Επιλέξτε τη γλώσσα σας

Ἀριθμ. Πρωτ. 2653
Διεκπ. 1230
Ἀθήνῃσι 5ῃ Ἰουνίου 2014


Ἐτέθη ἐν ἰσχύι ὁ νόμος 4235/2014 «Διοικητικά μέτρα, διαδικασίες και κυρώσεις στην εφαρμογή της ενωσιακής και εθνικής νομοθεσίας στους τομείς των τροφίμων, των ζωοτροφών και της υγείας και προστασίας των ζώων και άλλες διατάξεις αρμοδιότητας του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων» (ΦΕΚ Α΄ 32/11.2.2014), διά τοῦ ὁποίου καί εἰς τό ἄρθρον 68 παρ. 1 ὑποπαρ. 4 καί 5α ἐτροποποιήθη ἡ παρ. 4 τοῦ ἄρθρου 1 καί ἀντικατεστάθη ἡ διάταξις τοῦ ἄρθρου 46 παρ. 3 τοῦ Καταστατικοῦ Χάρτου τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος – Κ.Χ.Ε.Ε. (ν. 590/1977) καί καθίστανται ἅπαντα τά ἐκκλησιαστικά Ἱδρύματα, Προσκυνήματα καί Μουσεῖα ὡς ἐκκλησιαστικά Νομικά Πρόσωπα Ἰδιωτικοῦ Δικαίου ὑπό προϋποθέσεις.

Συνολικῶς, ἡ διάταξις τοῦ ἄρθρου 1 παρ. 4 τοῦ Κ.Χ.Ε.Ε. (μετά καί τήν προσθήκην νέων ἐδαφίων ὑπό τοῦ ἄρθρου 68 παρ. 1 ὑποπαρ. 4 τοῦ ν. 4235/2014) ἔχει ὡς ἀκολούθως :
«Κατά τάς νομικάς αὐτῶν σχέσεις ἡ Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος, αἱ Μητροπόλεις, αἱ Ἐνορίαι μετά τῶν Ἐνοριακῶν αὐτῶν Ναῶν, αἱ Μοναί, ἡ Ἀποστολική Διακονία, ὁ ΟΔΕΠ, τό ΤΑΚΕ, τό Διορθόδοξον Κέντρον τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, εἶναι Νομικά Πρόσωπα Δημοσίου Δικαίου. Τό Ἐκκλησιαστικόν Ὀρφανοτροφεῖον Βουλιαγμένης, ὡς καί τά λοιπά Ἐκκλησιαστικά Καθιδρύματα τῆς Ἀρχιεπισκοπῆς Ἀθηνῶν καί τῶν Μητροπόλεων, τά λειτουργοῦντα μέχρι τῆς ἰσχύος τοῦ παρόντος καί κεκτημένα νομικήν προσωπικότητα, εἶναι Νομικά Πρόσωπα Ἰδιωτικοῦ Δικαίου, "ὅπως καί τά Ἱερά Προσκυνήματα τά ἐκκλησιαστικά Ἱδρύματα καί ἐκκλησιαστικά Μουσεῖα", λειτουργοῦν δέ ἐπί τῇ βάσει τῶν ὑφισταμένων μέχρι σήμερον ὀργανισμῶν αὐτῶν, οἵτινες δύνανται νά συμπληρῶνται καί νά τροποποιῶνται ἐφ' ἑξῆς διά κανονιστικῶν ἀποφάσεων, ἐκδιδομένων ὑπό "τῆς Ι.Σ.Ι ἤ τῆς Δ.Ι.Σ κατόπιν προτάσεως" τοῦ οἰκείου Ἀρχιερέως, δι' ὧν θά ρυθμίζωνται τά τῆς διοικήσεως, διαχειρίσεως, ἐλέγχου καί ἐν γένει λειτουργίας αὐτῶν, ὡς καί τά τῆς ὑπηρεσιακῆς ἐν γένει καταστάσεως τοῦ προσωπικοῦ αὐτῶν.»
*[Αἱ ἐντός εἰσαγωγικῶν ὑπογραμμισμέναι φράσεις τῆς παραγράφου 4 τοῦ ἄρθρου 1 τοῦ Κ.Χ.Ε.Ε. προσετέθησαν διά τῆς παραγράφου 1 ὑποπαρ. 4 τοῦ ἄρθρου 68 τοῦ ν. 4235/2014 (ΦΕΚ Α΄ 32/11.2.2014).]

Ἐπίσης συνολικῶς, ἡ διάταξις τοῦ ἄρθρου 29 παρ. 2 τοῦ Κ.Χ.Ε.Ε. (μετά καί τήν προσθήκην τῶν νέων ἐδαφίων ὑπό τοῦ ἄρθρου 68 παρ. 1 ὑποπαρ. 5α τοῦ ν. 4235/2014) ἔχει ὡς ἀκολούθως :
"2. Τά τῆς ὀργανώσεως, τῆς διοικήσεως καί τῆς ἐν γένει λειτουργίας τῶν Μητροπόλεων ρυθμίζονται δι' ἀποφάσεων τῆς Δ.Ι.Σ., δημοσιευομένων διά τῆς Ἐφημερίδος τῆς Κυβερνήσεως. Ἀποφάσεις ρυθμίζουσαι εἰδικῶς θέματα ἐπί μέρους Μητροπόλεων ἐκδίδονται κατά τά ἀνωτέρω, τῇ προτάσει τοῦ οἰκείου Ἀρχιερέως.

