Έναρξη του ΙΓ’ Πανελληνίου Λειτουργικού Συμποσίου
Ξεκίνησαν χθες 19 Σεπτεμβρίου οι εργασίες του ΙΓ’ Πανελληνίου Λειτουργικού Συμποσίου Στελεχών Ιερών Μητροπόλεων, το οποίο διοργανώνει η Ιερά Σύνοδος της Εκκλησίας της Ελλάδος στο Ίδρυμα Τηνιακού Πολιτισμού, με τη συμμετοχή 95 εκπροσώπων από 55 Ιερές Μητροπόλεις. Γενικό θέμα του Συμποσίου, το οποίο έχει θέσει υπό την αιγίδα του ο Μακαριώτατος Αρχιεπίσκοπος Αθηνών και Πάσης Ελλάδος κ. Ιερώνυμος, είναι:
«Ο ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΚΟΣ ΛΟΓΟΣ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΟΥ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΣΗΜΕΡΑ»
Μετά την ανάγνωση του Μηνύματος του Μακαριωτάτου προσεφώνησαν τους Συνέδρους ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Σύρου, Τήνου, Άνδρου, Μήλου, Κέας καί Μυκόνου κ. Δωρόθεος Β’ και ο Πρόεδρος της Οργανωτικής Επιτροπής Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Καισαριανής, Βύρωνος και Υμηττού κ. Δανιήλ. Επίσης χαιρετισμούς απηύθυναν ο Αντιπεριφερειάρχης Nοτίου Aιγαίου κ. Γ. Πουσέος, ο εκπρόσωπος του Δημάρχου Τήνου κ. Παναγιώτη Κροντηρά, κ. Ιωάννης Σαλταμανίκας, πρόεδρος του Δημοτικού Συμβουλίου, και ο Αντιπρόεδρος του Ιδρύματος Τηνιακού Πολιτισμού κ. Σάββας Απέργης.
Στη συνέχεια πραγματοποιήθηκε η πρώτη συνεδρία με προεδρεύοντα τον Σεβασμιώτατο Μητροπολίτη Σύρου, Τήνου, Άνδρου, Μήλου, Κέας καί Μυκόνου κ. Δωρόθεο.
Η πρώτη Εισήγηση είχε ως θέμα : «Γλωσσολογική προσέγγιση της γλώσσας της λατρείας». Ο εισηγητής Ελλογιμώτατος κ. Γεώργιος Μπαμπινιώτης, Ομότιμος Καθηγητής του Πανεπιστημίου Αθηνών, ο οποίος παρουσίασε πτυχές του θέματoς, τόνισε μεταξύ άλλων τα εξής: «ότι από κειμενογλωσσολογικής απόψεως τα κείμενα λατρείας υπάγονται σ’ έναν τύπο κειμένων που έχουν καθαρώς τελετουργικό και μυστηριακό χαρακτήρα με ύφος και ήθος που δεν συνάδουν με την τετριμμένη χρηστική γλώσσα της καθημερινότητας, η οποία θα χρησιμοποιούνταν στη μετάφραση. Συγχρόνως, από γλωσσο-ιστορικής απόψεως, τα κείμενα της λατρείας της Ορθόδοξης Εκκλησίας συνεχίζουν μια γλωσσική παράδοση αιώνων η οποία δεν μπορεί να αγνοηθεί στο όνομα μιας χρηστικής αντίληψης που θα αντικαθιστούσε το πρωτότυπο κείμενο τής Θ. Λειτουργίας με μια μετάφρασή του. Πολύ περισσότερο –θα προσθέσουμε– που αντίθετα προς ό,τι συμβαίνει με άλλες γλώσσες (τη Λατινική λ.χ. σε σχέση με τη Γαλλική, την Ισπανική, την Αγγλική ή τη Γερμανική), για λόγους που συνδέονται με την ιστορία της ελληνικής γλώσσας (αδιάσπαστη συνέχεια χρήσεως, επιβίωση και αναβίωση τού λεξιλογίου), η σχέση του σύγχρονου Έλληνα με τα παλαιότερα Ελληνικά μας είναι διαφορετική και, ως εκ τούτου, η γλώσσα του κειμένου είναι σε πολύ μεγάλο βαθμό κατανοητή.
Η Ορθόδοξη Εκκλησία, ως θεματοφύλακας της ορθόδοξης παράδοσης, είναι από τη φύση της συντηρητικός θεσμός με την έννοια όχι μιας έμμονης προσκόλλησης, αλλά μιας συνειδητής διαφύλαξης των συστατικών της ορθόδοξης παράδοσης, ιδιαίτερα στον καίριο χώρο της Θ. Λειτουργίας. Και δεν νοείται ορθόδοξη παράδοση στον χώρο τής λατρείας ερήμην της γλώσσας, στην οποία έχει διατυπωθεί και στην οποία εκφράζεται επί αιώνες ∙ ερήμην της ελληνικής γλώσσας, της γλώσσας του Ευαγγελίου, της γλώσσας των Πατέρων της Εκκλησίας, της γλώσσας της εκκλησιαστικής υμνογραφίας.».
Ο Αιδεσιμολογιώτατος Πρωτοπρεσβύτερος κ. Κωνσταντίνος Καραϊσαρίδης, Επίκουρος Καθηγητής του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης ανέπτυξε το θέμα : «Εισαγωγή στη συνάφεια θεολογίας και λειτουργικού λόγου (Βίβλος, Δόγμα, Ήθος)». Ο Εισηγητής μετά τη διατύπωση εμπεριστατωμένων επιστημονικών θέσεων τόνισε ότι : «η συνάφεια του βιβλικού λόγου με το λειτουργικό λόγο, δεν εξικνείται στο φραστικό πεδίο με την παράθεση παραλλαγμένων ή αυτούσιων παραθεμάτων βιβλικού λόγου, αλλά φτάνει μέχρι του σημείου να επαναλαμβάνονται, ή καλύτερα να επικαιροποιούνται τα υπό του βιβλικού λόγου σημαινόμενα (βλ. την ανάπτυξη του θέματος της δημιουργίας, του μυστηρίου του βαπτίσματος, της θείας ευχαριστίας, του γάμου κ.ά.) ».
