(Για να διαβάσετε το κείμενο σε μορφή PDF, επιλέξτε εδώ)
Πρωτ. 4237
Ἀριθ. Διεκπ. 1921
Ἀθήνησι, τῇ 5ῃ Σεπτεμβρίου 2025
Πρός
τήν Ἱερά Ἀρχιεπισκοπή Ἀθηνῶν
τίς Ἱερές Μητροπόλεις τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος
τό Διορθόδοξο Κέντρο τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος
τήν Ἀποστολική Διακονία τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος
τίς Ἱερές Συνοδικές Μονές καί
τίς Ὑπηρεσίες τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος
Διά τοῦ παρόντος γνωστοποιεῖται ὅτι μέ τό ἄρθρο 26 παρ. 7 τοῦ ν. 5224/2025 (ΦΕΚ Α΄ 142/5.8.2025) νομοθετήθηκαν δύο εἰδικοί ὅροι γιά τήν νόμιμη διάδοση θρησκευτικῶν ἰδεῶν – διδασκαλίας, ὅταν αὐτή ἔχει ὡς σκοπό εἴτε τήν διάδοση τῶν θρησκευτικῶν πεποιθήσεων θρησκευτικῆς κοινότητας εἴτε τήν ἔνταξη νέων μελῶν σέ θρησκευτική κοινότητα.
Σημειώνεται ὅτι δέν ἔχει καταργηθεῖ τό ποινικό ἀδίκημα τοῦ παράνομου προσηλυτισμοῦ, ἐξακολουθεῖ νά προβλέπεται στό ἄρθρο 4 τοῦ ἀ.ν. 1363/1938 (ΦΕΚ Α΄ 305) καί ὁρίζεται στήν παρ. 2 τοῦ ἄρθρου ὡς ἑξῆς: «2. Προσηλυτισμός ἰδίᾳ εἶναι ἡ διά πάσης φύσεως παροχῶν ἤ δι' ὑποσχέσεως τοιούτων ἤ ἄλλης ἠθικῆς ἤ ὑλικῆς περιθάλψεως, διά μέσων ἀπατηλῶν, διά καταχρήσεως τῆς ἀπειρίας ἤ ἐμπιστοσύνης ἤ δι' ἐκμεταλλεύσεως τῆς ἀνάγκης, τῆς πνευματικῆς ἀδυναμίας ἤ κουφότητος ἄμεσος ἤ ἔμμεσος προσπάθεια πρός διείσδυσιν εἰς τήν θρησκευτικήν συνείδησιν ἑτεροδόξων ἐπί σκοπῷ μεταβολῆς τοῦ περιεχομένου αὐτῆς».
Οἱ νέες διατάξεις τοῦ ἄρθρου 26 παρ. 7 τοῦ ν. 5224/2025 ἰσχύουν γιά ὅλες τίς θρησκευτικές κοινότητες καί τούς θρησκευτικούς λειτουργούς τους χωρίς ἐξαίρεση, συνεπῶς καί γιά ὅλα τά ἐκκλησιαστικά νομικά πρόσωπα καί τούς ὀρθοδόξους κληρικούς τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος ὅταν ἀπευθύνονται σέ μή μέλη τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας ἤ γενικῶς στό κοινό (πού περιλαμβάνει καί μή μέλη τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας) ὑπό τίς κατωτέρω εἰδικές προϋποθέσεις.