«Ἡ Δ.Ι.Σ. δύναται κατόπιν σχετικῆς προτάσεως τοῦ ἐπιχωρίου Μητροπολίτη, νά συστήνει μέ ἀποφάσεις της ἐκκλησιαστικά Ἱδρύματα γιά τήν προαγωγή μή κερδοσκοπικῶν φιλανθρωπικῶν, μορφωτικῶν, κοινωνικῶν καί πολιτιστικῶν σκοπῶν, τά ὁποῖα ἀποτελοῦν νομικά πρόσωπα ἰδιωτικοῦ δικαίου καί ἀποκτοῦν νομική προσωπικότητα ἀπό τῆς δημοσιεύσεως τῆς ἀπόφασης στήν Ἐφημερίδα τῆς Κυβερνήσεως. Μέ τήν ἀπόφαση αὐτή ἐγκρίνεται ὁ Κανονισμός τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ ἱδρύματος, ὁ ὁποῖος περιέχει τούς ἐν γένει κανόνες λειτουργίας καί διαχείρισής του, μέ τούς ὁποίους καθορίζεται ὁπωσδήποτε ἡ ἐπωνυμία, ἡ ἕδρα, ὁ σκοπός του καί τό ἐκκλησιαστικό νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου πού τό ἐκκλησιαστικό ἵδρυμα ἐπικουρεῖ, ἡ διοίκησή του, οἱ πόροι καί οἱ κανόνες διαχείρισης τῆς περιουσίας του, καθώς καί οἱ ὅροι διάλυσής του. Σέ περίπτωση διάλυσης τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ ἱδρύματος, ἡ περιουσία του περιέρχεται αὐτοδικαίως στό ἐκκλησιαστικό νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου, τούς σκοπούς τοῦ ὁποίου ἐπικουρεῖ. Ἐκκλησιαστικό Ἵδρυμα πού συστήθηκε γιά τή θεραπεία ὁρισμένου σκοποῦ καί διαχειρίζεται περιουσία, ἡ ὁποία διατέθηκε ἐν ζωῇ ἤ αἰτίᾳ θανάτου σέ νομικό πρόσωπο τοῦ ἄρθρου 1 παρ. 4 εἰδικά γι' αὐτόν τό σκοπό, δέν μεταβάλλει τό σκοπό του, εἰ μή μόνον ὑπό τούς ὅρους τοῦ ἄρθρου 109 τοῦ Συντάγματος καί τῆς κείμενης νομοθεσίας γιά τά κοινωφελῆ ἱδρύματα, ἀναλόγως ἐφαρμοζόμενης στήν περίπτωση αὐτή στά ἐκκλησιαστικά Ἱδρύματα.

Οἱ διατάξεις τῆς παρούσας παραγράφου ἐφαρμόζονται ἀναλόγως στά ἐκκλησιαστικά Μουσεῖα τῆς παραγράφου 5 τοῦ ἄρθρου 45 καί στά Ἱερά Προσκυνήματα τῆς παραγράφου 1 τοῦ ἄρθρου 59.»"
*[Τά ἐντός εἰσαγωγικῶν ὑπογραμμισμένα ἐδάφια 3, 4, 5, 6 τῆς παραγράφου 2 τοῦ ἄρθρου 29 τοῦ Κ.Χ.Ε.Ε. προσετέθησαν διά τῆς παραγράφου 1 ὑποπαρ. 5α τοῦ ἄρθρου 68 τοῦ ν. 4235/2014 (ΦΕΚ Α΄ 32/11.2.2014).]

Κατά δέ τήν μεταβατικήν διάταξιν τοῦ ἄρθρου 68, παράγραφος 1 ὑποπαρ. 5β τοῦ ν. 4235/2014 (ἡ ὁποία δέν ἐνεσωματώθη καί παραμένει ἐκτός κειμένου τοῦ Κ.Χ.Ε.Ε.) προβλέπεται ἐπίσης διά τά ἤδη ὑφιστάμενα Ἱδρύματα, Προσκυνήματα καί Μουσεῖα :
«β) Ἡ ἰσχύς τῆς προηγουμένης ρύθμισης γιά τά προϋφιστάμενα τοῦ παρόντος ἐκκλησιαστικά Ἱδρύματα ἀνατρέχει στό χρόνο δημοσίευσης κάθε Κανονισμοῦ στήν Ἐφημερίδα τῆς Κυβερνήσεως, ἀπό τόν ὁποῖο χρόνο θεωρεῖται ὅτι αὐτά ἔχουν ἀποκτήσει νομική προσωπικότητα. Κανονισμοί ἐκκλησιαστικῶν Ἱδρυμάτων, πού δέν πληροῦν τούς παραπάνω ὅρους, ὀφείλουν νά προσαρμοσθοῦν μέ ἀποφάσεις τῆς Δ.Ι.Σ. κατά τά ἀνωτέρω ἐντός ἀποκλειστικῆς προθεσμίας ἑνός ἔτους, διαφορετικά συνεχίζουν νά λειτουργοῦν ὡς ἀποκεντρωμένη ὑπηρεσία τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ νομικοῦ προσώπου δημοσίου δικαίου πού ἐπικουροῦν. Οἱ διατάξεις τῆς παρούσας παραγράφου ἐφαρμόζονται ἀναλόγως καί στά ἐκκλησιαστικά μουσεῖα τῆς παραγράφου 5 τοῦ ἄρθρου 45 καί τά Ἱερά Προσκυνήματα τῆς παραγράφου 1 τοῦ ἄρθρου 59.»

