Χαιρετισμός του Μακαριωτάτου στο Ζάπειο Μέγαρο
Ἡ κοινωνικὴ ἀλληλεγγύη δὲν εἶναι πάρεργο τῆς Ἐκκλησίας, ἀλλὰ πραγμάτωσή της στὸν κόσμο μας. Ἡ Ἐκκλησία δὲν εἶναι ἕνας ναὸς στὸ ὑπόγειο τοῦ ὁποίου ἔχουμε κι ἕνα γραφεῖο γιὰ τοὺς φτωχοὺς τὴς ἐνορίας, δὲν εἶναι μιὰ τελετουργία ποὺ τὴ διακόπτουμε γιὰ νὰ βγάλουμε δίσκο κι ἂν θέλουμε νὰ ρίξουμε κάτι γιὰ τοὺς ἄλλους, ἂν ἔχουμε ψιλά. Ἡ Ἐκκλησία δὲν εἶναι προσφορὰ στὸν ἄλλον αὐτοῦ ποὺ σοῦ περισσεύει, καὶ δὲν θὰ στενοχωρηθεῖς κι ἂν τὸ δώσεις. Ἡ Ἐκκλησία εἶναι θεμελιακὴ ἀνατοποθέτηση τῆς ὕπαρξης τοῦ ἀνθρώπου, μετάβασή του ἀπὸ τὴν ἀτομικότητα στὴν κοινωνικότητα, εἶναι ὑπέρβαση τοῦ ἐγὼ καὶ ἀναγνώρισή του ὡς μέρους σχέσης. Γι αὐτό, ἡ Ἐκκλησία μιλάει ὄχι γιὰ τὸν ἄλλον, ἀλλὰ γιὰ τὸν πλησίον.
Πλησίον δὲν εἶναι ὁ κοντινός μας, ὁ διπλανός μας, ποὺ μᾶς ἐνοχλεῖ ἴσως σπρώχνοντάς μας, ἀλλὰ τὸ φίλιον, αὐτὸς μὲ τὸν ὁποῖο μὲ συνδέει ἡ καρδιά μου. Λέγοντας πλησίον προσδιορίζουμε τὸ εἶδος, τὴν ποιότητα τῆς σχέσης μας, καὶ ἀρνούμαστε ὅτι οἱ ἄνθρωποι συνωστιζόμαστε ἢ συνευρισκόμαστε διασκεδάζοντας ἀλλήλους ἢ ἐχθρευόμενοι ἀλλήλους, κατὰ τὶς περιστάσεις. Συνοψίζοντας τὴ διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας, θὰ ἔλεγα ὅτι ὅσο περισσότερο νιώθεις τὸν ἄλλον πλησίον σου, τόσο περισσότερο σὲ νιώθει ὁ οὐρανὸς δικόν του.
Γι αὐτὸ ἀκριβῶς, ἡ Ἐκκλησία δὲν μᾶς ζητᾶ νὰ δίνουμε κάτι καὶ γιὰ τοὺς φτωχούς, ἀλλὰ νὰ ἀνοιχτοῦμε πρὸς αὐτούς, νὰ τοὺς κάνουμε πλησίον μας, δικούς μας, ἀγαπημένους μας. Γι αὐτὸ ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος μᾶς διδάσκει: μὴν ἁπλώνεις τὰ χέρια σου στὸν οὐρανό, ἀλλὰ στὰ χέρια τῶν φτωχῶν . Ἐπειδὴ ὁ Θεός εἶναι Θεὸς ἀγάπης πρὸς ἐμᾶς, καὶ ἡ ἀγάπη τοῦ ἑνὸς ἀνθρώπου πρὸς τὸν ἄλλον εἶναι ὁμοίωσις τοῦ ἀνθρώπου πρὸς τὸν Θεό: «ὅστις τοῦ πλησίον ἀναδέχεται βάρος [...] οὖτος μιμητής ἐστι Θεοῦ», γράφει ἡ περίφημος Πρὸς Διόγνητον Ἐπιστολή .
Σᾶς κούρασα, προσπαθώντας νὰ σᾶς δώσω τὸ πλαίσιο μέσα στὸ ὁποῖο ἐντάσσουμε τὴν «Ἀλληλεγγύη». Γιὰ μᾶς, ἡ «Ἀλληλεγγύη» δὲν εἶναι ἕνας ἀκόμη ὀργανισμός, ἀλλὰ ἕνας ἀκόμη τρόπος νὰ ἀνοίξουμε τὴν ἀγκαλιὰ τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος στοὺς ἀνήμπορους, ἕνας τρόπος νὰ κάνουμε πλησίον μας αὐτὸν ποὺ ἀλλιῶς μένει μακρινός μας.
