Δεν μπορώ να κρύψω τη χαρά μου που βρίσκομαι ανάμεσα σε τόσους προικισμένους και προκομμένους Έλληνες. Καλώς ήλθατε αδελφοί, καλώς ήλθατε στην αγαπημένη όλων μας Θεσσαλονίκη, τη μητέρα πόλη του διεθνικού Ελληνισμού από τα χρόνια του Αλεξάνδρου! Καλώς ήλθατε για να συμμετάσχετε στις εργασίες του ΣΑΕ, του ύπατου αυτού οργάνου της ελληνικής ομογένειας.
Ο Κύριος εργάζεται για εμάς τα παιδιά του, κι έτσι, εσείς που οι πατέρες σας έφυγαν από την Ελλάδα ως μετανάστες, μας επισκέπτεσθε σήμερα ως καταξιωμένα μέλη του οικονομικού, του κοινωνικού, αλλά και του ακαδημαϊκού περιβάλλοντος των νέων σας πατρίδων. Ο Κύριος εργάζεται και μέσα στις δύσκολες ώρες, και για τούτο η διαδρομή που έχει γίνει από τη μετανάστευση στη σημερινή συγκέντρωση, είναι διαδρομή που άρχισε με πόνο και αβεβαιότητα, αλλά έχει ήδη οδηγήσει σε υπερηφάνεια και χαρά.
Σε αυτή σας τη διαδρομή, είχατε ως πρώτη μέριμνα τη δημιουργία ιερών ναών, ώστε να μπορείτε να εκκλησιάζεστε και να συνεργείτε υπό την σκέπη της Εκκλησίας. Ευλογημένη η κίνησή σας εκείνη, και απέδωσε καρπούς. Διότι η Εκκλησία, σας συγκέντρωσε στην αγκαλιά της, και φρόντισε για την πνευματική ενίσχυση και στήριξή σας στη νέα σας πατρίδα. Ευχόμεθα όλοι, εν μιά καρδία, στον Οικουμενικό Πατριάρχη κ. Βαρθολομαίο, να έχει την ευλογία του Κυρίου, ώστε να στηρίζει με όλες του τις δυνάμεις τις ελπίδες και τους αγώνες σας, και ασκώντας τον οικουμενικό και εθναρχικό του ρόλο, να συνεχίζει και στους δύσκολους καιρούς μας να συντονίζει τους κτύπους των καρδιών μας.
Βεβαίως, τιμούμε ιδιαιτέρως όλους τους κληρικούς και τους Ιεράρχες της ομογένειας. Και πιστεύω πως όχι μόνο δεν θα θιγούν, αλλά όλοι θα χαρούν, αν μας δουν να κάνουμε αυτό που πρέπει, δηλαδή να εκφράσουμε όλοι μαζί έναν ευχαριστήριο χαιρετισμό στον Αρχιεπίσκοπο πρώην Αμερικής κ. Ιάκωβο, αυτό το πρότυπο Ιεράρχου ομογενείας.
Χαίρω διότι είναι τόσον ζωντανή ανάμεσά μας η παρουσία της ομογένειας από την Αφρική, τη μαύρη και βασανισμένη από τους ρατσιστές ήπειρο. Αγάπη και ευχαριστίες οφείλουμε στον Πάπα και Πατριάρχη Αλεξανδρείας κ. Πέτρο, διότι ανύστακτα εργάζεται για την ειρήνη της εκεί Εκκλησίας και την προκοπή σας. Αναγνωρίζοντας αυτή τη μεγάλη προσπάθεια του Πατριαρχείου Αλεξανδρείας, η Εκκλησία της Ελλάδος συμπαρίσταται ηθικά και υλικά σε πολλά προγράμματά του.
Αλλά το πρεσβύτερον όλων Πατριαρχείο Ιεροσολύμων φέρει σήμερα στους ώμους του βαρύ σταυρόν.Ανεβαίνει το Γολγοθά του χωρίς να μιλά, όλοι όμως νιώθουμε τους στεναγμούς του. Μέσα στην κόλαση του πολέμου και του τρόμου, πορεύεται με την ελπίδα του εις Κύριον και την πεποίθηση πως όλοι το σκεπτόμαστε. Από του βήματος αυτού απευθύνω έκκληση στην κυβέρνηση του Ισραήλ να αφήσει το Πατριαρχείο Ιεροσολύμων ελεύθερο, να πάψει να κρατά τον Πατριάρχη Ιεροσολύμων δεσμώτη. Ελπίζω και εύχομαι όλα τα Ορθόδοξα Πατριαρχεία, όλοι οι χριστιανοί θρησκευτικοί ηγέτες, να στηρίξουν με το ενδιαφέρον τους και με έντονες παρεμβάσεις στην ισραηλινή κυβέρνηση τον διωκόμενο Πατριάρχη. Προς τον ίδιον δε τον Πατριάρχη Ιεροσολύμων κ. Ειρηναίο, χαιρετίζοντάς τον, του λέμε: «κράτει Πατριάρχη μας, γνωρίζεις πολύ καλά ότι δεν υπάρχει λαμπρότερος στέφανος από τον μαρτυρικό. Ασπαζόμεθα το χέρι σου!»