Τό ἐπίμαχο ἄρθρο 26 παρ. 7 τοῦ ν. 5224/2025 προβλέπει ὅτι:
«7. Οι θρησκευτικές κοινότητες και οι θρησκευτικοί λειτουργοί, συμπεριλαμβανομένων αυτών της Ανατολικής Ορθοδόξου Εκκλησίας του Χριστού κατ’ άρθρο 3 του Συντάγματος και των θρησκευτικών λειτουργών της, όταν ενεργούν υπό την ιδιότητα του θρησκευτικού μέλους:
α) υποχρεούνται να δηλώνουν με τρόπο ρητό και σαφή τη θρησκευτική κοινότητα στην οποία ανήκουν:
αα) όταν εκδίδουν βιβλία, περιοδικά, και λοιπά έντυπα θρησκευτικού περιεχομένου ή παρουσιάζουν ραδιοφωνικές, τηλεοπτικές ή διαδικτυακές εκπομπές θρησκευτικού περιεχομένου ή αναρτούν κατά τρόπο συστηματικό ή οργανωμένο δημοσιεύσεις και υλικό που παρουσιάζει ή μεταδίδει θρησκευτική διδασκαλία σε διαδικτυακά μέσα δικτύωσης, επικοινωνίας και πληροφόρησης και σε κάθε ενημερωτικό ή πληροφοριακό υλικό που κυκλοφορούν, αποστέλλουν ή διαδίδουν με ευθύνη τους στο κοινό που δεν ανήκει στη θρησκευτική τους κοινότητα με οποιοδήποτε μέσο πληροφόρησης και επικοινωνίας εφόσον έχει ως σκοπό τη διάδοση των θρησκευτικών πεποιθήσεων της θρησκευτικής κοινότητας στην οποία ανήκουν ή την ένταξη νέων μελών στην θρησκευτική τους κοινότητα,
αβ) κατά τη συλλογική επικοινωνία τους με φυσικά πρόσωπα ή εκπροσώπους ή μέλη ενώσεων προσώπων ή νομικών προσώπων που δεν ανήκουν στη θρησκευτική τους κοινότητα, με οποιοδήποτε τρόπο επικοινωνίας και με σκοπό τη διάδοση των θρησκευτικών πεποιθήσεων της θρησκευτικής κοινότητας στην οποία ανήκουν ή την ένταξη νέων μελών στη θρησκευτική τους κοινότητα, και
β) να αποδέχονται την άρνηση επικοινωνίας των παραληπτών του θρησκευτικού υλικού και περιεχομένου των υποπερ. αα) και αβ) της περ. α) και να μην επαναλαμβάνουν την επικοινωνία για τους σκοπούς των ανωτέρων περιπτώσεων. Στον παραβάτη της παρούσας επιβάλλεται διοικητικό πρόστιμο, που καθορίζεται με την κοινή υπουργική απόφαση της παρ. 2 του άρθρου 62».
Ι. Δύο ὑποχρεώσεις κατά τήν μή ζητηθεῖσα ἐπικοινωνία – πληροφόρηση: δήλωση θρησκευτικῆς ταυτότητας, σεβασμός ἀρνήσεως ἐπικοινωνίας.
Τό ἄρθρο 26 παρ. 7 τοῦ ν. 5224/2025 καθιερώνει δύο βασικές ἀρχές πού διέπουν τήν μή ζητηθεῖσα ἐπικοινωνία – πληροφόρηση πρός τό κοινό ὅταν γίνεται ἀπό τίς θρησκευτικές κοινότητες καί τούς θρησκευτικούς λειτουργούς τους καί ἐφ’ ὅσον ἡ ἐπικοινωνία – πληροφόρηση ἔχει ὡς πρόθεση τήν διάδοση τῶν θρησκευτικῶν πεποιθήσεων ἤ τήν ἔνταξη νέων μελῶν σέ θρησκευτική κοινότητα :
α) ὅτι αὐτός πού ἀπευθύνεται στό κοινό ὀφείλει νά γνωστοποιεῖ προηγουμένως τήν θρησκευτική ταυτότητά του (π.χ. «εἶμαι Ὀρθόδοξος κληρικός τῆς Ἐνορίας ... ἤ/καί τῆς Ἱ. Μητροπόλεως ….» ἤ «εἶμαι μέλος τῶν Μαρτύρων τοῦ Ἰεχωβᾶ ἤ «εἶμαι μέλος τῆς Μητροπόλεως …. τοῦ “πατρώου ἡμερολογίου ἤ Γνησίων Ὀρθοδόξων Χριστιανῶν”» κ.λπ.) καί
β) ὅτι ἐάν ὁ παραλήπτης τῆς ἐπικοινωνίας ἀπαντήσει ὅτι δέν ἐπιθυμεῖ τήν ἐπικοινωνία, ἡ ἄρνησή του πρέπει νά γίνει σεβαστή καί νά μήν ἐνοχλεῖται ἐκ νέου γιά τούς ἀνωτέρω σκοπούς (διαδόσεως θρησκευτικῆς διδασκαλίας, προσελκύσεώς του ὡς πιστοῦ).
