Με λαμπρότητα εορτάστηκε και εφέτος η μνήμη του εν Αγίοις Πατρός ημών Φωτίου, Πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως του Μεγάλου, Προστάτου της Ιεράς Συνόδου της Εκκλησίας της Ελλάδος.
Την Παρασκευή το πρωί, 6 Φεβρουαρίου 2015, τελέστηκε στο Καθολικό της Ιεράς Μονής Κοιμήσεως της Θεοτόκου Πεντέλης ο Όρθρος και η Θεία Λειτουργία, ιερουργούντος του Μακαριωτάτου Αρχιεπισκόπου Αθηνών και πάσης Ελλάδος κ. Ιερωνύμου των Συνοδικών Μητροπολιτών, Σταγών και Μετεώρων κ. Σεραφείμ και του Ξάνθης και Περιθεωρίου κ. Παντελεήμονος.
Παρέστησαν ο εκπρόσωπος του Πατριαρχείου Αλεξανδρείας στην Αθήνα, Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Γουινέας κ. Γεώργιος, ο Έξαρχος του Πατριαρχείου Ιεροσολύμων στην Αθήνα, Πανοσιολογιώτατος Αρχιμανδρίτης κ. Δαμιανός Πάνου, οι Σεβασμιώτατοι Συνοδικοί Μητροπολίτες, Σταγών και Μετεώρων κ. Σεραφείμ, Περιστερίου κ. Χρυσόστομος, Καρπενησίου κ. Νικόλαος, Διδυμοτείχου, Ορεστιάδος και Σουφλίου κ. Δαμασκηνός, Ξάνθης και Περιθεωρίου κ. Παντελεήμων, οι Σεβασμιώτατοι Μητροπολίτες, Δωδώνης κ. Χρυσόστομος, Ύδρας, Σπετσών και Αιγίνης κ. Εφραίμ, Χαλκίδος κ. Χρυσόστομος, Κορίνθου κ. Διονύσιος, Μεσσηνίας κ. Χρυσόστομος, Ιλίου, Αχαρνών και Πετρουπόλεως κ. Αθηναγόρας, Νέας Ιωνίας και Φιλαδελφείας κ. Γαβριήλ, οι Πανιερώτατοι Μητροπολίτες Μαραθώνος κ. Μελίτων, Θερμοπυλών κ. Ιωάννης, Βελεστίνου κ. Δαμασκηνός, οι Θεοφιλέστατοι Επίσκοποι Νεοχωρίου κ. Παύλος, Σαλώνων κ. Αντώνιος, και ο Αρχιγραμματεύς της Ιεράς Συνόδου, Eπίσκοπος Μεθώνης κ. Κλήμης.
Επίσης παρέστησαν: οι Κοσμήτορες των Θεολογικών Σχολών Αθηνών και Θεσσαλονίκης κ. Μάριος Μπέγζος και κ. Μιλτιάδης Κωνσταντίνου, καθώς και οι Ελλογιμώτατοι Πρόεδροι των τεσσάρων Τμημάτων των Θεολογικών Σχολών.
Μετά το τέλος της Θείας Λειτουργίας, στο Διορθόδοξο Κέντρο της Εκκλησίας της Ελλάδος που ευρίσκεται στον χώρο της Ιεράς Μονής Πεντέλης, πραγματοποιήθηκε η καθιερωμένη, κατά την ημέρα αυτή, σύσκεψη των μελών της Ιεράς Συνόδου με τους Καθηγητές και τους λοιπούς διδάσκοντες στις Θεολογικές Σχολές των Πανεπιστημίων Αθηνών και Θεσσαλονίκης. Της συσκέψεως προέστη ο Μακαριώτατος Αρχιεπίσκοπος Αθηνών και πάσης Ελλάδος κ. Ιερώνυμος, ο οποίος κηρύσσοντας την έναρξη ανέφερε: «Κορυφαίος στην πλειάδα των αγίων Πατέρων της Εκκλησίας, ο Άγιος Φώτιος ανεδείχθη μέγας ως θεολόγος, μέγας ως εκκλησιαστικός ανήρ, μέγας ως συγγραφεύς, αλλά και μέγας ως λαϊκός κρατικός λειτουργός, σε μία από τις κρισιμότερες περιόδους της ιστορίας, κατά την οποία κράτος και Εκκλησία γνώριζαν βαθειές συγκρούσεις και αντιθέσεις, εντός και εκτός συνόρων. Ως μιμητής του Κυρίου, κατά την διάρκεια της αγίας βιοτής του, αντιμετώπισε υπέρ της αληθείας και της δικαιοσύνης σοβαρούς κινδύνους, βασάνους και διωγμούς, δις εξωσθείς της Πατριαρχίας, και, τέλος, εν εξορία εκδημήσας».
