Ὑπό τήν αἰγίδα τοῦ Μακαριωτάτου Ἀρχιεπισκόπου Ἀθηνῶν καί Πάσης Ἑλλάδος κυρίου Χριστοδούλου καί μέ τή συμμετοχή 140 ἐκπροσώπων ἀπό ἑβδομήντα Ἱερές Μητροπόλεις τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, ἄρχισε χθές, 20 Σεπτεμβρίου ἔ.ἔ., στό Ἵδρυμα Τηνιακοῦ Πολιτισμοῦ στήν Ἱερά Νῆσο τῆς Τήνου τίς ἐργασίες του τό ΣΤ΄ Πανελλήνιο Λειτουργικό Συμπόσιο Στελεχῶν Ἱερῶν Μητροπόλεων, μέ θέμα: «Χριστιανική Λατρεία καί Εἰδωλολατρία» «Οὐκ ἐλάτρευσαν τή κτίσει οἱ θεόφρονες παρά τόν κτίσαντα».
Στήν ἀρχή ἀναγνώσθηκε μήνυμα τοῦ Μακαριωτάτου Ἀρχιεπισκόπου Ἀθηνῶν καί Πάσης Ἑλλάδος κ. Χριστοδούλου.
Ὁ Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Σύρου, Τήνου, Ἄνδρου, Κέας, Μήλου κ. Δωρόθεος μετά τήν τέλεση τοῦ Ἁγιασμοῦ χαιρέτησε τά μέλη τοῦ Συμποσίου καί ἐξέφρασε τήν χαρά του γιά τήν παρουσία τόσων Συνέδρων στήν Ἱερά Νῆσο Τῆνο καί γιά τήν πραγματοποίηση τοῦ ΣΤ΄ Πανελληνίου Λειτουργικοῦ Συμποσίου ὑπογραμμίζοντας ὅτι «τά σύγχρονα εἴδωλα προκαλοῦν τόν κόσμον καί γι’ αὐτό ἀναγκαῖο εἶναι νά ἐνθυμούμεθα τό τοῦ Ἰωάννου τοῦ Θεολόγου "τεκνία φυλάσσετε αὐτούς ἀπό τῶν εἰδώλων"». Εὐχαρίστησε ἐπίσης τήν ἀξιέπαινη προσπάθεια τῆς Εἰδικῆς Συνοδικῆς Ἐπιτροπῆς Λειτουργικῆς Ἀναγεννήσεως, εὐχήθηκε τήν ἐκ τῆς Παναγίας μας εὐλογία πρός ἐπιτυχία τοῦ συμποσίου.
Στή συνέχεια, ὁ Πρόεδρος τῆς Εἰδικῆς Συνοδικῆς Ἐπιτροπῆς Λειτουργικῆς Ἀναγεννήσεως, Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Καισαριανῆς, Βύρωνος καί Ὑμηττοῦ κ. Δανιήλ, χαιρέτισε τά μέλη τοῦ συμποσίου καί τόνισε ὅτι στό συμπόσιο θά διερευνηθοῦν ἡ σχέση τῆς ἀρχαιοελληνικῆς θρησκείας – τῆς εἰδωλολατρίας καί τῆς Ἰουδαϊκῆς θρησκείας καί τῶν ἄλλων ἀρχαίων εἰδωλολατρικῶν θρησκειῶν, μέ τή χριστιανική λατρεία τήν λατρεία τῆς Ἐκκλησίας καί θά ἀπαντηθοῦν τά ἐρωτήματα πού προκύπτουν.
Ἡ ἐπιλογή τοῦ θέματος ὀφείλεται στό ζωηρόν ἐνδιαφέρον τῆς θεολογικῆς Ἐπιστήμης, τῶν θεολογικῶν σπουδαστηρίων, γιά τή διαμόρφωση τῶν μορφῶν καί τῶν στοιχείων τῆς θείας λατρείας, ἀλλά καί στό ὅτι τά τελευταῖα χρόνια γίνεται ἀπόπειρα ἀπό πολλούς νά ἀναβιώσει ἡ ἀρχαιοελληνική θρησκεία καί διατυποῦ-νται οἱ γνωστές ἀνέρειστες συκοφαντικές ἀπόψεις σέ βάρος τῆς Ἐκκλησίας, τῆς θεολογίας καί τῆς λατρείας της.
Χαιρετισμούς ἀπηύθυναν στούς συνέδρους: ὁ Δήμαρχος Τήνου κ. Κωνσταντῖνος Ἀθηναῖος, ὁ Ἔπαρχος Τήνου κ. Ραφαήλ Μωραΐτης, ὁ Δήμαρχος Ἐξωμβούργου Τήνου κ. Παναγιώτης Κροντηρᾶς, ὁ Γενικός Γραμματέας τοῦ Ἱδρύματος Τηνιακοῦ Πολιτισμοῦ καί τοῦ Πανελληνίου Ἱεροῦ Ἱδρύματος Εὐαγγελιστρίας Τήνου, κ. Ἀντώνιος Ἀλβέρτης.
