Επιλέξτε τη γλώσσα σας

Πραγματοποιήθηκαν στις 22 και 23 Νοεμβρίου οι εργασίες του Β’ Διεθνούς Συνεδρίου, το οποίο διοργάνωσε η Ιερά Σύνοδος της Εκκλησίας της Ελλάδος στο Διορθόδοξο Κέντρο της Ιεράς Συνόδου στην Ιερά Μονή Πεντέλης. Γενικό θέμα του Συνεδρίου, το οποίο είχε θέσει υπό την αιγίδα του ο Μακαριώτατος Αρχιεπίσκοπος Αθηνών και Πάσης Ελλάδος κ. Ιερώνυμος, είναι:

«Η ζωή των υποδούλων Ελλήνων επί Τουρκοκρατίας. Καταπίεση - Κοινοτισμός - Παιδεία»

Μετά την ανάγνωση του χαιρετισμού του Μακαριωτάτου από τον γραμματέα της Ειδικής Συνοδικής Επιτροπής Πανοσιο-λογιώτατο Αρχιμανδρίτη κ. Βαρθολομαίο Αντωνίου – Τριανταφυλλίδη ακολούθησε ο χαιρετισμός του Σεβασμιω-τάτου Μητροπολίτου Δημητριάδος καί Αλμυρού κ. Ιγνατίου Προέδρου της Ειδικής Συνοδικής Επιτροπής Πολιτιστικής Ταυτότητος. Στη συνέχεια έλαβε χώρα η πρώτη συνεδρία με προεδρεύουσα την κ. Βασιλική Παπούλια, Ομότιμο Καθηγήτρια της Ιστορίας των Χωρών της Χερσονήσου του Αίμου.

Η πρώτη Εισήγηση είχε ως θέμα : «Η εθνική συνείδησή μας κατά την τουρκοκρατία, συνείδηση συμπάσης της ρωμιοσύνης»». Ο εισηγητής Ελλογιμώτατος κ. Αθανάσιος Καραθανάσης, Ομότιμος Καθηγητής του Α.Π.Θ, ο οποίος παρουσίασε πτυχές του θέματoς, τόνισε μεταξύ άλλων τα εξής: «Η συνέχεια της εθνικής συνειδήσεως των Ελλήνων προϋπήρχε πριν ακόμη από την υποταγή της Ελλάδος στους Ρωμαίους, αλλ’ έγινε σαφής σε όλη την μακρά περίοδο της βυζαντινής αυτοκρατορίας, ιδιαιτέρως μάλιστα σε μία ταχεία εξέλιξη του βυζαντινού κόσμου σε νέο ελληνικό από τον 10ο ως τον 14ο αι. Κύριοι παράγοντες αυτής της μετεξελίξεως ήσαν η επιβίωση του αρχαίου ελληνικού πολιτισμού, η συμπάθεια του λαού προς τους πληττομένους από τις επιδρομές πληθυσμούς της Μ. Ασίας, το ακριτικό τραγούδι, η επιβίωση του Μ. Αλεξάνδρου στους θρύλους του λαού μας, η εξέλιξη στην γλώσσα, στις συμπεριφορές, στα ήθη και τα έθιμα. Χαρακτηριστική έκφραση όλων αυτών είναι η στροφή προς την αρχαιότητα και η υπερηφάνεια της καταγωγής από τους αρχαίους Έλληνες των Ρωμηών απέναντι στους κατακτητές της Δ΄ Φραγκικής Σταυροφορίας. Αυτήν την διαχρονική συνέχεια του Ελληνισμού, που ενωρίς στήριξαν οι Κ. Παπαρρηγόπουλος και Σπ. Ζαμπέλιος τεκμηρίωσαν οι σοφοί Διδάσκαλοι Κ. Άμαντος, Διον. Ζακυνθηνός, Απ. Βακαλόπουλος, Ν. Σβορώνος, Νίκος Βέης, Κ. Θ. Δημαράς.
Μετά την ανάκτηση της Κπόλεως από τους Βυζαντινούς το 1261, πλην της χρήσεως του ονόματος Έλλην εμφανίζεται εν συνειδήσει και η λέξη το Γένος, που χαρακτηρίζει την ολότητά μας ως λαού. Η άλωση του 1453 είναι η γενέθλιος ημέρα του Νέου Ελληνισμού, που έκτοτε και ως την δημιουργία του νεοελληνικού κράτους, η εθνική συνείδηση γίνεται ισχυρότερη με την κοινή πεποίθηση αντιστάσεως κατά του κατακτητού, η περιχαράκωση γύρω από το αρχαίο παρελθόν, η ενσυνείδητη στάση του νέου αυτού ελληνικού κόσμου υπερασπίσεως της θρησκείας του και μάλιστα πολύ έντονα με εκφραστέο το αιχμάλωτο μεν, όρθιο δε Οικουμενικό Πατριαρχείο και τους νεομάρτυρες. Αυτήν την συνείδηση μετέφεραν οι Έλληνες της Διασποράς, στους τόπους εγκαταστάσεώς τους όπως αυτή η πραγματικότητα εμφανίζεται πολύ ενωρίς, από τα τέλη του 15ου αι., στην Ελληνική Αδελφότητα Βενετίας, όπου τα μέλη της ομιλούν για την δική τους nazione greca και συγκροτούν ένα εξόριστο Κοινοβούλιο με εκπροσώπους απ’ όλη την υπόδουλη Πατρίδα. Αυτή την διαχρονική ενότητα του Ελληνισμού εξέφρασε μονολεκτικώς ο Ευγένιος Βούλγαρις αυτοπροσδιοριζόμενος ως βυζαντινός – νεοέλλην και στους καιρούς μας ο Σεφέρης, ο Ελύτης, ο Μίκης Θεοδωράκης, ο Γιάννης Ρίτσος κ.ά., και κυρίως ο λαός μας με το ήθος του και την αντίστασή του απέναντι στους κάθε είδους προσωρινούς κατακτητές του. Αυτά δηλ. που αποσιωπούν και στρεβλώνουν στις ημέρες μας οι λεγόμενοι αποδομητές της ιστορίας, άγνωστο, ως τώρα, πόθεν υποκινούμενοι.».
Ο Ελλογιμώτατος κ. Γεώργιος Σταϊνχάουερ, ανέπτυξε το θέμα : «Ορισμός και όρια του Ελληνικού Έθνους από την αρχαιότητα στο Βυζάντιο». Ο Εισηγητής μετά τη διατύπωση εμπεριστατωμένων επιστημονικών θέσεων ετόνισε ότι : «Η έρευνα εντοπίζεται στο ρόλο της γλώσσας και του βασισμένου στην πόλη τρόπου ζωής στη διαμόρφωση της εθνικής συνείδησης των Ελλήνων. Εξετάζονται ιδιαίτερα τα προβλήματα εθνικής ταυτότητας που προέκυψαν από την διεύρυνση του γεωγραφικού ορίζοντα του ελληνισμού κατά την ελληνιστική και τη ρωμαϊκή περίοδο κι η αντικατάσταση μεταξύ 4ου και 6ου αιώνα της εθνικής συνείδησης από αυτήν της οικουμενικής χριστιανικής εκκλησίας.»

