Με την συμμετοχή εκπροσώπων πολιτικών, κοινωνικών, οικονομικών, εκπαιδευτικών, πολιτιστικών και φιλανθρωπικών φορέων από τις Ιερές Μητροπόλεις Δημητριάδος και Αλμυρού, Ελλασώνος, Θεσσαλιώτιδος και Φαναριοφερσάλων, Λαρίσης και Τυρνάβου, Σταγών και Μετεώρων, Τρίκης και Σταγών και την παρουσία των Σεβ. Μητροπολιτών Θηβών και Λεβαδείας κ. Ιερωνύμου, Προέδρου της Ειδικής Συνοδικής Επιτροπής για τον Διάλογο Εκκλησίας και Κοινωνίας, των Ιεραρχών των παραπάνω Μητροπόλεων, μελών της ως άνω Επιτροπής, του εκπροσώπου του Νομάρχη Μαγνησίας κ. Ι. Πρίντζoυ, του κ. Γ. Σούρλα, Β Ἀντιπροέδρου της Ελληνικής Βουλής, εκπροσώπων της Τοπικής Αυτοδιοίκησης, της πανεπιστημιακής κοινότητας και άλλων τοπικών αρχών, πραγματοποιήθηκε, στο Συνεδριακό Κέντρο της Ιεράς Μητροπόλεως Δημητριάδος, η δεύτερη επιστημονική ημερίδα της Εκκλησίας της Ελλάδος με κεντρικό θέμα: «Αγιότητα και εκκοσμίκευση στη ζωή της Εκκλησίας».
Στον χαιρετισμό του ο Σεβ. Μητροπολίτης Δημητριάδος κ. Ιγνάτιος, αφού επισήμανε ότι είναι μεγάλη τιμή για την πόλη του Βόλου να φιλοξενεί τη δεύτερη συνάντηση διαλόγου της Εκκλησίας με τους κοινωνικούς φορείς, εξέφρασε τις ευχαριστίες του προς τον Μακαριώτατο Αρχιεπίσκοπο Αθηνών και πάσης Ελλάδος κ. Χριστόδουλο και την Ιερά Σύνοδο. Ο διάλογος γίνεται σε μία πόλη όπου έχει καταστεί «κέντρο συνάντησης και διαλόγου», επισήμανε ο Σεβασμιώτατος, διάλογος με το λαϊκό στοιχείο της Εκκλησίας, με το ίδιο της το Σώμα, διότι «συχνά λησμονούμε ότι όχι μόνο "όπου ο Επίσκοπος εκεί και η Εκκλησία", αλλά "και όπου η Εκκλησία, εκεί και ο Επίσκοπος". Όμως δεν μπορεί να υπάρξει Εκκλησία χωρίς τον Επίσκοπο και το χάρισμα της ενότητας που διακονεί, έτσι δεν μπορεί να υπάρξει Επίσκοπος και Εκκλησία χωρίς λαϊκά μέλη, χωρίς το χάρισμα της γενικής ιερωσύνης που αυτά διακονούν. Η Θεολογία ως προφητική φωνή και η έκφραση της αυτοσυνειδησίας της Εκκλησίας δεν μπορεί παρά να λειτουργεί εν αναφορά προς τον αντινομικό και διφυή χαρακτήρα της τελευταίας. Όπως η Εκκλησία δεν είναι εκ του κόσμου τούτου, έτσι και η Θεολογία αποβλέπει στη διατύπωση μιας εμπειρίας χαρισματικής και μιας πραγματικότητας υπερβατικής. Και όπως η Εκκλησία ζει και πορεύεται εν τω κόσμω, έτσι και η Θεολογία αναζητά το διάλογο και την επικοινωνία με το εκάστοτε παρόν, δανειζόμενη το λόγο, τη σάρκα και τα σχήματα της κάθε δεδομένης εποχής, του εκάστοτε ιστορικού παρόντος». Στη συνέχεια υπογράμμισε τη σημασία της προώθησης αυτού του διαλόγου για σοβαρά θέματα που αφορούν στην Εκκλησία, ώστε να μπορεί να συλλαμβάνει ευκρινέστερα τα μηνύματα των καιρών και να ανταποκρίνεται στις ανάγκες του σύγχρονου ανθρώπου.
