(Για να διαβάσετε το κείμενο σε μορφή PDF, επιλέξτε εδώ)
Πρωτ. 4028
Ἀριθ. Διεκπ. 1919
Ἀθήνησι, τῇ 5ῃ Σεπτεμβρίου 2025
Πρός
τήν Ἱερά Ἀρχιεπισκοπή Ἀθηνῶν
τίς Ἱερές Μητροπόλεις τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος
τό Διορθόδοξο Κέντρο τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος
τήν Ἀποστολική Διακονία τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος
τίς Ἱερές Συνοδικές Μονές καί
τίς Ὑπηρεσίες τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος
Κατόπιν δημοσιεύσεως τῆς ἀποφάσεως ὑπ’ ἀριθ. 1067/2025 τοῦ Συμβουλίου τῆς Ἐπικρατείας, ἡ ὁποία ἀπέρριψε αἴτηση ἀκυρώσεως κατά τοῦ ὑπ’ ἀριθ. 337/2021 Κανονισμοῦ τῆς Ἱερᾶς Συνόδου τῆς Ἱεραρχίας «Περί των Ιερών Ησυχαστηρίων της Εκκλησίας της Ελλάδος» (ΦΕΚ Α΄ 37/28.2.2022), ἡ Διαρκής Ἱερά Σύνοδος γνωστοποιεῖ κατωτέρω (κεφάλαιο Α) τό θεσπισθέν δυνάμει τοῦ ὑπ’ ἀριθ. 337/2021 Κανονισμοῦ «Περί των Ιερών Ησυχαστηρίων της Εκκλησίας της Ελλάδος» καθεστώς ἐποπτείας ἐπί τῶν Ἱερῶν Ἡσυχαστηρίων, τό ὁποῖο ὀφείλουν πλέον νά ἐφαρμόζουν οἱ ἐπιχώριοι Σεβασμιώτατοι Μητροπολίτες στίς πνευματικές καί ἔννομες σχέσεις τους μετά τῶν Ἱερῶν Ἡσυχαστηρίων τῆς μητροπολιτικῆς ἐπαρχίας τους (ὅρ. Κεφ. Α καί συνημμένο ὑπόδειγμα ἀποφάσεως).
Περαιτέρω ὑπό τό κατωτέρω κεφάλαιο Β΄ τίθενται εἰς γνῶσιν ὑμῶν, περιληπτικῶς, οἱ κρίσεις τῆς δικαστικῆς ἀποφάσεως ὑπ’ ἀριθ. 1067/2025 τοῦ Συμβουλίου τῆς Ἐπικρατείας περί τῆς νομιμότητας τοῦ Κανονισμοῦ τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος ὑπ’ ἀριθ. 337/2021 καί περί τῆς συνταγματικότητας τοῦ ἄρθρου 50 τοῦ ν. 4559/2018 (στό ὁποῖο ἐρείδεται ὁ Κανονισμός).
Α. Περιεχόμενο τῆς ἐποπτείας τοῦ ἐπιχωρίου Μητροπολίτη ἐπί τῆς διαχειρίσεως τῶν Ἱερῶν Ἡσυχαστηρίων.
Κατά τό ἄρθρο 39 παρ. 6 τοῦ Καταστατικοῦ Χάρτη τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος (ν. 590/1977, ΦΕΚ Α΄ 146/1977), τοῦ ὁποίου τό δεύτερο ἐδάφιο προστέθηκε μέ τό ἄρθρο 50 παρ. 2 περ. β. τοῦ ν. 4559/2018 (ΦΕΚ Α΄ 142/3.8.2018) προβλέπεται ὅτι:
«6. Ὁ Μητροπολίτης ἀσκεῖ ἐπί τῶν Ἱερῶν Μονῶν τῆς ἐπαρχίας αὐτοῦ τήν κατά τούς Ἱερούς Κανόνας πνευματικήν ἐποπτείαν διά τήν κανονικήν μνημόνευσιν τοῦ ὀνόματος αὐτοῦ ἐν ταῖς Ἱεραῖς Ἀκολουθίαις, τήν χειροθεσίαν τοῦ Ἡγουμένου, τήν ἔγκρισιν τῆς κουρᾶς τῶν μοναχῶν, τήν ἀνάκρισιν τῶν κανονικῶν παραπτωμάτων, τήν μέριμναν διά τήν κατά τούς ἱερούς κανόνας λειτουργίαν τῆς Μονῆς καί τόν ἔλεγχον τῆς νομιμότητος τῆς οἰκονομικῆς διαχειρίσεως αὐτῆς. Τά ἀνωτέρω ἰσχύουν καί ὡς πρός τά Ἱερά Ἡσυχαστήρια ἀσχέτως νοµικῆς µορφῆς».
Ἐπίσης κατά τό ἄρθρο 50 παρ. 2 περ. γ τοῦ ν. 4559/2018 ὁρίζεται ὅτι:
«γ. Ἡ διάταξη τῆς προηγούμενης περίπτωσης ἐφαρμόζεται καί στά ὑφιστάμενα Ἱερά Ἡσυχαστήρια ἀσχέτως ἀντίθετων προβλέψεων στά ἱδρυτικά τους κείµενα καί τοῦ ἕως σήµερα καθεστῶτος λειτουργίας τους».
