτικού της Συνάντησης μας.
Η φράση «Ο πολιτισμός των πολιτισμών» φοβούμαι ότι παραδηλώνει μια σύγκραση όλων επί τω αυτώ, μια πρόσκληση προς όλους μας να αποδεχθούμε την αξία και να συμβάλλουμε ενεργά στην κατασκευή ενός νέου μίγματος, ενός είδους υπερπολιτισμού, στον οποίο θα μετέχουν όλοι εξ ίσου αδιαιρέτως και αδιακρίτως.
Θέλω αμέσως εδώ να διατυπώσω την αντίθεσή μου προς κάθε μορφή σύγκρασης, προς κάθε ιδεολογία σύγκρασης. Πρώτον μεν, ως χριστιανός, αρνούμαι να δεχθώ τον συγκρητισμό που θέλει τους ανθρώπους «όμοια μεν λαλούντας, ανόμοια δε φρονούντας ». Δεύτερον δε, διότι η σύγκραση στηρίζεται και προωθεί την απίσχνανση της ιδιοπροσωπίας κάθε πολιτισμού, την αντικατάσταση των ζωπύρων δυνάμεών του με απόπειρες κατασκευής κοινών στοιχείων. Διότι τα ζώπυρα υπάρχουν και δίνουν δύναμη, μόνον εφ όσον υπερασπίζουν την ενότητα και τη μοναδικότητα του πολιτισμού τους. Ο πολιτισμός γεννιέται στα κεφαλόβρυσα, όχι στα δίκτυα ύδρευσης. Είναι δημιουργία, δεν είναι παράφραση με σκοπιμότητες όσο καλής προαίρεσης ή χρηστικές κι αν είναι οι σκοπιμότητες.
Ο χριστιανισμός ανήκει στις θρησκείες που έχουν βεβαιότητα για την αλήθεια τους, και μάλιστα για την αποκλειστική αλήθεια τους. Καθώς με γλυκύτητα αλλά και αταλάντευτη επιμονή γράφει ο Ιωάννης, «Πας ο προάγων και μη μένων εν τη διδαχή του Χριστού θεόν ουκ έχει ». Αυτός που υποστηρίζει ότι όλες οι θρησκείες έχουν κάποιο μέρος αληθείας, δεν είναι πιστός, είναι οπαδός του συγκρητισμού. Αυτός που μπολιάζει με στοιχεία συγκρητισμού τον χριστιανισμό, τον ανατρέπει εντός του, και βάζει στη θέση του την εγκόσμιο σοφία. Αλλ΄«εμώρανεν ο θεός την σοφίαν του κόσμου τούτου ».
Υπάρχουν, βεβαίως, και θρησκείες οι οποίες δεν θεωρούν εαυτές αποκλειστικούς φορείς αληθείας. Τέτοιος ήταν και ο αρχαίος ελληνικός παγανισμός, τέτοιος και ο ρωμαϊκός, που είναι ελληνικής καταγωγής. Δεν είναι καθόλου τυχαίο, ότι στο περιβάλλον όπου επικρατούσαν αυτές οι θρησκείες ανάβλυσε ο συγκρητισμός. Γνωρίζετε ότι ο χριστιανισμός έδω σε μεγάλο και πολυετή αγώνα για το ξεπέρασμα του συγκρητισμού. Δεν είναι δυνατόν να δεχθούμε σήμερα οι χριστιανοί την επιστροφή στο βασίλειο του «όλοι έχουμε δίκιο, όλοι λέμε περίπου το ίδιο με άλλα λόγια». Διότι αυτό είναι ψεύδος. Δεν λέμε όλοι το ίδιο, και δεν θέλουμε να συσχηματισθούμε «τω αιώνι τούτω ».
