Πρός
Τόν Ἐλλογιμώτατον
Καθηγητήν κ. Μιλτιάδην Κωνσταντίνου
Πρόεδρον τοῦ Τμήματος Θεολογίας Α.Π.Θ.
Ἐλλογιμώτατε καί λίαν ἀγαπητέ μου κ. Καθηγητά,
Ἀπό καρδίας σᾶς εὐχαριστῶ διά τήν ἐπιστολή σας, διά τῆς ὁποίας εἴχατε τήν καλωσύνη νά μοῦ γνωρίσετε ὅτι ἀπό τῆς 3ης μέχρι καί τῆς 7ης προσεχοῦς Σεπτεμβρίου πραγματοποιεῖται εἰς τά Ἰωάννινα τό Η' Διαχριστιανικό Συμπόσιο, τό ὁποῖο ἔχει ὡς εἰδικό θέμα "Πνευματικότητα καί Χριστιανική Διδασκαλία στήν Ἀνατολή καί στήν Δύση. Ἀμοιβαῖες ἐπιδράσεις".
Στά Διαχριστιανικά αὐτά συμπόσια, τά ὁποῖα διεξάγονται ἐναλλάξ εἰς τήν 'Ιταλία καί τήν Ἑλλάδα, με τή συνεργασία τοῦ Τμήματος Θεολογίας τοῦ Α.Π.Θ. καί τοῦ Ποντιφικικοῦ Ἰνστιτούτου Πνευματικότητας " Ateneum Antonianum " τῆς Ρώμης, συμμετέχουν διακεκριμένοι ἐπιστήμονες, οἱ ὁποῖοι διά τῆς καταθέσεως καί δημοσιοποιήσεως τῆς ἔρευνας των ἐνημερώνουν ἐγκύρως καί ὑπευθύνως τούς συναδέλφους των καί τό εὑρύτερο ἐνδιαφερόμενο κοινό, προσφέροντας ἔτσι σημαντικές ὑπηρεσίες παράλληλα μέ τήν Ἐπιστήμη καί εἰς τήν Κοινωνία καί εἰς τήν Ἐκκλησία.
Ὀφείλω ἐπίσης νά σημειώσω ὅτι ἡ διά τῶν Διαχριστιανικῶν αὐτῶν Συμποσίων προσέγγιση καί ἀλληλογνωριμία Ρωμαιοκαθολικῶν καί Ὀρθοδόξων Θεολόγων εἶναι θετικό γεγονός τήν ἐποχή αὐτή, κατά τήν ὁποία ὁ μέν Θεολογικός διάλογος τῶν δύο Ἐκκλησιῶν ἔχει διακοπεῖ, ἀλλά τά 450 ἑκατομμύρια τῶν Χριστιανῶν ὅλης τῆς Εὐρώπης γιά πρώτη φορά στήν ἱστορία ἑνώνονται σέ ἕνα σύνολο καί ζητοῦν νά ὑπάρξουν κοινές χριστιανικές θέσεις σέ θέματα κοινωνικά, Βιοηθικῆς καί πολιτισμοῦ καί ἀποτελεσματικότερη προβολή τους στά εὑρωπαϊκά Fora.
Καί εἶναι τώρα ἡ ἐποχή πού εἶναι ἀνάγκη ὅλοι οἱ Εὐρωπαῖοι νά κατανοήσουμε ὅτι οἱ συνδετικοί κρίκοι ὅσον ἀφορᾶ στόν πολιτισμό καί στήν κληρονομιά μας, ἀλλά καί ἡ βάση καί ἡ ἐγγύηση γιά τό μέλλον μας εἶναι ἡ Ἀθήνα, ἡ Ρώμη καί ἡ Ἱερουσαλήμ. Μέ τούς τρεὶς αὐτούς πόλους βαδίσαμε ὡς μία ἀδιαίρετη Ἐκκλησία ἐπί 1050 χρόνια, παρά τίς ἰδιαιτερότητες τοῦ κάθε λαοῦ. Τότε ἐπετεύχθη καί τό σημαντικό γεγονός νά πραγματοποιηθοῦν Θεία Προνοία οἱ Ἑπτά Οἰκουμενικές Σύνοδοι, οἱ ὁποῖες ἐξέφρασαν τή συνισταμένη τῆς Μίας, Ἁγίας, Καθολικῆς καί Ἀποστολικῆς Ἐκκλησίας καί τή βάση τῆς Πνευματικῆς Πορείας τῶν Χριστιανῶν. Καί εἰς τά 1000 χρόνια τῆς διαιρέσεως πάλι ὁ Χριστιανισμός ἀποτελοῦσε τό κέντρο τῆς ζωῆς μας. Καί τώρα ἦρθε ἡ ὥρα νά προβάλλουμε στήν καινούργια χιλιετία τό μήνυμα τῆς Ἀλήθειας, τῆς Ἀγάπης καί τῆς Σωτηρίας τοῦ Εὐαγγελίου.