Α. Ἡ ἀναγκαιότης τῆς ρυθμίσεως

Εἰς ὅ,τι ἀφορᾷ εἰς τά ἐκκλησιαστικά Ἱδρύματα διευκρινίσθηκε τό ζήτημα τῆς νομικῆς των μορφῆς, τό ὁποῖο εἶχε ἀμφισβητηθεῖ ἀπό τήν Ὁλομέλεια τοῦ Νομικοῦ Συμβουλίου τοῦ Κράτους (Ν.Σ.Κ. Ὁλομ. 250/2005) μέ συνέπεια τήν ἀμφισβήτηση τῆς δυνατότητος λειτουργίας τῶν Ἱδρυμάτων ὡς ξεχωριστῶν νομικῶν προσώπων ἔναντι τοῦ νομικοῦ προσώπου (Μητροπόλεως, Ἐνορίας κ.λπ.), τό ὁποῖον τά ἐποπτεύει.

Tό N.Σ.Κ. θεώρησε, ὅτι ἐλλείψει ρητῆς μνείας εἰς τό ἄρθρον 29 παρ. 2 Κ.Χ.Ε.Ε., τά ἐκκλησιαστικά Ἱδρύματα, πού συνιστῶνται μέ Κανονισμούς, τούς ὁποίους ψηφίζει ἤ Δ.Ι.Σ. (εἰς τό πλαίσιον τῆς ἁρμοδιότητός Της νά ρυθμίζῃ «τά τῆς ὀργανώσεως, τῆς διοικήσεως καί τῆς ἐν γένει λειτουργίας τῶν Μητροπόλεων … καί εἰδικῶς θέματα ἐπί μέρους Μητροπόλεων … τῇ προτάσει τοῦ οἰκείου Ἀρχιερέως», ἄρθρον 29 παρ. 2 ἐδαφ. 1-2), δέν μποροῦν νά ἔχουν νομικήν προσωπικότητα (ἰδιωτικοῦ δικαίου), ἐάν δέν ἔχουν ἱδρυθῆ κατά τάς περί Ἱδρυμάτων διατάξεις τοῦ ΑΚ (108 ἑπομ.) ἤτοι ἄνευ ἐκδόσεως προεδρικοῦ διατάγματος.

Εἰς τήν ἐκκλησιαστικήν πρᾶξιν ἔχουν συσταθεῖ μέ Κανονισμούς ἐκκλησιαστικά Ἱδρύματα, τά ὁποῖα κατά τόν Κανονισμόν λειτουργίας των ἀνεφέροντο εἴτε ὡς «ἐξηρτημέναι ὑπηρεσίαι αὐτοτελοῦς διαχειρίσεως» τοῦ οἰκείου ἐκκλησιαστικοῦ Ν.Π.Δ.Δ. (Μητροπόλεως κ.λπ.) εἴτε ὡς «μή κερδοσκοπικά νομικά πρόσωπα ἰδιωτικοῦ δικαίου». Ἡ λειτουργία τῶν δευτέρων (ἅπαντα εἶχον λάβει Α.Φ.Μ., εἶχον ἀναπτύξει συναλλακτικάς ἐννόμους σχέσεις μέ τρίτους, εἶχον δηλωθεῖ ὡς ἐργοδόται εἰς τό Ι.Κ.Α. κ.λπ.) ἐτέθη ὑπό ἀμφισβητήσιν μετά τήν ἀνωτέρω γενομένην δεκτήν ὑπό τοῦ Ὑπουργοῦ Οἰκονομικῶν γνωμοδότησιν. Ὁ νομοθέτης ἔλυσε τό θέμα κατά διττόν τρόπον, διά παγίας καί μεταβατικῆς ρυθμίσεως τοῦ ν. 4235/ 2014.

Β. Αὐτοτελῆ καί μή αὐτοτελῆ ἐκκλησιαστικά Ἱδρύματα (αἱ νέαι ρυθμίσεις τῶν ἐδαφίων 3-6 τοῦ ἄρθρου 29 παρ. 2 τοῦ ν. 590/1977 καί ἡ ὑφισταμένη ρύθμισις τοῦ ἐδαφίου 2 τοῦ ἄρθρου 29 παρ. 2 τοῦ ν. 590/ 1977).

