Σεβασμιώτατοι και Θεοφιλέστατοι εν Χριστώ αδελφοί,
Πανοσιολογιώτατοι και Αιδεσιμολογιώτατοι Πρεσβύτεροι,
Ελλογιμώτατοι κ.κ. Καθηγηταί και Ακαδημαϊκοί Διδάσκαλοι,
Κυρίαι και Κύριοι,
Ευρίσκομαι εις την ευχάριστον θέσιν και συγχαίρω μαζί σας, διότι μία πολύμηνος προσπάθεια δια την διαμόρφωσιν του «Κώδικος Ενοριακής Ποιμαντικής», παρουσιάζεται εν συνόλω ενώπιον ταύτης της εκλεκτής ομηγύρεως ως ώριμος καρπός επιστημονικής μελέτης, ποιμαντικής εμπειρίας και κοινού εκκλησιαστικού ενδιαφέροντος, προς εκτίμησιν, αξιολόγησιν και εν γένει εκκλησιαστικήν αξιοποίησιν.
Το εγχείρημα αυτό, μετά από Απόφασιν της Ιεράς Συνόδου της Εκκλησίας της Ελλάδος και ανάθεσιν του έργου τούτου εις υμάς «καθ ὁμάδας» δια την σύνταξιν των επί μέρους πονημάτων, δεν είναι μικρόν ούτε ανάξιον λόγου. Συνιστά αίτημα των καιρών, γέννημα, πόθο και πόνο και «καημό» των υπευθύνων της ποιμαινούσης Εκκλησίας δια συστηματικήν διακονίαν και μεθοδικήν προσφοράν προς το πλήρωμα της κατ Ἀνατολὰς Ορθοδόξου Ελλαδικής Εκκλησίας.
Η Ιερά Σύνοδος της Εκκλησίας της Ελλάδος έχουσα συνείδησιν της σοβαρότητος του θέματος αυτού και επίγνωσιν του πνευματικού και συγγραφικού αθλήματος, ως επίσης και της αξιωσύνης ενός εκάστου εξ υμών, πρόεκρινε και ανέθεσεν εις τας τιμίας χείρας και την ακαδημαϊκήν σοφίαν και γνώσιν την υφ’ υμών συγγραφήν πονημάτων, τα οποία εν συνόλω έχετε ήδη εις τας χείρας Σας από δύο μηνών περίπου.
Θα μου επιτρέψετε πρώτον να εκφράσω την ικανοποίησίν μου και την εγκαύχησίν μου εν Κυρίω δια την θεολογικήν θεμελίωσιν, εξ επόψεως Ορθοδόξου, των θέσεων, των προτάσεων και των εκτιμήσεων, τας οποίας εισηγήθητε και αι οποίαι καταγράφονται εις το μετά χείρας Corpus. Τούτο είναι σημαντικόν και επάναγκες και δέον όπως λαμβάνεται υπόψιν πάντοτε ως βάσις αμετάθετος της διακονίας των ποιμένων της Ορθοδόξου Εκκλησίας μας.
Οφείλω όμως ειλικρινώς να καταθέσω εις την αγάπην σας σκέψεις τινάς και προτάσεις, αι οποίαι, νομίζω, δύνανται να προαγάγουν γόνιμον τινά διάλογον, ο οποίος θα προσφέρη την δυνατότητα δια συνετήν εκτίμησιν και ρεαλιστικήν περίσκεψιν επί των προκειμένων θεμάτων της Ημερίδος.
Εξ όσων είμαι εις θέσιν να γνωρίζω, όλοι υμείς κατά την διαμόρφωσιν των επί μέρους θεμάτων υπηκούσατε εις τινα περιορισμόν ως προς την έκτασιν της συγγραφής. Τούτο έχεται αγαθού τινός προνομίου, το οποίον στοιχίζεται εις το δόκιμον αρχαιοελληνικόν θυμόσοφον γνωμικόν «ουκ εν τω πολλώ το ευ, αλλά εν το ευ το πολύ». Ο περιορισμός όμως ούτος ηνάγκασεν υμάς να συμπτύξητε πολλάκις τα νοήματα και τας εισηγητικάς προτάσεις και ούτω να μη έχητε την άνεσιν ίνα επεκταθήτε αναλυτικώτερον κατά την διαπραγμάτευσιν του θέματος και να αναφερθήτε ειδικώτερον εις πρακτικά κυρίως θέματα, αναγκαία και μάλλον απαραίτητα δια την ωλοκληρωμένην προσέγγισιν των επί μέρους προβληματισμών. Πιστεύω και φιλοδοξώ ότι τούτο θα συμβή όπου κριθή αναγκαίον και άξιον λόγου, κατά την διάρκειαν των συζητήσεων των εργασιών της Ημερίδος αυτής. Θα ήθελα επί τη ευκαιρία απλώς να επισημειώσω μίαν προσωπικήν μου πρότασιν εις το τμήμα εκείνο του «πονήματος», το οποίον συστηματικώς, με εμβρίθειαν και πληρότητα επιστημονικήν συνέταξαν ο Θεοφιλέστατος Επίσκοπος Κορωνείας κ. Παντελεήμων, τη σοφή συμβολή των Ελλογιμωτάτων Καθηγητών κυρίων Ι. Φουντούλη και Γεωργίου Φίλια. Η πρότασις εστιάζεται εις την, κατά την γνώμην μου, ανάγκην παραθέσεως εις το τέλος της υποβληθείσης εργασίας σχεδιαγραμμάτων κατατοπιστικών και επεξηγηματικών, αναφερομένων εις τα διάφορα είδη εκκλησιαστικών ομιλιών και κηρυγμάτων. Και εις έτερα εκ των πονημάτων θα ήτο δυνατόν να προστεθώσιν ωρισμέναι παράμετροι πρακτικής φύσεως, εάν τούτο δεν έχη ήδη γίνει.
