Ἀγαπητά μέλη τῆς Διεθνοῦς Ὀργάνωσης Λαϊκῆς Τέχνης (I.O.V.),
Μέ μεγάλη χαρά σᾶς ὑποδέχομαι στήν πόλη τῶν Ἀθηνῶν, στήν πόλη τῶν μεγάλων φιλοσόφων, τῶν μεγάλων τραγικῶν ποιητῶν, στήν πόλη τῆς Δημοκρατίας. Γιά τόν παγκόσμιο Πολιτισμό, ὁ τόπος αὐτός θά μποροῦσε εὔκολα νά χαρακτηριστεῖ ὡς ὀμφαλός τῆς γῆς. Δέν εἶναι μόνον οἱ πολλοί ἐπώνυμοι, ὁ Πλάτων, ὁ Σωκράτης, ὁ Αἰσχύλος, πού ὤθησαν τόν ἱστορικό τῆς Παγκόσμιας ἱστορίας νά καταγράψει τήν πόλη τῆς Ἀθήνας στίς λαμπρότερες σελίδες της. Εἶναι ἕνας ὁλόκληρος λαός, πού ἐπί αἰῶνες ἔζησε καί ἀναπτύχθηκε, κρατώντας μία θαυμαστή ἰσορροπία, ἀνάμεσα στήν ἱκανοποίηση τῶν ἀναγκῶν τοῦ σώματος καί στήν ἱκανοποίηση τῶν ἀναγκῶν τοῦ Πνεύματος. Εἶναι ὁ λαός ἐκεῖνος, πού ἀμέσως κατάλαβε ποιά ἀγαθά κινδύνευαν ὅταν κλήθηκε νά πολεμήσει στήν Σαλαμῖνα καί στόν Μαραθῶνα. Τήν ὥρα, πού οἱ βάρβαρες ὀρδές, ὑποταγμένες στήν τυραννία τοῦ ἑνός μονάρχη ἔφταναν μέχρι τά τείχη τῆς Ἀκροπόλεως, ὁ λαός τῶν Ἀθηνῶν, κινούμενος ἀπό τά ἰδανικά τῆς ἐλευθερίας καί τῆς ἀξιοπρεπείας, διέσωσε τό δικαίωμα τοῦ παγκόσμιου ἀνθρώπου νά στέκεται μέ τό κεφάλι ψηλά, ὄχι ἀπό ἀλαζονεία ἀλλά ἀπό τήν ἐπιθυμία νά ξεπερνάει τά φαινόμενα τοῦ φθαρτοῦ αὐτοῦ κόσμου καί νά ἀναζητάει τά ἄφθαρτα καί τά αἰώνια.
Τό σύμπαν τῶν Ἀθηναίων, τό σύμπαν τῶν ἀρχαίων Ἑλλήνων γέννησε πολλούς θεούς, μέ τόν πόθο νά ἐξηγηθοῦν τά τόσα ἀνεξήγητα πού περιτριγυρίζουν τόν ἄνθρωπο. Στούς δρόμους τῆς πόλης αὐτῆς περπατοῦσαν ἐπί ὧρες ἄνθρωποι, συζητώντας γιά τήν ἀνθρώπινη μοῖρα, τό θέλημα τῶν θεῶν, τήν ζωή, τό θάνατο, τήν ἀλήθεια. Προχώρησαν πολύ. Κι ὅταν ὁ νοῦς δέν ἦταν πλέον σέ θέση νά διαπεράσει τά νέφη τοῦ ὑπέρλογου, μαζί μέ τούς ἄλλους βωμούς πρός τιμήν τῶν θεῶν, οἱ ἀρχαῖοι Ἀθηναῖοι ἔστησαν καί ἕνα βωμό, ἀφιερωμένο στήν ἀδυναμία τους νά προσεγγίσουν, ἀλλά καί στήν πίστη τους πώς ὑπάρχει ἕνας ἄλλος κόσμος καί ἕνας Θεός πάνω ἀπό τίς κατασκευές τῆς ἀνθρώπινης διάνοιας. Ἔστησαν βωμό πρός τιμήν τοῦ "ἀγνώστου Θεοῦ".