Εκφράζω την χαρά μου και ευχαριστώ τον Κύριο, διότι η Κύπρος μας αναγνωρίσθηκε ως χώρα μέλος της Ενωμένης Ευρώπης. Συγχαίρω τις κυβερνήσεις της Ελλάδος και της Κύπρου που εργάσθηκαν με τόση επιτυχία για το έργο αυτό. Ελπίζουμε όλοι ότι στο νέο της περιβάλλον η αγαπημένη Κύπρος, θα κατορθώσει να αποτινάξει την τουρκική κατοχή και να ακολουθήσουν ώρες ευλογίας και για τις δύο εκεί κοινότητες.
Ελπίζουμε ότι δεν θα αργήσει η ώρα όπου στην Ευρωπαϊκή Ένωση θα μετέχουν και οι άλλοι Ορθόδοξοι λαοί, οι λαοί των Βαλκανίων και της Ανατολής του ευρωπαϊκού κόσμου. Η Εκκλησία της Ελλάδος προσεύχεται ώστε η ενότητα της Ευρώπης να εξασφαλισθεί με βάση τον πολιτισμό.
Καθώς έλεγε και ο Οικουμενικός Πατριάρχης κ. Βαρθολομαίος το 1994 μιλώντας στους Ευρωβουλευτές,«Διακονούμεν παράδοσιν δέκα και επτά αιώνων μεριμνών και αγώνων διά την σωτηρίαν και ενότητα του πολιτισμού της Ευρώπης. [...] η πολιτική ενότης, χωριζομένου του πολιτισμού, δηλαδή του θεμελίου νοήματος των ανθρωπίνων σχέσεων, είναι αδύνατον να οδηγήσει εις το κατόρθωμα της ενιαίας Ευρώπης.» Και προσέθεσε με έμφαση: «Η σκοπουμένη ενότης των λαών της Ευρώπης δεν δύναται να συντελεσθεί παρά μόνον ως ενότης εν τη κοινωνία κοινού νοήματος του βίου, ενοειδούς στόχου των ανθρωπίνων σχέσεων».
Αυτήν ακριβώς την διδαχή του Οικουμενικού Πατριάρχου, αυτό ακριβώς το δίδαγμα της ιστορίας, μεταφέρει και η Εκκλησία μας δια του προσώπου μου στην Ευρώπη: Μιλώντας σε Ευρωβουλευτές, τόνισα ότι «Το ζητούμενο για την Εκκλησία είναι να παραμείνει η Ένωση ευρωπαϊκή, έκφραση του ευρωπαϊκού πολιτισμού. Εδώ και πολλούς αιώνες, οι Ευρωπαίοι συμφωνούμε ότι Ευρώπη δεν είναι ένας γεωγραφικός όρος. Η Ευρώπη είναι πολιτιστικό μόρφωμα, και από αυτό αποκτά τη γεωπολιτική σημασία της. Εάν δεν σεβαστούμε αυτό το γεγονός, δεν οικοδομούμε την Ευρώπη αλλά μια νέα οντότητα, ξένη, και πιθανώς εχθρική, προς την Ευρώπη και τον πολιτισμό της.»
Ευχόμαστε να προχωρήσει και να ολοκληρωθεί η ένωση της Ευρώπης, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι περιμένουμε μιαν ανέφελη εποχή. Η Εκκλησία της Ελλάδος έχει πλήρη συνείδηση των προβλημάτων που δημιουργούνται. Το μεγαλύτερο πρόβλημα είναι: πως θα μπορέσουμε να διατηρήσουμε, όχι σαν ανάμνηση αλλά ζωντανή, την ελληνικότητά μας. Κι αυτό το ερώτημα το έχουμε τόσο για όσους φεύγουν από την Ελλάδα και εγκαθίστανται σε άλλη χώρα μόνιμα ή για αρκετά χρόνια, όσο και για όσους μένουν στην πατρίδα ζώντας τις αλλαγές του βίου σε αυτήν.
