Ἀγαπητά μου παιδιά,
ΤΑ ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΑ εἶναι γιά τούς πιστούς ἀφορμή θαυμασμοῦ, ἔκπληξης καί εὐγνωμοσύνης. Θαυμασμοῦ μέν γιά τήν ἄπειρη καί ἀσύλληπτη ἀγάπη τοῦ Θεοῦ στόν ἄνθρωπο. Ἔκπληξης δέ γιά τήν ἄκρα συγκατάβαση τοῦ Θεοῦ Λόγου πού ἔκανε τό ἀγροικικό σπήλαιο τῆς Βηθλεέμ θεϊκό θρόνο. Καί εὐγνωμοσύνης γιά τό ὅτι ὁ δοῦλος τῆς ἁμαρτίας ἄνθρωπος γίνεται ἀπελεύθερος Χριστοῦ καί Θεός κατά χάριν. Καί εἶναι ἀκόμη ἕνα ἄφραστο θαῦμα καί μυστήριο ξένο καί παράδοξο, πού δέν προσεγγίζεται μέ τά μέτρα τοῦ ὀρθοῦ λόγου παρά μόνο μέ τήν κατανυκτική σιγή καί τήν πίστη.
ΤΑ ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΑ εἶναι ἡ προϋπόθεση ὅλων τῶν ἄλλων ἑορτῶν. Χωρίς τήν ἐνανθρώπηση τοῦ Χριστοῦ, μένουν χωρίς περιεχόμενο καί ἡ Βάπτιση, καί ἡ Μεταμόρφωση καί τό Πάθος Του. Καί ἡ Ταφή καί ἡ Ἀνάσταση καί ἡ Ἀνάληψή Του. Τί λέγω; Χωρίς τήν κατά σάρκα Γέννηση τοῦ Σωτῆρα δέν ὑπάρχει σωτηρία, οὔτε υἱοθεσία, οὔτε ἐξαγορά, οὔτε θέωση. Γι’ αὐτό καί ὁμολογοῦμεν ὅτι πιστεύουμε «Καί εἰς ἕνα Κύριον Ἰησοῦν Χριστόν τόν Υἱόν τοῦ Θεοῦ …. τόν δι΄ ἡμᾶς τούς ἀνθρώπους καί διά τήν ἡμετέραν σωτηρίαν κατελθόντα ἐκ τῶν οὐρανῶν καί σαρκωθέντα ἐκ Πνεύματος ἁγίου καί Μαρίας τῆς Παρθένου καί ἐνανθρωπήσαντα».
ΤΑ ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΑ γι’ αὐτό τό λόγο, ἐδῶ ἰδιαίτερα στήν ὀρθόδοξη Ἑλλάδα, γιορτάζονται αἰῶνες τώρα θρησκευτικά, οἰκογενειακά, ἐκκλησιαστικά, χαρμόσυνα. Οἱ ἅγιοι Πατέρες μας ἔγραψαν θεολογικά ἀριστουργήματα στή γλῶσσα μας, μνημεῖα τοῦ λόγου μοναδικά καί ἀξεπέραστα. Οἱ θεήλατοι ὑμνογράφοι μας μᾶς παρέδωσαν θεσπέσιους ὕμνους πού ἀκούονται καί σήμερα στίς ἐκκλησίες μας, ὅπως ἀκριβῶς καί πρίν ἀπό 15 καί 16 αἰῶνες. Οἱ εὐσεβεῖς λογοτέχνες ἔπειτα καί οἱ ποιητές μας μᾶς ἐχάρισαν σπάνια δείγματα τῆς ἐμπνευστικῆς δημιουργίας των, μέ θρησκευτική ἔξαρση καί γοητεία. Καί ὁ εὐσεβῆς λαός μας συνδύασε τή Γιορτή μέ ἔθιμα θαλπωρῆς καί ἀγάπης, πού ἐπιβιώνουν μέχρι καί σήμερα. Ὅμως εἰσελαύνουν καί στή χώρα μας καί ἐπιδιώκουν νά ὑποκαταστήσουν τή θρησκευτική ὄψη καί τίς θεολογικές διαστάσεις τῆς Ἑορτῆς ἄλλου εἴδους Μάγοι ἐξ Ἀνατολῶν κάι Ἡρωδιανοί ἐκ Δυσμῶν, παραχαράκτες τοῦ φρονήματός μας καί τοῦ τρόπου τῆς ζωῆς μας, πού μᾶς σπρώχνουν σέ μία κινούμενη ἄμμο.
ΤΑ ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΑ ὅμως δέν θά πρέπει νά ἀφήσουμε νά ἐκκοσμικευθοῦν. Τά παιδιά δέν πρέπει νά μείνουν στήν ἄγνοια, μή γνωρίζοντας τί γιορτάζουμε. Οἱ εὐχετήριες κάρτες μας δέν θά πρέπει νά εἰκονίζουν ἄσχετα πρός τή Γέννηση τοπία καί χιονισμένα δένδρα. Ἡ Γιορτή δέν θά πρέπει νά γίνει ἀφορμή ἀποκλειστικά γιά ἀνάπαυση καί σχόλη. Ὁ κόσμος γύρω μας σπαράζεται. Καί πολλοί θά ἐπιθυμοῦσαν νά γίνει καί ὁ λαός μας «τό ζαλισμένο κοπάδι». Νά μήν ἀντιδρᾶ στήν ἰσοπέδωση. Νά ἀποδεχθεῖ τό ρόλο του ὡς καταναλωτικῆς μονάδας χωρίς πνευματικότητα, χωρίς ὀρθόδοξη προοπτική, χωρίς ἱστορική συνέπεια, χωρίς τή δυνατότητα τοῦ αὐτοπροσδιορισμοῦ. Καί οἱ γιορτές νά ἐκφυλισθοῦν σέ ἐποχιακές εὐκαιρίες γιά ἀνταλλαγή κοινωνικῶν εὐχῶν και δώρων.
ΤΑ ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΑ εἶναι εὐκαιρία γιά τήν πνευματική μας ἀνάταξη, γιά τή συνοχή τῆς οἰκογένειας, γιά τήν ἀναχαίτιση τῆς νεοταξικῆς ἐπικυριαρχίας πού ἀλλάζει τίς σταθερές τοῦ πολιτισμοῦ μας, γιά τήν ἀντίσταση στήν ἀχαλίνωτη παγκοσμιοποίηση πού ἰσοπεδώνει καί ἐξαφανίζει τίς ἠθικές ἔννοιες μαζί μέ τίς γεωπολιτικές, γιά τήν ἀπόρριψη τῆς «κουλτούρας τοῦ ἐφήμερου», γιά τήν ἀνάκληση στήν ἐνέργεια τῶν ψυχικῶν μας κοιτασμάτων, γιά τήν ἀνάταση καί ἀνάστασή μας. Εἶναι εὐκαιρία γιά ὑπέρβαση τῆς πεζῆς καθημερινότητος, γιά βίωση τοῦ μυστηρίου τῆς ἀγάπης, γιά κατοχύρωση τοῦ ἔκπαλαι συνειδησιακοῦ βηματισμοῦ μας. Αὐτά σᾶς εὔχομαι νά βιώσετε ὡς ἐμπειρία τοῦτες τίς ἅγιες μέρες.