Τό ἄρθρο 6 τοῦ Κανονισμοῦ τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος ὑπ’ ἀριθ. 337/2021 (ΦΕΚ Α΄ 37/2022) προβλέπει ὅτι:
«Ὁ Μητροπολίτης ἀσκεῖ ἐπί τῶν Ἱερῶν Μονῶν τῆς ἐπαρχίας του τήν κατά τούς Ἱερούς Κανόνες πνευματική ἐποπτεία γιά τήν κανονική μνημόνευση τοῦ ὀνόματός του στίς Ἱερές Ἀκολουθίες, τήν χειροθεσία τοῦ Ἡγουμένου, τήν ἔγκριση τῆς κουρᾶς τῶν μοναχῶν, τήν ἀνάκριση τῶν κανονικῶν παραπτωμάτων, τήν μέριμνα γιά τήν κατά τούς ἱερούς κανόνες λειτουργία τῆς Μονῆς καί τόν ἔλεγχο τῆς νομιμότητας τῆς οἰκονομικῆς διαχειρίσεώς τους (περ. β-γ τῆς παρ. 2 τοῦ ἄρθρου 50 τοῦ ν. 4559/2018, Α΄ 142).
2. Ὁ ἀνωτέρω ἔλεγχος νομιμότητας τῆς οἰκονομικῆς διαχειρίσεως συνίσταται σέ ἔλεγχο τηρήσεως τοῦ ἱδρυτικοῦ Κανονισμοῦ τοῦ Ἱεροῦ Ἡσυχαστηρίου, τῶν Ἱερῶν Κανόνων καί τῆς κείμενης νομοθεσίας. Εἰδικότερα ὁ ἔλεγχος νομιμότητας ἀσκεῖται: α) κατασταλτικῶς, ἤτοι κατόπιν λήψεως τῆς διαχειριστικῆς ἀποφάσεως τοῦ Ἱεροῦ Ἡσυχαστηρίου καί εἴτε πρίν εἴτε μετά ἀπό τήν ὑλοποίησή της, β) τακτικῶς ἤ ἐκτάκτως, γ) ἀπό τόν Μητροπολίτη ἤ ἀπό ὄργανο πού ὁρίζει ἤ συγκροτεῖ μέ ἀπόφασή του ἤ ἀπό τήν Διεύθυνση Δημοσιονομικοῦ Ἐλέγχου τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος κατόπιν αἰτήματος τοῦ οἰκείου Μητροπολίτη (κατά τόν σχετικό Κανονισμό 210/2010 (Α΄ 135), καί πάντα τά ἀνωτέρω κατ’ ἐπιλογή τοῦ ἐπιχωρίου Μητροπολίτη δι’ ἀποφάσεώς του».
Οἱ κατά τό ἄρθρο 6 τοῦ Κανονισμοῦ 337/2021 ἁρμοδιότητες ἐποπτείας τοῦ ἐπιχωρίου Μητροπολίτη περιλαμβάνουν: α) τήν πνευματική ἐποπτεία γιά τήν κανονική μνημόνευση τοῦ ὀνόματός του στίς Ἱερές Ἀκολουθίες, β) τήν χειροθεσία Ἡγουμένου/νης, γ) τήν ἔγκριση τῆς κουρᾶς τῶν μοναχῶν, δ) τήν ἀνάκριση τῶν κανονικῶν παραπτωμάτων, ε) τήν μέριμνα γιά τήν κατά τούς ἱερούς κανόνες λειτουργία τῶν Ἱερῶν Ἡσυχαστηρίων, στ) τόν ἔλεγχο νομιμότητας τῆς οἰκονομικῆς διαχειρίσεως τῶν Ἱερῶν Ἡσυχαστηρίων.
Οἱ ἀνωτέρω ἐξουσίες ἰσχύουν ἐπί τῶν ἤδη ὑφισταμένων καί τῶν ἱδρυθησομένων στό μέλλον Ἱερῶν Ἡσυχαστηρίων. Ὁ Κανονισμός ὑπ’ ἀριθ. 337/2021 (ἄρθρο 6) ἐπαναλαμβάνει τήν ἀντίστοιχη διατύπωση περί τῶν ἐξουσιῶν τοῦ ἐπιχωρίου Μητροπολίτη, ἡ ὁποία διαλαμβάνεται καί στό πρῶτο ἐδάφιο τοῦ ἄρθρου 39 παρ. 6 τοῦ ν. 590/1977 περί τῶν Ἱερῶν Μονῶν, πού εἶναι νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου, καί ἡ ὁποία ἐπεκτάθηκε ἐπί τῶν Ἱερῶν Ἡσυχαστηρίων (μέ τό ἄρθρο 50 παρ. 2 ἐδάφ. β-γ τοῦ ν. 4559/2018).
Εἰδικῶς ἐπί τοῦ θέματος τῆς ἐποπτείας ἐπί τῆς οἰκονομικῆς διαχειρίσεως, ὅπως ρυθμίζεται στό ἄρθρο 6 παρ. 2 τοῦ Κανονισμοῦ ὑπ’ ἀριθ. 337/2021, λεκτέα τά ἀκόλουθα:
α) Ὁ ἐπιχώριος Μητροπολίτης ἀσκεῖ ἔλεγχο νομιμότητας ἐπί τῆς οἰκονομικῆς διαχειρίσεως τῶν Ἱερῶν Ἡσυχαστηρίων καί ὄχι ἔλεγχο σκοπιμότητας ἐπί τῶν οἰκονομικῶν ἀποφάσεων καί τῶν συναλλαγῶν τῶν Ἱερῶν Ἡσυχαστηρίων.
β) Εἰδικότερα ὁ ἐπιχώριος Μητροπολίτης ἐλέγχει μόνον ἐάν ἡ οἰκονομική διαχείριση τῶν Ἡσυχαστηρίων παραβιάζει τρία καθεστῶτα: i) τήν κείμενη νομοθεσία, ii) τούς Ἱερούς Κανόνες καί iii) τόν ἐν ἰσχύι ἱδρυτικό κανονισμό τοῦ Ἱεροῦ Ἡσυχαστηρίου (π.χ. τόν ὀργανισμό του, προεδρικό διάταγμα, ἄν εἶναι ἵδρυμα ἤ τό καταστατικό του, ἄν εἶναι σωματεῖο ἤ ἀστική ἑταιρεία).
