Στὶς 13 Φεβρουαρίου 2003, τὸ Εὐρωπαϊκὸ Κοινοβούλιο ὑπερψήφισε τὴν ὑπ’ ἀριθμ. Α50020/2003 Ἔκθεση τῆς Εὐρωβουλευτοῦ Ulla Margrethe Sandæk «γιὰ τὴ στήριξη τῶν πολιτικῶν καὶ τῶν δράσεων ποὺ ἀφοροῦν στὴν ἀναπαραγωγὴ καὶ τὴ σεξουαλικὴ ζωὴ καὶ τὰ συναφῆ δικαιώματα στὶς ἀναπτυσσόμενες χῶρες».
Σύμφωνα μὲ τὴν παραπάνω ἔκθεση προτείνεται ἀφ’ ἑνὸς μὲν ἔμμεσα ἡ νομιμοποίηση τῶν ἀμβλώσεων, ἀφ’ ἑτέρου δὲ ἡ οἰκονομικὴ ὑποστήριξη τῶν σχετικῶν πολιτικῶν καὶ δράσεων.
Κατόπιν τούτων, ἡ Ἱερὰ Σύνοδος τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος δηλώνει τὰ ἑξῆς:
Κατανοοῦμε τὸ μέγεθος τοῦ προβλήματος καὶ ἀναγνωρίζουμε τὸ πραγματικὸ ἐνδιαφέρον τῶν πολιτικῶν καὶ κοινωνικῶν φορέων γιὰ τὴν ἐπίλυση ὅλων τῶν προβλημάτων ποὺ ἅπτονται τῆς σεξουαλικῆς καὶ ἀναπαραγωγικῆς ὑγείας, μάλιστα δὲ αὐτὸ τῆς ὑψηλῆς θνησιμότητος γυναικῶν, οἱ ὁποῖες ὑποβάλλονται σὲ συγκεκριμένες μορφὲς ἀμβλώσεων στὶς ἀναπτυσσόμενες χῶρες.
Εἶναι ἐμφανὲς ὅτι τὸ ψήφισμα παρουσιάζει πολλὰ θετικὰ στοιχεῖα, ὅπως τὴν ἀποφυγὴ τῆς ἀμβλώσεως ὡς πρακτικῆς οἰκογενειακοῦ προγραμματισμοῦ, τὴν πρόταση τῆς ρύθμισης σαφῶς καὶ μόνον γιὰ τὴν προστασία τῆς μητέρας, τὴν ἔμφαση στὴν ἀνάγκη ἐνημέρωσης καὶ ἀνάληψης ἀτομικῆς εὐθύνης, ὅπως ἐπίσης καὶ τὴν συμμετοχὴ οἰκογενειακῶν φορέων στὴ διαδικασία ἐφαρμογῆς τοῦ ψηφίσματος.
Παρὰ ταῦτα, πιστεύουμε ὅτι:
α) Ἡ ἄμβλωση δὲν ἀποτελεῖ ἀτομικὸ δικαίωμα ἀλλὰ ἠθικὰ ἀπαράδεκτη πράξη, ἡ δὲ νομιμοποίησή της, ἔμμεση ἢ ἄμεση, ἀνεπίτρεπτη κοινωνικὴ ἐκτροπή.
β) Σὲ κανένα σημεῖο τοῦ ψηφίσματος δὲν γίνεται ἀναφορὰ στὴν ἠθικὴ διάσταση τοῦ θέματος.
Γ) Ἐνῶ ὑπερτονίζεται ἡ ἀνάγκη προστασίας τῆς ὑγείας καὶ τὰ ἀτομικὰ δικαιώματα τῆς μητέρας, συστηματικὰ παρασιωπῶνται τὰ δικαιώματα τοῦ ἐμβρύου.
Δ) Ἡ διάκριση ποὺ γίνεται ἀνάμεσα σὲ ἐπικίνδυνες καὶ μὴ ἐπικίνδυνες ἀμβλώσεις ἀφήνει περιθώρια νὰ συμπεράνει κανεὶς ὅτι οἱ μὴ ἐπικίνδυνες ἐπιτρέπονται.
Ε) Ἡ ἀναπτυξιακὴ πολιτικὴ ἀσφαλῶς καὶ παίζει σημαντικὸ ρόλο στὴν ἀντιμετώπιση τοῦ προβλήματος. Οἱ πολιτικὲς ὅμως καὶ οἱ δράσεις ποὺ προτείνονται περιορίζονται μόνον στὴν ἐνημέρωση καὶ τὸν οἰκογενειακὸ προγραμματισμὸ καὶ καθόλου στὴν καλλιέργεια τῶν ἠθικῶν καὶ πνευματικῶν ἀξιῶν καὶ τῆς προσωπικῆς εὐθύνης ἀπέναντι τῆς οἰκογένειας, τῆς κοινωνίας καὶ κυρίως τῆς ἐμβρυϊκῆς ζωῆς.
ΣΤ) Ἡ ἐν λόγῳ ρύθμιση δὲν προσφέρει οἰκονομικὰ κίνητρα, προτείνει ὅμως τὴν οἰκονομικὴ κάλυψη τοῦ ὅλου προγράμματος, ἐξυπονοώντας προφανῶς καὶ τὶς ἀμβλώσεις.
Θέλουμε νὰ πιστεύουμε ὅτι:
Α) Δεδομένου ὅτι ἡ Εὐρωπαϊκὴ ἀναπτυξιακὴ συνεργασία ἐφαρμόζεται πάντοτε ἐντὸς τοῦ νομοθετικοῦ πλαισίου τῆς ἐνδιαφερόμενης χώρας, οἱ ἀναπτυσσόμενες αὐτὲς χῶρες, ἰδίως ὅσες ἀπαγορεύουν ἢ θέτουν περιορισμοὺς στὶς ἀμβλώσεις, δὲν θὰ ὑποχρεωθοῦν ἔμμεσα ἢ ἄμεσα νὰ προσαρμόσουν τὶς νομοθεσίες τους.
Γιὰ τὸν λόγο αὐτόν, θεωροῦμε ἠθικὰ ἐπιβεβλημένο νὰ ὑπάρξει σαφὴς ἀναφορὰ στὸ κείμενο ὥστε νὰ διασφαλισθοῦν οἱ νομοθεσίες τῶν χωρῶν ποὺ λαμβάνουν Εὐρωπαϊκὴ ὑποστήριξη νὰ ἐξαιροῦν τὶς ἀμβλώσεις ἀπὸ τὴν χρηματοδότηση, ἂν κρίνουν ἔτσι.
Β) Τέλος, δὲν θὰ ὑπάρξει οἱασδήποτε μορφῆς διάκριση ἔναντι ὀργανισμῶν ἀνάπτυξης καὶ ὑγείας, οἱ ὁποῖοι δὲν υἱοθετοῦν τὴν προτεινόμενη ἀπὸ τὴν ρύθμιση οἰκονομικὴ ὑποστήριξη τῶν ἀμβλώσεων.