Επιλέξτε τη γλώσσα σας

Συνεχίστηκαν χθές, Τρίτη 20 Σεπτεμβρίου, γιά δεύτερη μέρα οἱ ἐργασίες τοῦ Ζ΄ Πανελληνίου Λειτουργικοῦ Συμποσίου Στελεχῶν Ἱερῶν Μητροπόλεων στό Ἱερό Προσκύνημα τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Ρώσσου στό Προκόπι Εὐβοίας. Τό Συνέδριο παρουσιάζει ἰδιαίτερο ἐνδιαφέρον, ἀφοῦ τό παρακολουθοῦν 150 περίπου σύνεδροι ἀπό ὅλη τή χώρα, οἱ ὁποῖοι μέ τίς παρεμβάσεις καί τίς ἐρωτήσεις τους ἐξέφρασαν τό ἰδιαίτερο ἐνδιαφέρον τους γιά τίς ἐπί μέρους πλευρές καί δυνατότητες πού προσφέρει ἡ Ἐκκλησία μας διά τῆς διακονίας τῶν λειτουργῶν της στό ἔργο τῆς Σωτηρίας τῶν Χριστιανῶν καί τοῦ κόσμου.
Ὁ Ἐλλογιμώτατος κ. Γρηγόριος Ζιάκας, Ὁμότιμος Καθηγητής τῆς Θεολογικῆς Σχολῆς τοῦ Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, εἰσηγήθηκε τό θέμα : "Ἱερωσύνη καί λατρεία στό Ἰσλάμ καί στίς Ἀνατολικές Θρησκεῖες ". Τόνισε μεταξύ ἄλλων τήν ὕπαρξη Ἱερατείου μέ ποικίλες λειτουργίες σέ ὃλες τίς θρησκεῖες, πλήν τοῦ μεταγενεστέρου Ἰουδαϊσμοῦ καί τοῦ Ἰσλάμ, ὃπου δέν ὑπάρχουν ἱερεῖς μέ ἰδιαίτερο χάρισμα ἀλλά νομοδιδάσκαλοι, εἰδήμονες τοῦ θείου νόμου. Ἡ χριστιανική ἱερωσύνη ὃμως διαφέρει κατά τήν οὐσία καί τόν τύπο ἀπό τήν ἱερωσύνη τῶν ἂλλων θρησκειῶν γιατί εἶναι θεοῒδρυτο μυστήριο καί βασίζεται κατ’ ἐξοχήν στό Ἀρχιερατικό ἀξίωμα τοῦ Κυρίου. Μέσα στά ὃρια τοῦ μυστηρίου τῆς θείας Οἰκονομίας λειτουργεῖ τό μυστήριο τῆς Ἱερωσύνης μετά τήν ἐνανθρώπιση τοῦ Χριστοῦ μας μέσα στό ὃλο μυστήριο τῆς Ἐκκλησίας.
Τέλος, ἀξιολογικά διετύπωσε τήν πολύ εὒστοχη θέση, ὃτι « Ἡ μελέτη τῆς ἱερωσύνης καί τῆς λατρείας τῶν ἂλλων θρησκειῶν μᾶς ἀποκαλύπτει τήν ἀναζήτηση τοῦ Θεοῦ καί τόν στεναγμό τοῦ ἀνθρώπου πρός τό ἂπειρο καί αἰώνιο»
Στή συνέχεια παρουσίασε τήν εἰσήγησή του ὁ Πανοσιολογιώτατος Ἀρχιμανδρίτης κ. Νικόλαος Ἰωαννίδης, Καθηγητής τῆς Θεολογικῆς Σχολῆς τοῦ Πανεπιστημίου Ἀθηνῶν, μέ θέμα : " Ἡ Ἱερωσύνη κατά τήν Πατερική Παράδοση».
Ὁ ὁμιλητής ἀφοῦ ἀναφέρθηκε γενικά στό θέμα τῆς Ἱερωσύνης καί μάλιστα ὅπως αὐτή διαμορφώθηκε κατά τήν ἀποστολική περίοδο. Ἡ προέλευση καί ἀφετηρία τῶν βαθμῶν τῆς Ἱερωσύνης ἀνάγεται στή σύσταση τῆς Ἐκκλησίας καί ἡ ἐγγύηση τῆς γνησιότητάς των ἐξαρτᾶται ἀπό τήν σχέσιν των μέ τήν ἀποστολική διαδοχή. Τέλος ἀναφέρθηκε στό πνευματικό περιεχόμενο τῆς «ἱερατικής ἐξουσίας» «ἡ ὁποία καί διαμορφώνει, κατά τήν πατερική διδαχή καί ἐμπειρία, τήν προσωπικότητα τοῦ Ἱερέα.