Στο Σκεπτικό της Συνάντησης, δηλώνεται ότι το ζητούμενο είναι η «αναγέννηση και επιστροφή του ανθρώπου σε ένα πνευματικά ανανεωμένο ανθρωπισμό οικουμενικής εμβέλειας». Προσπαθώ να ξεπεράσω τις ατέλειες της φράσης, για να κατανοήσω τον πυρήνα της. Δεν υπάρχει, βέβαια, ανθρωπισμός χωρίς πνευματικότητα. Κι επί πλέον, δεν μπορεί να νοηθεί ανθρωπισμός χωρίς οικουμενική αντίληψη. Διερωτώμαι, ποιο είναι λοιπόν το ζητούμενο: εάν βρίσκομαι μπροστά σε μιαν αθέλητη ασάφεια, την παρακάμπτω. Εάν όχι, τότε πρέπει να συμπεράνω ότι το ζητούμενο είναι η αντικατάσταση των ιδιοπροσωπιών με έναν οικουμενικό ανθρωπισμό, τουτέστιν η αντικατάσταση των ταυτοτικών στοιχείων με στρογγυλέματα και διατυπώσεις τέτοιες, που θα επιτρέπουν στον παγκόσμιο άνθρωπο να κινείται ανέτως μέσα σε όλα.
Σε αυτό αντιτάσσω την πεποίθησή μου ότι κινείσαι μέσα σε όλα μόνον εάν τα έχεις αφυδατώσει όλα. Εάν δεν αναγνωρίζεις και δεν σέβεσαι την ταυτότητα και μοναδικότητα του κάθε πολιτισμού, δεν είσαι σε θέση να καταλάβεις και τι άξιο προσφέρει ο κάθε πολιτισμός. Και δεν θα μπορέσεις ποτέ να μάθεις ότι η αξία ενός πολιτισμού δημιουργείται και διασώζεται με πόνο. Δεν είναι λαϊκή πανήγυρις ο πολιτισμός, είναι πειθαρχία και δουλειά και επιμονή και αγωνία και πόνος. Τα μεγάλα επιτεύγματα του ανθρώπου, αυτά που συγκροτούν πολιτισμό, δεν γεννώνται εν ώρα σχόλης και αφηρημάδας, αλλά «εν λύπαις και στεναγμοίς».
Αναγκαστικά, η συζήτηση στρέφεται στο ερώτημα τι είναι ταυτοτικό σε ένα πολιτισμό και πως αυτό διαμορφώνεται. Δεν θα συζητήσω το θέμα εδώ, μια και θα απαιτούσε ειδική εισήγηση. Το μόνο που μπορώ να κάνω, είναι να υπενθυμίσω κάτι γνωστό, που θέτει το πλαίσιο συζήτησης και κατανόησης του τι σημαίνει ταυτοτικό στοιχείο ενός πολιτισμού.
Δεν υπάρχουν λαοί ηλίθιοι. Δεν υπάρχουν λαοί εθελόδουλοι. Όλοι οι λαοί θέλουν τη δημοκρατία. Δεν υπάρχει λαός που να προτιμά την τυραννία. Το γεγονός όμως ότι εδώ στην Ελλάδα γεννήθηκε η δημοκρατία, το ότι γεννήθηκε από ένα λαό που δεν ήταν ούτε ο πιο πλούσιος της εποχής, ούτε ο πιο ισχυρός, ούτε ο πιο δεμένος με τη γη ούτε ο πιο ικανός στη ναυ-σιπλοΐα, αποκαλύπτει τον κρυμμένο αστερισμό του. Νόμοι διέποντες τη ζωή των ανθρώπων και τη λειτουργία της κοινωνίας υπήρχαν πολύ πριν τους Έλληνες. Η παλαιοτέρα νομοθεσία θεωρείται αυτή του Χαμουραμπί, στις αρχές της δεύτερης χιλιετίας π.Χ., γραμμένη σε σφηνοειδή γραφή. Το αναφέρω αυτό, για να τονίσω το γεγονός ότι εδώ δεν γεννήθηκε η νομοθεσία αλλά ο κανόνας δικαίου, με άλλους λόγους η αντίληψη πως ο νόμος που εισάγει ο ηγεμόνας είναι πάντως ισχυρότερος από τη βούληση του ηγεμόνα που τον εισάγει. Το νέο και απροϋπόθετο αυτό στοιχείο, αποτελεί θεμελιώδες αίτημα του ελληνικού πνεύματος μέσα στους αιώνες, αποτελεί ταυτοτικό στοιχείο του ελληνικού πολιτισμού.