Όπως γνωρίζετε, όλο και περισσότεροι Έλληνες εγκαθίστανται σε άλλες χώρες της Ευρώπης. Δεν είναι πια κοντά τους η εκκλησιά και το σχολείο. Το ερώτημά μας λοιπόν είναι: πως θα διατηρήσουν οι Έλληνες αυτοί, και κυρίως τα παιδιά τους, την ψυχή τους ελληνική;
Κατ΄αρχήν, άς δούμε το πρόβλημα στις αληθινές του διαστάσεις: δεν μπορούμε να μένουμε Έλληνες υπό τον όρον ότι είμαστε μόνοι μας, κλεισμένοι στα νησιά και τα βουνά μας. Αυτό, άλλωστε, έχει πάψει πλέον να είναι πραγματικότητα.
Η Ελλάδα η ίδια, βαθμιαία και σταθερά μεταβάλλεται. Όταν φύγατε από την Ελλάδα, οι πρεσβύτες από σας και οι γονείς σας, αφήσατε πίσω σας μια χώρα ομοιογενή από άποψη εθνοφυλετική αλλά και θρησκευτική. Αυτή η εικόνα αλλάζει συνεχώς. Η Ελλάδα είναι ήδη καταφύγιο εκατοντάδων χιλιάδων προσφύγων και μεταναστών, οι οποίοι δεν είναι Ορθόδοξοι, και οι περισσότεροι ούτε καν χριστιανοί. Η ομοιογένεια της Ελλάδος αποτελεί παρελθόν. Συμμαθητές του ελληνόπουλου σήμερα, δεν είναι μόνο άλλα ελληνόπουλα. Τα κοινά πολιτιστικά χαρακτηριστικά και οι κοινοί τρόποι, δεν είναι πια κάτι αυτονόητο.
Όλοι θα πρέπει πια να συνειδητοποιήσουμε ότι η εθνική μας ταυτότητα δεν απειλείται διότι κάποιοι ξένοι θέλουν να μας την καταργήσουν. Απειλείται από εμάς τους ίδιους. Απειλείται κάθε φορά που χρησιμοποιούμε βάναυσα τη γλώσσα μας, κάθε φορά που λησμονούμε την ιστορία μας, κάθε φορά που περιφρονούμε τον χώρο μας, την κοινωνία μας, την ανθρωπιά μας.
Η εθνική ταυτότητα δεν είναι μια κατάθεση στην τράπεζα· είναι ένα συνεχώς δημιουργούμενο νόημα βίου. Όσο σεβόμαστε τη γλώσσα μας χρησιμοποιώντας τη σωστά και μαθαίνοντας τα λογοτεχνικά μνημεία, η ταυτότητά μας ενισχύεται. Όσο μαθαίνουμε την ιστορία μας και διδασκόμεθα από αυτήν, η ταυτότητά μας γίνεται δύναμη δημιουργική. Όσο μεριμνούμε για το περιβάλλον μας, τη λειτουργική και την αισθητική του, όσο αρνούμαστε την ατομικότητα και τη μοναξιά και ζούμε την κοινότητα και την εκκλησία, όσο καταλαβαίνουμε ότι δεν είμαστε άνθρωποι παρά μόνο στο βαθμό που δεν μας νοιάζει μόνον ο εαυτός μας, τότε η εθνική μας ταυτότητα γίνεται πλούτος και χορηγός ζωής.
Η Εκκλησία της Ελλάδος οργανώνεται να δώσει μεθοδικά τον αγώνα της.
Πρώτος μας στόχος είναι η συμπαράταξη με όσες δυνάμεις στην Ευρώπη επιθυμούν τον σεβασμό των εθνικών ταυτοτήτων των λαών μας. Έχουμε την υποχρέωση και την ευθύνη να προτείνουμε ρεαλιστικά μέτρα, με τα οποία η Ενωμένη Ευρώπη θα μπορέσει να βαθύνει την ενότητά της, και ταυτόχρονα να διασώσει τις ιδιαιτερότητες των λαών της. Το melting pot δεν είναι μονόδρομος. Η διατήρηση του ευρωπαϊκού πλούτου, δηλαδή της εθνικής ταυτότητας και των γλωσσών της Ευρώπης, είναι δυνατή. Η πολυμορφία δεν αντιβαίνει στην ενότητα.
Η Εκκλησία μας έχει ως αφετηρία τη διαπίστωση ότι η ελληνική γλώσσα και η εθνική ταυτότητά μας, είναι ανεκτίμητη περιουσία των Ελλήνων όπου γης, και όχι προνόμιο των Ελλήνων της Ελλάδος. Γι αυτό ακριβώς, φρονεί ότι δεν υπάρχει εθνικό έργο τόσης σημασίας όσο το να βοηθήσει τους Έλληνες σε όλο τον κόσμο να κρατήσουν ζωντανή τη γλώσσα και την όλη ταυτότητά τους.
