Ἐν Ἀθῆναις τῇ 13ῃ Ὀκτωβρίου 2004.
Πρός
Τήν Ἐξοχωτάτην
κ. Μαριέτταν Γιαννάκου.
Ὑπουργόν Ἐθνικῆς Παιδείας καί Θρησκευμάτων.
Ἐνταῦθα.
Ἐξοχωτάτη κυρία Ὑπουργέ,
Ἡ Ἱερά Σύνοδος τῆς Ἁγιωτάτης Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, ἐν τῷ πλαισίῳ τῆς ἀδιαπτώτου μερίμνης Αὐτῆς, παρακολουθεῖ μετ’ ἰδιαιτέρου ἐνδιαφέροντος καί τά ἀφορῶντα εἰς τόν Ἱερόν Κλῆρον τῆς Ἐκκλησίας ἡμῶν. Οἱ Κληρικοί τῆς Ἁγίας ἡμῶν Ἐκκλησίας εἶναι οἱ λειτουργοί τῶν Μυστηρίων τοῦ Θεοῦ, οἱ διάκονοι τοῦ πιστοῦ λαοῦ, οἱ ἔμψυχοι φορεῖς τῆς Ἑλληνορθοδόξου Παραδόσεως τοῦ Ἔθνους ἡμῶν. Ἐξαίρετον θέσιν ἐν αὐτοῖς κατέχουν οἱ πολύτεκνοι Ἱερεῖς ἡμῶν, οἱ ὁποῖοι διά τῆς οἰκογενειακῆς αὐτῶν εὐλογίας συμβάλλουν σημαντικῶς καί εὐεργετικῶς διά τήν Χώραν ἡμῶν εἰς τήν ἀντιμετώπισιν τοῦ δημογραφικοῦ προβλήματος αὐτῆς.
Ὅθεν, μεθ’ ἱκανοποιήσεως μεγάλης, ἐπληροφορήθημεν τήν ἀπόφασιν τῆς Κυβερνήσεως (Ν. 3255/2004, ἄρθρον 6, παρ. 3), κατά τήν ὁποίαν «Ἀπό τήν ἔναρξη τοῦ σχολικοῦ ἔτους 2004 - 2005 καί ἐφεξῆς οἱ πολύτεκνοι ἐκπαιδευτικοί μέ τέκνα, τά ὁποῖα εἶναι ἀνήλικα ἤ ὑπηρετοῦν τή στρατιωτική τους θητεία ἤ σπουδάζουν ἐγγράφονται μέχρι 30 Ἰουλίου κάθε ἔτους σέ εἰδικό πίνακα καί διορίζονται σέ θέσεις ἐκπαιδευτικῶν τῶν Κλάδων ΠΕ πρωτοβαθμίας καί δευτεροβαθμίας ἐκπαίδευσης ἀνεξάρτητα ἀπό τή συμμετοχή τους σέ διαγωνισμό τοῦ Α.Σ.Ε.Π. Γιά τό σκοπό αὐτό συνιστῶνται οἱ ἀναγκαῖες θέσεις ἐκπαιδευτικῶν. Μέ κοινή ἀπόφαση τῶν Ὑπουργῶν Οἰκονομίας καί Οἰκονομικῶν καί Ἐθνικῆς Παιδείας καί Θρησκευμάτων καθορίζεται ὁ ἀριθμός τῶν διοριζομένων ἐκπαιδευτικῶν κατά τίς διατάξεις τῆς παρούσας παραγράφου κατά κλάδο καί εἰδικότητα. Μέ ἀπόφαση τοῦ Ὑπουργοῦ Ἐθνικῆς Παιδείας καί Θρησκευμάτων καθορίζονται τά εἰδικότερα κριτήρια τῆς σειρᾶς διορισμοῦ τῶν ὑποψηφίων», ὑπό τόν ὅρον ὅτι «Οἱ διατάξεις τῆς παρούσας παραγράφου δέν ἐφαρμόζονται γιά τούς ἐκπαιδευτικούς πού ὑπηρετοῦν κατά τήν ἔναρξη ἰσχύος τοῦ παρόντος νόμου στόν εὐρύτερο δημόσιο τομέα ὡς μόνιμοι ὑπάλληλοι ἤ μέ σχέση ἐργασίας ἀορίστου χρόνου, καθώς καί στήν ἰδιωτική ἐκπαίδευση μέ σχέση ἐργασίας ἀορίστου χρόνου».