Αὐτόν τόν βωμό παρατήρησε ἕνας ἄλλος φιλόσοφος. Φίλος μίας σοφίας ὑπέρλογης, μιᾶς σοφίας, τήν ὁποίαν τό ἀνθρώπινο μυαλό πρέπει νά σιωπήσει γιά νά τήν δεχτεῖ. Τό ὄνομα αὐτοῦ τοῦ ἀνθρώπου ἦταν Παῦλος καί εἶναι αὐτός, πού κάτω ἀπό τόν βράχο τῆς Ἀκροπόλεως πού πρίν λίγο ἐπισκεφτήκατε, ἀποκάλυψε στούς Ἀθηναίους ἕνα Θεό ἐλεύθερο ἀπό τήν ἀναγκαιότητα καί τά ἀνθρώπινα πάθη, ἕνα Θεό, ὄχι δυνάστη καί ἐκδικητικό, ἀλλά ἕνα Θεό ἀγάπης, τόσο μεγάλης ἀγάπης, πού, μή ἀντέχοντας νά βλέπει τό πλάσμα του νά δηλητηριάζεται ἀπό τήν φθορά τοῦ θανάτου, μοιράστηκε μαζί του τήν τραγωδία του καί τό ὁδήγησε ξανά στήν αἰώνια ζωή, γιά τήν ὁποία ἐξ ἀρχῆς εἶχε πλαστεῖ.
Πέρασε κάμποσος καιρός, μέχρι τό μήνυμα αὐτό νά γίνει ἀποδεκτό ἀπό τούς Ἀθηναίους. Ὁ σπόρος ὅμως εἶχε πέσει. Καί ἦταν σπόρος εἰρήνης μεταξύ οὐρανοῦ καί γῆς. Τί μπορεῖ αὐτό νά σημαίνει καί πῶς σχετίζεται μέ τήν παγκόσμια εἰρήνη, πού τόσο διψᾶμε ὅλοι μας, ἀνεξάρτητα ἀπό τήν θρησκεία μας καί τό χρῶμα μας; Ὁ πόλεμος εἶναι πιά ὁ καθημερινός μας σύντροφος. Ὄχι ὅμως μέ τήν παλιά γνωστή του ἔννοια. Ὁ πόλεμος εἶναι ἴσως ἡ γνωστότερη καί ἀρχαιότερη ἀνθρώπινη συμπεριφορά. Μόνο πού ἀπό τήν ἱστορία τήν ξέραμε ἀπό τά πεδία τῶν μαχῶν, τά ὅπλα καί τήν ὁρατή βία. Σήμερα, χωρίς νά ἔχουν σταματήσει αὐτές οἱ καταστάσεις, ἡ ἀνθρώπινη κοινωνία βιώνει καί νέους τύπους πολέμου. Εἶναι ὁ πόλεμος γιά τήν ἀπόκτηση χρήματος, ὁ πόλεμος γιά τήν ἀπόκτηση δύναμης, ὁ πόλεμος γιά τήν ἀπόκτηση δημοσιότητας. Οἱ νέες αὐτές μορφές πολέμου διεξάγονται στούς δρόμους τῶν μεγαλουπόλεων, στά γραφεῖα τῶν οὐρανοξυστῶν, πολλές φορές καί μέσα στά σπίτια, κυρίως στίς κοινωνίες τῆς Εὐρώπης καί τῆς Ἀμερικῆς. Θά ἀναρωτιέστε γιατί μιλάω γιά τόν δυτικό ἄνθρωπο ἐδῶ, σέ μία σύναξη ἀνθρώπων ἀπ' ὅλα τά πλάτη καί τά μήκη τῆς Γῆς. Τό κάνω, διότι ἕνας ἀκόμη πόλεμος διεξάγεται. Τό μοντέλο ζωῆς τοῦ δυτικοῦ ἀνθρώπου ἔχει ἀντικαταστήσει τούς στρατούς καί τά ὅπλα. Ἡ εἰσβολή δέν εἶναι πλέον μόνο στρατιωτική. Τό μοντέλο αὐτό τῆς ζωῆς ἔχει ἀποφασίσει νά εἰσβάλει σέ ὅλες τίς παραδοσιακές κοινωνίες. Προσοχή! Δέν ἔχει μόνο ἀρνητικά. Ἔχει καί πολλά θετικά. Δυστυχῶς ὅμως δέν εἶναι ἕνα μοντέλο πού ἔρχεται νά ἀνοίξει ἕνα διάλογο, ἀλλά ἔρχεται νά