Οἱ παραπάνω βασικές ἀρχές δέν εἶναι νεοφυεῖς, ἀλλά ἀποτελοῦν μεταφορά στήν θρησκευτική νομοθεσία τῶν ὅμοιων ἀρχῶν τῆς εὐρωπαϊκῆς καί ἐθνικῆς νομοθεσίας περί τῆς διαφημίσεως καί εἰδικότερα περί τῆς μή ζητηθείσας ἐπικοινωνίας πού ἔχει ὡς σκοπό τήν προώθηση προϊόντων καί ὑπηρεσιῶν (ἄρθρα 9 παρ. 2 καί 5, 9Δ ν. 2251/1994, 11 ν. 3471/2006).
Ἡ νομοθετική λογική τοῦ ἄρθρου 26 παρ. 7 τοῦ ν. 5224/2025 εἶναι ὅτι ὁποιοσδήποτε ἀπευθύνεται μέ πρωτοβουλία του στό κοινό καί χωρίς νά τοῦ ἔχει ζητηθεῖ ἡ ἐπικοινωνία καί ἐφ’ ὅσον ἔχει σκοπό νά προωθήσει τίς θρησκευτικές πεποιθήσεις τῆς κοινότητάς του ἤ τήν προσέλκυση νέων πιστῶν, ὀφείλει νά σέβεται τίς ἀρχές τῆς ἀλήθειας, τῆς καλῆς πίστεως καί τήν προσωπικότητα τῶν παραληπτῶν τῆς μή ζητηθείσας ἐπικοινωνίας, ὅπως δηλαδή ἀκριβῶς ὑποχρεοῦται καί ὅποιος διαφημίζει προϊόντα - ὑπηρεσίες μέ σκοπό τήν προσέλκυση νέων καταναλωτῶν.
Εἶναι εὐνόητο ὅτι ἡ μή ζητηθεῖσα ἐπικοινωνία, πού γιά τόν παραλήπτη τοῦ μηνύματος ἐνέχει τό στοιχεῖο τοῦ αἰφνιδιασμοῦ του, πρέπει νά εἶναι εἰλικρινής καί διαφανής καί νά μήν προσπαθεῖ νά παραπλανήσει τόν παραλήπτη ἀποκρύπτοντάς του τήν ἀλήθεια, δηλαδή τήν θρησκεία - δόγμα πού ἐκπροσωπεῖ ὅποιος ἐπικοινωνεῖ μαζί του προσπαθώντας νά τοῦ μεταδώσει τήν θρησκευτική αὐτή διδασκαλία ἤ νά τόν ἐντάξει στήν θρησκευτική αὐτή κοινότητα.
ΙΙ. Ὑποχρέωση δηλώσεως θρησκευτικῆς ταυτότητας.
Εἰδικότερα τό πρῶτο σκέλος τοῦ ἄρθρου 26 παρ. 7 τοῦ ν. 5224/2025 τυποποιεῖ τήν ἑξῆς ὑποχρέωση:
α. Ὅλες oι θρησκευτικές κοινότητες (καί τά νομικά πρόσωπα τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας) καί οἱ θρησκευτικοί λειτουργοί τους (καί οἱ ὀρθόδοξοι κληρικοί), ὑπό τήν διπλή προϋπόθεση α) ὅτι ἐνεργοῦν ὑπό τήν ἰδιότητα τοῦ θρησκευτικοῦ μέλους (ὄχι ὅταν ἕνας κληρικός π.χ. ὑπό τήν ἰδιότητα τοῦ καθηγητῆ πανεπιστημίου δημοσιεύει βιβλίο ἤ μετέχει σέ ἐπιστημονικό συνέδριο) καί β) ὅτι ἔχουν ὡς σκοπό τήν διάδοση τῶν θρησκευτικῶν πεποιθήσεων τῆς θρησκευτικῆς κοινότητας στήν ὁποία ἀνήκουν ἤ τήν ἔνταξη νέων μελῶν σέ αὐτήν, ὑποχρεοῦνται νά δηλώνουν μέ τρόπο ρητό καί σαφῆ τήν θρησκευτική κοινότητα στήν ὁποία ἀνήκουν:
αα) στά βιβλία, περιοδικά καί λοιπά ἔντυπα θρησκευτικοῦ περιεχομένου πού ἐκδίδει ἡ θρησκευτική κοινότητα ἤ ὁ θρησκευτικός λειτουργός της καί ἐφ’ ὅσον ἔχουν τούς ἀνωτέρω σκοπούς (διάδοση θρησκευτικῶν πεποιθήσεων τῆς θρησκευτικῆς κοινότητας στήν ὁποία ἀνήκουν ἤ ἔνταξη νέων μελῶν στήν θρησκευτική τους κοινότητα).