Στή συνεχεία εἰσηγήσεις πραγματοποιήσαν οἱ :
Ὁ ὁμότιμος καθηγητής τοῦ Πανεπιστημίου Ἀθηνῶν, Ἐλλογιμώτατος κ. Εὐάγγελος Θεοδώρου σέ εἰσαγωγική ὁμιλία ἀνέπτυξε τό θέμα: «Θεός, κόσμος, ἄνθρωπος στήν Ἑλληνική φιλοσοφία καί τόν Χριστιανισμό». Παρουσίασε, κατ’ ἀρχήν, τά θεολογικά, κοσμολογικά καί ἀνθρωπολογικά στοιχεῖα τῆς ἀρχαίας ἑλληνικῆς φιλοσοφίας πού συναρτῶνται θετικά ἤ ἀρνητικά πρός τόν χριστιανισμό. Σκιαγράφησε στή συνέχεια τή χριστιανική διδασκαλία γιά τά ἀναφερόμενα στοιχεῖα καί κατέδειξε ὅτι αὐτή ὑπερακοντίζει σέ πολλά οὐσιώδη σημεῖα τήν ἀρχαία ἑλληνική σκέψη μέσα σέ θεανθρώπινα πλαίσια. Κατέληξε ὅτι ὁ θεανθρώπινος χριστιανισμός δέν εἶναι μόνο τό τελικό αἴτιο τῆς ἰουδαϊκῆς μεσσιανικῆς παραδόσεως, ἀλλά καί αὐτοέκφρασης ὄχι ἐκφυλισμένου καί ὑποβαθμισμένου ἀλλά γνήσιου, ὑγιοῦς, ρωμαλέου καί ἀναβαθμισμένου Ἑλληνισμοῦ πού δέν εἶναι νοητόν νά στραφεῖ στή νεοειδωλολατρία».
Ὁ κ. Κωνσταντῖνος Γανωτής, Ἐπίτιμος Λυκειάρχης, εἰσηγήθη-κε τό θέμα «Ἡ ὑπέρβαση τῆς εἰδωλολατρίας διά τῆς ἑλληνικῆς φι-λοσοφίας». Ὁ ὁμιλητής ἀναφέρθηκε τόσο στήν ἀκαδημαϊκή φιλο-σοφία, ὅσο καί στή λαϊκή φιλοσοφία τῆς πρό Χριστοῦ ἐποχῆς, στό χῶρο τῆς ἑλληνικῆς ἱστορίας. Κάνοντας στή συνέχεια ἀναφορά στούς καταξιωμένους φιλοσόφους, οἱ ὁποῖοι, κατέκριναν τά χονδροειδῆ μυθεύματα καί τά εἰδωλολατρικά ἐπιτεύγματα τοῦ ἀρχαίου κόσμου, ἀλλά καί διαισθητικῶς καί προφητικῶς ἐξέφραζαν τίς πνευματικές καί ὑπερβατικές τους θέσεις περί Θεοῦ. Μέ τόν τρόπο αὐτόν ἀπαξίωσαν οἱ ἴδιοι τήν κάθε μορφή εἰδωλολατρίας «ὑπομένοντας μαρτυρικά αὐτήν»
Ὁ ὁμότιμος καθηγητής τῆς Θεολογικῆς Σχολῆς τοῦ Πανεπι-στημίου Ἀθηνῶν, ἐλλογιμώτατος κ. Ἠλίας Οἰκονόμου, ἀνέπτυξε τό θέμα: «Ἀπό τή νομική λατρεία τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης στήν ἐν πνεύματι καί ἀληθείᾳ λατρεία τῆς Καινῆς Διαθήκης», καί ἔκανε ἀναφορά ἀναλυτική, καταρχήν στούς ὅρους τῆς εἰσήγησής του, π.χ. νομική λατρεία, ἐν πνεύματι καί ἀληθείᾳ λατρεία, καί ἄλλες παρεμφερεῖς ἔννοιες. Στή συνέχεια, παρουσίασε συγκριτική ἀναφορά τῶν σχέσεων νομικῆς καί Χριστιανικῆς λατρείας καί συνέδεσε τήν ὅλη προβληματική τοῦ θέματός του πρός τό γενικό θέμα τοῦ συμποσίου καί πρός τούς σκοπούς, τίς ἐπιδιώξεις καί τό ἔργο ἐν γένει τῆς Εἰδικῆς Συνοδικῆς Ἐπιτροπῆς Λειτουργικῆς Ἀναγέννησης.