Αἱ ρυθμίσεις τοῦ ν. 4235/2014 συνεπάγονται ὅτι ἀπό τῆς ἐνάρξεως ἰσχύος τοῦ ν. 4235/2014 (11.2.2014) :

α) Ἅπαντα τά ὑφιστάμενα ἐκκλησιαστικά Ἱδρύματα τῶν ἐκκλησιαστικῶν Ν.Π.Δ.Δ. (Μητροπόλεων, Ἐνοριῶν, Μονῶν κ.λπ.) ἔχουν καταστεῖ Νομικά Πρόσωπα Ἰδιωτικοῦ Δικαίου ἀπό τῆς 11.2.2014 («αὐτοτελῆ Ἱδρύματα»), ἐφ' ὅσον διαθέτουν κανονισμόν λειτουργίας ἐγκεκριμένον ὑπό τῆς Δ.Ι.Σ. καί δημοσιευμένον εἰς τήν Ἐφημερίδα τῆς Κυβερνήσεως, διά τοῦ ὁποίου πρέπει να καθορίζεται : α) ἡ ἐπωνυμία, β) ἡ ἕδρα, γ) ὁ σκοπός του καί δ) τό ἐκκλησιαστικόν νομικόν πρόσωπον δημοσίου δικαίου, τό ὁποῖον ἐκκλησιαστικόν ἵδρυμα ἐπικουρεῖ (τοῦτο συνήθως προκύπτει ἤδη ἐκ τῆς ἐπωνυμίας τοῦ Ἱδρύματος, π.χ. Ἵδρυμα τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως τάδε), ε) ἡ διοίκησίς του, στ) οἱ πόροι καί ζ) οἱ κανόνες διαχειρίσεως τῆς περιουσίας του, καθώς καί η) οἱ ὅροι διαλύσεώς του (γιά ποῖον λόγον καί μέ ἀπόφασιν ποίου ὀργάνου διαλύεται). Ἑπομένως, τά ἐκκλησιαστικά Ἱδρύματα δικαιοῦνται νά ἔχουν δικόν τους Α.Φ.Μ., μερίδα ἰδιοκτησίας εἰς τό Ὑποθηκοφυλακεῖον, νά ἀπασχολοῦν καί νά ἀσφαλίζουν προσωπικόν ὡς ἐργοδόται, γενικῶς νά συνάπτουν συμβάσεις μετά τρίτων, νά ὑποβάλουν κατ' ἔτος φορολογικάς δηλώσεις, ἐν ὀλίγοις ἀναγνωρίζονται ὡς ὑποκείμενα δικαιωμάτων καί ὑποχρεώσεων, διαφορετικά τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ Ν.Π.Δ.Δ., τό ὁποῖον τά ἐποπτεύει.

β) Ἐάν ὑφιστάμενον ἐκκλησιαστικόν Ἵδρυμα ἔχει Κανονισμόν λειτουργίας, ὁ ὁποῖος ἔχει ἐλλιπεῖς ρυθμίσεις ὡς πρός τά ἀνωτέρω 8 θέματα (π.χ. ὁ Κανονισμός δέν κανονίζει τήν ἕδραν, κανόνας διαχειρίσεως, πόρους ἤ ὑπό ποίους ὅρους διαλύεται), δέον ὅπως ἐντός ἔτους, ἤτοι ἕως τήν 11.2.2015, νά προταθῇ ἀπό τόν οἰκεῖον Μητροπολίτην πρός τήν Δ.Ι.Σ. ἡ συμπλήρωσις τῶν ρυθμίσεων τοῦ ὑπάρχοντος Κανονισμοῦ του, νά ἐγκριθῇ ὑπό τῆς Δ.Ι.Σ. καί νά δημοσιευθῇ εἰς τό Φ.Ε.Κ., ὁπότε τό Ἵδρυμα καθίσταται Νομικόν Πρόσωπον Ἰδιωτικοῦ Δικαίου ἀναδρομικῶς (ἀπό τῆς δημοσιεύσεως εἰς τό Φ.Ε.Κ. τοῦ ἀρχικοῦ Κανονισμοῦ). Ἐάν ὁ τυχόν ἐλλιπής Κανονισμός δέν συμπληρωθῇ ἐντός ἔτους (11.2.2015), τότε τό Ἵδρυμα συνεχίζει νά λειτουργῇ, ἀλλά ὡς «ἀποκεντρωμένη ὑπηρεσία» αὐτοτελοῦς διαχειρίσεως τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ Νομικοῦ Προσώπου Δημοσίου Δικαίου («μή αὐτοτελές Ἵδρυμα»), τό ὁποῖον ἐπικουρεῖ, π.χ. τῆς οἰκείας Ἐνορίας, συνεπῶς δέν δικαιοῦται νά συνεχίσῃ νά ἔχῃ (ἤ νά ἀποκτήσῃ τό πρῶτον) δικόν του Α.Φ.Μ., νά ἀπασχολῇ καί νά ἀσφαλίζῃ προσωπικόν ὡς ἐργοδότης, νά συνάπτῃ συμβάσεις ἐπ' ὀνόματί του κ.λπ., ἀλλά θά συναλλάσσηται τό οἰκεῖον Ν.Π.Δ.Δ. π.χ. ἡ Μητρόπολις ἤ Ἐνορία ὑπό τόν ἰδικόν της Α.Φ.Μ. διά τάς ἀνάγκας τοῦ Ἱδρύματος.