Ὅταν ἀνωτέρω γίνεται λόγος γιά «κείμενη νομοθεσία» σημειώνεται ὅτι, ἐπειδή τά Ἱερά Ἡσυχαστήρια εἶναι νομικά πρόσωπα ἰδιωτικοῦ δικαίου, ἡ οἰκονομική διαχείρισή τους δέν διέπεται καί δέν ἐλέγχεται μέ βάση τήν κείμενη νομοθεσία περί τῆς περιουσίας τῶν Ἱερῶν Μονῶν, οἱ ὁποῖες εἶναι νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου π.χ. ἄρθρο τοῦ 47 παρ. 1 ν. 590/1977 (ἔγκριση τῆς ΔΙΣ γιά ἐκποίηση ἀκίνητης περιουσίας), βασιλικό διάταγμα τῆς 12ης/23ης.2.1948 «Περί των όρων και του τρόπου εκποιήσεως των ακινήτων της διατηρουμένης περιουσίας των μονών» (ΦΕΚ Α΄ 49/23.2.1948), προεδρικό διάταγμα τῆς 1ης/5ης.3.1932 «Περί του τρόπου διοικήσεως και διαχειρίσεως της κατά το άρθρ. 8 του Νόμου 4684 διατηρουμένης περιουσίας των Μονών» (Α΄ 61/5.3.1932), βασιλικό διάταγμα τῆς 28ης.7/15ης.9.1858 «Κανονισμός περί των μοναστηρίων» (ΦΕΚ 42/15.9.1858).
γ) Ὁ ἔλεγχος νομιμότητας πού διενεργεῖ ὁ ἐπιχώριος Μητροπολίτης δέν εἶναι προληπτικός (πρό τῆς λήψεως τῶν ἀποφάσεων). Τά Ἱερά Ἡσυχαστήρια δέν ζητοῦν τήν ἔγκρισή του πρίν ἀπό τήν ἔκδοση ἀποφάσεώς τους περί τῆς οἰκονομικῆς διαχειρίσεώς τους.
δ) Ὁ ἐπιχώριος Μητροπολίτης ἀσκεῖ μόνον κατασταλτικό ἔλεγχο νομιμότητας (τακτικῶς ἤ ἐκτάκτως) καί δύναται νά ἐπιλέξει ὅτι θά ἐλέγχει τίς ἐκδοθεῖσες διαχειριστικές ἀποφάσεις τοῦ Ἱεροῦ Ἡσυχαστηρίου:
i) εἴτε μετά τήν λήψη τους καί πρίν ἀπό τήν ὑλοποίησή τους. Λ.χ. ὁ Μητροπολίτης δύναται νά ὁρίσει ὅτι ἡ ἀπόφαση τοῦ Ἡγουμενοσυμβουλίου πού καταρτίζει τόν προϋπολογισμό ἐλέγχεται πρίν ἀρχίσει νά ἐκτελεῖται ὁ προϋπολογισμός κατά τό προσεχές ἔτος ἤ ὅτι οἱ ἀποφάσεις μεταβιβάσεως κτημάτων Ἡσυχαστηρίου θά ἐλέγχονται μετά τήν λήψη τους, ἀλλά πρίν ἀπό τήν ὑπογραφή τοῦ σχετικοῦ συμβολαίου ἐκποιήσεως,
ii) εἴτε μετά τήν λήψη τους καί μετά τήν ὑλοποίησή τους. Λ.χ. μπορεῖ νά ζητηθεῖ ἔλεγχος νομιμότητας ἀπολογισμοῦ παρελθόντος ἔτους μετά τήν λήξη τῆς οἰκονομικῆς χρήσεως καί τήν κατάρτιση τοῦ ἀπολογισμοῦ ἤ ἔλεγχος σέ συγκεκριμένη συναλλαγή πού ἔχει ὁλοκληρωθεῖ ἤ γιά τήν γενόμενη διαχείριση συγκεκριμένων περιουσιακῶν στοιχείων ἤ γιά παρελθόν χρονικό διάστημα,
iii) εἴτε συνδυασμός τῶν ἀνωτέρω,
ε) περαιτέρω ὁ κατασταλτικός ἔλεγχος νομιμότητας δύναται νά εἶναι:
i) τακτικός ἔλεγχος νομιμότητας, μέ προκαθορισμένη περιοδικότητα κάθε ἔτος. Δύναται νά ὁρίζεται μέ τήν ἀπόφαση τοῦ Μητροπολίτη ὅτι π.χ. σέ συγκεκριμένες προθεσμίες κάθε ἔτους ὑποβάλλονται στήν οἰκεία Μητρόπολη πρός ἔλεγχο ὁ καταρτισθείς προϋπολογισμός τοῦ ἑπομένου ἔτους καί ὁ ἀπολογισμός τοῦ παρελθόντος ἔτους ἤ ὅτι ὁ ἔλεγχος νομιμότητας ἀσκεῖται σέ διαχειριστικές ἀποφάσεις πού ἀποφασίζουν ἐκποίηση ἀκινήτου κ.λπ.,
ii) ἔκτακτος ἔλεγχος νομιμότητας, ἤτοι χωρίς προκαθορισμένη περιοδικότητα, καθώς ἀποφασίζεται σέ ἔκτακτη περίσταση καί ἀφορᾶ συγκεκριμένη συναλλαγή ἤ διαχείριση περιουσιακοῦ στοιχείου ἤ συγκεκριμένο χρονικό διάστημα.