ββ) στίς ραδιοφωνικές, τηλεοπτικές ἤ διαδικτυακές ἐκπομπές θρησκευτικοῦ περιεχομένου πού παρουσιάζει ἡ θρησκευτική κοινότητα (δηλαδή τά μέλη της πού ἐνεργοῦν κατ’ ἐντολήν της) ἤ ὁ θρησκευτικός λειτουργός της καί ἐφ’ ὅσον ἔχουν τούς ἀνωτέρω σκοπούς (διάδοση θρησκευτικῶν πεποιθήσεων τῆς θρησκευτικῆς κοινότητας στήν ὁποία ἀνήκουν ἤ ἔνταξη νέων μελῶν στήν θρησκευτική τους κοινότητα).
γγ) στίς ἀναρτήσεις δημοσιεύσεων καί ὑλικοῦ τό ὁποῖο παρουσιάζει ἤ μεταδίδει θρησκευτική διδασκαλία εἴτε συστηματικά εἴτε ὀργανωμένα σέ διαδικτυακά μέσα δικτυώσεως, ἐπικοινωνίας καί πληροφορήσεως (π.χ. Youtube, Facebook, Instagram, X/Twitter, Tiktok, Telegram, Vimeo, Dailymotion κ.λπ.) καί στίς ὁποῖες προβαίνει ἡ θρησκευτική κοινότητα (δηλαδή τά μέλη της πού ἐνεργοῦν κατ’ ἐντολήν της) ἤ ὁ θρησκευτικός λειτουργός της καί ἐφ’ ὅσον ἔχουν τούς ἀνωτέρω σκοπούς (διάδοση θρησκευτικῶν πεποιθήσεων τῆς θρησκευτικῆς κοινότητας στήν ὁποία ἀνήκουν ἤ ἔνταξη νέων μελῶν στήν θρησκευτική τους κοινότητα).
δδ) καί σέ κάθε ἐνημερωτικό ἤ πληροφοριακό ὑλικό (μέ ὁποιαδήποτε μορφή, ὑλική ἤ ψηφιακή κ.λπ.), πού κυκλοφορεῖ, ἀποστέλλει ἤ διαδίδει ἡ θρησκευτική κοινότητα (δηλαδή τά μέλη της πού ἐνεργοῦν κατ’ ἐντολήν της) ἤ ὁ θρησκευτικός λειτουργός της μέ εὐθύνη τους στό κοινό, τό ὁποῖο δέν ἀνήκει στήν θρησκευτική τους κοινότητα, καί μέ ὁποιοδήποτε μέσο πληροφορήσεως καί ἐπικοινωνίας καί ἐφ’ ὅσον ἔχουν τούς ἀνωτέρω σκοπούς (διάδοση θρησκευτικῶν πεποιθήσεων τῆς θρησκευτικῆς κοινότητας στήν ὁποία ἀνήκουν ἤ ἔνταξη νέων μελῶν στήν θρησκευτική τους κοινότητα).
εε) κατά τήν συλλογική ἐπικοινωνία (ὄχι ἀτομική ἐπικοινωνία) κάθε θρησκευτικῆς κοινότητας (μέσῳ τῶν μελῶν της πού ἐνεργοῦν κατ’ ἐντολήν της) ἤ θρησκευτικοῦ λειτουργοῦ της μέ φυσικά πρόσωπα ἤ ἐκπροσώπους ἤ μέλη ἑνώσεων προσώπων ἤ νομικῶν προσώπων πού δέν ἀνήκουν στήν θρησκευτική κοινότητα, μέ ὁποιοδήποτε τρόπο ἐπικοινωνίας, καί ἐφ’ ὅσον ἔχουν τούς ἀνωτέρω σκοπούς (διάδοση θρησκευτικῶν πεποιθήσεων τῆς θρησκευτικῆς κοινότητας στήν ὁποία ἀνήκουν ἤ ἔνταξη νέων μελῶν στήν θρησκευτική τους κοινότητα).
