Ἡμερίδα ὑπό τήν αἰγίδα τῆς Σχολῆς Ἐθνικῆς Ἀσφαλείας, Μαρούσι.
Κύριε Διοικητά,
Σᾶς συγχαίρω ἀπὸ τὰ βάθη τῆς καρδιᾶς μου διότι ἀσχολεῖσθε τόσο προσεκτικὰ μὲ αὐτὸ τὸ θέμα, καὶ μάλιστα ἔχετε καλέσει τόσο διακεκριμένους ὁμιλητὲς νὰ συμβάλλουν στὴν κατανόηση ἀλλὰ καὶ στὴν ἀντιμετώπισή του.
Νιώθω ὅμως τὴν ἀνάγκη νὰ ἐκμυστηρευθῶ σὲ ὅλους, τὴν ἀνησυχία μου, διότι τὸ θέμα τῆς παραβατικότητας τῶν νέων ἔχει ἀπασχολήσει πολλὲς Ἡμερίδες καὶ συναντήσεις, τόσο στὴν Ἑλλάδα ὅσο καὶ στὸν διεθνῆ χῶρο. Τόμους ὁλόκληρους καλύπτουν τὰ πρακτικὰ τῶν εἰσηγήσεων, τόμους καλύπτουν οἱ προτάσεις ἀντιμετώπισής του — πάρα πολλὲς ἀπὸ αὐτὲς ἐξαιρετικὰ συγκεκριμένες. Κι ὡστόσο, ὅπως ἀσφαλῶς γνωρίζετε, τὸ πρόβλημα μέρα τὴ μέρα χειροτερεύει. Οἱ στατιστικὲς παραβατικότητας κάθε χρόνο κάνουν νέο ἅλμα πρὸς τὰ πάνω, καὶ στὴν πατρίδα μας καὶ στὴν Εὐρώπη καὶ παντοῦ. Εἰδικότερα στὴν Ἑλλάδα, καθὼς διαβάζω σὲ σχετικὴ μελέτη, «σύμφωνα μὲ στοιχεῖα τῆς Στατιστικῆς τῆς Δικαιοσύνης ἐνῶ τὸ 1973, 20.000 περίπου ἄτομα ἡλικίας 7 ἕως 21 ἐτῶν φέρονταν ὡς δράστες παραβατικῶν πράξεων, τὸ 1984 ὁ ἀριθμὸς αὐτὸς αὐξήθηκε στὶς 38.000, τὸ 1990 στὶς 40.000 καὶ τὸ 1993 στὶς 46.000 περίπου. Κατὰ τὴν ἴδια εἰκοσαετία παρατηρεῖται μία αὔξηση τῆς καταγραμμένης παραβατικότητας τῶν νέων ποὺ εἶναι πολὺ μεγαλύτερη ἀπὸ τὴν αὔξηση τῆς ἐγκληματικότητας τῶν ἐνηλίκων. Ἐντύπωση ἐπίσης προκαλεῖ τὸ πολὺ ὑψηλὸ ποσοστὸ ὑποτροπῆς ποὺ παρατηρεῖται σὲ δράστες μετεφηβικῆς ἡλικίας καὶ τὸ ὁποῖο φθάνει στὸ 80% ἐπὶ τοῦ συνόλου.» (Ἀντωνία Γεωργούλα, «Ἡ ἐκπαίδευση τῶν ἀνηλίκων στὰ ἱδρύματα ἀγωγῆς καὶ στὰ σωφρονιστικὰ καταστήματα τῆς χώρας μας», Virtual School, The Sciences of Education Online, τόμος 2, τεύχη 2-3, Μάρτιος 2001).
Αὐτὸ τὸ στοιχεῖο καὶ μόνον, ἀρκεῖ γιὰ νὰ μᾶς κάνει νὰ ἀναρωτηθοῦμε ἂν τὸ μοντέλο ἀνάλυσης τοῦ φαινομένου τὸ ὁποῖο χρησιμοποιοῦμε εἶναι σωστό. Τὸ μοντέλο αὐτὸ ἰσχυρίζεται ὅτι ζητούμενο εἶναι ἡ εὐαισθητοποίηση τῆς κοινωνίας, καὶ στὴ συνέχεια ἡ ἐνεργὸς συμμετοχὴ τῆς -ἂν ὄχι ἡ κινητοποίηση της- γιὰ τὴν ἀντιμετώπιση τοῦ προβλήματος. Ἀλλὰ αὐτὸ ἀκριβῶς δὲν γίνεται.