στ) Ὁ τακτικός καί ὁ ἔκτακτος ἔλεγχος νομιμότητας διενεργοῦνται εἴτε ἀπό τόν ἴδιο τόν Μητροπολίτη εἴτε ἀπό ὄργανο πού ὁρίζει ὁ Μητροπολίτης (π.χ. Πρωτοσύγκελλο ἤ ἄλλο ὑπάλληλο λαϊκό ἤ κληρικό τῆς Ἱ. Μητροπόλεως ἤ τυχόν βοηθό Ἐπίσκοπο) ἤ ἀπό ὄργανο πού συγκροτεῖ ὁ Μητροπολίτης μέ ἀπόφασή του (π.χ. ἐπιτροπή) ἤ σέ ἔκτακτες περιπτώσεις ἐλέγχου ἀπό τήν Διεύθυνση Δημοσιονομικοῦ Ἐλέγχου τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος κατόπιν αἰτήματος τοῦ οἰκείου Μητροπολίτη «καί πάντα τά ἀνωτέρω κατ’ ἐπιλογή τοῦ ἐπιχωρίου Μητροπολίτη δι’ ἀποφάσεώς του» (ἄρθρο 6 παρ. 2 ἐδ. β Κανονισμοῦ ὑπ’ ἀριθ. 337/2021).
Συνεπῶς, δέον οἱ ἐπαρχιοῦχοι Σεβασμιώτατοι Μητροπολίτες (ἡ ἁρμοδιότητα ἐποπτείας ἐπί τῶν Ἡσυχαστηρίων, ὅπως καί ἐπί τῶν Ἱερῶν Μονῶν, ἀνήκει προσωπικῶς στούς Σεβ. Μητροπολίτες καί ὄχι στά Μητροπολιτικά Συμβούλια) νά ἐκδώσουν ἀπόφασή τους καί νά τήν κοινοποιήσουν σέ ὅλα τά Ἱερά Ἡσυχαστήρια τῶν κατ’ αὐτούς Ἱερῶν Μητροπόλεων μέ τήν ὁποία θά τά ἐνημερώνουν ὅτι ἐφαρμόζεται πλέον (κατασταλτικός) ἔλεγχος νομιμότητας στήν οἰκονομική τους διαχείριση καί θά ὁρίζουν γιά ὅλα τά Ἱερά Ἡσυχαστήρια τῆς περιοχῆς τους πῶς ἀσκεῖται ὁ τακτικός ἔλεγχος περιοδικῶς (π.χ. κάθε ἔτος καί σέ ποιές προθεσμίες) καί τό ἀντικείμενο τοῦ ἐλέγχου (π.χ. προϋπολογισμό ἑπομένου ἔτους, ἀπολογισμό παρελθόντος ἔτους, ἀποφάσεις Ἡσυχαστηρίων γιά μεταβιβάσεις ἀκινήτων, δαπάνες ἐκτός προϋπολογισμοῦ) καί πάντα τά ἀνωτέρω κατ’ ἐπιλογήν τοῦ οἰκείου Μητροπολίτη.
Συστήνεται ὅπως μέ τήν ἀπόφαση τοῦ ἐπιχωρίου Μητροπολίτη (ὅρ. συνημμένο ὑπόδειγμα ἀποφάσεως):
α) καθιερωθεῖ γιά λόγους ἴσης μεταχειρίσεως, ἑνιαῖο καθεστώς ἐλέγχου νομιμότητας γιά ὅλα τά Ἡσυχαστήρια τῆς ἴδιας Ἱερᾶς Μητροπόλεως,
β) καθιερωθεῖ ἔλεγχος νομιμότητας παραπλήσιος πρός τόν ἰσχύοντα ἐπί τῆς διαχειρίσεως τῶν Ἱερῶν Μονῶν (ὄρ. ἄρθρο 11 περ. στ΄ τοῦ Κανονισμοῦ ὑπ’ ἀριθ. 39/1972 ΦΕΚ Α΄ 103), ἤτοι ἔλεγχος νομιμότητας i) ἐπί τοῦ προϋπολογισμοῦ πρίν ἀπό τήν ἔναρξη τοῦ ἑπομένου ἔτους (ἔναρξη ἐκτελέσεώς του) ἤ τροποποιήσεως τῶν προϋπολογισμῶν, ii) ἐπί τοῦ ἀπολογισμοῦ κατόπιν λήξεως τῆς χρήσεως, iii) ἐπί ἀποφάσεων μεταβιβάσεως ἀκινήτων πρίν ἀπό τήν ὑπογραφή συμβολαιογραφικῆς πράξεως, iv) ἐπί ἀποφάσεων λήψεως δανείων καί ἀναλήψεως δαπανῶν ἐκτός προϋπολογισμοῦ.
Διευκρινίζεται ὅτι ὁ καθορισμός τακτικοῦ ἐλέγχου δέν ἀποκλείει τήν ἐκ τοῦ Κανονισμοῦ ὑπ’ ἀριθ. 337/2021 ἰσχύουσα δυνατότητα ἐκτάκτου ἐλέγχου (π.χ. νά ἐλεγχθεῖ ἡ νομιμότητα τῆς ἐκτελέσεως ἔργου), καθ’ ὅσον δύναται νά ἀνακύψει ἀνά πᾶσα στιγμή ἀνάγκη διεξαγωγῆς του (π.χ. διαχειριστική παράβαση σέ βάρος τῆς περιουσίας τοῦ Ἱεροῦ Ἡσυχαστηρίου). Σέ καμμία περίπτωση ὅμως ὁ ἔκτακτος ἔλεγχος δέν δύναται νά περιλάβει διαχειριστικές πράξεις ἤ χρονικά διαστήματα πρό τῆς ἐνάρξεως ἰσχύος τοῦ ν. 4559/2018 (ἤτοι πρό τῆς 3ης.8.2018).
