Ἦταν εὐλογία τὰ ὅσα σήμερα ἀκούσαμε ἀπὸ τὴν δικαίως τιμωμένη κορυφαία βυζαντινολόγο, Πρύτανη Ἑλένη Γλύκατζη – Ἀρβελέρ, Πρόεδρο τοῦ Πανεπιστημίου τῆς Εὐρώπης, ἀλλὰ καὶ ἀπὸ τὸν λαμπρὸ διδάσκαλο τῆς βυζαντινῆς φιλοσοφίας κ. Λίνο Μπενάκη. Ὅσα ἀκούσαμε, μετέτρεψαν τὴ συγκέντρωσή μας γιὰ τὴν ἀπόδοση τιμῆς, σὲ ἀληθῶς πνευματικὸ συμπόσιο.
Ἂς μοῦ ἐπιτραπεῖ λοιπόν, ὡς μετοχὴ στὴ χαρὰ καὶ τὴ συγκίνηση ὅλων μας, νὰ προσθέσω δυὸ μόνο λόγια, ἀντὶ ἐπιλόγου.
Ἴσως εἶναι ἀνάγκη νὰ διευκρινήσω ὅτι ἡ Ἐκκλησία, μιλώντας γιὰ ἑνότητα τοῦ Γένους μας μέσα στὴν ἱστορία, σὲ πεῖσμα ὅλων τῶν μεταλλαγῶν καὶ τῶν προσμίξεων, δὲν ἐκφέρει ρατσιστικὸ ἢ ἐθνικιστικὸ λόγο.
Ρατσιστικὴ θὰ ἦταν πράγματι ἡ ἐμμονὴ τῆς Ἐκκλησίας στὴν καταξίωση τῆς ἐθνικῆς ταυτότητος, ἐὰν ἀναφερόταν σὲ «καθαρότητα αἵματος» τῆς φυλῆς τῶν Ἑλλήνων. Ἀλλὰ ἡ Ἐκκλησία δὲν ἐννοεῖ αὐτό, καὶ θὰ ἦταν ξένο πρὸς τὸ πνεῦμα της νὰ ἔχει ἄποψιν ἐπ’ αὐτοῦ.
Ἐθνικιστικὸς θὰ ἦταν ὁ λόγος της, ἐὰν θεωροῦσε τὴν ἱστορικὴ ἑνότητα ὡς ἰδιότητα ἢ χάρισμα ἀποκλειστικῶς καὶ μόνον τοῦ ἑλληνικοῦ ἔθνους. Κι ἀκόμη πιὸ ἔντονα ἐθνικιστικὸ θὰ ἦταν ἐὰν ὑποδήλωνε ὅτι ἡ ἑνότητα αὐτή, δίνει στὸν ἑλληνισμὸ δικαίωμα ἡγεμονίας ἐπὶ τῶν ἄλλων λαῶν.
Αὐτὲς ὅμως τὶς ἰδεολογίες ἡ Ἐκκλησία τὶς ἀπορρίπτει κατηγορηματικῶς, ὄχι μόνον τώρα ἀλλὰ ἐξ ἀρχῆς. Τὴν ἀπόρριψη τοῦ ρατσισμοῦ καὶ τοῦ ἐθνικισμοῦ, διδάσκει μὲ προσοχὴ καὶ ἐπιμονὴ ὁ Ἀπόστολος Παῦλος στὴν Πρὸς Ρωμαίους Ἐπιστολή του. Μάλιστα δέ, προχωρᾶ στὴν ἀπόρριψη τῆς ἀντίληψης ὅτι ἡ εὐλογία τοῦ Θεοῦ δίνεται σὲ μιὰ φυλὴ ἢ ἕνα ἔθνος, ὑπογραμμίζοντας «εἰς τὸ εἶναι βεβαίαν τὴν ἐπαγγελίαν παντὶ τῷ σπέρματι [τοῦ ἀνθρώπου], οὐ τῷ ἐκ τοῦ νόμου μόνον ἀλλὰ καὶ τῷ ἐκ πίστεως Ἀβραάμ».
Ἐν τούτοις, ὁ ἴδιος αὐτὸς Ἀπόστολος δίνει ἰδιαίτερη σημασία στὴν ταυτότητά του, ἐξηγώντας ὅτι ὡς ἐξ αὐτῆς καὶ σεβόμενος τὴν παράδοση τοῦ ἔθνους του ἀγωνίστηκε κατὰ τῶν χριστιανῶν, κι ὅπως τοῦ εἶπε ὁ Ἀνανίας, ὁ Θεὸς τῶν πατέρων του τὸν ἐπέλεξε νὰ γίνει Ἀπόστολος. Δὲν συνιστᾶ λοιπόν, ἄρνηση τῆς ταυτότητάς του, ἡ προσχώρησή του στὸν χριστιανισμό.
Ὁ Παῦλος δὲν βλέπει πουθενὰ ἀντίφαση ἀνάμεσα στὴν ἀδελφωσύνη τῶν ἀνθρώπων ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ, καὶ στὴν ἐμμονὴ στὴν ἐθνικὴ ταυτότητα. Δὲν βρίσκεται ἀπὸ τὴ μία αὐτή, κι ἀπὸ τὴν ἄλλη ἐκείνη. Τὴν ἴδια ἀκριβῶς στάση εἶχε καὶ ὁ ἐκ τῶν πρώτων χριστιανῶν Πατέρων, ὁ πολὺς Εὐσέβιος Καισαρείας, διαβεβαιώνοντας ὅτι εἴμαστε χριστιανοὶ «τὸ γένος Ἑλλήνων ὄντες».