Ακολούθως, ο Σεβ. Μητροπολίτης Θηβών και Λεβαδείας κ. Ιερώνυμος, ανέγνωσε το μήνυμα του Μακαριωτάτου Αρχιεπισκόπου Αθηνών και πάσης Ελλάδος κ. Χριστοδούλου, για τη συνέχιση του διαλόγου μεταξύ Εκκλησίας και Κοινωνίας. Στο μήνυμά του ο Μακαριώτατος, αφού υπογράμμισε ότι το έργο της Εκκλησίας μας είναι η οικοδομή του λαού του Θεού, η σωτηρία των πιστών, και ως εκ τούτου το επίκεντρο κάθε εκκλησιαστικής διακονίας ο πιστός λαός, τόνισε ότι από τον διάλογο αυτό αναμένεται να γίνουν γνωστές και να προσδιοριστούν λεπτομερώς και με σαφήνεια οι απόψεις του πληρώματος της Εκκλησίας, Κλήρου και Λαού, ούτως ώστε να ληφθούν τα ανάλογα μέτρα για την αποτελεσματικότερη διεξαγωγή του έργου της Εκκλησίας μέσα στον σύγχρονο κόσμο. Κι αυτό έρχεται «στην καταλληλότερη περίοδο για την μελέτη ενός τέτοιου θέματος που το περιεχόμενό του είναι η απόκτηση της αγιότητας, όπως ο Αναστάς Κύριος την δίδαξε και προσκάλεσε τον καθένα πιστό να την υιοθετήσει». Και ο Μακαριώτατος ολοκλήρωσε το μήνυμά του υπογραμμήζοντας ότι: «Ιδιαίτερα σήμερα που ακούονται από το ένα μέρος ακοές πολέμων και από το άλλο επικρατεί ένας άκρατος ευδαιμονισμός ο οποίος στο βάθος του κρύβει την φθαρτότητα της εκκοσμίκευσης της ζωής, το θέμα πράγματι που έχετε ενώπιόν σας αρχιερείς, ιερείς, κληρικοί και λαϊκοί είναι εξαιρετικά ενδιαφέρον και ζωτικό για όλους μας. Θα προχωρήσουμε τελικά με νηφαλιότητα, με αμεροληψία, με διαύγεια πνεύματος και διάθεση αυτοκριτικής; Θέλουμε κοινωνία αγιότητος η κοινωνία εκκοσμίκευσης;».
Στη συνέχεια, ο πρώτος εισηγητής Σεβ. Μητροπολίτης Νικοπόλεως και Πρεβέζης κ. Μελέτιος ανέπτυξε το θέμα: «Θετική όψη της Αγιότητας της Εκκλησίας», επικεντρώνοντας την ομιλία του στην αγιότητα της Εκκλησίας, του λαού Της και την αύξηση της αγιότητας των μελών Της. «Εκκλησία, υπογράμμισε, "δεν είναι ένα Νομικό Πρόσωπο, ούτε Δημοσίου Δικαίου, ούτε Ιδιωτικού Δικαίου η ένας θεσμός! Είναι η σύναξη των πιστών, η νύμφη του Χριστού, το Σώμα του Χριστού, αλλά όχι μόνο. Και τα τρία είναι για το γεγονός της Εκκλησίας εικόνες, αλλά όχι η περιγραφή της». Και κατέληξε: «Η ύπαρξη μέσα στους κόλπους της Εκκλησίας και ζιζανίων και απολωλότων προβάτων και μελών σαπρών είναι μία πραγματικότητα αδιαμφισβήτητη. Σημείο φθοράς και κατάπτωσης, όμως. Η τυχόν αδιαφορία των μελών, των θεωρουμένων υγιών, για τα σαπρά μέλη, είναι σημείο ακόμη πιο μεγάλης κατάπτωσης και κάνει τα μέλη αυτά πιο σαπρά από τα σαπρά και την σαπρότητά τους πιο μεγάλη και πιο απογοητευτική, γι’ αυτό και χρέος όλων των μελών της Εκκλησίας, κληρικών και λαϊκών, είναι να φροντίζουμε να συνειδητοποιούμε όλο και πιο βαθιά τη σημασία που έχει η αγιότητα της Εκκλησίας για την πίστη των ανθρώπων, τη ζωή τους και το έργο τους.