Β. Κρίσεις τῆς ἀποφάσεως τοῦ Συμβουλίου τῆς Ἐπικρατείας ὑπ’ ἀριθ. 1067/2025.
Μετά τήν θετική ἀπόφαση ὑπ’ ἀριθ. 1067/2025 τοῦ Συμβουλίου τῆς Ἐπικρατείας ἐπί τῆς νομιμότητας τοῦ Κανονισμοῦ τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος ὑπ’ ἀριθ. 337/2021 «Περί των Ιερών Ησυχαστηρίων της Εκκλησίας της Ελλάδος» (ΦΕΚ Α΄ 37/28.2.2022) καί συνταγματικότητας τοῦ ἄρθρου 50 τοῦ ν. 4559/2018, διά τοῦ παρόντος τίθεται εἰς γνῶσιν ὑμῶν ὅτι τό Συμβούλιο τῆς Ἐπικρατείας ἔκρινε μέ τήν ἀνωτέρω δικαστική ἀπόφαση, ἀποδεχόμενο τίς σχετικές ἀπόψεις τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, ὅτι:
1) ἡ διά τοῦ νόμου 4559/2018 (ἄρθρο 50) ἔνταξη τῶν σήμερα ὑφισταμένων Ἡσυχαστηρίων στά ἐκκλησιαστικά νομικά πρόσωπα ἰδιωτικοῦ δικαίου τοῦ ἄρθρου 1 παρ. 4 τοῦ ν. 590/1977 δέν ἐπάγεται σέ καμία περίπτωση κατάργηση ἤ ἀποστέρηση τῆς –δυνάμει τοῦ ἱδρυτικοῦ τους κανονισμοῦ– ἐξουσίας τῶν Ἱερῶν Ἡσυχαστηρίων νά ἀποφασίζουν ἐπί κάθε ζητήματος σχετιζόμενου μέ τήν ἐν γένει διοίκηση, διαχείριση καί ἀξιοποίηση τῆς περιουσίας τους,
2) ἡ διά τοῦ ἄρθρου 50 τοῦ νόμου 4559/2018 ἔνταξη τῶν Ἱερῶν Ἡσυχαστηρίων στό ἄρθρο 1 παρ. 4 τοῦ ν. 590/1977 δέν ἐπισύρει τήν ἐφαρμογή ἐπί τῶν Ἱερῶν Ἡσυχαστηρίων τῆς διατάξεως τοῦ ἄρθρου 46 παρ. 2 τοῦ ν. 590/1977 καί ἡ Διαρκής Ἱερά Σύνοδος δέν ἀποκτᾶ τήν ἐξουσία νά ἐκδίδει κανονισμούς γιά τήν περιουσία - οἰκονομική διαχείριση τῶν Ἡσυχαστηρίων,
3) ἡ προβλεπόμενη στό ἄρθρο 39 παρ. 6 τοῦ ν. 590/1977 ἐποπτεία τοῦ ἐπιχώριου Μητροπολίτη ἐπί τῶν Ἱερῶν Μονῶν, μέ περιεχόμενο ἀντίστοιχο πρός τό περιεχόμενο τῆς ἐποπτείας τοῦ ἄρθρου 6 παρ. 1 τοῦ 39/1972 Κανονισμοῦ γιά τίς Ἱερές Μονές, ἐπεκτάθηκε στά νεοϊδρυόμενα καί στά ὑφιστάμενα Ἱερά Ἡσυχαστήρια μέ τό ἄρθρο 50 παρ. 2 περ. β καί γ τοῦ ν. 4559/2018 στό πλαίσιο ἑνιαίας ρύθμισης τοῦ καθεστῶτος ἐκκλησιαστικῆς ἐποπτείας πού διέπει τίς Ἱερές Μονές καί τά Ἱερά Ἡσυχαστήρια ὅσον ἀφορᾶ εἰδικότερα στό (διοικητικῆς φύσεως) ζήτημα τοῦ ἐλέγχου τῆς οἰκονομικῆς διαχείρισής τους,
4) οἱ ρυθμίσεις τοῦ ἄρθρου 50 τοῦ ν. 4559/2018 εἶναι συνταγματικῶς δικαιολογημένες διότι καί τά Ἱερά Ἡσυχαστήρια ἀνήκουν στό κλίμα τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος καί ἀποτελοῦν Ἱερές Μονές ἰδιωτικοῦ δικαίου, οἱ ὁποῖες ἀπό νομοκανονικῆς ἀπόψεως δέν διαφέρουν ἀπό τίς Ἱερές Μονές δημοσίου δικαίου, καθ’ ὅσον ἔχουν ἑνιαία ἐκκλησιολογική ταυτότητα προσδιοριζόμενη ἀπό τόν ταυτόσημο σκοπό καί τήν ἄσκηση τοῦ κοινοβιακοῦ μοναχικοῦ βίου,
5) ἡ κατ’ ἄρθρον 39 παρ. 6 τοῦ ν. 590/1977 ἐποπτεία ἐπί τῆς οἰκονομικῆς διαχειρίσεως τῶν Ἱερῶν Ἡσυχαστηρίων συνίσταται σέ ἔλεγχο νομιμότητας καί ὄχι σέ ἔλεγχο σκοπιμότητας τῶν ἀποφάσεών τους καί εἰδικότερα στόν ἔλεγχο τηρήσεως ἐκ μέρους τῶν Ἡσυχαστηρίων α) τῶν ἱερῶν κανόνων, β) τῆς ἐκκλησιαστικῆς-πολιτειακῆς νομοθεσίας, γ) τοῦ ἱδρυτικοῦ τους κανονισμοῦ. Ἡ ἐποπτεία νομιμότητας ἐφαρμόζεται ὄχι μόνο σέ περίπτωση συγκεκριμένης ὑπόνοιας τελέσεως κανονικοῦ παραπτώματος,