Η Τρίτη Εισήγηση είχε ως θέμα: «Το Οικουμενικό Πατριαρχείο και η διαχρονική συνείδηση του Έθνους». Ο Εισηγητής, Ελλογιμώτατος κ. Κωνσταντίνος Σβολόπουλος, Ακαδημαϊκός και Πρόεδρος του Ιδρύματος Κωνσταντίνος Καραμανλής, υπογράμμισε ότι: «το Οικουμενικό Πατριαρχείο καθόλη την περίοδο της Τουρκοκρατίας διασφάλισε, διατήρησε και μετέδωσε την συνείδηση της Εθνικής ταυτότητος μέσα σε κλίμα ιδιαίτερα δύσκολο και επικίνδυνο για την αποστολή αυτή».
Η τέταρτη Εισήγηση είχε ως θέμα : «Η ελληνική αρχαιότητα στο λαϊκό κήρυγμα της δουλείας»,εισηγητής ήταν ο αιδεσιμολογιώτατος πρωτοπρεσβύτερος κ. Γεώργιος Μεταλληνός, Ομότιμος Καθηγητής του Πανεπιστημίου Αθηνών. O εισηγητής τόνισε «Για τη διερεύνηση της διαχρονικής συνειδήσεως του ορθοδόξου Ελληνισμού προσεγγίζεται ο χώρος του λαϊκού εκκλησιαστικού κηρύγματος, που είναι άμεσα συνδεδεμένο με τη λαϊκή λατρεία και ιδιαίτερα τη Θεία Λειτουργία. Ουδέποτε εσίγησε ο άμβωνας κατά τους χρόνους της δουλείας. Ως βάση ελήφθησαν οι κηρυγματικές συλλογές του Δαμασκηνού του Στουδίτου, «Θησαυρός» (16ος αιώνας), που εσημείωσε πολλαπλές ανατυπώσεις και εγνώρισε την μεγαλύτερη διάδοση, επηρεάζοντας περισσότερο από κάθε άλλο έργο την πνευματική ανάπτυξη των υποδούλων, αλλά και η συλλογή «Διδαχαί» του Ηλία Μηνιάτη, (17ος -18ος αι.) με πολλές ανατυπώσεις και αυτή και μεγάλη διάδοση. Επίσης οι «Διδαχές» του Πατροκοσμά του Αιτωλού, που δεν είναι βεβαίως λειτουργικά κηρύγματα. Τα έργα αυτά προδίδουν ένα κήρυγμα, που προϋποθέτει εκκλησίασμα σε σχέση με τη λατρεία και προηγμένη πνευματική εμπειρία, ιδίως το πρώτο. Η έρευνα επικεντρώνεται στην καλλιέργεια της γνώσης για την ελληνική αρχαιότητα και την άμεση διασύνδεση της συνειδήσεως των υποδούλων με το παράδειγμα και τον πολιτισμό της. Συνάγονται δε τα σχετικά συμπεράσματα που τεκμηριώνουν την αδιατάρακτη ιστορική συνέχεια τους Γένους.»
Ακολούθησε η εισήγηση του κ. Χάρη Μελετιάδη καθηγητού της Ιστορίας στο Πάντειο Πανεπιστήμιο με τίτλο: "Λόγιες ανασυγκροτήσεις της ταυτότητας του Γένους στην Κωνσταντινούπολη τον 17ο αιώνα". Ανέφερε ότι: «Μετά από μια συνοπτική παρουσίαση των πληροφοριών που διαθέτουμε για τη ζωή των Ελλήνων στην Κωνσταντινούπολη εκατό περίπου χρόνια μετά την Άλωση διαπιστώνεται ευδιάκριτη η αποξένωση των υποδούλων από το αστικό περιβάλλον της οθωμανικής πια πρωτεύουσας. Η πόλη πλέον δεν διαδραματίζει τον παιδαγωγικό της ρόλο και δεν συντηρεί την ιστορική μνήμη. Η πρωτοβουλία όμως της Μεγάλης Εκκλησίας δια του πατριάρχου Ιωάσαφ Β΄ να ανασυστήσει το Σχολείο του Πατριαρχείου μεταθέτει το πρόβλημα της πολιτισμικής επιβίωσης του Γένους στην περιοχή της παιδείας και απεμπλέκει το Γένος από τις μεσαιωνικού τύπου οθωμανικές εξουσιαστικές πολιτικές επιβολής της λήθης, της περιθωριοποίησης και του αφανισμού. Το Γένος δια των μηχανισμών της παιδείας επαναπροσδιορίζει έκτοτε τη σχέση του με τη γενέθλια γη του, την οποία αναγνωρίζει ως "φίλον έδαφος", μια υπο διεκδίκηση ελεύθερη πατρίδα. Η ίδια σύλληψη επιβιώνει ως τα τέλη του 19ου αιώνα και αποδίδει ουσιαστικά στοιχεία των ειδικότερων πολιτκών που ακολουθήθηκαν σε όλες τις μικρασιατικές επαρχίες του Οικουμενικού Θρόνου ως το 1922.»