Μέσο τῆς ἐπικοινωνίας καί τῆς πνευματικῆς προσέγγισης εἶναι ἀσφαλῶς ἡ γλώσσα. Στούς Θεολογικούς διαλόγους πολλές φορές τίθεται ἡ προβληματισμός ὅτι οἱ διαφορετικές γλῶσσες προκαλοῦν καί θεολογικά καί ἐκκλησιολογικά προβλήματα. Καί αὐτό τό πρόβλημα παλαιά ὑπῆρξε μεταξύ Ἑλλήνων καί Λατίνων Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας, ἀλλά καί σήμερα πού τά ἔργα τους μεταφράζονται σέ πολλές ἄλλες γλῶσσες. Καί πρέπει στά Συμπόσια αὐτά νά παροτρύνονται οἱ νέοι ἐπιστήμονες θεολόγοι νά ἐνδιατρίβουν καί νά μαθαίνουν ἄριστα τίς δύο αὐτές σπουδαῖες γλώσσες, τήν Ἑλληνική καί τή Λατινική, ἀλλά καί τά παιδιά στά σχολεῖα νά τίς διδάσκονται. Δέν εἶναι τυχαῖο τό γεγονός ὅτι ἡ Καινή Διαθήκη δέν ἐγράφη στά Ἑβραϊκά τοῦ Μωϋσέως, ούτε στά ἀραμαϊκά τῆς ἐποχῆς τοῦ Κυρίου, οὔτε στά λατινικά, τή γλώσσα τοῦ Ρωμαϊκοῦ Ιmperium, ἀλλά στή γλῶσσα τήν Ἑλληνική, τοῦ Πλάτωνα καί τοῦ Ἀριστοτέλη καί τήν ἁπλούστερη, τῆς Ἑλληνιστικῆς ἐποχῆς. Οὔτε ὅτι τό Σύμβολο τῆς Πίστεως καί οἱ Ἱεροί Κανόνες τῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων ἐγράφησαν ὄχι στά Λατινικά, ἐπίσημη γλώσσα τοῦ πρώιμου Βυζαντινοῦ Κράτους, ἀλλά στά ἑλληνικά. Παρά τίς ὑπάρχουσες δυσκολίες εἶναι εὐοίωνο τό γεγονός ὅτι κατά τά τελευταῖα χρόνια πυκνώνουν οἱ μεταφράσεις σέ διάφορες γλῶσσες τῶν Ἑλλήνων Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας, ἀκόμη καί αὐτῶν πού ἔζησαν μετά τό Σχίσμα, ὅπως τῶν Ἁγίων Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ καί Νικοδήμου τοῦ Ἁγιορείτου.
Ἡ μελέτη τῶν Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἀνατολῆς καί τῆς Δύσης βοηθεῖ καί στήν κατανόηση τῆς πνευματικῆς καταστάσεως καί τῶν κοινωνικῶν θεμάτων πού ἀντιμετώπιζαν οἱ ἄνθρωποι τῆς ἐποχῆς τους, θεμάτων πάντως πού ἔχουν ὁπωσδήποτε κοινά σημεῖα γιά τόν ἄνθρωπο τῆς κάθε ἐποχῆς. Καί εἶναι περισσότερο ἀπό προφανές ὅτι λ.χ. ὁ Ἱερός Αὐγουστῖνος, ὁ Θωμᾶς ὁ Ἀκινάτης, ὁ Φραγκῖσκος τῆς Ἀσίζης ἐπηρέασαν τή δυτική σκέψη, ὅπως καί οἱ Καππαδόκες Πατέρες, ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος, ὁ Ἅγιος Μάξιμος ὁ Ὁμολογητής, ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός καί ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς τήν ἀντίστοιχη τῆς καθ' ἡμᾶς Ἀνατολῆς. Καί ἄς λένε ὁρισμένοι ὅτι ὁ εὐρωπαϊκός πολιτισμός ξεκίνησε τόν 18ο ἀιώνα, μέ τόν Διαφωτισμό.
Στό Συμπόσιό σας θά συζητήσετε γιά τίς ἀμοιβαῖες ἐπιδράσεις καί εἶμαι βέβαιος ὅτι θά τεθεῖ τό θέμα γιά τό ἄν καί γιά τό πῶς ἐπέδρασαν οἱ μέν στούς δέ καί ἀντιστρόφως, ὅσο ὑπῆρξε τέτοια ἐπίδραση. Εἶναι ἐνδιαφέρον τό ζήτημα πού τίθεται στό Συμπόσιό σας, ἀπό ἐπιστημονική, ἐκκλησιαστική, πνευματική καί θεολογική πλευρά. Τό πῶς δηλαδή μποροῦν νά δεχθοῦν ἐπιδράσεις οἱ ἄνθρωποι τῆς Ἀνατολῆς ἤ τῆς Δύσης ἑνός ξένου πνευματικοῦ ἀνθρώπου, μέ διαφορετικό ὑπόβαθρο πολιτισμοῦ, διαφορετικό πνευματικό προσανατολισμό, διαφορετική κοινωνική σύνθεση, πού ἔζησε σέ διαφορετική ἐποχή καί τοῦ ὁποίου τό ἔργο τό μελετοῦν μάλιστα ἀπό μετάφραση καί δέν μποροῦν νά τό προσεγγίσουν στό πρωτότυπο. Ἡ ἀλήθεια πάντως εἶναι πώς ἡ Πνευματικότητα τῆς Διδασκαλίας τῶν Πατέρων εἶναι οἰκουμενική καί διαχρονική, ἡ δέ ἐπίνευση τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καί ἡ εἰλικρινής καί ἡ χωρίς διασπάσεις τῆς προσοχῆς προσευχή βοηθεῖ στήν κατανόησή τους.
Εὔχομαι εἰς ὅλους ὅσοι συμμετέχετε στό Συμπόσιο ὁ Κύριος καί Σωτήρας μας Ἰησοῦς Χριστός νά εἶναι μαζί σας, νά σᾶς εὐλογεῖ καί νά σᾶς ἁγιάζει πάντοτε καί ὅλη σας ἡ ζωή νά φωτίζεται ἀπό τήν Χάρη Του.
Μετ' εὐχῶν καί ἀγάπης