6) ἡ κατά τό ἄρθρο 39 παρ. 6 τοῦ ν. 590/1977 (ὅπως συμπληρώθηκε μέ τό ἄρθρο 50 παρ. 2 περ. β καί γ τοῦ ν. 4559/2018), ἐκκλησιαστική ἐποπτεία ἐπί τῆς οἰκονομικῆς διαχειρίσεως τῶν ὑφισταμένων Ἱερῶν Ἡσυχαστηρίων δέν θίγει τήν οἰκονομική αὐτοτέλειά τους, διότι: α) δέν ἐπιφέρει μεταβολή στήν ἐξουσία τους, βάσει τοῦ οἰκείου ἱδρυτικοῦ κανονισμοῦ, νά ἀποφασίζουν δι’ ἰδίων ὀργάνων γιά τήν διοίκηση καί διαχείριση τῶν οἰκονομικῶν τους, β) δέν συνεπάγεται παρέμβαση ἤ ἐπέμβαση τοῦ Ἐπισκόπου ἐπ’ αὐτῶν ἤ συνδιαχείριση τοῦ Ἐπισκόπου, γ) δέν παραβιάζει τήν συνταγματικῶς κατοχυρωμένη (ἄρθρο 3 παρ. 1) καί προβλεπόμενη στόν Καταστατικό Χάρτη τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος (ν. 590/1977 ἄρθρο 1 παρ. 2-4) αὐτοδιοίκηση τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, στό σῶμα τῆς ὁποίας ἀνήκουν καί τά Ἱερά Ἡσυχαστήρια, δ) ἡ ρύθμιση αὐτή ὑπαγορεύθηκε ἀπό πρόδηλο σκοπό δημοσίου καί γενικότερου συμφέροντος ἀναγόμενου στήν περιφρούρηση τοῦ κύρους καί τῆς ἀξιοπιστίας τῆς Ἐκκλησίας, καθώς καί στή διαφύλαξη τῆς τάξεως στήν Πολιτεία,
7) τό ἄρθρο 39 παρ. 6 τοῦ ν. 590/1977, ὅπως τροποποιήθηκε μέ τό ἄρθρο 50 τοῦ ν. 4559/2018, δέν ἀντίκειται στίς συνταγματικές διατάξεις τῶν ἄρθρων 13 παρ. 1 καί 2, 12 παρ. 1 καί 3, 17 παρ. 2, στίς διατάξεις τῶν ἄρθρων 9, 11 παρ. 1 τῆς Ε.Σ.Δ.Α. καί 1 τοῦ Πρώτου Πρόσθετου Πρωτοκόλλου τῆς Εὐρωπαϊκῆς Συμβάσεως Ἀνθρωπίνων Δικαιωμάτων, οὔτε παραβιάζει τήν συνταγματική διάταξη τοῦ ἄρθρου 13 παρ. 3 καί τίς συνταγματικές ἀρχές τῆς ἰσότητας ἐνώπιον τοῦ νόμου καί τῆς ἀναλογικότητας (ἄρθρα 4 παρ. 1 καί 25 παρ. 1 ἐδ. τέταρτο τοῦ Συντάγματος),
8) τό ἄρθρο 50 παρ. 2 περ. γ τοῦ ν. 4559/2018 πού προβλέπει ὅτι ὁ ἔλεγχος νομιμότητας ἐπί τῆς οἰκονομικῆς διαχειρίσεως «ἐφαρμόζεται καί στά ὑφιστάμενα Ἱερά Ἡσυχαστήρια ἀσχέτως ἀντίθετων προβλέψεων στά ἱδρυτικά τους κείμενα καί τοῦ ἕως σήμερα καθεστῶτος λειτουργίας τους», δέν εἶναι γνησίως ἀναδρομική διάταξη, ἀλλά μή γνησίως ἀναδρομική (δέν καταλαμβάνει οἰκονομικές χρήσεις τοῦ παρελθόντος), καί δέν ἀντίκειται στή συνταγματική ἀρχή τοῦ κράτους δικαίου, στίς ἀρχές τῆς ἀσφάλειας δικαίου καί τῆς προστατευόμενης ἐμπιστοσύνης τοῦ διοικουμένου, διότι μέ τήν ἐν λόγῳ ρύθμιση ἐπέρχεται μεταβολή γιά τό μέλλον τοῦ ἰσχύοντος καθεστῶτος τῶν Ἱερῶν Ἡσυχαστηρίων κατά τρόπο γενικό, ἀπρόσωπο καί ἀντικειμενικό καί σύμφωνα μέ τίς ἐπιταγές τοῦ συντρέχοντος, κατά τήν ἐκτίμηση τοῦ τυπικοῦ νομοθέτη, δημοσίου καί γενικότερου συμφέροντος σκοποῦ,
