Ἀγαπητὰ τέκνα τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ καὶ τῆς γλυκύτατης Πατρίδας,
Στεκόμαστε σιωπηλοὶ καὶ προσευχόμενοι σήμερα στὴ μνήμη τῶν σφαγιασθέντων Ἑλλήνων προσκόπων τοῦ Ἀϊδινίου καὶ τῶν Σωκίων, οἱ ὁποῖοι εἶχαν τὸν Χριστὸ καὶ τὴν πατρίδα μέσα στὴν καρδιά τους περισσότερο ἀπὸ κάθε ἄλλον. Δὲν ὑπολείπονται τῶν προαγωνισαμένων νεομαρτύρων μας οἱ νεήλυδες ἐκεῖνοι ποὺ παρέμειναν νὰ προστατεύσουν τὸν ἄμαχο πληθυσμὸ τοῦ Ἀϊδινίου, ὅταν ὁ τακτικὸς στρατὸς τὸν ἐγκατέλειψε, καὶ προτίμησαν νὰ τοὺς ἐξορύξουν τοὺς ὀφθαλμοὺς καὶ νὰ κατατεμαχιστοῦν ἀντὶ νὰ τουρκέψουν.
Τὸ αἷμα τοῦ κοινοῦ ἀνθρώπου ἔχει ἀξία μόνον ὅσο κυλᾶ στὶς φλέβες του, τὸ αἷμα τοῦ ἥρωα αὐξάνει καὶ ἀφρίζει σὰν θάλασσα ὅταν χύνεται οἰκειοθελῶς γιὰ τὸ συνάνθρωπο καὶ τὰ ἰδανικά. Τὸ αἷμα δὲ τοῦ μάρτυρα δὲν πήζει ποτὲ ἀλλὰ βάφει τὸ ἱμάτιο τῆς Ἐκκλησίας μὲ τὸ χρῶμα τῆς νίκης κατὰ τοῦ θανάτου, ἐπειδὴ ἐκεῖνος ποὺ δὲν φοβᾶται τὸν φυσικὸ θάνατο τὸν ἐνίκησε καὶ μεταβαίνει ἀπὸ τὸν θάνατο στὴ ζωὴ ποὺ εἶναι ὁ Χριστός.
Ἔχει πολλὰ νὰ μᾶς εἴπει ἡ θυσία τῶν ἡρωϊκῶν προσκόπων τοῦ 1919. Πρῶτον, ὅτι δὲν ἔπαυσε νὰ ὑπάρχει ἀγάπη. Δεύτερον, ὅτι ἡ ζωὴ ἀξιολογεῖται ἀπὸ τὴ θυσία της καὶ τρίτον ὅτι ἡ στιγμὴ ἀναδεικνύει τὸν ἥρωα καὶ κρίνει τὸν ρίψασπι.
Ἡ ἀγάπη τῶν ἀειμνήστων σφαγέντων προσκόπων γιὰ τὸν συνάνθρωπο καὶ τὴν πατρίδα, ἡ λελογισμένη θυσία τους καὶ ἡ ἡρωϊκὴ ὁμολογία τῆς πίστεως ἂς ἀποτελοῦν καὶ ἰδικά μας ἰδιώματα καὶ ἀξίες.
Μὲ τὶς πατρικές μου εὐχές,
Ο ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΣ