Ἀγαπητοί μου,
Οἱ Σχολές Γονέων αποτελούν μία ἀκόμη σπουδαία εὐκαιρία γιά ὅλους μας νά διατρανώσουμε τίς πίστη μας στόν ἱερό θεσμό τῆς οἰκογένειας, σέ μία ἐποχή πού ἀναζητᾶ καί πάλι τήν οἰκογένεια, ἐπιθυμώντας νά ἐπαναπροσδιορίσει τούς ρόλους καί τίς εὐθύνες μιᾶς κοινωνίας πιό ἀνθρώπινης.
Είναι αλήθεια, ότι οἱ ὑπερβολικές οἰκονομικές ἀπαιτήσεις καί ἡ συνεχής ἀναζήτηση τῆς εὐτυχίας δημιουργοῦν στούς σύγχρονους νέους ὑψηλές προσδοκίες, στίς ὁποῖες δύσκολα μποροῦν νά ἀνταποκριθοῦν, μέ ἀποτέλεσμα ἡ ἐπιθυμία ἀπόκτησης παιδιοῦ νά ἀκυρώνεται ἀπό τήν ἐπιθυμία ἀπόκτησης τοῦ «τέλειου» παιδιοῦ, τό ὁποῖο θά ζήσει σέ ἰδανικές οἰκονομικές συνθῆκες. Τήν ἴδια στιγμή τά 2/3 τῶν μητέρων καί ἰδιαιτέρα τό 50% τῶν μητέρων μέ μικρά παιδιά, ἐργάζονται καί προσπαθοῦν νά συμφιλιώσουν τήν παρουσία τους στήν οἰκογένεια μέ τίς ἐργασιακές συνθῆκες, προσπάθεια πού ἡ σημερινή τουλάχιστο οἰκονομική πραγματικότητα καθιστᾶ δύσκολη. Οἱ συνέπειες τῆς δυσαρμονίας αὐτῆς πλήττουν καί τήν ἴδια τή μητέρα καί τήν οἰκογένεια.
Η Εκκλησία μας δε ζητά ἀπό τούς γονεῖς μόνο μία βιολογική γονεϊκότητα. Ἡ ζωή τοῦ παιδιοῦ εἶναι ἕνα δῶρο τοῦ Θεοῦ, πού μόνο ἄν Ἐκεῖνος θέλει χορηγεῖται στούς γονεῖς. Οἱ γονεῖς μποροῦν –καί πρέπει- νά δοῦν τό παιδί τους ὡς ἰδιαίτερη εὐλογία τοῦ Θεοῦ, πού ξεπερνᾶ κάθε μορφῆς ἀναγκαιότητα.
Το χρέος λοιπόν τῆς γονικῆς μέριμνας δέν εἶναι νά προσαρμόζεται στίς τρέχουσες κοινωνικές συνθῆκες, ἀλλά νά εἶναι ἀποκάλυψη τῆς παρουσίας τοῦ Ζῶντος Θεοῦ, μέ κριτήριο τό Εὐαγγέλιο.
Η απλότητα, πού χαρακτηρίζει τήν Θεοτόκο -ἡ ὁποία ἀποτελεῖ τό πρότυπο τῆς μητρότητας- δέν εἶναι δυστυχῶς σήμερα τό θεμέλιο τῆς κοινωνίας τοῦ καθημερινοῦ μας βίου. Ἀντιθέτως φαίνεται νά ζοῦμε παγιδευμένοι σέ ἕνα «μαλθουσιανισμό» ἡδονιστικοῦ χαρακτήρα, πού προβάλλει τήν προσωπική ἱκανοποίηση τῶν ἀναγκῶν τῶν ζευγαριῶν σέ βάρος τῆς συζυγικῆς σχέσης καί τεκνογονίας. Γι’ αὐτό καί διλήμματα πού πολλές φορές τίθενται ὅπως «νοικοκυρά ἤ ἐργαζόμενη», εἶναι τελικῶς ἐκτός θεολογικῆς πραγματικότητας. Τό θέμα πού ὑπάρχει εἶναι ἐάν ἡ ἄσκηση τοῦ ἐπαγγέλματος μπορεῖ νά γίνει χῶρος μαρτυρίας ὀρθόδοξης ζωῆς, ὁσμή πνευματική τῆς παρουσίας τοῦ Θεοῦ.
Η προσπάθεια αυτή τῶν γονέων γιά νά εἶναι ὄντως δοξολογική, προϋποθέτει τόν ἁγιασμό τους καί τή σωφροσύνη τους. Μόνο ἀποκτῶντας οἱ ἴδιοι ἀρετές μποροῦν νά διαπαιδαγωγήσουν τά τέκνα τους σέ αὐτές. Ἡ μητρότητα καί ἡ πατρότητα πού θεμελιώνονται στή ζωή τῆς Ἐκκλησίας, πλατύνονται τόσο, πού ὑπερβαίνουν τά στενά ὅρια τῆς συγγένειας καί ἁπλώνονται προσφέροντας τούς καρπούς τῆς ἀγάπης στούς συνανθρώπους, πού εἶναι εἰκόνες τοῦ Θεοῦ.
Η Εκκλησία μας δέν θά σταματήσει ποτέ νά ἐπισημαίνει τίς παραπάνω ἀλήθειες καί νά καλεῖ, ἰδιαίτερα τά νέα ζευγάρια, σέ αὐτόν τόν ἐπαναπροσδιορισμό τῶν ρόλων καί τῶν εὐθυνῶν μέσα στήν οἰκογένεια. Καί χαίρομαι κάθε φορά πού ἀνακαλύπτω ὅτι κι ἄλλοι πολλοί συμμερίζονται τίς ἀπόψεις καί ἀγωνίζονται γιά τήν ἱερότητα τοῦ θεσμοῦ τῆς οἰκογένειας. Πρέπει ὅλοι νά βοηθήσουμε, ὥστε ἡ οἰκογένεια νά διατηρήσει τήν ἱερότητά της καί νά μήν μετατραπεῖ σέ μία ὠφελιμιστική στάση ζωῆς καί σέ ἐξυπηρέτηση μιᾶς ἀνάγκης.
Καί εὔχομαι ἡ μητρότητα, πού εἶναι κοινωνικό λειτούργημα, νά εἶναι τό ἴδιο σωστή καί μυστηριακή, διότι τό χέρι πού κινεῖ τό λίκνο τοῦ βρέφους κινεῖ τό λίκνο τοῦ πολιτισμοῦ.