Ο πέμπτος εισηγητής Ελλογιμώτατος κ. Γεώργιος Καραμπελιάς, ανέπτυξε το θέμα : «Κύριλλος Λούκαρις και Νικόδημος Μεταξάς: Η αντιμετώπιση της Τουρκοκρατίας και η απόκρουση της λατινικής διείσδυσης».
Η έκτη Εισήγηση είχε ως θέμα: «Το Γένος και η δουλεία του κατά τον Άγιο Αθανάσιο τον Πάριο (1721 - 1813)». Εισηγητής ήταν ο Ελλογιμώτατος κ. Χαράλαμπος Μηνάογλου, διδάκτωρ νεώτερης Ιστορίας του Πανεπιστημίου Αθηνών.
Κατά την διάρκεια των πρώτων εισηγήσεων προσήλθε στο Συνέδριο ο Μακαριώτατος Αρχιεπίσκοπος Αθηνών και πάσης Ελλάδος κ.κ. Ιερώνυμος, ο οποίος με τον πατρικό και πεπνυμένο λόγο Του έκλεισε την πρώτη συνεδριακή ημέρα.

Σημειώνεται ότι, οι εργασίες του Διεθνούς αυτού Συνεδρίου καλύπτονταν ζωντανά από το Ραδιοφωνικό Σταθμό της Πειραϊκής Εκκλησίας.

Οι εργασίες του Συνεδρίου συνεχίσθηκαν και ολοκληρώθηκαν την επομένη 23 Νοεμβρίου ε.έ..