γ) Κατά συνέπειαν, ἐάν ὑφίστανται δημοσιευμένοι Κανονισμοί Ἱδρυμάτων, οἱ ὁποῖοι δέν ρυθμίζουν κάτι ἐκ τῶν ἀνωτέρω ὀκτώ (8) θεμάτων καί ὁ οἰκεῖος ἐκκλησιαστικός φορεύς ἐπιθυμεῖ, ὥστε τό Ἵδρυμά του νά λειτουργῇ ὡς αὐτοτελές νομικόν πρόσωπον, δέον νά συμπληρωθῇ ὁ Κανονισμός του, ἐγκριθῇ ὑπό τῆς Δ.Ι.Σ. καί δημοσιευθῇ εἰς τό Φ.Ε.Κ. ἕως τήν 11.2.2015.

δ) Τά παραπάνω δέν σημαίνουν ὅτι εἶναι ὑποχρεωτικόν τά ἐκκλησιαστικά Ἱδρύματα, τῶν ὁποίων ὁ Κανονισμός λειτουργίας ἀναφέρει ὅτι εἶναι «ἀποκεντρωμέναι ὑπηρεσίαι», νά μετατραποῦν εἰς αὐτοτελῆ νομικά πρόσωπα, ἐάν μέχρι σήμερον δέν εἶχον λάβει Α.Φ.Μ. καί δέν εἶχον ἀναπτύξει ἐννόμους σχέσεις ἐπ' ὀνόματί των καί δέν ἐπιθυμοῦν νά μετατραποῦν εἰς νομικά πρόσωπα ἰδιωτικοῦ δικαίου. Κατά τήν διάταξιν τοῦ ἄρθρου 68 παρ. 1 ὑποπαρ. 5.β τοῦ ν. 4235/2014, τά Ἱδρύματα αὐτά συνεχίζουν νομίμως τήν λειτουργίαν των ὡς «ἀποκεντρωμέναι ἤ ἐξηρτημέναι ὑπηρεσίαι» τῆς οἰκείας Μητροπόλεως, Ἐνορίας, Μονῆς κ.λπ., ἐάν ὁ Κανονισμός των ἀναφέρῃ ὅτι ἔχουν νομικήν μορφήν ὑπηρεσίας αὐτοτελοῦς διαχειρίσεως.

ε) Ἐάν ὁ ὑπάρχων Κανονισμός ρυθμίζῃ τά ἀνωτέρω ὀκτώ θέματα καί ἤδη ἀναφέρῃ ρητῶς ὅτι τό Ἵδρυμα εἶναι νομικόν πρόσωπον ἰδιωτικοῦ δικαίου ἤ οὐδέν ἀναφέρῃ περί τῆς νομικῆς του μορφῆς (δέν διευκρινίζῃ ἐάν εἶναι νομικόν πρόσωπον ἤ εἶναι ἀποκεντρωμένη ὑπηρεσία αὐτοτελοῦς διαχειρίσεως), τότε ἐκ τοῦ νόμου (ἄρθρον 68 παρ. 1 ὑποπαρ. 5β τοῦ ν. 4235/2014) ἔχει αὐτοδικαίως καταστῆ νομικόν πρόσωπον ἰδιωτικοῦ δικαίου ἀναδρομικῶς ἀπό τῆς δημοσιεύσεως τοῦ ἱδρυτικοῦ τοῦ Κανονισμοῦ. Δύναται, πάντως, νά προταθῇ εἰς τήν Δ.Ι.Σ. ἡ ἐπαναφορά καί μετατροπή τοῦ Ἱδρύματος εἰς «ἀποκεντρωμένην ὑπηρεσίαν», μέ κατάλληλον προσθήκην σχετικῆς μνείας εἰς τόν Κανονισμόν λειτουργίας του, ἐάν δέν ὑπάρχῃ βούλησις νά λειτουργῇ ὡς νομικόν πρόσωπον.