Ο Μακαριώτατος τόνισε ιδιαίτερα ότι εμείς σήμερα «στρεφόμεθα προς το μεγαλείο του πνεύματος και της ψυχής του, που τον κατέστησαν μείζονα μορφή της Εκκλησίας και των Γραμμάτων. Εντρυφούμε στην ιστορία και τα συγγράμματά του και εμπνεόμεθα από την αγιότητα και την λαμπρή δράση του ως λογίου, ως σημαίνοντος κρατικού λειτουργού, ως Ιεράρχου, ως εκκλησιαστικού συγγραφέως, ως οικουμενικού διδασκάλου, ως ομολογητού και ισαποστόλου της πίστεως».
Θέμα της εφετινής συσκέψεως ήταν: «Πρεσβεία επ’ Ασσυρίους: Η ανατολική πολιτική του ιερού Φωτίου» και Εισηγητής ο Ελλογιμώτατος κ. Μιλτιάδης Κωνσταντίνου, Κοσμήτορας της Θεολογικής Σχολής του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, ο οποίος κατά την ομιλία του μεταξύ άλλων είπε: «Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι ο θ’ μ.Χ. αιώνας είναι ο αιώνας του ιερού Φωτίου, καθώς η προσωπικότητά του κυριαρχεί σε όλους τους τομείς της ζωής της αυτοκρατορίας, η οποία διανύει αυτήν την περίοδο την πιο κρίσιμη φάση του μακραίωνου βίου της. Αλλά, ενώ πάρα πολλά έχουν γραφτεί για τον επιτυχή τρόπο, με τον οποίο ο ιερός Φώτιος αντιμετώπισε τον εκ Δυσμών κίνδυνο, τόσο για την αυτοκρατορία όσο και για την ορθοδοξία, ελάχιστα είναι γνωστά για την πολιτική που άσκησε η αυτοκρατορία, και πάλι με πρωταγωνιστή τον Φώτιο και το περιβάλλον του, προς Ανατολάς. Ακριβώς αυτή η πολιτική όμως παρουσιάζει σήμερα εξαιρετικό ενδιαφέρον και έρχεται και πάλι στην επικαιρότητα, καθώς μία ματιά στην εμπειρία του παρελθόντος ίσως μπορέσει να αποτελέσει μία πυξίδα για την αναζήτηση, με τις κατάλληλες ασφαλώς προσαρμογές, λύσεων για το σήμερα.
Καθ’ όλη σχεδόν την διάρκεια της βασιλείας του αυτοκράτορα Θεοφίλου (829 – 842 μ.Χ.) σημειώνονται παρατεταμένες εχθροπραξίες ανάμεσα στην Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία και στο Χαλιφάτο των Αββασιδών. Παρά τις πολεμικές αντιπαραθέσεις όμως, τα πράγματα εμφανίζονται εντελώς διαφορετικά σε πολιτισμικό επίπεδο, καθώς οι Άραβες επιδεικνύουν έναν ιδιαίτερο σεβασμό και μεγάλη εκτίμηση στα ελληνικά γράμματα. Έτσι, κατά την διάρκεια του θ’ μ.Χ. αιώνα ως τις αρχές του ι’ οἱ Αββασίδες ηγέτες επιδεικνύουν έναν ιδιαίτερο ζήλο να ιδιοποιηθούν την κληρονομία του αρχαίου κόσμου. Από την άλλη πλευρά, διαπιστώνεται και από ρωμαϊκής πλευράς ένα ενδιαφέρον για πολιτισμική διείσδυση στην περιοχή των Αράβων. Ο ζήλος αυτός αποτυπώνεται στις προσπάθειες πολιτιστικών επαφών που καταγράφονται μεταξύ των ετών 829 και 907 μ.Χ., και στις οποίες φαίνεται να μετέχουν από ρωμαϊκής πλευράς εξέχουσες προσωπικότητες των γραμμάτων, όπως ο Ιωάννης ο Γραμματικός, ο Κωνσταντίνος - Κύριλλος, ο Φώτιος και ο Λέων ο Χοιροσφάκτης, οι οποίοι ταξίδεψαν στην αυλή των Αββασιδών.
