Ομιλία στην ημερίδα της συνάντησης των Αθηνών για τη Παγκοσμιοποίηση κυβερνητικών και διοικητικών αποφάσεων
Διερωτώμαι, κατ’ αρχήν, εάν ο όρος είναι ορθός, εάν πρόκειται πράγματι για παγκοσμιοποίηση. Δεν έχουμε μια νέα κατάσταση, όπου κάθε λαός εισφέρει την πολιτισμική, τεχνογνωσική και οικονομική περιουσία του για τη διαμόρφωση μιας νέας, μιας υπερεθνικής παγκόσμιας κοινότητας. Αντίθετα, έχουμε την εξαγωγή ενός μοντέλου, την επιβολή σε όλα τα έθνη του μοντέλου που έχει μία μόνον χώρα. Όποιος λοιπόν δεν θέλει να παίζει με τις λέξεις και την πραγματικότητα που αυτές εκφράζουν, θα μιλούσε για εξαμερικανισμό των εθνών μάλλον, παρά για παγκοσμιοποίηση – έστω κι αν δεν είναι εξ ορισμού αντίθετος με τον εξαμερικανισμό.
Σ΄ ένα ανάλογο με το δικό μας debate που διοργάνωσε το αναμφισβήτητου κύρους περιοδικό «Foreign Policy», όργανο του Carnegie Endowment for International Peace, συμμετείχε και ο David Rothkopf, διευθυντής της εταιρείας πολιτικού management του Henry Kissinger, ο οποίος δήλωσε κατηγορηματικά ότι η παγκοσμιοποίηση δεν είναι τίποτε άλλο από «επιβολή του αμερικανικού μοντέλου». Υπογράμμισε με ευθύτητα ότι συμφέρον των ΗΠΑ είναι να καταργηθούν όλες οι εθνικές διακρίσεις, όλες οι εθνικές κληρονομιές και οι εθνικές γλώσσες. Τόνισε δε ότι στην πραγματικότητα, «τα οικονομικά και πολιτικά συμφέροντα των Ηνωμένων Πολιτειών εγγυώνται ότι αν ο κόσμος προχωρήσει σε μια κοινή γλώσσα αυτή θα είναι η αγγλική· ότι αν ο κόσμος προχωρήσει προς κοινό σύστημα επικοινωνιών, ασφάλειας και ποιοτικών διακρίσεων αυτό θα είναι αμερικανικό· ότι αν ο κόσμος αποκτήσει κοινή τηλεόραση, ραδιοφωνία και μουσική, ο προγραμματισμός θα είναι αμερικανικός· κι αν αναπτυχθούν κοινές αξίες, θάναι αξίες που θα κάνουν τον Αμερικανό να νοιώθει άνετα». Γι αυτό ακριβώς, ο διευθυντής της Εταιρείας Kissinger απέφυγε τη χρήση του όρου παγκοσμιοποίηση και πρόκρινε τον όρο πολιτιστικός ιμπεριαλισμός.
Στο ίδιο αυτό debate μετείχε ο πολύ καλά γνωστός σε όλους μας Jacques Attali, ο οποίος ανήσυχος προειδοποίησε ότι η λεγόμενη παγκοσμιοποίηση οδηγεί στη διάλυση των εθνικών ταυτοτήτων και κρατών, και την αντικατάσταση τους «από πεινασμένες μη-κρατικές οντότητες (πολυεθνικές, μαφία, καρτέλ ναρκωτικών, εμπόρων πυρηνικών κ.ά.), που θα επιβάλλουν τις αξίες που τις συμφέρει. Και το κείμενό του καταλήγει με μιαν έκκληση προς όλους μας: « Η σωτηρία του πολιτισμού είναι στα χέρια μας ».
Σας ομολογώ ότι το θέμα μας με απασχολεί συνεχώς εδώ και χρόνια. Ωστόσο, αυτά τα δυό κείμενα κράτησαν ιδιαίτερα την προσοχή μου. Το ένα γιατί θέτει το ζήτημα ωμότατα και χωρίς ασάφειες : πέρα από τις όποιες οικονομικές και τεχνολογικές υψιπετείς αναλύσεις, στην πραγματικότητα μιλάμε για τον αμερικανικό ιμπεριαλισμό. Το άλλο, γιατί γραμμένο από στραμμένον προς το μέλλον διαμορφωτή πολιτικής της Ευρωπαϊκής Ένωσης, προειδοποιεί με χαρακτηριστική ενάργεια γι αυτό που η αμερικανική πολιτική ηγεσία δεν φαίνεται να κατανοεί: ότι η παγκοσμιοποίηση θα καταστρέψει τις εθνικές ταυτότητες , τις γλώσσες και παραδόσεις, όχι όμως για να δώσει τα ινία του κόσμου στην αφελέστατη (ίσως) πολιτική ηγεσία της Ουάσιγκτων, αλλά για να τα δώσει στα χέρια των αοράτων νονών του παγκοσμίου εγκλήματος, στα χέρια των πανίσχυρων εκείνων που θησαυρίζουν από την βιολογική και ηθική εξόντωση του ανθρώπου.