9) ἡ ἐξουσιοδοτική διάταξη τοῦ ἄρθρου 39 παρ. 10 τοῦ ν. 590/1977 γιά τήν θέσπιση κανονισμοῦ περί τῶν Ὀρθόδοξων Ἡσυχαστηρίων στήν περιοχή τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, εἶναι εἰδική καί ὁρισμένη κατά τήν ἔννοια τοῦ ἄρθρου 43 παρ. 2 τοῦ Συντάγματος καί ἐπιτρεπτῶς ἐξουσιοδοτεῖ τήν Διαρκῆ Ἱερά Σύνοδο νά προβεῖ σέ ἐξειδίκευση τοῦ ἐποπτικοῦ ἐλέγχου τῆς νομιμότητας τῆς οἰκονομικῆς διαχειρίσεως τῶν ὑφισταμένων Ἡσυχαστηρίων (ὡς «εἰδικότερο θέμα», κατά τήν ἔννοια τοῦ ἄρθρου 43 παρ. 2 ἔδ. δεύτερο τοῦ Συντάγματος). Ἡ νομοθετική ἐξουσιοδότηση δέν θίγει τήν διοικητική καί διαχειριστική αὐτοτέλεια τῶν Ἱερῶν Ἡσυχαστηρίων περί τά οἰκονομικά τους καί δέν ἐπιφέρει νομική ἀλλοίωση τοῦ αὐτοδιοίκητου χαρακτήρα τους, ἐν ὄψει καί τῶν ἀνωτέρω γενομένων δεκτῶν περί τῆς ἔννοιας τῶν διατάξεων τῶν ἄρθρων 1 παρ. 4 καί 46 παρ. 2 τοῦ ν. 590/1977,
10) τό ἄρθρο 6 παρ. 2 τοῦ ὑπ’ ἀριθ. 337/2021 Κανονισμοῦ τῆς Ἱερᾶς Συνόδου τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος διαλαμβάνει ρυθμίσεις, μέ τίς ὁποῖες προσδιορίζεται ὅτι ὁ ἔλεγχος νομιμότητας τῆς οἰκονομικῆς διαχειρίσεως τῶν ὑφισταμένων Ἡσυχαστηρίων εἶναι κατασταλτικός καί ὄχι προληπτικός, ἀσκούμενος «είτε κατόπιν λήψεως της διαχειριστικής αποφάσεως του Ιερού Ησυχαστηρίου και είτε πριν είτε μετά από την υλοποίησή της» καί ὅτι διενεργεῖται «τακτικώς ή εκτάκτως», παραλλήλως δέ, ἀποσαφηνίζεται ὅτι ἡ κατ’ ἄρθρο 39 παρ. 6 τοῦ ν. 590/1977 ἐποπτεία τῶν οἰκονομικῶν «συνίσταται σε έλεγχο τηρήσεως του ιδρυτικού Κανονισμού του Ιερού Ησυχαστηρίου, των Ιερών Κανόνων και της κείμενης νομοθεσίας»,
11) προβλέπεται ἀπό τόν Κανονισμό ὑπ’ ἀριθ. 337/2021 ὅτι ὁ κατασταλτικός αὐτός ἔλεγχος ἀσκεῖται εἴτε ἀπό τόν ἐπιχώριο Μητροπολίτη εἴτε, κατόπιν ἀποφάσεώς του, «ἀπό ὄργανο πού ὁρίζει ἡ συγκροτεῖ … ἤ ἀπό τήν Διεύθυνση Δημοσιονομικοῦ Ἐλέγχου τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος», ἡ ὁποία ἐπιλαμβάνεται ὕστερα ἀπό αἴτηση τοῦ ἐπιχωρίου Μητροπολίτη γιά τήν διενέργεια κατασταλτικοῦ ἔκτακτου ἐλέγχου ἐπί ἐκκλησιαστικῶν νομικῶν προσώπων ἰδιωτικοῦ δικαίου κατά τό ἄρθρο 3 παρ. 1 περ. β τοῦ 210/2010 Κανονισμοῦ τῆς Ἱερᾶς Συνόδου, στόν ὁποῖο ρητῶς παραπέμπει τό ὡς ἄνω ἄρθρο 6 παρ. 2 τοῦ ὑπ’ ἀριθ. 337/2021 Κανονισμοῦ. Οἱ ρυθμίσεις τοῦ ἄρθρου 6 παρ. 2 τοῦ ὑπ’ ἀριθ. 337/2021 Κανονισμοῦ, μέ τίς ὁποῖες προσδιορίζεται τό εἶδος καί ἡ διαδικασία τοῦ ἀσκούμενου ἐπί τῶν ὑφισταμένων Ἡσυχαστηρίων ἐκκλησιαστικοῦ ἐποπτικοῦ ἐλέγχου, ἀφοροῦν «εἰδικότερο θέμα» κατά τήν ἔννοια τοῦ ἄρθρου 43 παρ. 2 ἐδ. δεύτερο τοῦ Συντάγματος καί εὑρίσκουν νόμιμο ἐξουσιοδοτικό ἔρεισμα ἐντός τῶν ὁρίων τῆς ἐξουσιοδοτικῆς διατάξεως τοῦ ἄρθρου 39 παρ. 10 τοῦ ν. 590/1977,
12) ἡ παραπομπή τοῦ ἄρθρου 6 παρ. 2 τελευταῖο ἐδάφιο τοῦ ὑπ’ ἀριθ. 337/2021 Κανονισμοῦ τῆς Ἱερᾶς Συνόδου τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος στόν ὑπ’ ἀριθ. 210/2010 Κανονισμό τῆς Ἱερᾶς Συνόδου τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος ἀφορᾶ μόνο στήν προβλεπόμενη ἀπό τό ἄρθρο 3 παρ. 1 περ. β΄ ἁρμοδιότητα τῆς Διευθύνσεως Δημοσιονομικοῦ Ἐλέγχου νά διενεργεῖ, διά τοῦ Τμήματος Ἐκκλησιαστικοῦ Κατασταλτικοῦ Ἐλέγχου, κατασταλτικό ἔκτακτο ἔλεγχο νομιμότητας ἐπί τῶν Ἡσυχαστηρίων κατόπιν αἰτήματος τοῦ ἐπιχώριου Μητροπολίτη. Δέν θεμελιώνει ὁποιαδήποτε ἄλλη ἁρμοδιότητα τῆς Διευθύνσεως Δημοσιονομικοῦ Ἐλέγχου τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος νά διενεργεῖ προληπτικό ἤ τακτικό οἰκονομικό ἔλεγχο ἐπί τῆς οἰκονομικῆς διαχειρίσεως τῶν Ἱερῶν Ἡσυχαστηρίων,