Δεν είναι μόνον αυτό ταυτοτικό στοιχείο του ελληνικού πολιτισμού. Υπάρχουν ασφαλώς και άλλα, στα οποία δεν θα αναφερθώ, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι είναι υποδεέστερα. Στο νου μου, αίφνης, έχω την έννοια του προσώπου, την οποία ο Ελληνισμός φαίνεται να πλάθει ήδη στο έργο του Ομήρου, και να την ανάγει σε θεολογία με τον χριστιανισμό. Αλλά αν μπορούσαμε να επεκτείνουμε τη συζήτηση, θα έπρεπε να δείξουμε και τα αμέσως αναγνωρίσιμα από όλους μας ταυτοτικά στοιχεία άλλων πολιτισμών. Να δούμε, για παράδειγμα, τη σημασία του κενού στον ινδικό πολιτισμό, από όπου προκύπτει η νιρβάνα (το αιώνιο κενό), καθώς επίσης η ανακάλυψη του μηδενός στα μαθηματικά και τον λογικό στοχασμό. Επι-τρέψτε μου να επισημάνω ότι στα ινδικά το μηδέν λέγεται πουτζιάμ (pujyam), λέξη που σημαίνει επίσης ιερό κι αυτό, ασφαλώς δεν είναι τυχαία συνωνυμία. Η δημιουργία του μηδενός, δεν είναι ανάλογη της ανακάλυψης των φανταστικών μαθηματικών, που είναι ένα σημαντικό γεγονός αλλά εντοπισμένο στην ιστορία της επιστήμης. Το μηδέν, το κενό, είναι ταυτοτικό στοιχείο του ινδικού πολιτισμού, με τεράστιες επιδράσεις σε όλες τις πτυχές του.
Και ιδού, λοιπόν, που μιλάμε για επιτεύγματα αναγνωρίσιμα από όλους τους πολιτισμούς, χρήσιμα και σε άλλους, κι όχι μόνον σε κείνον που τα γέννησε. Έχει σημασία εδώ να προσέξουμε με ποιο τρόπο παίρνει ο κάθε πολιτισμός στοιχεία από άλλον. Παίρνει, κρατώντας ως κόρη οφθαλμού την ιδιοπροσωπία του. Εμμένοντας στην αυτοκατάφασή του, δεν εμποδί-ζεται να αναγνωρίζει τι προσφέρει ο άλλος, και το παίρνει. Το βάζει όμως μέσα στις δικές του συντεταγμένες, το εντάσσει στους δικούς του όρους, και τις αξίες ζωής που αυτός διδάσκει. Καθώς γράφει ο Πλάτων, αναφερόμενος σε αυτήν ακριβώς τη διαδικασία, «λάβωμεν δε ως ότιπερ αν Έλ-ληνες βαρβάρων παραλάβωσι, κάλλιον τούτο εις τέλος απεργάζονται» (Επινομίς 987δ). Παίρνουμε λοιπόν από άλλους πολιτισμούς, αλλά τα ε-πεξεργαζόμαστε και τα κάνουμε καλύτερα. Εργαζόμαστε επάνω τους, και τα βελτιώνουμε. Με άλλους λόγους, τα προσαρμόζουμε, τα φέρουμε σε αρμό με τα δικά μας.