Τρίτος εἰσηγητής τῆς Β΄ Συνεδρίας ἦταν ὁ Ἐλλογιμώτατος κ. Ἰωάννης Φουντούλης, Ὁμότιμος Καθηγητής τῆς Θεολογικῆς Σχολῆς τοῦ Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, μέ θέμα : " "Ἱστορική ἐξέλιξις καί τάξις τῶν χειροτονιῶν». Ὁ ὁμιλητής ἀνεφέρθη στή διάκριση τῶν χειροτονιῶν ( [ἐντός τοῦ Ἱεροῦ Βήματος), ἀπό τίς χειροθεσίες ( ἐκτός τοῦ Ἱεροῦ Βήματος). Ἰδιαίτερα ἔκανε ἀναλυτικό λόγο γιά τή σημερινή ἔκπτωση,ἰδιαίτερα τῶν χειροθεσιῶν ἐν ἀντιθέσει πρός τήν ἀρχαία καί βυζαντινή ἐκκλησιαστική πρακτική, σύμφωνα μέ τήν ὁποία ἀνελάμβανε ἐκκλησιαστικά διακονήματα εἰς τήν λατρεία. Στή συνέχεια παρουσίασε, μέ βάση τό ἀρχαιότερο λειτουργικό εὐχολόγιο, τόν Βαρβερινό Κώδικα 336, ἕνα ἀναλυτικό διάγραμμα τῶν χειροτονιῶν κατά τήν βυζαντινή τάξη, ὅπου κυριαρχεῖ ἡ «ψήφῳ καί δοκιμασίᾳ» κλήρου καί λαοῦ ἀνάδειξη τῶν ὑποψηφίων πρός Ἱερωσύνη καί τῶν τριῶν ἱερατικῶν βαθμῶν καί ἐπιπλέον ὁ σεβασμός τῆς ψυχολογικῆς καί συγκινησιακῆς κατάστασης τοῦ νεοχειροτονημένου. Τέλος, ὁ Ἐλλογιμώτατος κ. Καθηγητής ἐπεσήμανε μία σπουδαία ἀλλαγή ἐπί τῆς οὐσίας τῶν χειροτονιῶν –παρά τήν ἀκρίβεια τήν ὁποίαν τηρεῖ ἡ Ἑλλαδική Ἐκκλησία- ἀναφερθείς στίς «ἀθρόον» χειροτονίες, ἰδίως τῶν Πρεσβυτέρων καί Διακόνων.
Ἐν συνεχείᾳ ἐγένετο συζήτησις ἐπί τῶν θέσεων τῶν Εἰσηγητῶν τῆς Δευτέρας αὐτῆς Συνεδρίας καί ἀφοῦ δόθηκαν οἱ πρέπουσες ἀπαντήσεις ἐγένετο διάλειμμα καί μετά ταῦτα ἢρχισεν ἡ Τρίτη Συνεδρία τοῦ Συμποσίου.