Στη Συνεδρία με προεδρεύοντα τον Ελλογιμώτατο κ. Αθανάσιο Καραθανάση, Καθηγητή της Θεολογικής Σχολής του Α.Π.Θ., ομίλησαν οι παρακάτω αναφερόμενοι με τα εξής θέματα:

Ο πρώτος εισηγητής Ελλογιμώτατος κ. Βλάσιος Φειδάς, Ομότιμος Καθηγητής του Πανεπιστημίου Αθηνών ανέπτυξε το θέμα : «Το Οικουμενικό Πατριαρχείο και οι Κοινότητες». Ο ομιλητής ανέφερε ότι: «…ο Οικουμενικός Πατριάρχης αναγνωρίσθηκε από τον σουλτάνο, υπό την ιδιότητα του ανώτατου Θρησκευτικού ηγέτη του «έθνους» των Ορθοδόξων, αφ’ενός μεν ως ο κύριος υπόλογος έναντι της Υψηλής Πύλης για την αστασίαστη υποτέλεια των χριστιανών στον κατακτητή, αφ’ετέρου δε ως ο κύριος ομόλογος του σεβασμού του συνομολογηθέντος προνομιακού καθεστώτος, γι’αυτό η οποιαδήποτε αθέτηση της συμβατικής αυτής ρυθμίσεως προκαλούσε συγχρόνως και αμφισβήτηση του προνομιακού καθεστώτος των κοινοτήτων».

Ο δεύτερος εισηγητής κ. Αστέριος Αργυρίου, Ομότιμος καθηγητής του Πανεπιστημίου του Στρασβούργου, παρουσίασε το θέμα : «Οι δυνατότητες θεολογικού διαλόγου με το ισλάμ στους χρόνους της Τουρκοκρατίας. Μαρτυρίες από την ελληνική αντιισλαμική γραμματεία». Ο ομιλητής τόνισε ότι : «Ο θεολογικός διάλογος με το Ισλάμ έχει ως κέντρο βάρους την προφητολογία, την έννοια του προφήτη, την ιδιότητά του και την αποστολή του: Μπορεί νάναι ο Μωάμεθ ένας απεσταλμένος από τον Θεό προφήτης; Είναι δυνατό ο προφήτης Ιησούς νάναι Υιός του Θεού του Υψίστου; Οι απαντήσεις της καθεμιάς από τις δυο διαλεγόμενες θρησκευτικές Κοινότητες στα θεμελιώδη αυτά ερωτήματα καταγράφονται και αναπτύσσονται στη λεγόμενη πολεμική και απολογητική ισλαμο-χριστιανική γραμματεία.

Η τρίτη εισηγήτρια Ελλογιμώτατη κ. Βασιλική Παπούλια, Ομότιμη καθηγήτρια Α.Π.Θ., παρουσίασε το θέμα : «Φαινόμενα αλλοτριώσεως των υποδούλων Ελλήνων στην Οθωμανική Αυτοκρατορία. Παιδομάζωμα - Εξισλαμισμός». Η εισήγησή της παρουσίασε ιστορικές πηγές οι οποίες αναδεικνύουν τις εφαρμοσμένες πολιτικές τακτικές της περιόδου της Τουρκοκρατίας οι οποίες είχαν ως αποτέλεσμα την δημιουργία των γενιτσάρων με τα προνόμια και τις υποχρεώσεις τους έναντι του εκάστοτε σουλτάνου μέσα στο πλαίσιο του παιδομαζώματος και των εξισλαμιστικών προσπαθειών».
Ο τέταρτος εισηγητής κ. Σταύρος Περεντίδης, Καθηγητής Ιστο-ρίας των Θεσμών στο Πάντειο Πανεπιστήμιο. Πρόεδρος του Τμήματος Δημόσιας Διοίκησης. Ο ομιλητής ανέπτυξε το θέμα «Οι μαρτυρίες του Θεοδοσίου Ζυγομαλά για τους Ρωμηοὺς του 16ου αιώνα » και ανέφερε πως « Παρουσιάζονται ως τόποι μνήμης (lieux de mémoire) τρεις περιοχές, όπως τις περιγράφει, κατά τον 16ο αιώνα, ο Θεοδόσιος Ζυγομαλάς προς τον γερμανό φίλο του Μαρτίνο Κρούσιο : Κωνσταντινούπολη, Αθήνα και Αργολίδα. Εξετάζεται η συναισθηματική φόρτιση με την οποία ο ίδιος αντιλαμβάνεται την καθημερινότητα των εκεί πληθυσμών. Επίσης, και η εικόνα που εκφράζει, προβάλλοντας την παρακμή που ακολούθησε ως συνέπεια της πτώσης του βυζαντινού - χριστιανικού πολιτικού οικοδομήματος.»