Ζήτημα είναι δυνατόν, κατά την γνώμην μου, να ανακύψη και δια τον τίτλον του συνολικού έργου, το οποίον μέχρι τούδε επιγράφεται «ΚΩΔΙΞ Ενοριακής Ποιμαντικής». Η λέξις «ΚΩΔΙΞ», δόκιμος εν πολλοίς εις την νομικήν επιστήμην, αναφέρεται εις συλλογάς έργων και εις συστηματικήν διάταξιν πνευματικών προϊόντων νομικής φύσεως. Ενίοτε όμως ηχεί παράξενα εις τα ώτα των ορθοδόξων και είναι δυνατόν να παρεξηγηθή ο όρος ούτος, διότι εις πολλάς περιπτώσεις εντός του πνευματικού χώρου της ορθοδόξου Θεολογίας και της πνευματικής ζωής έχει μάλλον δικανικόν χαρακτήρα, συνδέεται δε συνειρμικώς με θέσφατα ανθρωπίνης διανοίας μη επιδεχόμενα παρεκκλίσεις. Επιπλέον κατά την εκτίμησιν συγχρόνων τινών θεολόγων, υποδηλοί όρους και υπονοεί μεθόδους «στρατωνισμού» και επιδιώξεις επιβολής καταναγκασμού. Υπ αὐτὴν την έννοιαν η λέξις «Κώδιξ» εις το τίτλον μάλλον δεν είναι συμβατή προς το πνεύμα, την φύσιν και την εν ελευθερία διακονίαν και αναστροφήν των ορθοδόξων ποιμένων προς το πλήρωμα της Ενορίας, το οποίον ούτοι καλούνται να διακονήσουν. Η ποιμαντική φροντίς δια τους πιστούς της Ενορίας έχει δι ἡμᾶς τους Ορθοδόξους ως πρωταρχικόν γνώρισμα την θυσίαν, την προσφοράν ανιδιοτελούς αγάπης, τον σεβασμόν της ελευθερίας του προσώπου, την φιλάνθρωπον κατανόησιν της πεπτωκυίας φύσεως, την προβολήν ως πρότυπον ήθους, την του καλού ποιμένος, ως αυτός ο Κύριος εδίδαξε και έδειξεν. Ούτος «ουκ ήλθε διακονηθήναι, αλλά διακονήσαι και δούναι την ψυχήν αυτού λύτρον αντί πολλών» (Ματθ. 20, 28)
Αύτη η ανύστακτος μέριμνα και φροντίς των ιερέων μας είναι εκείνη η οποία ανοίγει δρόμους ποιμαντικής αγάπης και θυσιαστικής προσφοράς δια την σωτηρίαν των πιστών. Όλη αυτή η προσπάθεια δεν δύναται να είναι ξένη προς ο,τι αποκαλύπτει η θεϊκή παρεμβολή και ο φωτισμός του Αγίου Πνεύματος εις την προσευχομένην καρδίαν των ποιμένων της κάθε ενοριακής Κοινότητος.
Επαινετή η κάθε ανθρωπίνη προσπάθεια και η συστηματοποίησις του ποιμαντικού έργου, αλλά το αγαθόν τέλος κάθε ποιμαντικής εργασίας δεν εξαρτάται από την μεθοδευμένην και κωδικοποιημένην μόνον ενέργειαν και πρακτικήν, αλλά κατ ἐξοχὴν και κυρίως από το έλεος του Θεού και την άκτιστον προνοητικήν ενέργειάν Του.
Ταύτα έχοντες εν πρώτοις ως αφετηρίαν της ποιμαντικής διακονίας μας θεωρούμεν ότι είναι αναγκαίον να προστεθή και ο ανθρώπινος παράγων της αυτενεργείας, της πρωτοβουλίας, της εμπειρίας, της σοφίας, της ικανότητος, της μεθοδικότητος του κάθε ποιμένος-διακόνου της Χάριτος του Θεού και της αγαπώσης το γένος των χριστιανών ανθρωπίνης ιερατικής προσπαθείας και ενεργείας.
Ούτω πως πιστεύω και εκτιμώ ότι θα ήτο ορθότερον να τεθή η πνευματική αυτή προσπάθεια πάντων ημών υπό τον δόκιμον τίτλον μνημόνιον, υπόμνημα, εγχειρίδιον, εγκόλπιον, κ.λπ., προς αντικατάστασιν της λέξεως ΚΩΔΙΞ.
Με αυτάς τας σκέψεις και με ολοκαρδίους ευχάς δια την επιτυχίαν της Ημερίδος, κηρύσσω την έναρξιν των εργασιών αυτής και εύχομαι ο Αναστάς εκ των νεκρών Κύριος, όπως καταπέμψη πλούσιον τον φωτισμόν «εν οις αγαθοίς πράττομεν» προς δόξαν Αυτού και της Αγιωτάτης Εκκλησίας Του.