ἐπιβληθεῖ καί μάλιστα, πολλές φορές νά ἐπιβληθεῖ μέ μία ἑωσφορική ἀλαζονεία, πού διαλύει ὅποιον καί ὅ,τι τολμήσει νά ἀντισταθεῖ. Εἶναι ἕνα μοντέλο πού ἀναγνωρίζει ὡς ἐπιτυχημένο μόνο τόν πλούσιο καί τόν ἰσχυρό. Ὁ φτωχός, ὁ ἀδύναμος, πρέπει νά καταχωνιαστεῖ σέ μίαν ἄκρην, δέν πρέπει νά εἶναι ὁρατός. Ὑπάρχει ἀπό λάθος. Κάποια ὅμως στιγμή, ἡ ἀδικία αὐτή ἐξοργίζει τόν ἀδύναμο καί ἡ ἐκδίκησή του δέν γνωρίζει οὔτε μέτρο, οὔτε ἔλεος. Ἡ ἐκδίκηση αὐτή εἶναι ἡ αἰτία πολλῶν καί διαφορετικῆς μορφῆς πολέμων μέ βόμβες καί θύματα. Μέ τήν πιό ἀπάνθρωπη καί ἄδικη μορφή˙ ἐκείνην τῆς τρομοκρατίας. Πολέμων πιό ὁλοκληρωτικῶν, πιό ὕπουλων. Διότι τά πεδία τῆς μάχης εἶναι πιά οἱ δρόμοι τῶν πόλεων δυτικῶν καί ἀνατολικῶν. Στίς συνοικίες τῶν μεταναστῶν στό Παρίσι ἤ τῶν μαύρων στήν Νέα Ὑόρκη, στή Βαγδάτη ἤ στήν Καμπούλ, ἡ βία καί ὁ θάνατος εἶναι πανταχοῦ παρών, εἶναι τό ἐνδεχόμενο, πού μπορεῖ νά διαλύσει γιά πάντα τή ζωή τοῦ ἁπλοῦ καί ἀνυποψίαστου ἀνθρώπου.
Ὁ κόσμος κουράστηκε νά συζητάει γιά τήν εἰρήνη. Δέν τήν πιστεύει πιά. Κι ὅμως, δέν ἔπαψε νά τήν ποθεῖ. Ὁ ἀπόστολος Παῦλος βρῆκε ἐδῶ στήν Ἀθήνα ἕνα κόσμο ὅμοια μέ τόν δικό μας . . . σοφό, ἀλλά καί ὅμοια μέ τόν δικό μας κουρασμένο καί ἀπογοητευμένο ἀπό τήν ἀδυναμία του νά ζήσει ὅπως θά ἤθελε. Ἡ πρόταση τοῦ Ἀποστόλου τῶν ἐθνῶν, ὅπως ὀνομάστηκε, ἦταν ἁπλή καί συγχρόνως μεγαλειώδης: "Ἐλᾶτε νά γνωρίσετε τόν Δημιουργό τοῦ σύμπαντος, τόν δημιουργό σας. Εἶναι ἕνας Θεός καλός, ἕνας Θεός Ἀγάπης. Εἶστε παιδιά ἑνός Θεοῦ ἀγάπης. Ἡ βαθύτερη φύση σας εἶναι σφραγισμένη ἀπό τήν ἀγάπη καί τήν εἰρήνη. Ὅλα γύρω σας εἶναι δῶρα. Ἀπολαῦστε τα καί προστατέψτε τα. Ὅλοι γύρω εἶναι ἀδέλφια σας. Ἀγαπῆστε τα. Πλησιάστε τόν Θεό, τραφεῖτε καί ποτιστεῖτε ἀπό τήν ἀγάπη Του. Ὅσο ζεῖτε ἀπό αὐτό, θά αἰσθάνεστε χορτασμένοι, πλήρεις. Ὅσο εἶστε κοντά Του θά θέλετε νά ὑπάρχετε ὅπως αὐτός: ἀγαπῶντας. Ὅσο ἀπαρνιέστε τόν οὐρανό, ὅσο θά ἀναζητᾶτε τό νόημα τῆς ζωῆς στή δύναμη καί τήν κατανάλωση, ὁ θάνατος θά πλημμυρίζει τή ζωή σας. Τότε ὅλα θά μαραίνονται πρίν κἄν ἀνθίσουν καί πανικόβλητοι θά τρέχετε νά ἁρπάξετε ὅ,τι νομίζετε πώς κατέχει ὁ διπλανός σας. Ὅσο θά ἀποστρέφεστε τόν οὐρανό, "ὁ ἄνθρωπος θά εἶναι γιά τόν ἄνθρωπο, λύκος".
