Την Πέμπτη 14 Δεκεμβρίου 2006 ο Μακαριώτατος Αρχιεπίσκοπος Αθηνών και Πάσης Ελλάδος κ. Χριστόδουλος, θα συναντηθεί με τον Προκαθήμενο της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας Πάπα Βενέδικτο ΙΣΤ΄.
Η Ιερά Σύνοδος αποδέχθηκε την πρόσκληση της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας, όπως αυτή υποβλήθηκε τόσο από τον Μακαριστό Πάπα Ιωάννη Παύλο ΙΙ, όσο και από τον διάδοχό του Πάπα Βενέδικτο ΙΣΤ΄ και ενέκρινε την πραγματοποίηση της ιστορικής αυτής επίσκεψης, κατά την οποία Μακαριώτατος και η ακολουθία του θα επισκεφθούν το Βατικανό και την Εκκλησία της Ρώμης.
Η επίσκεψη αυτή πραγματοποιείται για πρώτη φορά στην ιστορία της Ελλαδικής Εκκλησίας και έρχεται ως φυσική συνέχεια τόσο της επίσκεψης στην Ελλάδα, το έτος 2001, του Μακαριστού Πάπα Ιωάννου Παύλου ΙΙ, όσο και της προ ημερών ιστορικής και βαθύτατα ουσιαστικής συναντήσεως στο Φανάρι μεταξύ του Πάπα Βενέδικτου ΙΣΤ΄ και του Παναγιωτάτου Οικουμενικού Πατριάρχου κ. Βαρθολομαίου.
Από την συνάντηση της 14ης Δεκεμβρίου η Εκκλησία της Ελλάδος προσδοκά ουσιαστικότερη συνεργασία με την Εκκλησία της Ρώμης πάνω σε μείζονα κοινωνικά ζητήματα και συνεχίζει να προσεύχεται για την ενότητα των Χριστιανών σε κάθε γωνιά αυτού του πλανήτη.
Ειδικότερα, η Εκκλησία της Ελλάδος προσεύχεται και εργάζεται:
Α) Για την συνεχή επαγρύπνηση των Ορθοδόξων Εκκλησιών, της Μιάς δηλ. Αγίας, Καθολικής και Αποστολικής Εκκλησίας, μέσα σε κλίμα συνεργασίας με το Οικουμενικό Πατριαρχείο, ενώ ατενίζει όχι με μοιρολατρικό τρόπο τις προκλήσεις των καιρών, αλλά στέκεται αρωγός και διάκονος μέσα στην Ορθόδοξη Οικογένεια και προσπαθεί, με όσες δυνάμεις έχει, να εστιάζει το ενδιαφέρον της στον άνθρωπο χωρίς φυλετικές, γλωσσικές, οικονομικές και θρησκευτικές διακρίσεις.
Β) Για την επικράτηση της ειρήνης σε όλο τον κόσμο, του υψίστου αυτού αγαθού που συνδέεται άρρηκτα με την έννοια της κοινωνικής δικαιοσύνης που, στην εποχή μας, γίνεται έρμαιο πολιτικών και προσωπικών συμφερόντων. Ιδανικό μέσο για την απόκτηση της ειρήνης είναι ο διάλογος λαών και πολιτισμών. Οι θρησκείες, ως φορείς πολιτισμού και ηθικών αξιών, δεν έχουν την πολυτέλεια της απομόνωσης, αλλά καλούνται να επικοινωνήσουν και να ενώσουν τους ανθρώπους κάθε φυλής. Ο Διαθρησκειακός διάλογος πρέπει να γίνει τόπος κοινής αναζήτησης λύσεων και διεξόδων από τους θρησκευτικούς ηγέτες αυτού του κόσμου, και να χαράξει την ελπίδα για τον πραγματικό εξανθρωπισμό της ανθρωπότητος.
Γ) Για τη συνάντηση θρησκείας και επιστήμης. Η τάση αποχριστιανοποίησης της Γηραιάς Ηπείρου βασίζεται όχι μόνο στις αναγνωρισμένα λανθασμένες τυχόν επιλογές των Χριστιανικών Εκκλησιών, αλλά στη συνεχή διάθεση αμφισβήτησης, εκ μέρους μερίδος της επιστημονικής κοινότητος, της υπάρξεως του Θεού. Η Εκκλησία θέλει και βρίσκεται στην πορεία της υιοθέτησης σύγχρονης ορολογίας, διατηρώντας αναλλοίωτα την ουσία και το περιεχόμενο του λόγου Της, αναζητώντας, παράλληλα, νέους τρόπους επικοινωνίας με τον άνθρωπο του 21ου αιώνος.
Μέσα σε αυτή την προοπτική πρέπει να εντάσσεται κάθε επαφή των θρησκευτικών ηγετών, όπως, εν προκειμένω, του Προκαθημένου της Εκκλησίας της Ελλάδος, Μακαριωτάτου Αρχιεπισκόπου κ. Χριστοδούλου, ο οποίος και προσβλέπει στην επερχόμενη συνάντηση με τον Πάπα Βενέδικτο ΙΣΤ΄ για τη δημιουργία ευρύτερης Χριστιανικής συνεργασίας και αλληλεγγύης, με κύριο γνώμονα την ορθή και αυθεντική μαρτυρία της Χριστιανικής παραδόσεώς μας στον διψασμένο για αλήθεια και πνευματικότητα σύγχρονο κόσμο.
Εκ του Γραφείου Τύπου της Ιεράς Συνόδου