Τὰ ἐρωτήματα ποὺ τίθενται ἐδῶ εἶναι: πῶς ἀντιλαμβανόμαστε σήμερα τὴν ταυτότητά μας, καὶ ποιὰ ἡ σημασία της μέσα στὸ εὐρωπαϊκὸ γίγνεσθαι;
Σὲ αὐτὸ τὸ σημεῖο, θεωρῶ κυριολεκτικῶς μοναδικὴ τὴ συμβολὴ τῆς τιμωμένης Πρυτάνεως, της κυρίας Ἑλένης Γλύκατζη-Ἁρβελέρ. Στὸ σπουδαῖο βιβλίο της The Making of Europe, ἐκθέτει τὸν κυριολεκτικῶς θεμελιώδη ρόλο τοῦ Ἑλληνισμοῦ στὴ διαμόρφωση τῆς Εὐρώπης, καὶ ὄχι μόνον τοῦ ἀρχαίου Ἑλληνισμοῦ, ὅπως πιστεύουν οἱ Δυτικοί.
Ἡ συγγραφέας ἐξηγεῖ τὸν πρωταγωνιστικὸ ρόλο τοῦ Βυζαντίου καὶ τῆς Ὀρθοδοξίας στὴ γένεση τοῦ εὐρωπαϊκοῦ κόσμου. Φανερώνει μὲ ἐνάργεια καὶ χωρὶς καμιὰν ἐπιθετικότητα τὴν ἑνότητα τοῦ ἐλληνικοῦ πνεύματος, καὶ δείχνει ὅτι ἡ ἀπόπειρα διχασμοῦ τοῦ πνεύματος αὐτοῦ σὲ ἀρχαῖο καὶ βυζαντινό, μάλιστα δὲ ἡ ἀντίληψη ὅτι πρόκειται ὄχι μόνο γιὰ διαφορετικὲς ἀλλὰ καὶ γιὰ ἀλληλοαναιρούμενες πνευματικὲς ὀντότητες, εἶναι προϊὸν ἰδεολογικῆς ἑρμηνείας καὶ ὄχι ἐπιστημονικῆς σπουδῆς.
Ἡ κ. Ἀρβελὲρ διδάσκει τὴν ἑνότητα τοῦ Ἑλληνισμοῦ μέσα στοὺς αἰῶνες. Στὸ συγκεκριμένο ἔργο της, καταδείχνει ὅτι χωρὶς τὴ βάπτισή του στὸ χριστιανισμό, τὸ ἑλληνικὸ πνεῦμα δεν θὰ μποροῦσε νὰ εἶναι ὁ διαμορφωτὴς τῆς Εὐρώπης. Ὁ χριστιανισμὸς εἶναι ἡ δύναμις ποὺ ἔκανε τοὺς λαοὺς τῆς δυτικῆς Εὐρώπης νὰ μετάσχουν σὲ μιὰ κοινότητα, νὰ ζήσουν τὴν κοινότητα καὶ νὰ τὴν ἔχουν ὡς ίδανικό, ἀκόμη κι ὅταν διεσπάσθησαν. Ἡ Βυζαντινὴ Αὐτοκρατορία εἶναι τὸ πρῶτο κράτος τῆς Εὐρωπαϊκῆς Ἕνωσης, τὸ κράτος ποὺ δίδαξε τοὺς Εὐρωπαίους ὅτι ὄχι μόνον ἡ πολιτιστικὴ ἀλλὰ καὶ ἡ πολιτειακή τους ἕνωση εἶναι ἰδεῶδες.
Ἡ κ. Ἀρβελέρ, χωρὶς καθόλου νὰ ξεφεύγει ἀπὸ τὴν ἐπιστημονικὴ προσοχή, ἔχει μιὰ διαύγεια καὶ μιὰ γλαφυρότητα ποὺ πηγαίνει τὸν ἀναγνώστη πέρα ἀπὸ τὴν ἁπλή κατανόηση.
Ὅταν ἐδιάβασα τὶς φράσεις της μὲ τὶς ὁποῖες ἐξηγεῖ ὅτι ἡ κραυγὴ «Ἐλευθερία ἢ θάνατος!», βγαίνει ἀπὸ τὰ ἴδια στήθη ποὺ βγῆκε ἡ κραυγὴ «Ἴτε παῖδες Ἑλλήνων!», ἀπὸ τὰ ἴδια στήθη ποὺ βγῆκε ἡ κραυγὴ «Ἐν τούτῳ Νίκα!», κι ἀπὸ τὰ ἴδια στήθη ποὺ αἰῶνες τώρα βγαίνουν οἱ Χαιρετισμοὶ τῇ Ὑπερμάχῳ, αἰσθάνθηκα ὅτι μέσα στὶς σελίδες τοῦ βιβλίου ἔβλεπα ζωντανὸ τὸ ἑλληνικὸ πνεῦμα, ὅπως τὸ νιώθουμε ζωντανὸ καὶ ἀσπαῖρον, ἀπὸ τὸν Ὅμηρο στοὺς Πατέρες, κι ἀπὸ τοὺς Πατέρες σὲ μᾶς.
Αὐτὸ τὸ μέγα ἑλληνικὸ συλλείτουργο ζήσαμε ἐδῶ σήμερα. Εὔχομαι ἡ εὐλογία τῆς σημερινῆς τελετῆς νὰ μείνει σὲ ὅλους ὡς μήνυμα εὐθύνης μας ἔναντι τῶν Ἑλλήνων τοῦ αὔριο.