Ο δεύτερος εισηγητής ο Αιδεσιμ. Πρωτοπρεσβύτερος κ. Βασίλειος Καλλιακμάνης, Καθηγητής της Θεολογικής Σχολής Θεσσαλονίκης, μίλησε με θέμα: «Αρνητικές τάσεις-φαινόμενα εκφυλισμού της Αγιότητας της Εκκλησίας». Τα φαινόμενα εκφυλισμού, όπως παρατήρησε ο ομιλητής, δεν αφορούν την ίδια στην Εκκλησία, αλλά τα μέλη της και αυτό γιατί η Εκκλησία δεν ταυτίζεται με τα πρόσωπα. Μέσα από προσωπικές εμπειρίες, που κρύβουν αλήθειες και συμβολισμούς, ανέπτυξε με γλαφυρό τρόπο φαινόμενα όπως ο «τοπικισμός» των αγίων, του νεογεροντισμού, τον φαρισαϊσμό και τον ηθικισμό στη ζωή των πιστών και την αδυναμία έκφρασης λόγου και πράξης της Εκκλησίας στην εποχή μας. Και καταλήγοντας έθεσε ποικίλα ερωτήματα προς συζήτηση: «Μήπως εξιδανικεύουμε τόσο πολύ τα πράγματα, που δεν μπορούμε να τα φτάσουμε; Η μήπως προβάλλουμε αυτονομημένα μερικές φορές όψεις του επίγειου βίου των αγίων, οπότε δεν αφήνουμε ανθρώπινα περιθώρια για την προσέγγισή τους; Μήπως ακόμη προσεταιριζόμαστε τις αρετές τους και θεωρούμε ότι διακρινόμαστε κι εμείς γι’ αυτές; Η μήπως παρουσιάζουμε την Εκκλησία στη θεσμική της μορφή με τα μάτια της αίρεσης των καθαρών; Γιατί συνέβησαν στη ζωή των αγίων πατέρων και δεν συμβαίνουν και σήμερα στην Εκκλησία; Γιατί γίνεται λόγος για παρακμή και εκφυλιστικά φαινόμενα; Η μήπως γίνονται και είναι αθέατα;»
Ο τρίτος ομιλητής, Πανοσιολογιώτατος Αρχιμανδρίτης Αθηναγόρας Δικαιάκος, με θέμα «Θετικές όψεις της εκκοσμίκευσης στην Εκκλησία», αναφέρθηκε στη σημασία των αντιθέσεων των όρων «κοσμικού» και «ιερού», περιέγραψε τα προβλήματα του κόσμου (παγκοσμιοποίηση, οικολογικό, ανεργία, κ.α), τα οποία η Εκκλησία μπορεί να τα μεταμορφώσει «σε ένα άλλο επίπεδο με την εσχατολογική θεώρηση του κόσμου, η οποία κορυφώνεται με την προσδοκία της καινής κτίσεως». Στη συνέχεια ανέπτυξε πέντε διαφορετικές έννοιες της εκκοσμίκευσης και καταλήγοντας σημείωσε: «Η απάντηση στο ερώτημα περί εκκοσμίκευσης και των προκλήσεών της, των θετικών η των αρνητικών για το Σώμα της Εκκλησίας, αλλά και για τον κόσμο, πρέπει να αναζητείται πάντοτε μέσα στα όρια της γνήσιας και αυθεντικής Παράδοσης, της Παράδοσης, όχι όπως την νομίζει ο καθένας, αλλά όπως Αυτή μας παραδόθηκε από τους αγίους πατέρες μας και όπως Αυτή (η Εκκλησία) μας καλεί να της παραδοθούμε».