13) ἡ παραπομπή τοῦ ὑπ’ ἀριθ. 337/2021 Κανονισμοῦ τῆς Ἱερᾶς Συνόδου τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος στόν ὑπ’ ἀριθ. 210/2010 Κανονισμό δέν καθιστᾶ τά Ἡσυχαστήρια ἐκκλησιαστικούς ὑπολόγους ὑπό τήν ἔννοια τοῦ ἄρθρου 5 παρ. 2 ἐδ. δεύτερο τοῦ Κανονισμοῦ ὑπ’ ἀριθ. 210/2010,
14) ὁ προβλεπόμενος στό ἄρθρο 6 παρ. 2 τοῦ ὑπ’ ἀριθ. 337/2021 Κανονισμοῦ κατασταλτικός (τακτικός ἤ ἔκτακτος) ἔλεγχος ἐπί τῆς νομιμότητας τῆς οἰκονομικῆς διαχειρίσεως τῶν ὑφισταμένων Ἡσυχαστηρίων διεξάγεται ἀνεξαρτήτως τῆς ὑπάρξεως ἤ μή ὑπόνοιας τελέσεως κανονικοῦ παραπτώματος καί εἶναι σύμφωνος μέ τήν ἔννοια τῆς καθιερούμενης στό ἄρθρο 39 παρ. 6 τοῦ ν. 590/1977 ἐποπτείας τοῦ ἐπιχωρίου Μητροπολίτη,
15) μέ τά ἄρθρα 6 παρ. 2 (ἐποπτεία ἐπί τῆς διαχειρίσεως) καί 15 παρ. 3 (ὅτι ὑπερισχύουν οἱ ρυθμίσεις τῶν κανονισμῶν τῶν Ἡσυχαστηρίων ἐκτός ἄν πρόκειται γιά ἐποπτεία Μητροπολίτη) τοῦ ὑπ’ ἀριθ. 337/2021 Κανονισμοῦ δέν προκαλεῖται παρέμβαση ἤ ἐπέμβαση τοῦ ἐπιχωρίου Μητροπολίτη στήν ὀργάνωση καί λειτουργία τῶν ὑφισταμένων Ἡσυχαστηρίων καί κατάργηση τοῦ αὐτοδιοίκητου χαρακτῆρα τους,
16) ἡ ἔνταξη μέ τό ἄρθρο 50 τοῦ ν. 4559/2018 τῶν Ἱερῶν Ἡσυχαστηρίων στά ἐκκλησιαστικά νομικά πρόσωπα ἰδιωτικοῦ δικαίου τοῦ ἄρθρου 1 παρ. 4 τοῦ ν. 590/1977, σέ συνδυασμό μέ τίς προβλέψεις του περί ἐκκλησιαστικῆς περιουσίας ἄρθρου 46 παρ. 2 τοῦ ἴδιου Καταστατικοῦ Χάρτη τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, δέν παρέχουν τήν δυνατότητα στόν ἐπιχώριο Μητροπολίτη ἤ σέ ἑτέρα ἐκκλησιαστική ἀρχή νά προβεῖ ἐρήμην τῶν ὑφισταμένων Ἡσυχαστηρίων σέ ὁποιαδήποτε τροποποίηση καί συμπλήρωση τῶν ἱδρυτικῶν κανονισμῶν τους μέ κανονισμό τῆς Διαρκοῦς Ἱερᾶς Συνόδου.
Συμπληρωματικῶς, ἡ ὡς ἄνω ἀπόφαση τοῦ Συμβουλίου τῆς Ἐπικρατείας ὑπ’ ἀριθ. 1067/2025 διέψευσε κάθε ἰσχυρισμό ὅτι ἡ προβλεπόμενη ἐκ τοῦ Κανονισμοῦ ὑπ’ ἀριθ. 337/2021 καί τοῦ ἄρθρου 39 παρ. 6 ἐδαφ. β τοῦ ν. 590/1977 ἐποπτεία τοῦ ἐπιχωρίου Μητροπολίτη στήν οἰκονομική διαχείριση τῶν Ἱερῶν Ἡσυχαστηρίων δῆθεν ἀναιρεῖ τήν αὐτοδιοίκηση τῶν Ἱερῶν Ἡσυχαστηρίων ἤ ὑποκρύπτει δυνατότητα μονομεροῦς ἐπεμβάσεως ἤ τροποποιήσεως τῶν ἱδρυτικῶν κειμένων τῶν Ἱερῶν Ἡσυχαστηρίων καί ἐπιβεβαίωσε ὅτι, ἀντιθέτως, ἀποβλέπει ἀποκλειστικῶς στόν ἔλεγχο τηρήσεως τῶν δικῶν τους ὀργανισμῶν/καταστατικῶν, τῆς ἰσχύουσας νομοθεσίας καί τῶν Ἱερῶν Κανόνων, γιά τόν λόγο ὅτι καί τά Ἱερά Ἡσυχαστήρια ἀποτελοῦν μοναστικά καθιδρύματα ἐντασσόμενα στό σῶμα τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος.
Ἐντολῇ καί Ἐξουσιοδοτήσει τῆς Ἱερᾶς Συνόδου
Ὁ Ἀρχιγραμματεύς
Ἀρχιμ. Ἰωάννης Καραμούζης