Αυτό, δεν σημαίνει ότι μόνον η δική μας εθνική ταυτότητα έχει αξία. Κάθε λαός έχει την περιουσία του, που του δίνει η ταυτότητά του. Έτσι, ζητήσαμε και έχουμε ήδη τη συμπαράσταση της Ευρωπαϊκής Ένωσης σε ένα πρώτο πρόγραμμα, που θα μας επιτρέψει να μιλήσουμε σε όλους τους Έλληνες και τους Ευρωπαίους, για τη σημασία της επιβίωσης και ενίσχυσης της εθνικής κληρονομιάς κάθε λαού. Θα συνεχίσουμε προτείνοντας μέτρα που θα μπορέσουν να υλοποιήσουν τον άξονά μας: προχωρούμε στην ενότητα ενισχύοντας την ταυτότητα.
Σας ενημερώνω γι αυτά, διότι ξέρουμε πόσο υπερήφανοι είστε για την εθνική σας ταυτότητα, και σας συγχαίρουμε γι αυτό. Παραδειγματιζόμαστε από την πίστη και την εμμονή σας.
Είναι υποχρέωση της Εκκλησίας της Ελλάδος να μη λησμονεί τους αγώνες σας, είναι χρέος της να κάνει ό,τι της ζητηθεί και το μπορεί, για να επιτύχετε στα σχέδιά σας, για να είναι η ομογένεια φορέας πνεύματος ελληνικού. Και σας υπόσχομαι ότι θα κρατώ προσωπικώς ανοιχτή την πόρτα της Εκκλησίας μας, για να συμπαρασταθούμε στα όνειρα και τα προγράμματά σας, με τα οποία θέλετε να κρατήσετε γαλανόλευκη την καρδιά τη δική σας και των παιδιών σας.
Αγαπητοί μου ομογενείς, σε λίγες μέρες θα εορτάσουμε όλοι μας Χριστούγεννα. Εύχομαι όλοι να τα περάσετε με χαρά και αφθονία, με όλη σας την οικογένεια ενωμένη και προσευχόμενοι εις Κύριον. Αλλά σας παρακαλώ να θυμηθείτε όλοι κατά τις ώρες της εορτής, ότι την ίδια ώρα υπάρχουν πολλοί συνάνθρωποί μας που στενάζουν. Ο πόλεμος και η οργανωμένη βία βυθίζουν καθημερινά τον κόσμο στο αίμα. Παρακαλώ να θυμηθείτε τους πάσχοντες ανθρώπους, και τις ημέρες των Χριστουγένων να κάνετε κάτι γι αυτούς. Θυμηθείτε τους στην προσευχή σας. Θυμηθείτε τους στο εορταστικό τραπέζι σας. Μάθετε και τα παιδιά σας ότι κανείς δεν είναι αληθινά ευλογημένος, αν δεν μεριμνά για τους ανήμπορους. Ότι κανείς δεν είναι πλούσιος, αν δεν μπορεί να χαρίσει. Κι ότι κανείς δεν είναι αληθινά χαρούμενος, αν δεν θέλει να μοιραστεί με τους άλλους τη χαρά του.
Η Εκκλησία της Ελλάδος προσπαθεί να βρίσκεται στο πλευρό όσων υποφέρουν. Δεν υπάρχει λόγος και δεν έχω την πρόθεση να σας απασχολήσω με απολογισμό της κοινωνικής δράσης της. Αλλά πριν μόλις λίγες μέρες ήμουν στη Συρία, όπου με την ευλογία του Πατριάρχη Αντιοχείας αγαπητότατου και σεβαστού μου κ. Ιγνατίου θεμελίωσα ένα σχολείο, δωρεά της οργάνωσης της Εκκλησίας μας «Αλληλεγγύη». Και είδα στα μάτια των ανθρώπων, στα μάτια των παιδιών, την ευγνωμοσύνη γιατί τους χαρίζαμε όχι κάποιο κτίριο, αλλά την ελπίδα και την ταπεινωμένη τους ανθρωπιά. Γιατί ο πόλεμος και η βία, δεν είναι μόνο βόμβες, δεν είναι μόνο θάνατος και ακρωτηριασμοί και αίμα και πόνος και κλάμα ασταμάτητο, αλλά είναι και πείνα, και εγκατάλειψη και απόγνωση και εξουθένωση και ταπείνωση.
Αγαπητοί μου, δεν θέλω να υπερασπίσω μια πολιτική. Θέλω να υπερασπίσω όμως με όλες μου τις δυνάμεις την ειρήνη. Και πιστεύω ότι είστε όλοι μαζί μου σε αυτό. Θα ήθελα να τελειώσω την ομιλία μου παρακαλώντας σας να ανάψει στου καθενός σας την καρδιά ένα κεράκι για την ειρήνη στη Μέση Ανατολή, ένα κεράκι για να βλέπει το φως του Θεού κάθε παιδάκι.
Σας σφίγγω στην αγκαλιά μου.