Τὸ βέβαιο λοιπὸν εἶναι ὅτι δὲν ἔχει νόημα πιὰ νὰ συνεχίσουμε νὰ ἐπισημαίνουμε τὶς πελώριες διαστάσεις ποὺ ἔχει τὸ πρόβλημα, οὔτε ἔχει νόημα νὰ ἐπικαλούμεθα τὶς εὐθύνες ποὺ ὅλοι ἔχουμε ἔναντι τῶν νέων. Θὰ πρέπει νὰ στραφοῦμε, νομίζω, στὸ ἐρώτημα: γιατί δὲν ἔχουμε τὴν ἐπιβαλλόμενη συνεργασία τῆς κοινωνίας, καθὼς ἐπίσης, ποιοί παράγοντες ἀποτρέπουν τὴ συνεργασία αὐτή. Θὰ πρέπει, δηλαδή, νὰ δοῦμε ποῦ κάνουμε λάθος, νὰ δοῦμε πῶς πρέπει νὰ ὀργανώσουμε τὴ δράση μας μὲ τρόπο ποὺ νὰ ἀνταποκρίνεται στὴν πραγματικότητα, νὰ δοῦμε μὲ ποιά βήματα θὰ ἐπιτύχουμε νὰ προσεγγίσουμε τὴ λύση -λύση ποὺ δὲν θὰ εἶναι ἡ κατάργηση τοῦ προβλήματος ἀλλὰ ἡ ἐπίτευξη καθοδικοῦ δείκτη τῆς παραβατικότητας.
Θὰ φέρω ἕνα παράδειγμα. Σχεδιάστηκε στὸ Βέλγιο ἀπὸ εἰδικοὺς μία ἐκστρατεία κατὰ τῆς χρήσης ναρκωτικῶν ἀπὸ νέους, ὅπου μία ὡραία ἀφίσα εἰδοποιοῦσε ὅτι ἡ χρήση ναρκωτικῶν φέρνει θάνατο. Ἀποτέλεσμα δὲν ὑπῆρξε. Καὶ ὅταν ξανακάθισαν οἱ εἰδικοὶ στὸ τραπέζι, νὰ συσκεφθοῦν γιὰ τὰ αἴτια τῆς ἀποτυχίας, ἕνας εἰδικὸς ἔφερε νὰ ἀκούσουν ἕνα ρὸκ τραγούδι, ποὺ ἀκόμη σήμερα εἶναι μεγάλη ἐπιτυχία στοὺς νέους, καὶ ποὺ τοὺς παρακινεῖ νὰ πάρουν ναρκωτικά, ὥστε νὰ πεθάνουν νέοι καὶ νὰ μὴ μεγαλώσουν καὶ γίνουν σὰν τοὺς γονεῖς τους. Ἡ ἀφίσα λοιπόν, ἐνίσχυε ἄθελά της τὸ μήνυμα τοῦ τραγουδιοῦ, ἀφοῦ τὸ ζητούμενο, ἀκριβῶς, εἶναι νὰ πεθάνεις νέος.
Νομίζω πὼς δὲν μποροῦμε νὰ κλείνουμε τὰ μάτια μπροστὰ στὸ γεγονὸς ὅτι στὴ σημερινὴ κοινωνία διδάσκεται ἡ «κουλτούρα τοῦ θανάτου», ὅπως ἀποκαλεῖται ὑπερηφάνως. Εἶναι πάρα πολλὰ τὰ μέσα, καὶ πάρα πολλοὶ οἱ τομεῖς στοὺς ὁποίους βλέπουμε νὰ διδάσκεται μὲ τὴν ἀνοχὴ ὅλων μας ἡ λεγόμενη κουλτούρα τοῦ θανάτου. Εἶναι μία κουλτούρα ποὺ ἀλλοῦ ἀρχίζει μὲ τὸν ἐκμηδενισμὸ τῶν θεσμῶν καὶ κάθε συστήματος ἀξιῶν, ἀλλοῦ ἀρχίζει μὲ τὴν ἀναγωγὴ τῆς διασκέδασης σὲ ὕπατη ἂν ὄχι μόνη ἀξία, ἀλλοῦ ἀρχίζει μὲ τὴν καλλιέργεια ἀποστροφῆς πρὸς τοὺς γονεῖς καὶ γελοιοποίησης τῶν μεριμνῶν τους, ἀλλοῦ ἀρχίζει μὲ τὴν ἀπόρριψη κάθε ἰδεώδους καὶ τῆς σημασίας του νὰ ἔχεις ἰδεώδη τὰ ὁποῖα ὑπηρετεῖς.
