Ἀριθμ. Πρωτ. 3042
Διεκπ. 1411
Ἀθήνῃσι 23ῃ Ἰουνίου 2015
Πρός
τόν Ἀξιότιμο κ. Δημήτριο Στρατούλη
Ἀναπληρωτή Ὑπουργό Ἐργασίας,
Κοινωνικῆς Ἀσφαλίσεως καί Κοινωνικῆς Ἀλληλεγγύης
Ἐνταῦθα
Ἀξιότιμε κ. Ὑπουργέ,
Μέ τήν εὐκαιρία τῆς πρώτης ἐπισήμου ἐπικοινωνίας, σᾶς εὐχόμεθα καλή ἐπιτυχία καί εὐόδωση τῆς θητείας σας στό κρίσιμο καί πολυεύθυνο χαρτοφυλάκιο, τό ὁποῖο σᾶς ἀνέθεσε ὁ Πρόεδρος τῆς Κυβερνήσεως, ἐπ' ὠφελείᾳ τοῦ ἑλληνικοῦ λαοῦ.
Κατόπιν Ἀποφάσεως τῆς Διαρκοῦς Ἱερᾶς Συνόδου, ληφθείσης κατά τήν Συνεδρία τῆς 19ης Ἰουνίου ἐ.ἔ., ἀπευθυνόμεθα πρός σᾶς ἐπ’ εὐκαιρίᾳ τῆς καταθέσεως ἤδη στήν Βουλή τοῦ σχεδίου νόμου μέ τίτλο: «Μέτρα για την ανακούφιση των ΑμεΑ, την απλοποίηση της λειτουργίας των Κέντρων Πιστοποίησης Αναπηρίας (Κ.Ε.Π.Α.), την καταπολέμηση της εισφοροδιαφυγής και συναφή ασφαλιστικά ζητήματα» τοῦ Ὑπουργείου σας.
Στό ἄρθρο 30 τοῦ σχεδίου νόμου ἀνακαθορίζονται οἱ προϋποθέσεις χορηγήσεως συντάξεως σέ ἀνασφάλιστους ὑπερήλικες (ἄνω τῶν 67 ἐτῶν), οἱ ὁποῖες εἶχαν καθορισθεῖ μέ τό ἄρθρο πρῶτο παρ. ΙΑ.6 περίπτωση 5 τοῦ νόμου 4093/2012. Ἡ προτεινόμενη διάταξη τοῦ ἄρθρου 30 ἀναφέρει ὅτι καθορίζει νέες προϋποθέσεις χορηγήσεως τῆς παροχῆς, χωρίς νά ἀναφέρει ρητῶς ὅτι καταργεῖ ὁλόκληρο τό προγενέστερο ἄρθρο πρῶτο παρ. ΙΑ.6 περίπτωση 5 τοῦ νόμου 4093/2012.
Ἀντιθέτως, ἡ αἰτιολογική ἔκθεση τοῦ σχεδίου νόμου ὑπό τό ἄρθρο 30 (σελίς 22 αἰτιολ. ἐκθέσεως) διευκρινίζει, χωρίς αὐτό νά ἐπαναλαμβάνεται καί στό κείμενο τοῦ ἄρθρου 30, ὅτι : «Τέλος εξακολουθεί να ισχύει η διάταξη του Ν. 4093/2012 σύμφωνα με την οποία δεν δικαιούνται της σχετικής παροχής οι μοναχοί/ές που διαμένουν σε ιερές μονές και συντηρούνται από αυτές και όσοι εκτίουν ποινή φυλάκισης, ανεξαρτήτως λοιπών προϋποθέσεων». Συνε-πῶς, ὁ νομοθέτης ἔχει τήν πρόθεση νά διατηρήσει τήν ἐξαίρεση ἀπό τήν σύνταξη ἀνασφάλιστων ἡλικιωμένων, ἡ ὁποία ὑπῆρχε στό ἄρθρο πρῶτο παρ. ΙΑ.6 περίπτωση 5 ἐδάφ. β τοῦ νόμου 4093/2012 («Εξαιρούνται της παροχής οι μοναχοί/ές οι οποίοι διαμένουν σε Ιερές Μονές και συντηρούνται από αυτές … »).