στ) Ἐάν ὑφίστανται Κανονισμοί ἐκκλησιαστικῶν Ἱδρυμάτων, οἱ ὁποῖοι ἀναφέρουν ὅτι τό συσταθέν Ἵδρυμα ἀποτελεῖ «ἀποκεντρωμένην» ἤ «ἐξηρτημένην ὑπηρεσίαν» («αὐτοτελοῦς διαχειρίσεως μή κερδοσκοπικοῦ χαρακτῆρος») τῆς οἰκείας Μητροπόλεως, Ἐνορίας κ.λπ., ἀλλά τό Ἵδρυμα ἔχει ἀποκτήσει ἰδικόν του Α.Φ.Μ. καί συναλλάσσεται μέ τρίτους ἐπ' ὀνόματί του καί μέ τόν ἰδικόν του Α.Φ.Μ., ἐπιβάλλεται ἡ τροποποίησις ἐπί τό ὀρθόν τῆς διατάξεως τοῦ οἰκείου Κανονισμοῦ (εἰς τήν ὁποίαν γίνεται μνεία περί «ἐξηρτημένης» ἤ «ἀποκεντρωμένης ὑπηρεσίας») μέ ἔγκρισιν τῆς Δ.Ι.Σ., ὥστε πλέον ὁ Κανονισμός νά ἀναφέρῃ ὅτι πρόκειται περί «νομικοῦ προσώπου ἰδιωτικοῦ δικαίου» μή κερδοσκοπικοῦ χαρακτῆρος, ἐποπτευομένου ὑπό τῆς οἰκείας Μητροπόλεως, Ἐνορίας κ.λπ.. Σημειοῦται ὅτι ἡ ἀνάπτυξις συναλλαγῶν καί ἐν γένει ἐννόμων σχέσεων Ἱδρυμάτων ὑπό τόν ἰδικόν των Α.Φ.Μ. προϋποθέτει ὅτι εἶναι αὐτοτελῆ νομικά πρόσωπα, συνεπῶς ἐάν ὁ Κανονισμός των ἀναφέρῃ ὅτι εἶναι ὑπηρεσίαι τῆς οἰκείας Μητροπόλεως, Ἐνορίας κ.λπ. δέον – προκειμένου νά νομιμοποιηθῇ ἡ ἐν τοῖς πράγμασιν λειτουργία τοῦ Ἱδρύματος ὡς αὐτοτελοῦς νομικοῦ προσώπου– νά προταθῇ ὑπό τοῦ ἐπιχωρίου Μητροπολίτου ἡ διόρθωσις τοῦ οἰκείου ἄρθρου τοῦ Κανονισμοῦ καί ἡ ἀναφορά ὅτι τό ἐν λόγῳ Ἵδρυμα εἶναι νομικόν πρόσωπον ἰδιωτικοῦ δικαίου μή κερδοσκοπικοῦ χαρακτῆρος, ἐποπτευόμενον ὑπό τῆς οἰκείας Μητροπόλεως, Ἐνορίας, Μονῆς κ.λπ.

ζ) Ἐπίσης, εἶναι δυνατόν καί μετά τόν ν. 4235/2014 νά συνεχίσουν νά ἱδρύωνται καί ἐν τῷ μέλλοντι χρόνῳ «μή αὐτοτελῆ» ἐκκλησιαστικά Ἱδρύματα τῶν Ἱ. Μητροπόλεων, Μονῶν καί Ἐνοριῶν κ.λπ., ἤτοι Ἱδρύματα, τῶν ὁποίων ὁ Κανονισμός λειτουργίας θά ἀναφέρῃ ὅτι εἶναι ἀποκεντρωμέναι ὑπηρεσίαι τῆς οἰκείας Μητροπόλεως, Ἐνορίας, Μονῆς κ.λπ. Τά Ἱδρύματα αὐτά δύνανται νά ἱδρύωνται κατ' ἐπίκλησιν τῆς ὑπαρχούσης διατάξεως τοῦ ἄρθρου 29 παρ. 2 ἐδαφ. 2 τοῦ ν. 590/1977, ἡ ὁποία δέν κατηργήθη ὑπό τοῦ ἄρθρου 68 παρ. 1 ὑποπαρ. 5α-β. τοῦ ν. 4235/2014 καί κατ' ἐξουσιοδότησιν τῆς ὁποίας ἐξεδίδοντο μέχρι τοῦ ν. 4235/2014 οἱ Κανονισμοί λειτουργίας τῶν ἐκκλησιαστικῶν Ἱδρυμάτων.

η) Ἐπί πλέον διά προσθήκης εἰς τό ἄρθρον 1 παρ. 4 τοῦ ν. 590/1977 διευκρινίζεται ὅτι οἱ προϋφιστάμενοι τοῦ ν. 590/1977 Κανονισμοί τῶν ἐκκλησιαστικῶν Ἱδρυμάτων, Προσκυνημάτων ἤ Μουσείων τροποποιοῦνται ἐφ’ ἑξῆς «ὑπό τῆς Ι.Σ.Ι ἤ τῆς Δ.Ι.Σ κατόπιν προτάσεως τοῦ οἰκείου Ἀρχιερέως» (ἀναλόγως πρός τάς εἰδικοτέρας προβλέψεις περί ἁρμοδιότητος τῆς Ι.Σ.Ι. ἤ τῆς Δ.Ι.Σ. εἰς τά ἄρθρα 29 παρ. 2 (Ἱδρύματα), 45 παρ. 5 (Μουσεῖα) καί 59 παρ. 1 (Προσκυνήματα) ν. 590/1977) καί ὄχι ὑπό τοῦ ἐπιχωρίου Ἀρχιερέως ἄνευ ἐγκρίσεως τῆς Δ.Ι.Σ.

θ) Ὁρίζεται τέλος, ὅτι ἡ περιουσία διαλυομένου ἐκκλησιαστικοῦ Ἱδρύματος περιέρχεται αὐτοδικαίως (ἀκόμα καί ἐάν ὁ Κανονισμός σιωπᾷ περί τῆς τύχης τῆς περιουσίας) εἰς τό ἐκκλησιαστικόν Ν.Π.Δ.Δ., τό ὁποῖον ἐπικουρεῖ (Μητρόπολιν, Ἐνορίαν, Μονήν κ.λπ.). Τό αὐτό ἀναλόγως ἰσχύει καί ἐπί καταργήσεως Ἱ. Προσκυνήματος ἤ Ἐκκλησιαστικοῦ Μουσείου.