Η πέμπτη εισηγήτρια Ελλογιμώτατη κ. Ερατώ Πάρη, καθηγήτρια – ερευνήτρια στο Πανεπιστήμιο της Μασσαλίας, παρουσίασε το θέμα : «Η Ελληνική Ορθόδοξη Εκκλησία Μασσαλίας και το Οικουμενικό Πατριαρχείο κατά τη διάρκεια του 19ου αιώνα». Σκοπός της εισηγήσεως υπήρξε η προσπάθεια ερμηνείας σε βάθος των δισταγμών και αντιδράσεων της ελληνικής ορθόδοξης εκκλησίας Μασσαλίας όπως και του Οικουμενικού Πατριαρχείου, στο οποίο υπάγεται, μπροστά στην άνοδο των βαλκανικών εθνικισμών του δέκατου ένατου αιώνα. Αναφέρθηκε με γλαφυρότητα, στην εκκλησιαστική διαμάχη της δεκαετίας του 1870 και 1880 που θα διχάσει όλες τις ελληνικές κοινότητες της Ανατολής και Δύσης, όπως και της Μασσαλίας: στην οικουμενική τάση και, στον αντίποδά της, την εθνικιστική. Έτσι, στο σύντομο ταξίδι μας, ιχνηλατήσαμε μια τραγική εποχή με ακραίες θέσεις όπου τα πάθη πυροδοτούνται και απελευ-θερώνονται.»
Μετά τη συζήτηση και το σύντομο διάλειμμα επαναλήφθηκαν οι εργασίες με την Τρίτη Συνεδρία υπό την προεδρία του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Δημητριάδος και Αλμυρού κ. Ιγνατιου, Προέδρου της Ε.Σ.Ε Πολιτιστικής Ταυτότητος.

Η πρώτη εισηγήτρια Ελλογιμώτατη κ. Ελένη – Αγγελομάτη Τσουγκαράκη, καθηγήτρια της Ιστορίας του Νέου Ελληνισμού στο Τμήμα Ιστορίας του Ιονίου Πανεπιστημίου ανέπτυξε το θέμα: «Προς ψυχικὴν ωφέλειαν και επίδοσιν του ημετέρου γένους: Οι αντιλήψεις για την Παιδεία κατὰ την Τουρκοκρατία.»
Η ομιλήτρια ανέφερε πως «στη νεότερη βιβλιογραφία συνηθέστατα η παιδεία συνδέται περισσότερο με την έρευνα και την ιστορική τεκμηρίωση ως προς τη σύσταση και τη λειτουργία σχολείων, τους λογίους και διδασκάλους, τα προγράμματα σπουδών και τις διδακτικές μεθόδους. Ταυτίζεται δηλαδή με την εκπαίδευση. Συγκεκριμένες μελέτες που να διευκρινίζουν το πως ακριβώς αντιλαμβάνονταν διαχρονικά και θεωρητικά την έννοια της παιδείας είναι σπάνιες και το θέμα εξετάζεται κυρίως μόνο σε σχέση με την πρόσληψη του Διαφωτισμού και τη συνεπαγόμενη μεταβολή που επακολούθησε στις αντιλήψεις ως προς το είδος της αναγκαίας παρεχόμενης εκπαίδευσης.
Στην εισήγηση παρακολουθούνται διαχρονικά οι εκφραζόμενες αντιλήψεις για την παιδεία στις πηγές από τον 16ο αι. και εξής, και οι διαφορές αλλά και τα κοινά σημεία που παρατηρούνται στο μακρύ αυτό χρονικό διάστημα μεταξύ αυτών. Παρά τις αλλαγές που σταδιακά εμφανίζονται στις απόψεις για την παιδεία, δύο από αυτές διατηρήθηκαν σταθερά και διατρέχουν όλη την περίοδο της Τουρκοκρατίας : η σταθερή πεποίθηση στην αξία της παιδείας ως υπέρτατου αγαθού για τους ανθρώπους και η απόλυτη αναγκαιότητά της για «την επίδοσιν του ημετέρου Γένους». Τέλος, διαπιστώνεται για μια ακόμη φορά πως απόψεις σημαντικών προσωπικοτήτων ενίοτε γεφυρώνουν τους συνήθεις και απόλυτους χαρακτηρισμούς μεταξύ συντηρητικών και προοδευτικών ιδεών στο θέμα της παιδείας.»
Η δεύτερη Εισήγηση είχε ως θέμα: «Ο Ευγένιος Βούλγαρης ως παιδαγωγός: όψεις της εκπαιδευτικής μεταρρύθμισης στον 18ο αιώνα». Ο εισηγητής Ελλογιμώτατος κ. Άλφρεδος Σταϊνχάουερ, διδάκτωρ του Πανεπιστημίου της Σορβόννης και εντεταλμένος διδάσκων στο Πάντειο, υπογράμμισε ότι: «Η εκπαιδευτική δραστηριότητα του Ευγένιου Βούλγαρη, που διαρκεί περίπου μια εικοσαετία (1742-1761) αποτελεί μια κομβική περίοδο στην εξέλιξη της πρώιμης νεοελληνικής παιδείας. Πράγματι, ο Βούλγαρης υπήρξε καινοτόμος, ιδίως στο περιεχόμενο της διδασκαλίας του. Χρησιμοποιώντας μεταφράσεις έργων του πρώιμου διαφωτισμού που εκπονούσε ο ίδιος, ο Βούλγαρης εισήγαγε μια σειρά από νέες έννοιες και περιεχόμενα στην εκπαίδευση, προετοιμάζοντας το έδαφος για την γενικότερη διείσδυση των διαφωτιστικών ιδεών στον ελληνόφωνο χώρο».