Ποιός, αλήθεια, από εμάς εδώ αδυνατεί να κατανοήσει στα χέρια τίνων θα περάσει ο απόλυτος έλεγχος των media; Μήπως στα χέρια δύο τριών Αμερικανών επιχειρηματιών; Θάταν απιστεύτως ρομαντική μια τέτοια υπόθεση. Σε ποιόν θα περάσει ο έλεγχος της πολιτικής ζωής; Στα χέρια πέντε δέκα χορηγών των κομμάτων; Αγγίζει τα όρια του γελοίου η ερώτηση. Ποιοί λοιπόν θα είναι αυτοί που θα ελέγχουν την πολιτιστική μας ζωή; Κάποιοι πλούσιοι τραπεζίτες μήπως; Ας μη τολμήσουμε να απαντήσουμε.
Θα πρέπει όμως να δείξω το νόμισμα και από την άλλη μεριά: υπό τους όρους αυτούς, όσοι αντισταθούμε στη διάλυση των εθνικών ταυτοτήτων και γλωσσών, θα αντισταθούμε όχι στον αμερικανικό ιμπεριαλισμό αλλά στην επικυριαρχία του διεθνούς εγκλήματος.
Είναι χαρακτηριστικό ότι το μεγαλύτερο επιχείρημα υπέρ της παγκοσμιοποίησης είναι ότι πρόκειται για αναπόφευκτη κατάσταση. Αναπόφευκτες όμως είναι πολλές συμφορές. Αυτό δεν μας υποχρεώνει να μεταβληθούμε σε χειροκροτητές των συμφορών· το αντίθετο, μας υποχρεώνει να βρούμε τρόπους επιβίωσης του ανθρώπου και του πολιτισμού.
Ένα δεύτερο επιχείρημα, είναι ότι η παγκοσμιοποίηση θα διευκολύνει απίστευτα την οικονομική ανάπτυξη, την κυριαρχία της ελεύθερης αγοράς. Aυτό το επιχείρημα, ο διευθυντής της Εταιρίας Kissinger το χαρακτηρίζει καρότο που θα οδηγήσει τα έθνη στην αποδοχή της παγκοσμιοποίησης.
Αλλά ο ευρωπαϊκός πολιτισμός είναι το προϊόν μιας παράλληλης δράσης δύο στοιχείων: της ελεύθερης οικονομίας και της κοινωνικής αλληλεγγύης. Πληρώσαμε πάρα πολύ ακριβά, όλοι οι Ευρωπαίοι, κάθε προσπάθεια κατάργησης αυτής της παραλληλίας.
Επί πλέον, πρέπει και πάλι να δούμε την άλλη όψη του νομίσματος: η παγκοσμιοποίηση θα ανεβάσει στο επίπεδο του Ευρωπαίου τον δυστυχή Ταϋλανδό εργάτη που τώρα δουλεύει για ένα μικρό κομμάτι ξερό ψωμί, ή μήπως θα είναι αποτελεσματικώτερη αν κατεβάσει τον Ευρωπαίο σε επίπεδο παρόμοιο με του Ταϋλανδού;
Τελειώνοντας, θα ήθελα να επιστρέψω στην έκκληση του Ατταλί. Μπορούμε, αλήθεια, να εμποδίσουμε την καταβύθιση του πολιτισμού μας στην άβυσσο μιας πανίσχυρης παγκοσμιοποίησης, χωρίς να δούμε ποιό στοιχείο του πολιτισμού μας γέννησε την απειλή αυτής της αβύσσου; Στην εκκλησιαστική γλώσσα, θα λέγαμε: μπορούμε να σωθούμε αν δεν μετανοήσουμε;
Και μη με ρωτήσετε για ποιό πράγμα θα πρέπει να μετανοήσουμε. Ελπίζω ότι όλοι θα έχουμε σε κάποιες ώρες μας αναρωτηθεί, που πηγαίνει ένας πολιτισμός όταν αναγορεύει την οικονομική ανάπτυξη σε αυτοσκοπό, δίνοντάς της το δικαίωμα να γίνεται βωμός του Μολώχ. Όλοι θα έχουμε αναρωτηθεί πως μπορεί να ονομάζεται αναπτυξιακή μια οικονομία που δεν υπολογίζει στο κόστος της την καταστροφή του πλανήτη και του ανθρώπου, δηλαδή του περιβάλλοντος και του πολιτισμού.
Εύχομαι η Συνάντησή σας να έχει ανοικτούς ορίζοντες, και να κοιτάξει το ζήτημα με τρόπο που θα είναι αληθινά χρήσιμος στην κοινωνία.