Επιλέξτε τη γλώσσα σας

Αισθάνομαι ιδιαίτερη συγκίνηση και, θα τολμούσα να πω δέος, σήμερα, διότι νιώθω πως δεν μιλώ μόνο σε σας αλλά ότι παρούσες εδώ, ανάμεσά μας, είναι οι μεγάλες ψυχές των Ευεργετών. Εις μνήμην αυτών των γενναίων, εις μνήμην των ανθρώπων που μας δίδαξαν με το ίδιο το παράδειγμά τους ποίος πρέπει να είναι ο Έλληνας, ανέβηκα στο βήμα σήμερα.

Και γι αυτό, τα τόσο ιδιαίτερα αισθήματά μου. Ποιος μπορεί να μιλήσει γι αυτούς, ποιος μπορεί να μιλήσει παρουσία των ψυχών αυτών, χωρίς να νιώθει μέγα το βάρος της ευθύνης και του χρέους στους ώμους του;

Η Ήπειρος, δεν είναι μια ακόμη περιοχή της Ελλάδος. Είναι η ίδια η καρδιά της. Γιατί την Ήπειρο τη στεφανώνουν τα παιδιά της, με την πιο μεγάλη ελληνική αρετή: την ευποιία. Είναι μια αρετή που τη βλέπουμε ήδη στα σπάργανα του Ελληνισμού: ο Όμηρος την υμνεί,1 την προσλαμβάνει όμως μόνον ως αγαθή συμπεριφορά προς τους συμπολίτες. Ο αρχαίος συμβουλεύει: «νίκησε του κακού την αγριότητα με τη δική σου ευποιία», με τη δική σου καλή πράξη2. Ακριβώς αυτό μας διδάσκει και ο Απόστολος Παύλος: «μηδενὶ κακὸν ἀντὶ κακοῦ ἀποδιδόντες· προνοούμενοι καλὰ ἐνώπιον πάντων ἀνθρώπων».3

Στα χρόνια της δημοκρατίας, στα χρόνια δηλαδή της Κλασικής Ελλάδος, η ευεργεσία παίρνει το νόημα που ακολουθούν και οι Ηπειρώτες, από την Τουρκοκρατία έως τις ημέρες μας: πρόκειται για προσφορά στην πατρίδα πόλη.

Ο αρχαίος Έλληνας, θα πρέπει εδώ να διευκρινίσω, δεν σκεπτόταν την προσφορά χρημάτων ή τροφίμων και ρούχων στον φτωχό που έβλεπε μπρος του. Οι ευεργεσίες ήταν πάντα προς τον δήμο, όχι προς τον συνάνθρωπο. Και στη συντριπτική τους πλειοψηφία, οι αρχαίοι Έλληνες γέμιζαν την πόλη με κτίρια που χρειαζόταν η παιδεία των εφήβων: σχολεία και γυμναστήρια.

Οι Ρωμαίοι ακολούθησαν τους Έλληνες, και καθιέρωσαν επίσης την ευεργεσία. Οι πλούσιοι ευεργετούσαν την πόλη με κτίρια και άλλα έργα. Η πόλη της Ρώμης προσέφερε κατά καιρούς δωρεάν τρόφιμα, αλλά η προσφορά απευθυνόταν στο ρωμαϊκό populus, στην κατώτερη τάξη γενικά, κι όχι ειδικά σε όσους πεινούσαν ή είχαν επείγουσα ανάγκη.4

Όταν όμως ο Απόστολος Παύλος έφερε το φως του Ευαγγελίου και στη Μακεδονία και στην Ήπειρο και στην Αθήνα και την Κόρινθο, τότε πλάι στην ευεργεσία προς την πατρίδα πόλη, προστέθηκε η προς τον αδύναμο προσφορά, η προς τον πάσχοντα ευεργεσία. Ο Κύριος μας λέγει ότι εν ημέρα κρίσεως, θα ελέγξει τις ψυχές των ανθρώπων, και θα πει προς όσους θα βάλει εκ δεξιών του: « ἐπείνασα γὰρ καὶ ἐδώκατέ μοι φαγεῖν͵ ἐδίψησα καὶ ἐποτίσατέ με͵ ξένος ἤμην καὶ συνηγάγετέ με, γυμνὸς καὶ περιεβάλετέ με͵ ἠσθένησα καὶ ἐπεσκέψασθέ με͵ ἐν φυλακῇ ἤμην καὶ ἤλθατε πρός με».5 Και θα εξηγήσει: «ἐφ΄ ὅσον ἐποιήσατε ἑνὶ τούτων τῶν ἀδελφῶν μου τῶν ἐλαχίστων͵ ἐμοὶ ἐποιήσατε».6