Τέλος, ο Ελλογιμώτατος κ. Απόστολος Νικολαΐδης, Καθηγητής της Θεολογικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών, εισηγήθηκε το θέμα: «Αρνητικές όψεις της Εκκοσμίκευσης στην Εκκλησία». Ο ομιλητής ανέπτυξε τις ιστορικές πτυχές της εκκλησιαστικής κοινότητας, που με την αποδοχή των στοιχείων του κόσμου για τη λειτουργία της, από πνευματικός οργανισμός μετατρέπεται σε «υπηρέτη των ανθρώπινων φιλοδοξιών και παιχνιδιών εξουσίας, και μέσα και έξω από το εκκλησιαστικό περιβάλλον». Στη συνέχεια και στα πλαίσια της νεωτερικότητας η εκκοσμίκευση ταυτίζεται «με την αποϊεροποίηση όλων των θεσμών της κοινωνίας», η οποία εγκλωβίζει στοιχεία του κόσμου μέσα στο Σώμα της Εκκλησίας. Σε ότι αφορά στην Ελλαδική πραγματικότητα ο ομιλητής ανέπτυξε τρεις βασικές μορφές εκκοσμίκευσης στο χώρο της εκκλησιαστικής κοινότητας: α) την δημόσιο-υπαλληλική ιδιότητα του κληρικού β) τη δημιουργία εκκλησιαστικής εξουσίας και γραφειοκρατίας και γ) από τον κοινοβιακό μοναχισμό στον ιδιόμορφο σύγχρονο κοσμοκαλογερισμό. Και ολοκλήρωσε: «Η αντιγραφή κοσμικών τύπων αναγκαίων για την οργάνωση και τη διεκπεραίωση του εκκλησιαστικού έργου δεν είναι αναγκαστικά κακή. Μετατρέπεται σε τέτοια, όταν μαζί με τον κοσμικό τύπο αντιγράφεται και η ουσία του. Αυτή ακριβώς είναι και η ουσία της εκκλησιαστικής εκκοσμίκευσης. Η τύποις και ουσία εισβολή του κοσμικού στο Θεανθρώπινο σώμα της Εκκλησίας και η αλλοίωση στην κοσμική του έκφραση».
Αμέσως μετά ακολούθησε συζήτηση επί του κεντρικού θέματος της ημερίδας σε πέντε διαφορετικές Ομάδες Εργασίας. Η πρώτη Ομάδα, με συντονιστή τον κ. Παντελή Καλαϊτζίδη (Γραμματέας κ. Νικόλαος Ντόντος), συζήτησε το θέμα των θετικών όψεων της Αγιότητας της Εκκλησίας, η δεύτερη, με συντονιστή τον Αιδεσιμ. Πρωτοπρεσβύτερο π. Θωμά Συνοδινό (Γραμματέας π. Γαβριήλ Παπανικολάου), συζήτησε τα φαινόμενα εκφυλισμού της Αγιότητας της Εκκλησίας, η τρίτη, με συντονιστή την κ. Αικατερίνη Καρκαλά-Ζορμπά (Γραμματέας κ. Δέσποινα Τσιάνου-Γούση), συζήτησε τις θετικές όψεις της εκκοσμίκευσης της Εκκλησίας και η τέταρτη, με συντονιστή τον Καθηγητή κ. Γεώργιο Φίλια (Γραμματέας κ. Κων. Ζορμπάς), το θέμα των αρνητικών όψεων της εκκοσμίκευσης στην Εκκλησία. Οι τέσσερις ομάδες συνέταξαν τα πορίσματά τους, τα οποία αναγνώσθηκαν σε ολομέλεια και επί των οποίων πραγματοποιήθηκε επί μακρόν ανοικτή συζήτηση. Τα πορίσματα αυτά θα μεταφέρει με σχετική εισήγησή του προς την Εκκλησία της Ελλάδος ο Σεβ. Μητροπολίτης Θηβών και Λεβαδείας κ. Ιερώνυμος, ώστε να ληφθούν τα ανάλογα μέτρα.
Εκ του Γραφείου Τυπου της Ιεράς Συνόδου