Δὲν θέλω καθόλου νὰ ὑπερασπίσω τὸ ἀντίθετο, δὲν θέλω νὰ ὑπερασπίσω τοὺς κοινωνικοὺς θεσμοὺς στὸ σύνολό τους, οὔτε νὰ ἐπαινέσω τοὺς τρόπους λειτουργίας τους. Δὲν θέλω νὰ ὑποστηρίξω ὅτι ὁ μικροαστισμὸς εἶναι ἄξιος προσκύνησης ἀπὸ τοὺς νέους, δὲν θέλω νὰ ἐξάρω τὶς ἰδεολογίες καὶ τὰ παρεπόμενά τους. Θέλω μόνο νὰ σᾶς ἐπιστήσω τὴν προσοχὴ σὲ ἕνα σημεῖο: ὁ διάβολος, τὸ κακὸ στὸν κόσμο ἂν θέλετε, δὲν ἀρχίζει μὲ τὴν ἄρνηση τοῦ καλοῦ ἀλλὰ μὲ τὴν βαθμιαία ἐξασθένηση τῆς ἄμυνάς του, ταυτίζοντας τὴν ἄμυνα μὲ «ἀγροῖκο χωροφύλακα». Ἔπειτα προχωράει ἀργὰ στὴν ἀπόρριψη τῆς μοναδικότητας τοῦ καλοῦ, ἀντικαθιστώντας τὸν χαρακτηρισμὸ «σωστὸ» ἢ « καλὸ» ἢ «ἠθικὸ» μὲ τὸν χαρακτηρισμὸ «ὁ τρόπος σου» κι ἔπειτα «ὁ τρόπος ποὺ σοῦ ἔμαθαν», καὶ μὲ τὴν συνακόλουθη προσπάθεια νὰ ἀνεχθεῖς ὡς ἰδιαιτερότητα ἐπιτρεπτὴ καὶ τὸ ἄλλο στοιχεῖο, ἕως ὅτου ἐπέλθει, κάπως φυσικά, ἡ στρέβλωση καὶ ἡ ἀπόρριψη τοῦ καλοῦ.
Χρησιμοποιώντας τὴ γνωστὴ ρήση τοῦ Ταλεϋράνδου, θὰ σᾶς πῶ ὅτι «εἶναι χειρότερο ἀπὸ ἔγκλημα, εἶναι λάθος» νὰ τὰ θεωρήσετε αὐτὰ «παπαδίστικες ἀντιλήψεις». Θὰ ἔλεγα μάλιστα ὅτι, ἕνα ἀπὸ τὰ σοβαρὰ μειονεκτήματα τοῦ χρησιμοποιούμενου μοντέλου ἀντιμετώπισης τῶν προβλημάτων ποὺ ἔχουν οἱ νέοι μας, βρίσκεται ἀκριβῶς στὸν τρόπο ἀντιμετώπισης τῆς κυρίαρχης κουλτούρας τῆς κοινωνίας μας: ἂς γίνει συνείδηση ὅτι δὲν μποροῦμε νὰ θεωροῦμε τὴν «κουλτούρα τοῦ θανάτου» σύγχρονη, ἀνοιχτὴ καὶ φιλελεύθερη, κι ἀπὸ τὴν ἄλλη νὰ ἀντιμετωπίζουμε σὰν τρομερὰ προβλήματα ὅσα ἀκριβῶς αὐτὴ ἡ κουλτούρα ἐπιφέρει.
Κανεὶς δὲν ζητάει νὰ καταργηθεῖ ἡ διαφήμιση, ἀλλὰ πρέπει ἐπὶ τέλους νὰ συνειδητοποιήσουμε ὅτι αὐτὴ δημιουργεῖ πρότυπα συμπεριφορᾶς ποὺ ὁδηγοῦν στὴν ἀπόγνωση καὶ τὴν ἀπαξίωση τοὺς νέους. Κανεὶς δὲν λέει νὰ ἐπιβάλουμε λογοκρισίες, ἀλλὰ δὲν μποροῦμε νὰ μὴ βλέπουμε ὅτι ἡ νομίμως κυκλοφοροῦσα χυδαιότητα, διαδιδόμενη χωρὶς ἀντιστάσεις, καὶ συχνὰ χειροκροτούμενη ὡς φιλελεύθερη ἀλλὰ καὶ ἐπιβραβευόμενη ὡς ἐκσυγχρονιστική, ἔχει τὶς βαρειὲς συνέπειές της πάνω στοὺς νέους, πάνω στὶς σχέσεις τῶν δύο φύλων, πάνω στὴν οἰκογένεια, πάνω στὴν κοινωνικότητα ὅλων.
Ἐννοεῖται ὅτι δὲν θὰ ἀναπτύξω ἐδῶ τὶς ἀπόψεις μου γιὰ τὸ τί πρέπει νὰ γίνει καὶ σὲ ποιούς τομεῖς. Ἤδη, αἰσθάνομαι ὅτι προχώρησα πολύ. Ἤθελα μόνον νὰ τιμήσω τὴν ἀγωνία σας γιὰ τοὺς νέους μας, νὰ σᾶς συγχαρῶ γιὰ τὴ συμμετοχή σας στὴν Ἡμερίδα, καὶ νὰ σᾶς διαβεβαιώσω ὅτι θὰ διαβάσουμε μὲ πολὺ μεγάλη προσοχὴ τὶς ἐργασίες σας.