Μιλώντας για την ευεργεσία, ο Παύλος γράφει: «Πρέπει να ξέρετε ότι όποιος σπέρνει με φειδώ, θα έχει λίγη σοδιά, κι όποιος σπέρνει απλόχερα, η σοδιά του θάναι άφθονη. Ο καθένας ας δώσει ό,τι του λέει η καρδιά του χωρίς να στενοχωριέται ή να εξαναγκάζεται, γιατί ο Θεός αγαπάει αυτόν που δίνει με ευχαρίστηση.»7

Αυτά τα λόγια, αυτή η αντίληψη, σφραγίζουν την ευεργεσία των Ηπειρωτών. Και γι αυτό τους βλέπουμε να κρατούν τον χαρακτήρα του αρχαίου Έλληνα ευεργέτου και να στολίζουν τη μόλις α-πελευθερωμένη πατρίδα με σχολεία. Κρατούν όμως και τη χριστιανική διδαχή: τους βλέπουμε να οικοδομούν κτίρια για τους πάσχοντες, όπως επίσης να διαθέτουν περιουσίες για την ανακούφιση αδυνάμων και των εχόντων ανάγκη.

Θα μνημονεύσω εδώ χαρακτηριστικές περιπτώσεις τέτοιων Ευεργετών. Πρώτη περίπτωση είναι οι αδελφοί Ζωσιμάδες, οι οποίοι φαινομενικά δεν έχουν σχέση με τους Ολυμπιακούς αγώνες. Έχουν όμως έμμεση σχέση, αφού ανήκουν σε εκείνους που όχι μόνο πάλεψαν για να κάνουν την Ελλάδα ελεύθερη χώρα, αλλά και βοήθησαν το νέο κράτος να σταθεί στα πόδια του. «Ο πεντάριθμος αστερισμός της Ζωσιμαίας Αδελφότητος, αι ιεραί μορφαί των οσίων και αγίων εκείνων Ηπειρωτών, περί των οποίων προσηκόντως δύναται να επαναληφθεί το της Γραφής "εσκόρπισαν, έδωκαν τοις πένησιν∙ η δικαιοσύνη αυτών μένει εις τον αιώνα"» έγραψε ο μακαριστός Αρχιεπίσκοπος Σπυρίδων.8 Όλοι εδώ γνωρίζουμε ότι εκτός από το πελωρίας σημασίας εκδοτικό έργο, το οποίο είχαν αναθέσει στον κράτιστο φιλόλογο Αδαμάντιο Κοραή, εκτός από τη φροντίδα τους για την ίδρυση Σχολών, οι Ζωσιμάδες διέθεσαν αμύθητα ποσά στην οικονομική ενίσχυση οικογενειών, είτε μέσω αντιπροσώπων τους είτε μέσω της Εκκλησίας. Αμέτρητα τόπια ύφασμα κατέφθαναν στο σπίτι της αδελφής τους Ζωής, στα Ιωάννινα, που φρόντιζε με αυτά να φτιάχνει τις προίκες φτωχών κοριτσιών. «Πους εγίνοντο χωλών, οφθαλμός τυφλών, πατέρες αδυνάτων», λέει ο Κωνσταντίνος Οικονόμος επαναλαμβάνοντας φράση του Ευαγγελίου. Και προσθέτει: ακόμη και μέσα εις τα βάθη των σκοτεινών φυλακών, όπου εστέναζον αθώα θύματα της τουρκικής τυραννίας, έλαμπεν ο ήλιος της βοηθείας των Ζωσιμαδών.9 Εξ άλλου, οι Ζωσιμάδες στάθηκαν στο πλευρό του νεοσύστατου κράτους, διαθέτοντες μεγάλα ποσά για την ίδρυση της Κεντρικής Τράπεζας, η οποία εξέδιδε το νόμισμα της χώρας, και αυτή ήταν τότε η Εθνική Τράπεζα.