Επίσης ανέφερε «ότι ο λειτουργικός λόγος έχει μία συνεκτικότητα, πλαστικότητα και ποιητικότητα που τον καθιστά άριστο μυσταγωγό στη δογματική διδασκαλία και ιδιαίτερα ως μέσο βιώσεώς της, αφού είναι κατεξοχήν βιωματικός, εμπειρικός λόγος».
Τέλος παρουσίασε με παραδείγματα τον παιδαγωγικό και ηθοπλαστικό χαρακτήρα του λειτουργικού λόγου.
Η Τρίτη Εισήγηση είχε ως θέμα: «Σύγχρονη προβληματική περί του λειτουργικού λόγου». Ο Εισηγητής, Αιδεσιμολογιώτατος Πρωτοπρεσβύτερος κ. Δημήτριος Τζέρπος, Αναπληρωτής Καθηγητής του Πανεπιστημίου Αθηνών, υπογράμμισε τα εξής: «ότι από την ιστορία της χριστιανικής λατρείας προκύπτει ότι ανέκαθεν η Εκκλησία είχε γλωσσικό πρόβλημα, το οποίο και αντιμετώπιζε κατά περίπτωση με αποκλειστικό κριτήριο το πνευματικό συμφέρον του λαού του Θεού. Αλλά σήμερα το πρόβλημα αυτό προσέλαβε μια πρωτοφανή οξύτητα, εξαιτίας της πρόσφατης γλωσσικής μεταρρύθμισης στην οποία προέβη η ελληνική πολιτεία με την πλημμελή πλέον διδασκαλία των κλασσικών ελληνικών στην πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια εκπαίδευση. Η εξέλιξη αυτή είχε ως αποτέλεσμα οι νεώτερες γενιές των νεοελλήνων να δυσκολεύονται στην κατανόηση του παραδοσιακού εκκλησιαστικού λόγου της Εκκλησίας, γεγονός που μειώνει τη συνειδητή συμμετοχή τους στη λειτουργική ζωή. Το πρόβλημα είναι υπαρκτό και για την αντιμετώπισή του η Εκκλησία έχει σήμερα ουσιαστικά μια και μόνη λύση, την εντατικοποίηση της λειτουργικής αγωγής του λαού, δίδοντας έμφαση στην ερμηνευτική απόδοση όλων των λειτουργικών κειμένων στα νέα ελληνικά».
Σ’ ότι δε αφορά το ιδιαίτερα ευαίσθητο θέμα της εισαγωγής νεοελληνικών μεταφράσεων λειτουργικών κειμένων στη λατρεία, ο ομιλητής τόνισε: «τις ιδιαίτερες δυσκολίες και τα προβλήματα που έχει ένα τέτοιο εγχείρημα, ιδιαίτερα στη υμνογραφία, η οποία εξαιτίας του ποιητικού χαρακτήρα και της συμφυούς ψαλτικής της έκφρασης είναι ουσιαστικά λόγος αμετάφραστος. Όμως κανείς δεν μπορεί να αποκλείση ότι στο μέλλον η «βιαία πνοή»του Αγίου Πνεύματος δεν θα εμπνεύση και νέους θεηγόρους άνδρες, θεολόγους, ποιητές και μουσικούς ισάξιους των μεγάλων υμνουργών και μελοποιών του παρελθόντος, οι οποίοι θα εκφράσουν με νέες δημιουργίες, ομοούσιες προς τις παραδοσιακές, την κοινή προσευχή της Εκκλησίας και στη νεοελληνική γλώσσα. Αποτελεί τούτο ένα όφλημα της Ορθοδόξου εκκλησίας προς κάθε λαό, όπως άριστα το περιέγραψε ο νεοφανής σέρβος άγιος Ιουστίνος Πόποβιτς, του οποίου η μετάφραση της Θείας Λειτουργίας από τα αρχαία σλαβωνικά στα σύγχρονα σερβικά χρησιμοποιείται σήμερα στη λατρεία. Όπως το νόημα της Εκκλησίας είναι ο κάθε λαός προσλαμβάνοντάς την, να πλουτίση με την πληρότητά της έτσι αυτή λειτουργεί και ως προς τη γλώσσα του συγκεκριμένου λαού· προσλαμβάνοντας τη γλώσσα του, ως δική της γλώσσα, με την οποία απευθύνεται στο Θεό. H Εκκλησία εμπνέει και εμπλουτίζει τον λαό με τους δικούς της πανανθρώπινους θησαυρούς, ενώ ταυτόχρονα του αναπτύσσει και τις δικές του θεόσδοτες δυνατότητες...››
Η πρώτη συνεδριακή ημέρα έκλεισε με γόνιμη συζήτηση στα αναπτυχθέντα θέματα. Στη συνέχεια παρατέθηκε από την φιλοξενούσα Ιερά Μητρόπολη Σύρου, Τήνου, Μήλου, Κέας καί Μυκόνου δείπνο προς τιμήν των εισηγητών και συνέδρων.
Σημειώνεται ότι, οι εργασίες του Λειτουργικού αυτού Συμποσίου καλύπτονται ζωντανά από το διαδυκτιακό κανάλι intv.gr.