Αυτή είναι η διαδικασία με την οποία ένας πολιτισμός παίρνει από τους άλλους, χωρίς να αυτοκαταστρέφεται. Επεξεργάζεται και προσαρμόζει. Κάθε άλλη διαδικασία είναι σύγκραση, και οδηγεί αναπόφευκτα στην έκπτωση και αναίρεση, στην κατάλυση της ιδιοπροσωπίας.
Βλέπουμε λοιπόν ότι οι πολιτισμοί δεν διστάζουν να εκτιμούν βαθιά ο ένας τον άλλον. Οι αρχαίοι Έλληνες δεν έπαψαν ποτέ να υποκλίνονται μπροστά στον αιγυπτιακό πολιτισμό, αναγνωρίζοντάς του όχι υπεροχή στα πεδία της πολιτικής, της τέχνης και του στοχασμού, αλλά στο πεδίο της θρησκείας. Ο Ηρόδοτος έγραψε ιστορία των ελληνο-περσικών πολέμων, που αποτελεί, στην πράξη, εγκόλπιο πολιτισμολογίας και ανεπιφύλακτη αποδοχή της συμβολής των πολιτισμών της Μέσης Ανατολής. Εντυπωσιακή είναι και η προσέγγιση του Κωνσταντίνου του Πορφυρογέννητου να διδάξει την αξία του πολιτισμού κάθε λαού, ως μέρος των γνώ-σεων που πρέπει να έχει κάθε βυζαντινός αυτοκράτωρ, προκειμένου να έχει ικανή διεθνή και αμυντική πολιτική.
Στον κατάλογο αυτόν θα μπορούσα να προσθέσω και άλλα παραδείγματα, για να στηρίξω την άποψή μου ότι οι πολιτισμοί σέβονται και αναγνωρίζουν ο ένας τον άλλον, όταν δεν μπαίνουν στην υπηρεσία επιθετικών εθνικισμών. Και αυτό, δυστυχώς, είναι τρέχουσα πολιτική πραγματικότητα.
Σε αυτό ακριβώς το σημείο εστιάζω τα θετικά της Συνάντησής μας. Πρέπει να καλλιεργήσουμε την παράδοση του αμοιβαίου σεβασμού των πολιτισμών. Πρέπει πράγματι και χωρίς καθυστέρηση να οικοδομήσουμε πλέγμα Συναντήσεων όπως αυτή, όπως και άλλων κοινών πολιτιστικών εκδηλώσεων, με σκοπό την ανάπτυξη της επικοινωνίας των πολιτισμών.
Θα ήταν σημαντικό να συστήσουμε δίκτυο πολιτιστικής επικοινωνίας, οργανωμένο έτσι ώστε να προωθεί την ειρήνη, να περιορίζει την επιθετικότητα των εθνικισμών, να αποσυνδέει τον πολιτισμό από τις εμπρηστικές πολιτικές, και να καλλιεργεί τον σεβασμό όλων προς την πολιτιστική κληρονομιά τα μνημεία, αλλά και τα άϋλα δημιουργήματα του κάθε πολιτισμού. Θα ήταν σημαντικό, θέλω να πιστεύω, να δημιουργήσουμε ένα δίκτυο πολιτιστικής επικοινωνίας που θα έχει ως σκοπό του την ανάπτυξη του σεβασμού των πολιτισμών.
Σας βεβαιώ εδώ ότι θα εξετάσω τη δυνατότητα να συστήσει η Εκκλησία της Ελλάδος ένα τέτοιο δίκτυο. Η ανάγκη είναι μεγάλη, διότι ο πόνος των λαών καλύπτει τον ουρανό όλων μας με το χρώμα του αίματος και των δακρύων. Και εμείς, οι Ιεράρχες της Εκκλησίας μας, διαβάζοντας το Ευαγγέλιο, καταλαβαίνουμε ότι αλίμονο στον ιερέα που δεν είναι και Λευίτης .
Με αυτές τις σκέψεις, εύχομαι η σημερινή Συνάντηση να είναι αφετηρία και όχι κατάληξη προσπαθειών.