Δεύτερη περίπτωση είναι ο Γεώργιος Γεννάδιος, από τα Δολιανά Ζαγορίου. Ιατρός και φιλόλογος ο σπουδαίος αυτός Έλληνας, παντρεύτηκε την Άρτεμη Μπενιζέλου, κόρη γνωστής αθηναϊκής οικογένειας, έξοχο τέκνο της οποίας ήταν η αγία Φιλοθέη, η μεγάλη αγία των Αθηνών, που αφιέρωσε τη ζωή και τη δράση της στο μοναστήρι-σχολείο, στο οποίο μάζευε ή βοηθούσε κορίτσια που είτε είχαν μείνει ορφανά, είτε ήσαν πτωχά, είτε είχαν πέσει θύματα της τουρκικής κτηνωδίας. Έχοντας την Ηπειρώτικη καταγωγή του να τον καθοδηγεί, και στο πλευρό του τη συγγένεια με μια οικογένεια Ευεργετών, ο Γεώργιος Γεννάδιος διέθεσε κι αυτός μεγάλο μέρος της περιουσίας του, προσπαθώντας να στήσει σχολεία στην Ελλάδα, που έβγαινε μέσα από τις στάχτες της τουρκικής κατοχής. Προσέφερε όμως κάτι ακόμη σπουδαιότερο: τη σπανιότατη για την εποχή αλλά και απολύτως απαραίτητη διοικητική ικανότητά του, και την απέραντη παιδεία του. Ήταν ο άνθρωπος που ανέλαβε να στήσει στα πόδια του το ερειπωμένο από την ηρωική αυτοθυσία και την καταστροφή Μεσολόγγι. Και το επέτυχε. Ήταν ο άνθρωπος που ο Κυβερνήτης Καποδίστριας του ανέθεσε να φτιάξει εκπαιδευτικό σύστημα στην ασύνταχτη τότε ακόμη Ελλάδα. Και επέτυχε πάλι. Κι όταν ήλθε η πρωτεύουσα στην Αθήνα, ήταν πάλι αυτός, ο απαράμιλλος Ηπειρώτης, πρώτος στην προσπάθεια να αναστηθεί η παιδεία. Οργάνωσε την Εθνική Βιβλιοθήκη, της οποίας υπήρξε πρώτος διευθυντής, οργάνωσε Γυμνάσια, Πανεπιστήμιο στο οποίο και δίδασκε. Και ακόμη, έπεισε δυό πλούσιους φίλους του, τον Ριζάρη, Ηπειρώτη επίσης, και τον Βαρβάκη, να φτιάξουν πρότυπα σχολεία. Ο γιος του, ο άξιος Ιωάννης Γεννάδιος, λαμπρός λόγιος και αυτός, υπήρξε ο ιδρυτής της Γενναδείου Βιβλιοθήκης.

Τι θάπρεπε να πει κανείς για τον Γεώργιο Αβέρωφ; Μόνον ίσως το γεγονός ότι το ελληνικό κράτος είχε αποφασίσει να κάνει τους Ολυμπιακούς Αγώνες στη θέση του αρχαίου σταδίου, και να βάλει τους θεατές να κάθονται στο χώμα. Και πάσχιζαν οι αρμόδιοι να βρουν τρόπο πως θα γι-νόταν αυτό, χωρίς να είναι η απόδειξη της νεοελληνικής κακομοιριάς. Η κυβέρνηση του σώφρονος Τρικούπη αδυνατούσε να διαθέσει έστω και μια δραχμή. Εκείνη την ώρα, όταν όλοι οι υπεύθυνοι είχαν βεβαιωθεί ότι η κατάστασή μας θα έδειχνε διεθνώς την αναξιότητά μας, έφτασε το τηλεγράφημα από την Αλεξάνδρεια: «Ο Αβέρωφ χορηγεί εκατομμύρια διά το Στάδιον». Τίποτε άλλο. Ήταν τηλεγράφημα με μόνο αυτή τη μία γραμμή. Και με αυτήν, ηλεκτρίσθηκαν οι καρδιές των Ελλήνων. Αυτή η δωρεά, ήλθε, καθώς έγραψε τότε ο ποιητής Εφταλιώτης,
«ύστερ’ απ’ όλο της σκλαβιάς
τ’ αξέχαστο φαρμάκι,
ύστερ’ απ’ όλη τη χολή,
τα τόσα χρόνια που έτρεξε
ρωμαίικο αίμ’ αυλάκι»10 ,
και έδωσε φτερά στους Έλληνες. Συγκρατώ με συγκίνηση στην ψυχή μου το γεγονός ότι καίτοι εκλήθη πεισμόνως από τον βασιλέα για να τιμηθεί όπως του άξιζε, καίτοι ο ελληνικός λαός ήθελε να τον υποδεχθεί ως ήρωα, ως αληθώς Ολυμπιονίκη, ο Γεώργιος Αβέρωφ δεν έστερξε να παραστεί στους αγώνες. Αυτή η χριστιανική και ελληνική του μετριοφροσύνη, επιστέγασε την προσφορά του στο έθνος.