Η τρίτη Εισήγηση είχε ως θέμα: «Μοναστική ζωή και εθιμικός βίος στη Σάμο της Οθωμανικής περιόδου ». Ο εισηγητής Ελλογιμώτατος κ Καθηγητής Λαογραφίας στο Δημοκρίτειο Πανεπιστήμιο Θράκης / Τμήμα Ιστορίας και Εθνολογίας, τόνισε ότι στην ανακοίνωση αυτή «εξετάστηκαν οι επιδράσεις των μοναστηριών της Σάμου στην εθιμική ζωή των κατοίκων του νησιού κατά την περίοδο της τουρκοκρατίας, με βάση τα αρχεία και τους κώδικες των μονών, που σώζονται σήμερα στην Ιερά Μητρόπολη Σάμου και Ικαρίας. Συγκεκριμένα εξετάστηκε η συμβολή των μονών στην αντιμετώπιση χρονίων και μεταδοτικών ασθενειών, στην κοινωνική περίθαλψη, στην εκπαίδευση, αλλά και στην διαχείριση των περιουσιακών στοιχείων των Σαμίων.» Τέλος δε, «Εξετάστηκαν ακόμη περιπτώσεις άμεσης επίδρασης του μοναστικού βίου σε έθιμα, αλλά και σε συλλογικές και παραδοσιακές νοοτροπίες και συμπεριφορές των κατοίκων του νησιού, καθώς και στη διατήρηση της εθνικής και πολιτισμικής ταυτότητας των Σαμίων».

Η τέταρτη εισήγηση ανεφέρετο στο θέμα: «Η Ελληνική κοινότητα της Βενετίας». Ο Εισηγητής Ελλογιμώτατος κ. Γεώργιος Πλουμίδης, Καθηγητής του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων και Διευθυντής του Ελληνικού Ινστιτούτου Βυζαντινών και Μεταβυζαντινών Σπουδών Βενετίας ανέφερε μεταξύ άλλων τα κάτωθι: «Η Αδελφότητα του Αγίου Νικολάου των Ορθοδόξων Ελλήνων της Βενετίας έλαβε την άδεια των βενετικών Αρχών το 1498. Ο ναός του Αγίου Γεωργίου αποπερατώθηκε το 1577. Το ίδιο έτος εγκαταστάθηκε στη Βενετία μητροπολίτης με τον τίτλο του Φιλαδελφείας. Στη Βενετία τυπώθηκε το μεγαλύτερο ποσοστό των ελληνικών βιβλίων έως το 1800. Εκεί λειτούργησε το Κολλέγιο Φλαγγίνη, που προετοίμαζε την φοίτηση στο Πανεπιστήμιο της Πάδοβας. Το Οικουμενικό Πατριαρχείο στηρίχτηκε στην Αδελφότητα της Βενετίας, για να διατηρήσει την επαφή του με τη Δύση, όπως και για να αποκτά ικανά στελέχη.»

