Η πρωτόδικη καταδίκη του Σεβ. Μητροπολίτη πρώην Αττικής κ. Παντελεήμονος σε ποινή κάθειρξης οκτώ ετών για το αδίκημα της κακουργηματικής υπεξαίρεσης έδωσε, δυστυχώς για μία ακόμα φορά, σε ορισμένα πρόσωπα την αφορμή να διατυπώσουν πικρόχολα και ανακριβή σχόλια και να αφήσουν βαρύτατους και κατάφωρα άδικους υπαινιγμούς για την πορεία της κάθαρσης στην Εκκλησία, δημιουργώντας πεπλανημένες εντυπώσεις που παραχαράσσουν την πραγματικότητα.
Για μία λοιπόν ακόμη φορά υπογραμμίζεται προς κάθε κατεύθυνση ότι η Ιερά Σύνοδος της Εκκλησίας της Ελλάδος και στην περίπτωση του κ. Παντελεήμονος, αλλά και σε κάθε άλλη περίπτωση που διερεύνησε και διερευνά δικαστικά, άμεσα και σε βάθος και με τρόπο αμερόληπτο και ακριβοδίκαιο, εφάρμοσε και εφαρμόζει πιστά ως όφειλε και οφείλει, με απόλυτη συναίσθηση της ευθύνης της απέναντι στον Θεό και την ίδια την κοινωνία, τους Ιερούς Κανόνες και τους ισχύοντες νόμους της Πολιτείας που δεν είναι κομμένοι και ραμμένοι στα μέτρα της, δια αιματηρών λύσεων εξπρές επί δικαίων και αδίκων αδιακρίτως και επί «υπόπτων» θεωρουμένων αυτόχρημα «ενόχων», ικανοποίησης του δημόσιου αισθήματος, όπως αυτό καλλιεργείται ανά περιόδους με διασπορά σκανδάλων και «σκανδάλων», αλλά εμπεριέχουν περιορισμούς και ενσωματώνουν διαδικασίες προς την κατεύθυνση της διακρίβωσης της αλήθειας, αλλά και του σεβασμού των θεμελιωδών δικαιωμάτων του κάθε πολίτη. Αυτό άλλωστε διαφοροποιεί την οργανωμένη ευνομούμενη κοινωνία από την ολοκληρωτικής έμπνευσης κοινωνία των λαϊκών δικαστηρίων και εκτελέσεων και του φασισμού των συνοπτικών διαδικασιών.
Η Ιερά Σύνοδος της Εκκλησίας της Ελλάδος, με απόλυτη διαφάνεια και αποφασιστικότητα, έκανε και κάνει πλήρη χρήση του αυτοδιοίκητού της και έπραξε και πράττει, μέσα στο πλαίσιο του δικαίου, το ιερό καθήκον της, εξετάζοντας κάθε ενυπόγραφη καταγγελία που τέθηκε και τίθεται ενώπιόν της και αποδίδοντας, με κανονικές, νόμιμες, αντικειμενικές και διαυγείς δημοκρατικές διαδικασίες, σε κάθε έναν τα αρμόζοντα, επειδή ουδείς κληρικός είναι ανεξάρτητος ή αδέσποτος ή ασύδοτος κατά την άσκηση της αποστολής του και επειδή η καταπολέμηση των όποιων κρουσμάτων διαφθοράς στους κόλπους της αποτελεί ύψιστο χρέος προς το σώμα των πιστών. Χρέος στο οποίο ούτε συμβιβασμοί και εκπτώσεις χωρούν, αλλά ούτε και η απόδοση δικαιοσύνης επιτρέπεται, σε επίπεδο αρχών και αξιών, να παραθεωρείται ως περιττή.
Όσον αφορά στον Σεβ. Μητροπολίτη πρώην Αττικής, η Διαρκής Ιερά Σύνοδος με την από 08.08.2005 ομόφωνη απόφασή της, προτάσει του Προέδρου της Μακαριωτάτου Αρχιεπισκόπου Αθηνών και πάσης Ελλάδος κ. Χριστοδούλου, τον απομάκρυνε οριστικά, και χωρίς να κάνει δεκτό ως μη σύννομο το αίτημα περί αναβολής της συζήτησης της υπόθεσης που υπέβαλε, από τον Μητροπολιτικό Θρόνο της Ιεράς Μητροπόλεως Αττικής, εφαρμόζοντας για πρώτη φορά από τη θέση της σε ισχύ τη διάταξη της παραγράφου 8 του άρθρου 34 του Ν. 590/1977 «περί Καταστατικού Χάρτου της Εκκλησίας της Ελλάδος» (άρθρο 15 του Ν. 1351/1983 – Φ.Ε.Κ. 56 Α΄), και τον κατέστησε σχολάζοντα. Η Δ.Ι.Σ. έκρινε κατά νόμον ότι συνέτρεχαν οι σοβαροί λόγοι που αφορούν στο πρόσωπό του, στο συμφέρον της Εκκλησίας και στην κοινωνική ειρήνη, εξαιτίας των οποίων προκλήθηκε βαρύτατος σκανδαλισμός των πιστών.
Επιπρόσθετα, ο Σεβ. Μητροπολίτης Καρυστίας και Σκύρου κ. Σεραφείμ έχει επιληφθεί των τακτικών ένορκων ανακρίσεων που η Δ.Ι.Σ. έχει διατάξει για την υπόθεση των όσων παρουσιάσθηκαν από Μ.Μ.Ε. για συμμετοχή του κ. Παντελεήμονα σε υπεράκτιες εταιρείες και για τα αναφερόμενα στο κατ’ αυτού εκδοθέν υπ’ αριθμ. 564/2005 παραπεμπτικό βούλευμα του Συμβουλίου Εφετών Αθηνών. Το δε πόρισμα αυτού αναμένεται.
ΕΚ ΤΟΥ ΓΡΑΦΕΙΟΥ ΤΥΠΟΥ