Και έρχομαι προ των ψυχών των Ζάππα, του Ευαγγέλη και του Κωνσταντίνου, των οποίων ο προς την πατρίδα έρως μας φιλοξενεί απόψε. Σας είναι γνωστά τα όσα προσέφεραν οι δύο αυτοί Ηπειρώτες. Εκείνο που μου προκαλεί απορία, είναι το γεγονός ότι ελάχιστοι γνωρίζουν τις διαστάσεις της προσφοράς τους. Ελάχιστα είναι γνωστό ότι ο Ευαγγέλης Ζάππας, προπορευόμενος της εποχής του, είχε συνεργασθεί με τον λαμπρό αρχαιολόγο και συγγραφέα Αλέξανδρο Ραγκαβή για την ανασύσταση των Ολυμπιακών Αγώνων, όπου όμως, σε αντίθεση με την αρχαιότητα, δεν θα ήσαν μόνον αθλητικοί, αλλά και πνευματικοί αγώνες. Οι Ζάππειες Ολυμπιάδες, όπως λέγονταν, τα Ολύμπια, όπως ήταν το επίσημο όνομά τους, ήταν συνδυασμός αθλητικών και πολιτιστικών αγώνων. Έπειτα από 100 και πλέον χρόνια που έχουμε πάλι Ολυμπιακούς στην Αθήνα, η κυβέρνηση αντιμετώπισε το θέμα, και το Υπουργείο Πολιτισμού οργάνωσε την Πολιτιστική Ολυμπιάδα, που ήταν όμως απλώς και μόνο σειρά παράπλευρων πολιτιστικών εκδηλώσεων, και όχι οργανωμένη προσπάθεια επιβολής ενός νέου σχήματος των Ολυμπιακών. Εάν άκουγαν τον Ευαγγέλη Ζάππα, έστω τώρα, έστω μετά από 100 και πλέον χρόνια, θα μπορούσαν να αποφασίσουν την μόνιμη διεξαγωγή στην Αθήνα της Πολιτιστικής Ολυμπιάδας, και να την έχουν συγκροτήσει έτσι ώστε να είναι αναγνωρισμένος διεθνής οργανισμός, κι όχι μια σειρά παράπλευρων εκδηλώσεων. Κι ακόμη κάτι περισσότερο εκπληκτικό: το ελληνικό κράτος αγνοεί ότι ο Ευαγγέλης Ζάππας υπήρξε ο πρώτος Έλληνας ευρωπαϊστής, και οραματίστηκε ότι οι Ολυμπιακοί Αγώνες πνεύματος και σώματος, θα συμβάλλουν στην ενοποίηση της Ευρώπης. Ο νους του Ευαγγέλη Ζάππα έβλεπε πολύ πιο μπροστά από την εποχή του, κι εμείς σήμερα ακόμη δεν έχουμε συνειδητοποιήσει τί λοιπόν έβλεπε ο μέγας αυτός Ηπειρώτης, και τί μας δείχνει να κάνουμε.