Κατά συνέπεια, ἀπό τήν ὡς ἄνω περίπτωση εε ἐξαιρεῖται μόνο ἡ ἀτομική ἐπικοινωνία (π.χ. συζήτηση) μέ θρησκευτικό περιεχόμενο μεταξύ, ἀφ’ ἑνός, προσώπου πού ἐνεργεῖ κατ’ ἐντολήν θρησκευτικῆς κοινότητας ἤ θρησκευτικοῦ λειτουργοῦ της καί, ἀφ’ ἑτέρου, προσώπου πού δέν εἶναι μέλος τῆς θρησκευτικῆς κοινότητας, ἀκόμα καί ἐάν ἔχει ὡς σκοπό τήν διάδοση θρησκευτικῶν πεποιθήσεων ἤ προσέλκυση νέων πιστῶν. Ἐάν ὅμως κατά τήν ἀτομική ἐπικοινωνία (π.χ. συζήτηση) γίνεται παράδοση ἐνημερωτικοῦ ἤ πληροφοριακοῦ ὑλικοῦ τῶν ἀνωτέρω περιπτώσεων ἤ γίνει ἑπόμενη ἐπικοινωνία καί παράδοση τέτοιου ὑλικοῦ, τότε καλοῦνται σέ ἐφαρμογή οἱ ἀνωτέρω προηγούμενες περιπτώσεις τοῦ ἄρθρου 26 παρ. 7 καί ἰσχύει ὅτι τό θρησκευτικό ἐνημερωτικό – πληροφοριακό ὑλικό πού παραδίδεται στόν συνομιλητή ἀπό τήν θρησκευτική κοινότητα (δηλαδή ἀπό τό μέλος πού ἐνεργεῖ κατ’ ἐντολήν της) ἤ τόν θρησκευτικό λειτουργό της πρέπει νά ἀναφέρει ἀπό ποιά θρησκευτική κοινότητα προέρχεται.
Εἶναι προφανές ἀπό τίς προδιαληφθεῖσες προϋποθέσεις ὅτι ἡ ὑποχρέωση δηλώσεως τῆς θρησκευτικῆς ταυτότητας ἀπό τίς θρησκευτικές κοινότητες, δηλαδή ἀπό τά μέλη τους, κατ’ ἐντολήν τῶν ὁποίων προβαίνουν στίς προαναφερθεῖσες δημόσιες θρησκευτικές δράσεις, ἤ ἀπό τόν θρησκευτικό λειτουργό τους δέν συντρέχει π.χ. ὅταν μία Ἱερά Μητρόπολη ἤ Ἐνορία διανέμει περιοδικά ἤ βιβλία σέ ἄτομα πού εἶναι ἤδη μέλη τῆς τοπικῆς Ἐκκλησίας ἤ ὅταν διανέμει σέ μία περιοχή ἐνημερωτικό ὑλικό πού δέν περιέχει θρησκευτική διδασκαλία (π.χ. πρόσκληση σέ ἐθελοντική αἱμοδοσία) ἤ ὅταν ἕνας κληρικός εἶναι καλεσμένος σέ ἐκπομπή πού δέν παρουσιάζει ὁ ἴδιος καί ἡ ἐκπομπή δέν γίνεται σέ θρησκευτικό ραδιόφωνο (σέ ἀντίθετη περίπτωση πρέπει νά ἀναφέρεται ἀπό τόν παρουσιαστή ἡ ἰδιότητά του) ἤ ὅταν συμμετέχει σέ ἀτομική συζήτηση γιά θεολογικά ζητήματα μέ μέλος τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας ἤ προβαίνει σέ ὁμαδική ἐπικοινωνία (π.χ. ὁμιλία) γιά θεολογικά ζητήματα μέ ὁμάδα προσώπων ἐπειδή τά πρόσωπα αὐτά ζήτησαν τήν θεολογική ἄποψή του καί δέν εἶχε τήν πρωτοβουλία καί τήν πρόθεση νά προσελκύσει νέους πιστούς, ἤ ὅταν συζητᾶ ἀτομικῶς μέ πρόσωπο πού δέν εἶναι μέλος τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας (π.χ. ἄθεος) ἀκόμα καί ἐάν προσπαθεῖ νά διαδώσει τήν ὀρθόδοξη χριστιανική διδασκαλία ἤ νά τόν ἐντάξει στήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία (ἐάν ὅμως παραδώσει ἐνημερωτικό ὑλικό π.χ. βιβλίο, τό ὑλικό αὐτό πρέπει νά ἀναφέρει ἀπό ποιά θρησκευτική κοινότητα προέρχεται).
