Μήνυμα του Μακαριωτάτου
Μακαριώτατε Πατριάρχα Μόσχας και
Πάσης Ρωσίας κ.κ. Αλέξιε, εν Χριστώ πεφιλημένε αδελφέ και συλλειτουργέ,
Σεβασμιώτατοι Αρχιερείς ,
Τίμιον Πρεσβυτέριον,
Αξιότιμε κ .S. Zhitenev, Γενικέ Διευθυντά του Συνοδικού Γραφείου Προσκυνηματικών Περιηγήσεων της Εκκλησίας της Ρωσίας,
Κυρίες και Κύριοι Σύνεδροι,
Επιτρέψτε μου, με την ευκαιρία του Συνεδρίου για τις Προσκυνηματικές Περιηγήσεις, να απευθύνω στην αγάπη Σας την χαρά μου και την εν Κυρίω εγκαύχηση, γιατί με συνέδρια αυτού του τύπου η Εκκλησία έχει τη δυνατότητα να δείξει τη μέριμνά της πάνω σε προβλήματα και τάσεις του σύγχρονου ανθρώπου.
Η ευλογία του Κυρίου προς τον Νώε και τους υιούς του, προς όλους εμάς δηλαδή, «αυξάνεσθε και πληθύνεσθε και πληρώσατε την γήν» ( Γέν. 9,7), οδηγεί τον άνθρωπο σε μια κίνηση που τον ωθεί σε όλη τη γή και πέραν αυτής. Ειδικώτερα η Ευρώπη, από τα χρόνια της προϊστορίας ήδη, είναι πεδίο συνεχών μετακινήσεων λαών, και βεβαίως και των συγκρούσεων που συχνά επιφέρει η μετακίνηση. Πολύ συχνά, το ποθούμενο ήταν μια εύφορη γη, ένας χώρος όπου ο άνθρωπος θα πότιζε με τον ιδρώτα του για να προκόψει. Αλλά υπήρχαν και πολλοί που το μόνο που ήθελαν ήταν η λεηλασία. Κι έτσι, η μετακίνηση για άλλους ήταν προσδοκία, και γι άλλους μάστιγξ του Θεού.
Από τ’αρχαία χρόνια πάντως, από τα χρόνια τα θαμένα στην άμμο της προϊστορίας, το ζητούμενο για πολλούς ανθρώπους ήταν όχι μόνον ο πηγαιμός αλλά και η επιστροφή. Το ταξίδι αυτό, υπηρετούσε το εμπόριο. Στόχος του ήταν το κέρδος. Στην ελληνική αρχαιότητα μόνο, βλέπουμε για πρώτη φορά να ταξιδεύει και κάποιος ακόμα: αυτός που ήθελε να δει τις χώρες και τη ζωή των άλλων λαών. Από τους πρώτους χριστιανικούς χρόνους, κάνουν την εμφάνισή τους και αυτοί που ταξιδεύουν όχι για οικονομικούς λόγους, αλλά για ιεραποστολή, ή προς ωφέλειαν ψυχής. Αυτοί που πηγαίνουν να δώσουν τη μαρτυρία τους. Να βρούν θησαυρούς πνευματικούς. Αυτοί που δεν θέλουν να αποκτήσουν, αλλά να προσκυνήσουν.
Είναι μάλλον περιττό να υπενθυμίσω ότι αιώνες τώρα την Ευρώπη τη χαράζουν οι δρόμοι των προσκυνητών, φυτεύοντας τη γη της με την πίστη. Οι χριστιανοί προσκυνητές, με το σεβασμό τους στους χώρους όπου έζησαν άγιοι και φανερώθηκε θαυματουργικά η δύναμη και η αγάπη του Κυρίου, με τις παρακλήσεις τους στην Παναγία και τους Αγίους, με τη μετάνοια στους ασκητές και την ταπείνωση προς τα λείψανα, έγιναν διδάσκαλοι μιας κοινωνικότητας που θεμελιώνεται στην πίστη και την πνευματικότητα την οποία αυτή καλλιεργεί και φανερώνει. Οι ιερές αποδημίες τους έχτισαν τη χριστιανική συνείδηση της Ευρώπης, διδάσκοντας όλους τους λαούς της ηπείρου μας, ότι πέρα και πάνω από τις αντιθέσεις τους, έχουν ταυτότητα θεμελιωμένη στην κοινή πίστη τους.
Όμως, αν άλλοτε το ταξίδι ήταν περιπέτεια, στο σημερινό κόσμο ο τουρισμός είναι διασκέδαση. Εισηγουμένη την προσκυνηματική περιήγηση η Εκκλησία, θέλει να προτείνει στον άνθρωπο έναν τουρισμό που πηγαίνει πολύ πέρα από την απόλαυση και την διασκέδαση: του προτείνει να επισκεφθεί χώρους που έχουν καθαγιάσει οι άγιοι, χώρους όπου φανερώθηκε θαυμαστά η δύναμη και η αγάπη του Κυρίου. Του προτείνει να αξιοποιήσει πνευματικά το ταξίδι, να το κάνει αληθινά αναψυχή.
Η προσκυνηματική περιήγηση, μπορεί και πρέπει να είναι βάλσαμο ψυχής, ενίσχυση πνεύματος και ουσιαστική θεραπευτική παρέμβαση στη ψυχική απαξίωση του ανθρώπου. Η Εκκλησία της Ελλάδος, με την περιήγηση που εισηγείται, θέλει να αποδώσει στον χριστιανό αυτό που του ανήκει: να του δώσει τη χαρά των διακοπών, χωρίς να τον αφήσει να ξεπέσει σ’έναν διαλυτικό καταναλωτισμό. Να τον βοηθήσει να συνειδητοποιήσει ότι το ζητούμενο στις διακοπές του είναι να βρεί τον εαυτό του κι όχι να προσπαθεί να ξεφύγει από αυτόν. Να βρεί τον εαυτό του που τον αλλοτριώνει η τύρβη της καθημερινότητας, να τον βρεί με την χάρη των αγίων, με τις προσευχές τωνμοναχών. Να τον βρεί ανασαίνοντας τον καθαρό αέρα των κορυφαίων θαυμάτων. Να τον βρεί περπατώντας στα χώματα όπου η χάρις του Κυρίου ἐλαμψε χάρισς στην προσευχή του δικαίου.
Χαιρόμεθα ιδιαίτερα, συνεπώς, διότι η αδελφή Ρωσική Εκκλησία συμμερίζεται τις σκέψεις της Ελληνικής Εκκλησίας και συμβαδίζει στο κοινό καλό έργο. Χαιρόμεθα με την αρξαμένη Διορθόδοξη συνεργασία και σ΄ αυτόν το σημαντικό τομέα ποιμαντικής ευθύνης και δράσεως, πράγμα το οποίο δηλώνει μεταξύ των άλλων και η παρουσία της Αντιπροσωπείας μας σήμερα εν μέσω Υμών.
Ευχόμαστε εκ μέσης ψυχής και καρδίας, κάθε επιτυχία στο Συνέδριό Σας, αναμένουμε μετά πολλού ενδιαφέροντος τα πορίσματά του, και ευελπιστούμε ότι πάντα από κοινού και δι ΄αυτού του τρόπου, θα διακονείται ο Ορθόδοξος Λαός του Θεού και θα οδηγείται σε νομές σωτηρίους.
Μετά της εν Κυρίω αγάπης και θερμών αδελφικών ασπασμών, διατελώ,
†Ο Αθηνών και Πάσης Ελλάδος Χριστόδουλος