Ατενίζω νοερώς τα όρη της Πίνδου, και σκέπτομαι ότι αυτή η ραχοκοκαλιά της Ελλάδος, είναι ακόμη ο ιερός χώρος του έθνους. Είναι το ευλογημένο όρος απ όπου στα προϊστορικά χρόνια κατέβηκαν οι Έλληνες προς τους κάμπους και τη θάλασσα, για να οικοδομήσουν έναν μοναδικό πολιτισμό. Είναι το ανυπότακτο όρος, που από τα στήθη και τις πλαγιές του βγήκε η κραυγή Ελευθερία ή θάνατος, κι έδωσε πίσω στα παιδιά του την κλεμμένη από τους Τούρκους λευτεριά. Είναι το όρος των μεγάλων μηνυμάτων, που μας φέρνουν ως μυστικοί ιερείς οι Ευεργέτες.

Ας ρίξουμε μιαν ακόμη ματιά στους Ηπειρώτες Ευεργέτες: δεν είναι μόνον οι άνθρωποι που έδωσαν χρήματα πολλά για να γίνει τούτο κι εκείνο. Είναι οι άνθρωποι που δίνουν διαχρονικά νόημα και αξία στον πλούτο, είναι οι άνθρωποι που μετατρέπουν τη δύναμη σε κοινωνικότητα. Τέτοιο ήταν και το έργο των αδελφών Μάνθου και Γεωργίου, των Ριζαρών. Έργο το οποίο δεν έγινε μόνο κάποια παλιά χρόνια, αλλά συνεχίζεται ακόμη και σήμερα από σημερινούς γενναιόκαρδους Ηπειρώτες.

Απέναντί τους έχουμε όλοι χρέος. Και περισσότερον όλων, η Εκκλησία. Όχι ότι έλαβε τα περισσότερα, αλλά διότι έλαβε τα κράτιστα: είδε τα χέρια τους να μοιράζουν την ευλογία του Θεού προς τους αδελφούς των και την πατρίδα τους. Γι αυτό και απευθυνόμενος στις μακάριες ψυχές των, επιτρέψτε μου να καταθέσω δίκην στεφάνου τους στίχους του Ανδρέα Κάλβου:

Ας μη βρέξει ποτέ το σύννεφον,
Και άνεμος σκληρός ας μη σκορπίσει,
Το χώμα το μακάριον
Που σας σκεπάζει.11


1 κακοεργίης εὐεργεσίη μέγ΄ ἀμείνων., Οδύσσεια, Χ 374
2 σύ γε͵ ἀμείνων εὑρέθητι καὶ νίκησον αὐτοῦ τὴν ἀγριότητα ταῖς εὐποιίαις: Ιεροκλής, στο Στοβαίου Ανθολόγιον, 4.27.20.23
3 Ρωμ. 12, 17
4 Αναλυτικά πάνω στο θέμα δες στο Peter Brown, Poverty and Leadership in the Late Roman Empire, New Hampshire, 2002, 1-44 pp.
5 Ματθ. 25.35-36
6 όπ.π., 25.40
7 Τοῦτο δέ͵ ὁ σπείρων φειδομένως φειδομένως καὶ θερίσει͵ καὶ ὁ σπείρων ἐπ΄ εὐλογίαις ἐπ΄ εὐλογίαις καὶ θερίσει. ἕκαστος καθὼς προῄρηται τῇ καρδίᾳ͵ μὴ ἐκ λύπης ἢ ἐξ ἀνάγκης͵ ἱλαρὸν γὰρ δότην ἀγαπᾷ ὁ θεός: Κορινθ. Β, 9, 6-7
8 «Εις μνημόσυνον της Ζωσιμαίας Αδελφότητος», Ηπειρωτικός Αγών, 8 Νοεμβρίου 1955
9 Κ. Οικονόμου του εξ Οικονόμων, Επικήδειος λόγος εις Νικόλαον Ζωσιμάν, αναδ. Ορθόδοξος Κόσμος, 1, 1996, 114-8

10 «Ωδή εις τον Γεώργιον Αβέρωφ», εις Λεύκωμα Η Ελλάς κατά τους Ολυμπιακούς Αγώνας του 1896, ανατ. Αθήνα 2001
11 «Εις τον Ιερόν Λόχον», στροφή Α , Άπαντα, ανατ. Αθήνα 1979