Συντρέχει ὅμως ἡ ἐν λόγῳ ὑποχρέωση δηλώσεως θρησκευτικῆς ταυτότητας σέ βιβλία πού διανέμονται ἤ σέ ἐκπομπές ἤ κείμενα θρησκευτικῆς διδασκαλίας πού μεταδίδονται ἤ ἀναρτῶνται ἤ σέ φυλλάδια πού διανέμονται σέ κατοικίες μέ γενικούς τίτλους (π.χ. «ἐλᾶτε νά σᾶς μιλήσουμε γιά τόν Χριστό») καί στοιχεῖα ἐπικοινωνίας χωρίς νά δηλώνουν σαφῶς πρός τό κοινό, τούς ἀναγνῶστες ἤ παραλῆπτες αὐτοῦ του ὑλικοῦ, ἀπό ποιά θρησκευτική κοινότητα προέρχονται καί ἑπομένως ποιά θρησκευτική διδασκαλία προωθοῦν.
Πρακτικῶς οἱ ἀνωτέρω ὅροι ἐπικοινωνίας δέν σημαίνουν ἐπιβολή νέων ὑποχρεώσεων γιά τήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, διότι ἀπό ἐτῶν στίς ἐκκλησιαστικές ἱστοσελίδες, θρησκευτικά βιβλία, περιοδικά, φυλλάδια, ἐκκλησιαστικούς ραδιοφωνικούς σταθμούς, ἐκπομπές, διαδικτυακές ἀναρτήσεις τῶν ἐκκλησιαστικῶν νομικῶν προσώπων τοῦ ν. 590/1977, τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, τῆς Ἀποστολικῆς Διακονίας, τοῦ Διορθοδόξου Κέντρου τῶν Ἱερῶν Μητροπόλεων, Ἐνοριῶν, Μονῶν, Ἱερῶν Ἡσυχαστηρίων, Ἱερῶν Προσκυνημάτων κ.λπ. μέ σαφήνεια δηλώνεται πρός τό κοινό ἡ θρησκευτική ἐπωνυμία - ταυτότητα τῶν φορέων αὐτῶν. Ὁμοίως καί οἱ ὀρθόδοξοι κληρικοί δηλώνουν σαφῶς τήν ἰδιότητά τους ὅταν ἀναρτοῦν στό διαδίκτυο ἤ παρουσιάζουν σέ ἄλλα ἐνημερωτικά μέσα ἐκπομπές μέ σκοπό τήν διάδοση τῆς ὀρθόδοξης χριστιανικῆς διδασκαλίας ἤ ἐκδίδουν βιβλία καί ἔντυπα πού ἔχουν τόν ἀνωτέρω σκοπό καί δέν ἀποκρύπτουν τήν ἰδιότητά τους καί τήν κανονική ὑπαγωγή τους. Ἡ καλόπιστη καί ὀρθή αὐτή πρακτική δέον νά συνεχίσει νά τηρεῖται καί ὡς ἐπιβαλλόμενη ἐκ τοῦ νόμου πλέον.
Συμπερασματικῶς, οἱ προαναφερθέντες κανόνες βασικά ἀποβλέπουν νά καταστήσουν διαφανῆ καί μή παραπλανητική τήν μή ζητηθεῖσα ἐπικοινωνία – πληροφόρηση μέ θρησκευτικό περιεχόμενο πού διενεργεῖται ἀπό τίς θρησκευτικές κοινότητες καί τούς θρησκευτικούς τους λειτουργούς πρός πρόσωπα πού δέν εἶναι μέλη τῆς θρησκευτικῆς τους κοινότητας καί ἐφ’ ὅσον αὐτή ἡ ἐπικοινωνία – πληροφόρηση ἔχει ὡς σκοπό τήν διάδοση – προώθηση τῆς θρησκευτικῆς διδασκαλίας τους ἤ τήν προσέλκυση νέων μελῶν.
ΙΙΙ. Σεβασμός ἀρνήσεως ἐπικοινωνίας.