Η πέμπτη εισήγηση ανεφέρετο στο θέμα: «Οικονομικές και κοινωνικές νοοτροπίες στις παραμονές της Επανάστασης. Η αλληλογραφία των αδελφών Σπηλιω-τόπουλου». Ο Εισηγητής Ελλογιμώτατος κ. Απόστολος Διαμαντής, ανέφερε ότι: «Το αρχείο Δημητρίου Κατελούζου, συνεργάτη των εμπόρων και παραγωγών μπαρουτιού αδελφών Σπηλιωτόπουλου από την Δημητσάνα, περιλαμβάνει την αλληλογραφία μεταξύ τους, κατά τα έτη 1817-1821. Ο εμπορικός οίκος των αδελφών Σπηλιωτόπουλου είναι ενδεικτικός των οικονομικών και κοινωνικών νοοτροπιών των ελλήνων εμπόρων της Τουρκοκρατίας, έτσι όπως αυτές αναδύονται από την καθημερινή τους αλληλογραφία. Επίσης οι αδελφοί Σπηλιωτόπουλοι οργάνωσαν στους μπαρουτόμυλους της Δημητσάνας την παραγωγή μπαρουτιού για τις ανάγκες της Επανάστασης και επομένως συνδέονται άμεσα με τον Αγώνα, δίνοντας ένα σημαντικό παράδειγμα ταύτισης επαγγελματικής και εθνικής δράσης.

Από την αλληλογραφία συνάγονται επίσης σημαντικές πληροφορίες για τις κοινοτιστικές νοοτροπίες στις αρχές του 19ου αιώνα, όταν ο εκχρηματισμός της αγροτικής παραγωγής άλλαξε άρδην τα κοινοτικά δεδομένα και επέδρασε στον τρόπο λειτουργίας των ελληνικών κοινοτήτων».

Η έκτη εισηγήτρια Ελλογιμωτάτη Δρ. Αικατερίνη Γαλάνη, η οποία διδάσκει κατ’ ανάθεση Οικονομική και Ναυτιλιακή Ιστορία στὸ Ιόνιο Πανεπιστήμιο, ανέπτυξε το θέμα: «Η ναυτιλία των Ελλήνων τον 18ο αιώνα». Η ομιλήτρια ανέπτυξε τη «μακροσκοπική (ποιοτική και ποσοτική,) απότύπωση της πορείας της ελληνόκτητης ναυτιλίας κατά τη διάρκεια του 18ου αιώνα δίνοντας έμφαση τόσο στα ποσοτικά όσο και ποιοτικά χαρακτηριστικά της. Όπως αποκαλύπτει η εντατική έρευνα των τελευταίων ετών στα κύρια λιμάνια της Μεσογείου, μια σειρά από ευνοϊκές οικονομικές και πολιτικές συγκυρίες στη Δυτική Ευρώπη αλλά και στην Οθωμανική Αυτοκρατορία συνέτειναν στην αλματώδη ανάπτυξη του ελληνόκτητου στόλου κατά τον αιώνα που προηγήθηκε της Ελληνικής Επανάστασης. Οι Έλληνες του Ιονίου και του Αιγαίου, κάτω από Βενετική, Αγγλική ή Οθωμανική κυριαρχία, δημιούργησαν μια «ναυτική πολιτεία» με ενιαία επιχειρηματική νοοτροπία και κοινές πρακτικές. Εκμεταλλευόμενοι την προνομιακή τους θέση μεταξύ Ανατολής και Δύσης, με τη διπλή ιδιότητα των εμπόρων της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και των εμπορικών αντιπροσώπων των Δυτικών χωρών στην Ανατολική Μεσόγειο, μεταστοχειώθηκαν από αλιευτικό και εμπορικό στόλο τοπικής και περιφερειακής εμβέλειας στον κύριο πάροχο θαλάσσιων μεταφορών στην Ανατολική Μεσόγειο. Οι δρόμοι της θάλασσας φέρνουν τους Έλληνες στις διεθνείς αγορές όπου εξαπλώνονται τα εμπορικά δίκτυα και οι παροικιακές κοινότητες. Η άνοδος της ελληνόκτητης ναυτιλίας και του εμπορίου ήταν καθοριστική για την ανάπτυξη των τοπικών, ναυτικών κοινωνιών αλλά και για τη συλλογική χειραφέτηση τις παραμονές της Επανάστασης. Οι μετέπειτα πρωταγωνιστές του Αγώνα της Ανεξαρτησίας είχαν ανδρωθεί νωρίτερα στη θάλασσα και στις αγορές της Μεσογείου.»

Η έβδομη εισηγήτρια Ελλογιμωτάτη κ. Αικατερίνη Κορρέ, Ομότιμος Καθηγήτρια της Φιλοσοφικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών ανέπτυξε το θέμα: «Έλληνες Έμποροι και μεταπράτες κατά την περίοδο της όψιμης Τουρκοκρατίας».