Πρῶτος Εἰσηγητής τῆς τρίτης Συνεδρίας ἦταν ὁ Αἰδεσιμολογιώτατος Πρωτοπρεσβύτερος κ. Βασίλειος Καλλιακμάνης, Καθητητής τῆς Θεολογικῆς Σχολῆς τοῦ Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, μέ θέμα: « Ἡ Πνευματική Πατρότης». Ὁ εἰσηγητής ἀναφέρθηκε στήν ἔννοια τῆς πνευματικῆς πατρότητας μέ βάση τά ἀποστολικά καί μεταποστολικά κείμενα, τά ὁποῖα προσδίδουν σ΄ αυτήν ἐκκλησιολογικό χαρακτήρα. « Ὁ ἐπίσκοπος ἦταν ὁ πνευματικός πατέρας , ὑπεύθυνος ὄχι μόνο τοῦ «δεσμεῖν καί λύειν» τίς ἁμαρτίες , ἀλλά ἡ θέσις του ἦταν νά ἀναγεννᾶ μέ τό βάπτισμα, νά τρέφει μέ τή διδασκαλία καί τίς νουθεσίες του καί νά παρέχει τό μυστήριο τῆς Εὐχαριστίας.» Στή συνέχεια ἀναφέρθηκε στήν ἀνάπτυξη τῆς πνευματικῆς πατρότητας κατά τήν ἄνθιση τοῦ μοναχικοῦ βίου. « Πατέρας στή μοναχική παράδοση εἶναι ὁ διακριτικός μοναχός, ὁ θεοδίδακτος γέρων, ὁ ἀββᾶς, ὁ στάρετς, πατρότητα πού δέν πηγάζει συνήθως , ἀπό κάποιο ἱερατικό λειτούργημα, ἀλλά εἶναι χαρισματική καί συνήθως ἔχει προσωπικό χαρακτήρα.» «Τό χάρισμα ὅμως αὐτό» ,κατέληξε, «ἀναπτύσσεται ἐντός τῆς Ἐκκλησίας καί συχνά οἱ ἐπίσκοποι ἀπευθύνονται σέ αὐτούς γιά νά ζητήσουν τή συμβουλή καί τή βοήθειά τους». Ὁ πνευματικός πατέρας, κατέληξε, « δέν μπορεῖ νά ἀγνοεῖ τίς ποιμαντικές ἀρχές τῆς ἀκρίβειας, τῆς οἰκονομίας, τῆς ἀναλογίας, τῆς ἱστορικότητας καί τῆς ἰδιαιτερότητας τοῦ ἀνθρώπινου προσώπου. Σέ κάθε περίπτωση καλεῖται νά γίνει ἀπλανής σύμβουλος, χαρισματικός νομοθέτης καί ὄχι «ἐκκλησιαστικός νομοφύλακας».
Ὁ δεύτερος Εἰσηγητής, Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Νέας Σμύρνης κ. Συμεών, ἀνέπτυξε τό θέμα « Ὁ Ἐπίσκοπος, οἱ Πρεσβύτεροι καί οἱ Διάκονοι» . Τόνισε μεταξύ τῶν ἂλλων τή διάκριση τῆς ὕπαρξης, ἀλλά καί τήν ἑνότητα τοῦ ἔργου τῆς ἀγάπης καί τῆς ὰποστολῆς τῆς διακονίας κάθε βαθμοῦ τῆς ἱερωσύνης. Κατέληξε δέ στό συμπέρασμα ὃτι ὴ ἄμβλυνση τῶν άντιθέσεων στίς σχέσεις τῶν τριῶν βαθμῶν τῆς Ἱερωσύνης εἶναι δυνατόν νά ἐπιτευχθῆ, ἀφενός μέν ὅταν δέν ἀμφισβητεῖται τό ἐπισκοπικό λειτούργημα καί ἀφετέρου ὅταν δέν ὑποτιμᾶται ἡ διακονία τοῦ πρεσβυτερίου καί ὅταν ὁ ρόλος τῶν διακόνων παύει νά γίνεται διακοσμητικός. Ἀκολούθησε ἐνδιαφέρουσα συζήτηση ἐπί τῶν Εἰσηγήσεων καί δόθηκαν οἱ πρέπουσες ἀπαντήσεις.
Τίς ἀπογευματινές ὧρες ἔλαβε χώρα ἡ Δ Συνεδρία τοῦ Συμποσίου μέ δύο Εἰσηγήσεις.
Πρῶτος εἰσηγητής ἦταν ὁ Αἰδεσιμολογιώτατος Πρωτοπρεσβύτερος κ. Θεόδωρος Κουμαριανός, Λέκτωρ τῆς Θεολογικῆς Σχολῆς τοῦ Πανεπιστημίου Ἀθηνῶν μέ θέμα : " Ὁ Ἱερεύς καί ἡ Ἐνορία του". Ὁ εἰσηγητής ἀναφέρθηκε καταρχήν στό ἔργο τοῦ κάθε ἱερέα, τό ὁποῖο ὑπερβαίνει τίς ἀνθρώπινες δυνάμεις. Ἐν συνεχεία τόνισε τήν ἀξία τῆς προσωπικότητος τοῦ ἱερέως, τά χαρίσματά του καί τίς ἰδιαίτερες πνευματικές δεξιότητες, οἱ ὁποῖες παίζουν βασικό ρόλο στήν ποιμαντική διακονία, χωρίς νά παραγνωρίζεται ἡ πνευματική κατάσταση καί ἰδιαιτερότητα κάθε πιστοῦ. Κατέληξε δέ στό συμπέρασμα ὅτι «γιά τήν ἄσκηση τῆς ενότητος τῆς ἐνορίας πρῶτο βασικό στοιχεῖο εἶναι ἡ προσωπική συνάντηση πιστῶν καί ἱερέα νά βιώνεται πάντοτε ὡς δῶρον Θεοῦ πού καλλιεργεῖται μέσα στό μυστηριακό χῶρο τῆς λατρείας τῆς Ἐκκλησίας».