Σήμερα Τρίτη 21 Σεπτεμβρίου 2004 οἱ ἐργασίες τοῦ Συμποσίου ἄρχισαν μέ ὁμιλία τοῦ Μακαριωτάτου Ἀρχιεπισκόπου Ἀθηνῶν καί Πάσης Ἑλλάδος κυρίου Χριστοδούλου, ὁ ὁποῖος ἐξέφρασε τήν χαρά του γιά τήν παρουσία του στήν Τῆνο καί γιά τήν πραγματοποίηση τοῦ ΣΤ Πανελληνίου Λειτουργικοῦ Συμποσίου στήν ἁγιασμένη αὐτή νῆσο. Εὐχαρίστησε στήν συνέχεια τόν Σεβασμιώτατο Μητροπολίτη Σύρου κ. Δωρόθεο καί τό Διοικητικό Συμβούλιο τοῦ Ἱδρύματος Τηνιακοῦ Πολιτισμοῦ γιά τήν ἀβρα-αμιαία φιλοξενία.
Ἐξετίμησε ὅτι αἰτία ἐπιλογῆς τοῦ γενικοῦ θέματος τοῦ Συμποσίου ἦταν ὁ ἐμφανιζόμενος σήμερα νεοπαγανισμός, ὁ ὁποῖος στοχεύει στήν ἀναγέννηση τῆς ἀρχαίας λατρείας τῶν προγόνων μας, ἄν καί ἡ ἀναβίωση τοῦ δωδεκαθέου δέν ἀπηχεῖ τήν ἱστορική ἀλήθεια γιά τότε πού ἐπιχειρήθηκε ἡ ἀναβίωση τῆς ἀρχαιοελληνικῆς λατρείας.
Ἡ Χριστιανική λατρεία, παρατήρησε ὁ Μακαριώτατος, εἶναι λογική καί ἐν πνεύματι καί ἀληθεία λατρεία, εἶναι δηλαδή πνευματική λατρεία ἐν ἀντιθέσει πρός τή λατρεία τῶν εἰδώλων, ἡ ὁποία εἶναι φυσιοκρατική λατρεία, χωρίς βάθος πνευματικόν. Ὑπάρχουν βέβαια κοινά φιλοσοφικά μέσα λατρευτικῆς ἐκφράσεως στό Χριστιανισμό καί τήν εἰδωλολατρία. Εἶναι ὅμως μέσα μέ διαφορετικό περιεχόμενο καί συμβολισμό. Χαρακτηριστικό παράδειγμα εἶναι ἡ τιμή πρός τά λείψανα καί τίς ἅγιες εἰκόνες, πού δέν ἔχει καμία σχέση μέ τήν λατρεία αὐτῶν ὡς εἰδώλων ἀλλά μέ τήν τιμητική προσκύνησή των. Τό ἴδιο ἰσχύει καί γιά τήν τιμή πρός τόν Τίμιο Σταυρό, τό ὄργανο τῆς σωτηρίας μας, ἔστω καί ἄν στήν ὑμνολογία καί στίς εὐχές τῆς Ἐκκλησίας μας ἐμφανίζεται Ἐκεῖνος ὡς προσωπικότητα, πού ἀκούει τήν προσευχή μας καί δίδει τή χάρη καί τή σωτηρία. Οἱ ὁμοιότητες ἑπομένως θείας Λατρείας καί εἰδωλολατρίας εἶναι φαινομενολογικές.
Τέλος, ὁ Μακαριώτατος ἀναφέρθηκε στήν ἀναβίωση τῶν λειτουργικῶν ἐκείνων στοιχείων στήν Λατρεία καί τή θεία Λειτουργία, στοιχείων πού περιέπεσαν σέ ἠθελημένη ἡ μή ἀχρησία, τά ὁποῖα ὅμως εἶναι οὐσιαστικά γιά τήν κατανόηση καί βίωση τῶν τελουμένων. Ὅ,τι γίνεται καί ὅποια μέτρα λαμβάνονται δέν εἶναι μέτρα πού καταργοῦν τόν πλοῦτο καί τό περιεχόμενο τῆς λειτουργικῆς μας παραδόσεως, ἀλλά συντελοῦν στήν ἀναβίωση ὅλων ἐκείνων πού βοηθοῦν στή λειτουργική καί ποιμαντική ἀγωγή τῶν πιστῶν. Εἰδικότερα ἀνεφέρθηκε στό πρόβλημα τῶν νέων ἀνθρώπων, πού σήμερα δέν κατανοοῦν τή γλώσσα τῆς λατρείας καί εἶναι ἀνάγκη νά τούς προσφέρουμε αὐτήν τή διακονία, μέ τήν δοκιμαστική παράλληλη ἀνάγνωση στή δημοτική καθομιλουμένη γλώσσα τῶν Εὐαγγελικῶν καί Ἀποστολικῶν Ἀναγνωσμάτων μέ σεβασμό στήν παραδεδομένη λατρευτική ἔκφραση.