νεξάρτητα από τον σκοπό και τον χρόνο συγγραφής της ‘’Βιβλιοθηκης’’ του ιερού Φωτίου, εκείνο που αξίζει να σημειωθεί είναι ότι το έργο αυτό αποτελεί μία σημαντικότατη μαρτυρία ότι κατά την συγκεκριμένη περίοδο αναβιώνει στους επιστημονικούς κύκλους του Πανεπιστημίου της Κωνσταντινούπολης το ενδιαφέρον για την αρχαία ελληνική πολιτιστική κληρονομιά. Το ενδιαφέρον αυτό, που ασφαλώς δεν είναι άσχετο με την εκδήλωση ανάλογου ενδιαφέροντος από την πλευρά των Αράβων, αποτυπώνεται στα έργα του πνευματικού περιβάλλοντος του Φωτίου όπως του Νικήτα Βυζαντίου, του Αρέθα επισκόπου Καισαρείας και του Πατριάρχη Νικολάου Μυστικού. Από τα γραπτά των παραπάνω καθίσταται σαφές ότι οι Βυζαντινοί λόγιοι του θ’ μ.Χ. αιώνα είχαν πλήρη συναίσθηση του αδιεξόδου ενός θεολογικού διαλόγου ανάμεσα στην χριστιανική πίστη και στο Ισλάμ. Αναγνώριζαν όμως ότι με την καλλιέργεια των κοινών πολιτιστικών καταβολών Ρωμαίων και Αράβων, που ανάγονται στην αρχαία Ελλάδα, μπορούσε να βρεθεί ένας τρόπος ειρηνικής μεταξύ τους συνύπαρξης.
Σήμερα όλο και περισσότεροι άνθρωποι καλής θέλησης αναγνωρίζουν ότι η ασφάλεια και η σταθερότητα ενός κράτους εξαρτώνται από την παιδεία του, από το μορφωτικό επίπεδο του λαού του. Και, όπως αποδεικνύει η δράση του ιερού Φωτίου και του πνευματικού του περιβάλλοντος, η Εκκλησία μπορεί να αποτελέσει τον παράγοντα εκείνον που θα κινητοποιήσει τον πνευματικό κόσμο να βρει το θάρρος, ώστε να προβάλλει, μέσα σε μία εποχή απόλυτου ευτελισμού και απαξίωσης του ανθρώπινου προσώπου, τις διαχρονικές ανθρώπινες αξίες, στηριζόμενη στην μακραίωνη παράδοσή της, στις Γραφές της και στην πίστη της που την κατέστησαν ικανή όχι μόνον να συνυπάρξει για αιώνες με το διαφορετικό, αλλά και να καταστεί ‘’φώς του κόσμου’’ που θα καταυγάσει την ανθρωπότητα ολόκληρη».
Μετά την εισήγηση παρεμβάσεις έκαναν: ο Μακαριώτατος Αρχιεπίσκοπος Αθηνών και πάσης Ελλάδος κ. Ιερώνυμος, οι Σεβασμιώτατοι Μητροπολίτες, Περιστερίου κ. Χρυσόστομος, Διδυμοτείχου, Ορεστιάδος και Σουφλίου κ. Δαμασκηνός, Ξάνθης και Περιθεωρίου κ. Παντελεήμων, καθώς και οι Ελλογιμότατοι Καθηγητές κ. Αθανάσιος Αγγελόπουλος, κ. Θεόδωρος Γιάγκου, κ. Δημήτριος Μόσχος και κ. Απόστολος Νικολαΐδης.
Ακολούθως ο ομιλητής, Ελλογιμώτατος κ. Μιλτιάδης Κωνσταντίνου απάντησε στις ερωτήσεις και τοποθετήσεις.
Ο Μακαριώτατος έκλεισε την όλη εκδήλωση, αφού ευχαρίστησε τόσο τον Εισηγητή, όσο και τους συνέδρους.
Στις 13.00 ο Μακαριώτατος παρέθεσε γεύμα προς τιμήν των Ελλογιμωτάτων Καθηγητών των Θεολογικών Σχολών.