Εἰδικότερα τό δεύτερο σκέλος τοῦ ἄρθρου 26 παρ. 7 τοῦ ν. 5224/2025 τυποποιεῖ τήν ἑξῆς ὑποχρέωση:
Ὅλες oι θρησκευτικές κοινότητες (καί τά νομικά πρόσωπα τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας) καί οἱ θρησκευτικοί λειτουργοί τους (καί οἱ ὀρθόδοξοι κληρικοί) ὑποχρεοῦνται νά σέβονται τήν ἄρνηση ἐπικοινωνίας τῶν παραληπτῶν τοῦ θρησκευτικοῦ ὑλικοῦ καί περιεχομένου τῶν παραπάνω περιπτώσεων (βλ. ὡς ἄνω κεφ. ΙΙ) καί νά μήν ἐπαναλαμβάνουν τήν ἐπικοινωνία μέ τά πρόσωπα αὐτά γιά τούς σκοπούς τῶν ἀνωτέρων περιπτώσεων, δηλαδή τῆς διαδόσεως τῆς θρησκευτικῆς διδασκαλίας τους ἤ τήν προσελκύσεως νέων μελῶν.
Ἡ παράβαση τῶν ἀνωτέρω διατάξεων δέν ἀποτελεῖ ποινικό ἀδίκημα, ἀλλά διοικητική παράβαση πού ἔχει ὡς συνέπεια τήν ἐπιβολή χρηματικοῦ προστίμου ἀπό τό ἁρμόδιο ὄργανο, κατά τήν διαδικασία καί ὑπό τούς ὅρους καί τό ὕψος πού θά καθορισθεῖ ἀπό Κοινή Ὑπουργική Ἀπόφαση, ἡ ὁποία θά ἐκδοθεῖ μέ βάση τήν νομοθετική ἐξουσιοδότηση τοῦ ἄρθρου 62 παρ. 2 τοῦ ν. 5224/2025.
Καταληκτικῶς, διευκρινίζεται ὅτι τά ἐκκλησιαστικά νομικά πρόσωπα τοῦ ἄρθρου 1 παρ. 4 τοῦ ν. 590/1977 καί οἱ ὀρθόδοξοι κληρικοί εἶναι ὑπεύθυνοι γιά τήν τήρηση τῶν ἐν λόγῳ ὑποχρεώσεων τοῦ ἄρθρου 26 παρ. 7 τοῦ ν. 5224/2025 ὡς πρός τά δικά τους βιβλία, περιοδικά καί λοιπά ἔντυπα θρησκευτικοῦ περιεχομένου, ὡς πρός τίς δικές τους ραδιοφωνικές, τηλεοπτικές ἤ διαδικτυακές ἐκπομπές θρησκευτικοῦ περιεχομένου, ὡς πρός τίς δικές τους ἀναρτήσεις δημοσιεύσεων καί ὑλικοῦ θρησκευτικῆς διδασκαλίας στά δικά τους διαδικτυακά μέσα δικτυώσεως, ἐπικοινωνίας καί πληροφορήσεως, ὡς πρός τό δικό τους ἐνημερωτικό ἤ πληροφοριακό ὑλικό καί ὡς πρός τήν δική τους συλλογική ἐπικοινωνία μέ μή μέλη τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας. Δέν εἶναι σέ καμμία περίπτωση ὑπεύθυνοι γιά τό ἀντίστοιχο ὑλικό ἤ μέσα ἤ δράσεις ἤ ἐπικοινωνία, πού προέρχονται ἤ διενεργοῦνται ἀπό παντοειδεῖς ἰδιῶτες - φυσικά πρόσωπα, ἑνώσεις προσώπων (συλλόγους κ.λπ.) ἤ νομικά πρόσωπα (σωματεῖα, ἱδρύματα κ.λπ.) πού ἐνεργοῦν αὐτοβούλως καί προάγουν ἱεραποστολικούς χριστιανικούς σκοπούς χωρίς νά ἐλέγχονται (ἐποπτεύονται ἤ ἀνήκουν) στά νομικά πρόσωπα τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, τά ὁποῖα ἀπαριθμοῦνται στό ἄρθρο 1 παρ. 4 τοῦ ν. 590/1977 (ΦΕΚ Α΄ 146) καί χωρίς νά ἐνεργοῦν κατ’ ἐντολήν τῶν ἀνωτέρω νομικῶν προσώπων τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας.
Ἐντολῇ καί Ἐξουσιοδοτήσει τῆς Ἱερᾶς Συνόδου
Ὁ Ἀρχιγραμματεύς
Ἀρχιμ. Ἰωάννης Καραμούζης
Κοινοποίησις:
Διεύθυνσιν Προσωπικοῦ Ἱερᾶς Συνόδου