Κατόπιν μίλησε ὁ Αἰδεσιμολογώτατος Πρωτοπρεσβύτερος κ. Δημήτριοος Τζέρπος, Λέκτωρ τῆς Θεολογικῆς Σχολῆς τοῦ Πανεπιστημίου Ἀθηνῶν, μέ θέμα : " Ὁ ἱερεύς ὡς λειτουργός". Ὁ Εἰσηγητής ἀναφέρθηκε στήν παρουσία τοῦ ἱερέα ὡς λειτουργοῦ τῶν μυστηρίων καί στόν τρόπο ἐνάσκησης τῆς σπουδαίας αὐτῆς ἱερατικῆς διακονίας μέσα στά πλαίσια τοῦ γενικωτέρου αἰτήματος ἀναζωπύρησης τοῦ ἱερατικοῦ χαρίσματος. Κατέληξε δέ, εν τέλει, μέ τίς πιό κάτω διαπιστώσεις.
«Καθοριστικός εἶναι ὁ ρόλος τοῦ λειτουργοῦ ἱερέα στήν ἀνάδειξη τοῦ μυσταγωγικοῦ χαρακτήρα, τόν ὁποῖο ἀπό τή φύση της ἔχει ἡ ὀρθόδοξη λατρεία. Γι΄ αὐτό καί τό ἀσφαλέστερο κριτήριο ἀξιολόγησης τοῦ τρόπου τέλεσης μιᾶς λειτουργικῆς ἀκολουθίας καί ἰδιαίτερα τῆς θείας λειτουργίας εἶναι τό γενικό αἴσθημα πού ἀποκομίζουν οἱ πιστοί κατά τήν τέλεσή της. Ἄν, δηλαδή, αἰσθάνθηκαν ἤ ὄχι, ὅτι συμμετέσχαν σέ μία συλλειτουργία ἀγγέλων καί ἀνθρώπων καί ἔλαβαν γιά τήν καθημερινή τους ζωή τό μήνυμα, ὅτι «εἴδομεν τό φῶς τό ἀληθινόν, ἐλάβομεν πνεῦμα ἐπουράνιον…». Στήν ἀλλοίωση τοῦ λειτουργικοῦ αὐτοῦ ἤθους τῆς Ἐκκλησίας συντελοῦν ἰδιαίτερα δύο παράγοντες, πού σχετίζονται ἄμεσα μέ τούς ἱερεῖς ὡς προεξάρχοντες τῆς λατρείας: Πρῶτον ἡ ἀπολυτοποίηση τῶν διαφόρων ἐξωτερικῶν τελετουργικῶν τύπων καί συμβόλων μέ τόν ἐκφυλισμό τους σέ μηχανικά ἐπαναλαμβανόμενες ἐνέργειες, πού ὁδηγεῖ τελικά σέ μιά τυπολατρία.Καί δεύτερο τό ἐπίπλαστο καί ὑποκριτικό ὕφος, τό ὁποῖο σέ συνδυασμό μέ τήν βαττολογία καί γενικά τήν ἀπουσία τοῦ πνευματικοῦ νοήματος τῆς λατρείας, τή μετατρέπουν ἀπό κατενώπιον τοῦ Θεοῦ προσευχή, σέ θεατρική παράσταση. «Ἐλέησόν με, ὁ Θεός, λέγεις, παρατηρεῖ ὁ ἱερός Χρυσόστομος, καί τοῦ ἐλέους ἀλλότριον τό ἦθος ἐπιδείκνυσαι. Σῶσόν με βοᾶς καί ξένον τῆς σωτηρίας τό σχῆμα διατυποῖς».
Ἡ Συνεδρία τῆς ἡμέρας αὐτῆς ἔκλεισε μέ ἐνδιαφέρουσα συζήτηση.