Ἐλέχθη ἀπὸ τοὺς θιασῶτες τῆς κατεδάφισης, ὅτι ἡ Ἐκκλησία δίνει ἀπὸ τὶς εἰσφορές, καὶ κρατᾶ ἀμείωτη τὴν περιουσία της. Δυσάρεστο νὰ δείχνεις στὴν ἐπίκριση ὅτι εἶναι τέκνο τῆς παραπλάνησης. Ἀλλὰ γιὰ νὰ προστατεύσω τοὺς δίκαιους ἀπὸ τὸ δηλητήριό της, θὰ θυμίσω ότι ἡ Ἐκκλησία ὑπῆρξε πάντοτε ἀνοιχτὴ ἀγκαλιά, ἀπὸ τὴν ἐποχὴ τοῦ Ἀποστόλου Παύλου ἔως τὶς μέρες μας.
Καὶ εἰδικώτερα ἡ Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος, εὐθὺς ὡς ἀπέκτησε τὴν αὐτοκεφαλία της, ἔμεινε ἡ μάνα τοῦ ἔθνους στὸ νέο κράτος. Νὰ θυμίσω ὅτι ἂν καὶ ὑπέστη λεηλασία τῆς περιουσίας της κατὰ τὴν περίοδο τοῦ Ὄθωνα, ἡ Ἐκκλησία διέθεσε ἐκατοντάδες στρέμματα γιὰ νὰ χτιστοῦν νοσοκομεῖα, σχολεῖα, δικαστήρια καὶ ἄλλα ιδρύματα ποὺ χρειαζόταν τὸ νέο κράτος. Νὰ θυμίσω ὅτι ὄχι μόνο συμπαραστάθηκε ἀλλὰ πρωταγωνίστησε στὸν Μακεδονικὸ Ἀγώνα. Νὰ θυμίσω ὅτι κράτησε τὸ βάρος τῆς ἀποκατάστασης τῶν προσφύγων τοῦ 1922 — ἕνας μοναδικὸς ἆθλος, διότι οἱ πρόσφυγες ἀντιστοιχοῦσαν περίπου στὸ ἕνα τρίτο τοῦ γηγενοῦς πληθυσμοῦ. Νὰ θυμίσω ὅτι ἦταν αυτή που φρόντισε τὸ ὑπόδουλο ἔθνος κατὰ τὴ ναζιστικὴ Κατοχή, πρόθυμη νὰ κάνει δάνειο γιὰ νὰ δώσει φαγητὸ στὰ πεινασμένα παιδιά της μὲ ἐνέχυρο τὴ γῆ, καὶ τὰ καντήλια καὶ τὰ ἱερὰ σκεύη. Νὰ θυμίσω ὅτι καὶ μετὰ τοὺς πρόσφατους πολέμους, διέθεσε ἐκτάσεις γιὰ τὴν ἀποκατάσταση τραυματιῶν καὶ ἀναπήρων.
Νὰ μὴ θυμίσω ὅμως, ὅσα σήμερα διαθέτει ἡ Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος. Ἡ χαρά μας στὴ σημερινὴ συγκέντρωση εἶναι ἡ καλύτερη ἀπόδειξη ὅτι ἡ Ἐκκλησία μας συνεχίζει καὶ μεγαλώνει τὴν ἀγκαλιά της, συνεχίζει καὶ μένει χῶρος καὶ τρόπος ἀναγωγῆς τοῦ ἀνθρώπου ἀπὸ τὴν ἀτομικότητα στὴ σχέση καὶ τὴν κοινωνία.
Ἃς βεβαιώσω μόνον ὅτι χαίρω ἐπειδὴ καὶ ἡ ἀπόφαση γιὰ τὴν ἵδρυση τῆς «Ἀλληλεγγύης», καὶ τὸ ἔργο της, καὶ ἡ προκοπή της, καὶ οἱ προοπτικές της, εἶναι ἕνας αἶνος στὸν Θεό.
Εὔχομαι νὰ ἔχουμε ὅλοι την εὐλογία Του, καὶ περισσότερο ἀπὸ ἐμᾶς, ὅσοι μᾶς χρειάζονται μέσα στὸν πόνο τους.