Γιά τήν τελευταία αὐτή διάταξη ἡ Ἱερά Σύνοδος εἶχε καί κατά τό παρελθόν διατυπώσει τή διαφωνία της, καθώς εἰσάγει ἀδικαιολόγητη διάκριση κατά τήν χορήγηση κοινωνικῆς παροχῆς μέ κριτήριο τήν θρησκευτική πίστη καί τρόπο πνευματικῆς ζωῆς τοῦ δικαιούχου ἀνασφάλιστου ὑπερήλικα. Ὅπως ἐπίσης προκύπτει καί ἀπό τή διατύπωση τῆς ἐπίμαχης διατάξεως τοῦ νόμου 4093/2012, τῆς ὁποίας προτείνεται ἡ διατήρηση («μοναχοί/χές που διαμένουν σε ιερές μονές και συντηρούνται από αυτές»), ὁ νομοθέτης μᾶλλον ἔχει ἄγνοια ἤ ἐσφαλμένη εἰκόνα γιά τό περιεχόμενο τῆς κοινοβιακῆς ζωῆς στίς ὀρθόδοξες Ἱερές Μονές καί γιά τίς ἴδιες τίς Ἱερές Μονές. Προφανῶς, ὁ συντάκτης τῆς διατάξεως εἶχε τήν πεπλανημένη ἐντύπωση ὅτι κοινοβιακή ζωή σημαίνει ὅτι ὅσοι ἐγκαταβιοῦν σέ Ἱερά Μονή ἔχουν μόνο δικαιώματα διατροφῆς, περίθαλψης, φροντίδας κ.λπ. ἀπό κάποιο ὑποτιθέμενο ταμεῖο μέ ἀνεξάντλητα ἔσοδα, πού ἔχει ἡ Ἱερά Μονή. Τό ἀντίθετο ἰσχύει καί συμβαίνει: οἱ μοναχοί δέν συντηροῦνται ἀπό τίς Μονές, συντηροῦν τίς Μονές καί τίς Ἀδελφότητες, διότι κατά τούς Ἱερούς Κανόνες τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας προϋποτίθεται ὅτι ὅσοι ἐγκαταβιοῦν σέ Ἱερά Μονή ὑπόσχονται νά εἶναι ἀκτήμονες καί ἔχουν ὑποχρέωση νά παραχωροῦν τά εἰσοδήματά τους καί τήν προσωπική τους ἐργασία, ὥστε νά συνεισφέρουν στίς κοινές ἀνάγκες τῆς Ἀδελφότητος τῆς Μονῆς. Ὁ κοινοβιακός τρόπος ζωῆς στά ὀρθόδοξα μοναστήρια εἶναι ἄσκηση ἀμοιβαίας περιχωρήσεως μεταξύ τῶν μελῶν τῆς Ἀδελφότητος καί κοινῆς συμβολῆς στίς ὑλικές ἀνάγκες, ὄχι ἀπόλαυση ἐπιδομάτων καί παροχῶν πού χορηγεῖ ἡ Μονή, ὅπως μᾶλλον ὑπέθεσε ὁ νομοθέτης τοῦ νόμου 4093/2012 καί φαίνεται νά πιστεύει καί ἡ αἰτιολογική ἔκθεση τοῦ ἐν θέματι νομοσχεδίου.