Γ. Ἱερά Προσκυνήματα καί Ἐκκλησιαστικά Μουσεῖα
Αἱ ρυθμίσεις τοῦ ἄρθρου 29 παρ. 2 ἐδαφ. 3-6 τοῦ ν. 590/1977 «ἰσχύουν ἀναλόγως» καί διά τά Ἱερά Προσκυνήματα καί Ἐκκλησιαστικά Μουσεῖα. Ὑπό τούς αὐτούς ὡς ἄνω ὅρους, δηλ. ἐάν ἔχουν Κανονισμόν ἐγκεκριμένον ὑπό τῆς Δ.Ι.Σ., ὁ ὁποῖος ρυθμίζει τά παραπάνω 8 θέματα, τότε καί τά ὑφιστάμενα Ἱερά Προσκυνήματα καί Ἐκκλησιαστικά Μουσεῖα ἔχουν καταστῆ Νομικά Πρόσωπα Ἰδιωτικοῦ Δικαίου μή κερδοσκοπικοῦ χαρακτῆρος ἀπό τῆς 11.2.2014.

Ἐάν ὁ Κανονισμός λειτουργίας των δέν ρυθμίζῃ τά 8 θέματα, τά ὁποῖα ἀπαριθμεῖ ἡ διάταξις τοῦ ἄρθρου 29 παρ. 2 ἐδαφ. 4 τοῦ ν. 590/1977 (α) ἡ ἐπωνυμία, β) ἡ ἕδρα, γ) ὁ σκοπός του καί δ) τό ἐκκλησιαστικόν νομικόν πρόσωπον, τό ὁποῖον ἐποπτεύει τό Ἱ. Προσκύνημα ἤ τό ἐκκλησιαστικόν Μουσεῖον (τοῦτο συνήθως προκύπτει ἤδη ἐκ τῆς ἐπωνυμίας του π.χ. Προσκύνημα ἤ Μουσεῖον τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως τάδε), ε) ἡ διοίκησίς του, στ) οἱ πόροι καί ζ) οἱ κανόνες διαχειρίσεως τῆς περιουσίας του, καθώς καί η) οἱ ὅροι διαλύσεώς του (διά ποῖον λόγον καί μέ ἀπόφασιν ποίου ὀργάνου διαλύεται), δίδεται καί διά τά Ἱερά Προσκυνήματα καί Ἐκκλησιαστικά Μουσεῖα προθεσμία ἕως τήν 11.2.2015, ὥστε νά προσαρμόσουν τόν Κανονισμόν λειτουργίας των.
Ἐν ἐναντίᾳ περιπτώσει συνεχίζουν νά λειτουργοῦν, ἀλλά ὡς ἀποκεντρωμέναι ὑπηρεσίαι τοῦ οἰκείου ἐκκλησιαστικοῦ Ν.Π.Δ.Δ. (τῆς οἰκείας Ἱ. Μητροπόλεως προκειμένου διά τά Ἱερά Προσκυνήματα) ἤ καί Ν.Π.Ι.Δ. (τῆς Μητροπόλεως ἤ Ἐνορίας ἤ Μονῆς ἤ ἐκκλησιαστικοῦ Ἱδρύματος ἤ Ἱεροῦ Προσκυνήματος κ.λπ. προκειμένου διά τά Ἐκκλησιαστικά Μουσεῖα).

Ἐκ τῶν παραπάνω καθίσταται σαφές ὅτι Ἐκκλησιαστικά Μουσεῖα δύνανται νά συστήσουν καί τά Ἐκκλησιαστικά Ν.Π.Δ.Δ. (Μητροπόλεις, Ἐνορίαι, Μοναί), ἀλλά καί τά Ἐκκλησιαστικά Ν.Π.Ι.Δ. (Προσκυνήματα, Ἱδρύματα) εἴτε ὡς αὐτοτελῆ νομικά πρόσωπα (ἰδιωτικοῦ δι-καίου μή κερδοσκοπικοῦ χαρακτῆρος) εἴτε ὡς μή αὐτοτελῆ Μουσεῖα (π.χ. ἀποκεντρωμένη ὑπηρεσία τῆς Μονῆς ἤ τοῦ Προσκυνήματος).

Δ. Μή ἐφαρμογή Κώδικος Κοινωφελῶν Περιουσιῶν (ν. 4182/2013) εἰς τά ἐκκλησιαστικά Ἱδρύματα – Ἀπογραφή «κοινωφελῶν περιουσιῶν» τῶν ἐκκλησιαστικῶν Ἱδρυμάτων
Ἐν κατακλεῖδι, ἔχει ἐπίσης ἐξηγηθῆ διά προγενεστέρου Ἐγκυκλίου Σημειώματος (ὑπ' ἀριθμ. 587/298/7.2.2014) ὅτι, εἰς τήν νέαν διάταξιν τοῦ ἄρθρου 29 παρ. 2 ἐδαφ. 3 τοῦ ν. 590/1977, εἰσήχθη διά τοῦ ν. 4235/2014 ἡ ἐξαίρεσις ἁπάντων τῶν Ἐκκλησιαστικῶν Ἱδρυμάτων, τά ὁποῖα διαχειρίζονται περιουσίας, αἱ ὁποῖαι διετέθησαν εἰς ἐκκλησιαστικούς φορεῖς ἐν ζωῇ ἤ αἰτίᾳ θανάτου, ἀπό τόν Κώδικα Κοινωφελῶν Περιουσίων (ν. 4182/ 2013, ΦΕΚ Α΄ 185/10.9.2013), αἱ διατάξεις τοῦ ὁποίου (ἄρθρα 10-11) προβλέπεται ὅτι ἐφαρμόζονται ἀναλόγως καί μόνον διά τήν ἐνδεχομένην μεταβολήν τοῦ σκοποῦ τῶν ἐκκλησιαστικῶν Ἱδρυμάτων, τά ὁποῖα διαχειρίζονται διατεθειμένας περιουσίας διά κοινωφελεῖς σκοπούς ἐν συνδυασμῷ πρός τό ἄρθρον 109 τοῦ Συντάγματος.