Στην συνέχεια ακολούθησε η όγδοη και τελευταία εισήγηση του κ. Κωνσταντίνου Κωτσιόπουλου, Επίκουρου Καθηγητού της Κοινωνιολογίας του Χριστιανισμού του ΑΠΘ, η οποία είχε ως θέμα: «Η κοινοτική ζωή του Ελληνισμού στην Τουρκοκρατία. Κοινωνιολογική διερεύνηση». Ο εισηγητής ανέφερε πως: « Η ελληνική κοινότητα στην Τουρκοκρατία λει-τούργησε και ως θεσμός υποκατάστασης της κρατικής εξουσίας. Δημιουργήθηκαν οι προϋποθέσεις για ανάληψη από την ίδια εξουσιαστικών λειτουργιών, με αποτέλεσμα την ανάδειξή της σε αυτάρκη και πολυθεσμική πολιτειακή οντότητα.

Σημείο αναφοράς υπήρξε η ενορία, ο Επίσκοπος και το θεσμοποιημένο χάρισμα της ορθόδοξης πνευματικότητας. Για το λόγο αυτό οι ορθόδοξες κοινότητες δεν υπήρξαν αποτέλεσμα ωφελιμιστικής ή τεχνητής βούλησης, αλλά ουσιαστικής κοινοβιακής πίστεως που επηρεάζει την κοινωνική και οικονομική ζωή και αντιτίθεται στον ορθολογιστικό και τυφλά εμπορευματικό χαρακτήρα οργάνωσης της ζωής και της οικονομίας.

Από την καθημερινή πράξη της κοινής ζωής που επιβάλλει τη λιτότητα, τη συσσωμάτωση, την ομαδική συνεργασία, τη δημιουργική πειθαρχία και αλληλεγγύη, απέρρευσαν οι λεγόμενες γενικές ρήτρες του ελληνικού εθιμικού δικαίου, όπως είναι η αυτάρκεια, η ισότητα, η αλληλεγγύη, η επιείκεια, η διαλλαγή και το κοινό συμφέρον. Με τις προϋποθέσεις αυτές οικοδομήθηκε περιβάλλον ατομικής και ομαδικής αγωγής στο φυσικό χώρο της πόλης που, κατά τον Αριστοτέλη και τους Βυζαντινούς Πατέρες, προηγείται ως όλον του επιμέρους.

Στη σημερινή εποχή της διεθνούς οικονομικής κρίσης, της παγκοσμιοποίησης και του αποδομητικού μεταμοντερνισμού, κρίνεται επιτακτική η ανάγκη ανάδειξης του ορθόδοξου κοινοβιακού κοινοτισμού που αντιτίθεται στην δυτική ατομοκρατία και καταξιώνει τις υγιείς διαπροσωπικές, διακοι- νωνικές και οικονομικές σχέσεις».

Ακολούθησε εποικοδομητική συζήτηση. Ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Δημητριάδος και Αλμυρου κ. Ιγνάτιος Πρόεδρος της ΕΣΕ Πολιτιστικής Ταυτότητος, συνοψίζοντας τις βασικές θέσεις των ομιλητών, αναφέρθηκε στην γόνιμη γνώση της ιστορικής αλήθειας η οποία μας επιτρέπει να διαθέτουμε το ορθό «πρίσμα» ερμηνείας του παρόντος και οραματισμού του μέλλοντος. Ευχαρίστησε όλους τους εισηγητές με τις εμπεριστατωμένες εισηγήσεις τους - οι οποίες και καθόρισαν το υψηλό ακαδημαϊκό επίπεδο του συνεδρίου. Επίσης, ευχαρίστησε τους συντελεστές του συνεδρίου καί ανακοίνωσε το θέμα του Γ΄ Διεθνούς Επιστημονικού Συνεδρίου, το οποίο είναι: «Ορθόδοξη Εκκλησία και διαφύλαξη της Εθνικής Ταυτότητος-Νεομάρτυρες, Άγιος Κοσμάς ο Αιτωλός-Επαναστατικά Κινήματα».
Τέλος αναφέρθηκε στην έκδοση των Πρακτικών του Α΄ Επιστημονικού Διεθνούς Συνεδρίου «Ιστοριογραφία και πηγές για την ερμηνεία του 1821». Ο τόμος διατίθεται κεντρικά από τις εκδόσεις «ΑΡΧΟΝΤΑΡΙΚΙ» καθώς και σε κάθε χριστιανικό βιβλιοπωλείο.
Οι εισηγήσεις του Συνεδρίου, βρίσκονται στο διαδικτυακό τόπο intv.gr.

Εκ του Γραφείου Τύπου της Ιεράς Συνόδου