Θεωροῦμε ὅτι ὑπό τό ἰσχῦον Σύνταγμα (4 παρ. 1, 13, 21 παρ. 3), ὅπως δέν ἐνδιαφέρει τόν νομοθέτη, κατά τόν καθορισμό τῶν προϋποθέσεων ἀπονομῆς τοῦ συγκεκριμένου κοινωνικοῦ δικαιώματος, ἐάν ὁ ἀνασφάλιστος ὑπερήλικας φιλοξενεῖται κάπου ἤ ἐάν τρίτος ἔχει ἀναλάβει τά ἔξοδα διαβιώσεώς του ἤ ὄχι (ἐκτός ἐάν λαμβάνει ἄλλη σύνταξη), ὁμοίως δέν πρέπει νά τόν ἐνδιαφέρει ἐάν ὁ ἀνασφάλιστος ὑπερήλικας διαβιοῖ σέ Ἱερά Μονή λόγῳ τῆς συνειδη-σιακῆς ἐπιλογῆς του νά ἀκολουθήσει τόν κοινοβιακό τρόπο ζωῆς βάσει τῶν θρησκευτικῶν του πεποιθήσεων. Καί τοῦτο, κυρίως ἀφοῦ, ὅπως ἐξηγήθηκε ἀνωτέρω, ἡ κοινοβιακή ζωή δέν σημαίνει ἀπόλαυση δικαιωμάτων, ἀλλά συμμετοχή σέ κοινές ὑποχρεώσεις. Τό Κράτος, πολλῷ δέ μᾶλλον μία θρησκευτικά οὐδέτερη Κυβέρνηση, δέν μπορεῖ νά ἐπικαλεῖται ὡς νομοθετικό ἐπιχείρημα τό γεγονός τῶν θρησκευτικῶν πεποιθήσεων καί τοῦ τρόπου ζωῆς πού ἐπέλεξε κάποιος δικαιοῦχος καί μάλιστα σέ βάρος του, δηλαδή προκειμένου νά τόν ἐξαιρέσει ἀπό τήν συμμετοχή σέ κοινωνικά δικαιώματα, παρ’ ὅτι πληροῖ τίς γενικῶς ἰσχύουσες προϋποθέσεις πού ὁ νόμος τάσσει. Καί εἶναι μᾶλλον ἄδικο καί ἄνισο ἡ ἐπίμαχη κοινωνική παροχή νά χορηγεῖται σέ ἄλλες κατηγορίες ἀνασφάλιστων ὑπερηλίκων, ἡμεδαπῶν ἤ ἀλλοδαπῶν πού διαμένουν νόμιμα στήν Ἑλλάδα, καί ὄχι σέ ὁρισμένους Ἕλληνες πολίτες, ἐπίσης ἀνασφάλιστους ἡλικιωμένους, μέ τό ἐπιχείρημα ὅτι ἐπέλεξαν νά διαμένουν σέ μία Ἱερά Μονή λόγῳ τῆς θρησκευτικῆς τους ἐπιλογῆς νά ἀκολουθήσουν τήν ἄσκηση τοῦ μοναχικοῦ βίου.
Μετά ταῦτα, παρακαλοῦμε νά διευκρινισθεῖ στό κατατεθέν νομοσχέδιο ὅτι καταργεῖται καί τό ἄρθρο πρῶτο παρ. ΙΑ.6 περίπτωση 5 ἐδάφιο β΄ τοῦ νόμου 4093/2012 κατά τό μέρος πού ἐξαιρεῖ ἀπό τήν κρίσιμη κοινωνική παροχή τούς ὑπερήλικες καί ἀνασφάλιστους μοναχούς.
Μέ τήν πεποίθηση ὅτι τυγχάνει τῆς κατανοήσεώς σας ἡ σημασία τῶν ὡς ἄνω ἐκτεθέντων καί μέ τήν ἐλπίδα ὅτι στόν σχεδιασμό καί στίς ἀποφάσεις σας θά συνεξετάσετε τίς σχετικές θέσεις τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, σᾶς ἀπευθύνουμε τήν εὐχή ὁ Θεός νά σᾶς εὐλογεῖ καί νά σᾶς ἐνισχύει στά εὐθυνοφόρα καθήκοντά σας.