Διευκρινίζεται ὅτι ἡ ἀνωτέρω ἐξαίρεσις ἀπό τοῦ Κώδικος Κοινωφελῶν Περιουσιῶν ἀφορᾷ περιουσίας, αἱ ὁποῖαι διατέθησαν ἐν ζωῇ ἤ αἰτίᾳ θανάτου ὑπέρ ἐκκλησιαστικῶν νομικῶν προσώπων ὑπό τόν ὅρον ἱκανοποιήσεως ὡρισμένου κοινωφελοῦς σκοποῦ καί ὄχι κληροδοτήματα, τά ὁποῖα δέν κατελείφθησαν εἰς ἐκκλησιαστικά νομικά πρόσωπα, ἀλλά ἁπλῶς ὁ ἐπιχώριος Μητροπολίτης προεδρεύει τῆς Διαχειριστικῆς Ἐπιτροπῆς αὐτῶν, ἐπειδή οὕτως ὁρίζεται κατά τούς ὅρους τῆς δωρεᾶς ἤ διαθήκης.

Συνεπῶς, τά ἐκκλησιαστικά νομικά πρόσωπα, ὑπέρ τῶν ὁποίων ἔχουν διατεθῆ περιουσίαι ὑπό τόν ὅρον θεραπείας κοινωφελοῦς σκοποῦ, δύνανται : 1) νά συστήσουν κατά τό ἄρθρον 29 παρ. 2 τοῦ ν. 590/1977 Ἐκκλησιαστικόν Ἵδρυμα (εἴτε ὡς αὐτοτελές ἐκκλ. Ἵδρυμα –νομικόν πρόσωπον- εἴτε ὡς μή αὐτοτελές ἐκκλ. Ἵδρυμα –ἀποκεντρωμένη ὑπηρεσία αὐτοτελοῦς διαχειρίσεως), 2) ἤ νά ἐντάξουν τάς ἀνωτέρω περιουσίας εἰς ἤδη ὑφιστάμενον Ἐκκλησιαστικόν Ἵδρυμα ὡς ὁμάδα περιουσίας αὐτοτελοῦς διαχειρίσεως (διά τροποποιήσεως τοῦ Κανονισμοῦ των), τό ὁποῖον θά διαχειρίζηται τήν ἐν λόγῳ περιουσίαν ὡς αὐτοτελῆ ὁμάδα, σεβόμενον τούς ὅρους καί τούς σκοπούς τούς ὁποίους ἔταξεν ὁ δωρητής ἤ διαθέτης τῆς περιουσίας. Εἰς τοιαύτην περίπτωσιν αἱ ἐν λόγῳ περιουσίαι ἐξαιροῦνται τῶν διατάξεων τοῦ Κώδικος Κοινωφελῶν Περιουσιῶν (ν. 4182/2013 καί ἐφαρμόζονται ἀναλόγως μόνον αἱ διατάξεις διά τήν ἀλλαγήν τοῦ σκοποῦ των καί τό ἄρθρον 109 Συντάγματος).

Περαιτέρω, τά ἐν λόγῳ Ἐκκλησιαστικά Ἱδρύματα, τά ὁποῖα διαχειρίζονται κοινωφελεῖς περιουσίας, ἀκόμα καί ἐάν ἔχουν ἀποστείλει ἀναγγελίας περιουσιῶν πρός τάς Διευθύνσεις Κοινωφελῶν Περιουσιῶν τῶν Ἀποκεντρωμένων Διοικήσεων κατ' ἐφαρμογήν τοῦ ν. 4182/2013, μετά τήν 11.2.2014 δέν ὑπάγονται εἰς τάς διατάξεις τοῦ ν. 4182/2013. Ἐπιπλέον καί ὅσαι κοινωφελεῖς περιουσίαι δέν ἔχουν ἐνταχθῆ εἰς ἐκκλησιαστικά Ἱδρύματα, ἀλλά θά ἐνταχθοῦν μετά τήν 11.2.2014 εἰς ἐκκλησιαστικά Ἱδρύματα κατά τούς ὅρους τοῦ ἄρθρου 29 παρ. 2 τοῦ ν. 590/1977 ὁμοίως ἐξαιροῦνται τῶν διατάξεων τοῦ ν. 4182/2013.


Ἐντολῇ τῆς Ἱερᾶς Συνόδου

 

Ὁ Ἀρχιγραμματεύς




† Ὁ Διαυλείας Γαβριήλ