Κοιτάξτε γύρω σας, κοιταχτεῖτε μεταξύ σας καί θαυμάστε τήν διαφορετικότητά μας. Χρώματα, χρώματα διαφορετικά τοῦ δέρματός μας, τῶν φορεσιῶν πού φέρνει ὁ καθένας ἀπό τήν πατρίδα του. Τί μᾶς ἑνώνει ἐδῶ σήμερα; Ὁ καθένας ἀπό μᾶς ξέρει ἀπό τό δικό του περιβάλλον, πώς ἡ σημερινή ζωή δέν μᾶς γεμίζει. Ἀξίζουμε κάτι καλύτερο. Κανένας δέν μπορεῖ νά γεννήσει ὀμορφιά ἄν δέν πιστεύει βαθιά μέσα του, πώς ἕνας κόσμος ὀμορφιᾶς καί εἰρήνης περιμένει κρυμμένος καί μᾶς καλεῖ νά τόν γευτοῦμε. Εἶμαι ὅμως ἐπίσης βέβαιος, πώς ὁ καθένας ἀπό μᾶς ξέρει, πώς τίποτε ὄμορφο δέν γεννιέται χωρίς θυσία, κόπο καί ἀγῶνα. Καί πρῶτος μας ἀντίπαλος ὁ ἑαυτός μας. Αὐτόν πρῶτα πρέπει νά πείσουμε, πώς ὁ κόσμος γύρω μας εἶναι γεμάτος γλυκές παγίδες. Λίγο μᾶς γλυκαίνει καί πολύ μᾶς πληγώνει. Πρέπει νά προστατέψουμε τή ματιά μας νά μήν ἐγκλωβιστεῖ στά φθαρτά. Πρέπει νά τήν κρατᾶμε διαρκῶς στραμμένη πρός τά πάνω. Ἄν τό καταφέρουμε, θά νιώσουμε τόν διπλανό μας σύντροφο σέ μιά κοινή πορεία. Τότε θά μάθουμε νά ἀκοῦμε καί ἔκπληκτοι θά διαπιστώσουμε πόσα πολλά μᾶς ἑνώνουν. Καί πάνω ἀπ' ὅλα μᾶς ἑνώνει μιά ἐπιθυμία: νά ζήσουμε μαζί, εἰρηνικά, μέ τό κοινό ὅραμα ἑνός κόσμου, πού θά ξέρει νά μεταμορφώνει αὐτή τή Γῆ σέ παράδεισο.
Ὁ τόπος πού ἤρθατε, νά ξέρετε πώς χρωστάει πολλά στόν Θεό. Εὐτυχῶς ἀκόμη τό θυμᾶται. Γι' αὐτό καί δέν ἔχει ξεχάσει νά ἀγαπάει. Μέ τήν ἀγάπη αὐτή σᾶς ὑποδεχόμαστε καί μ' ὅλη τήν καρδία μας σᾶς εὐχόμαστε νά γυρίσετε στήν πατρίδα σας μέ τήν ψυχή σας γεμάτη ἀπό φῶς καί ἐλπίδα.