Παρά ταῦτα καί παρά τάς ἐπανειλημμένας ἐξαγγελίας τῆς Ἐντίμου Ἑλληνικῆς Κυβερνήσεως ὑπέρ τῶν πολυτέκνων οἰκογενειῶν ἀφ’ ἑνός καί ὑπέρ τῆς ἀνεκτιμήτου προσφορᾶς τοῦ Ἱεροῦ Κλήρου εἰς τό Ἔθνος ἀφ’ ἑτέρου, διεπιστώσαμεν μετά θλίψεως ὅτι αἱ Διευθύνσεις Δευτεροβαθμίου Ἐκπαιδεύσεως ἠρνήθησαν νά δεχθοῦν αἰτήσεις διορισμοῦ τῶν πολυτέκνων Ἐφημερίων Ἐκπαιδευτικῶν μέ τήν δικαιολογίαν ὅτι καί οὗτοι ἀποτελοῦν ὑπαλλήλους τοῦ εὐρυτέρου δημοσίου τομέως.
Τό ὡς εἴρηται γεγονός διεξῆλθεν ἡ Διαρκής Ἱερά Σύνοδος τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος ἐν τῇ Συνεδρίᾳ Αὐτῆς τῆς 11ης ὁδεύοντος μηνός Ὀκτωβρίου ἐ.ἔ. καί ἀπεφάσισεν ὅπως ἀπευθυνθῇ τῇ ὑμετέρᾳ Ἐξοχότητι καί γνωρίσῃ αὐτῇ τά ὡς κάτωθι :
Οἱ Ἐφημέριοι Ἐκπαιδευτικοί δέν ἀνήκουν εἰς τάς ἐξαιρέσεις τῆς ὡς ἄνω διατάξεως, διότι οὔτε ὑπάλληλοι εἶναι, οὔτε ὑπηρετοῦν εἰς τόν εὐρύτερον δημόσιον τομέα. Τοῦτο προκύπτει ἐκ τῆς παραγράφου 6 τοῦ ἄρθρου 1 τοῦ Ν. 1256/1982, κατά τόν ὁποῖον εἰς τόν δημόσιον τομέα « ... περιλαμβάνονται ὅλοι οἱ ΚΡΑΤΙΚΟΙ φορεῖς ἀνεξάρτητα ἀπό τό καθεστώς δημοσίου ἤ ἰδιωτικοῦ ἤ μικτοῦ δικαίου πού τούς διέπει, ἤτοι: α) οἱ Κρατικές ἤ Δημόσιες ὑπηρεσίες, ὅπως ἐκπροσωποῦνται ἀπό τό νομικό πρόσωπο τοῦ Δημοσίου, β) οἱ Κρατικοί ἤ Δημόσιοι Ὀργανισμοί σάν κρατικά νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου, γ) οἱ Κρατικές ἤ Δημόσιες καί παραχωρηθεῖσες ἐπιχειρήσεις ὅπως ἡ Δημόσια Ἐπιχείρηση Ἠλεκτρισμοῦ, ὁ Ὀργανισμός Τηλεπικοινωνιῶν Ἑλλάδος, ἡ Ἑλληνική Ραδιοφωνία - Τηλεόραση κ.λπ., δ) τά Κοινωφελῆ Ἱδρύματα τοῦ Ἀστικοῦ Κώδικα πού περιῆλθαν στό Δημόσιο καί χρηματοδοτοῦνται ἤ ἐπιχορηγοῦνται ἀπ' αὐτό, ε) οἱ Τραπεζιτικές καί ἄλλες ἀνώνυμες ἑταιρεῖες στίς ὁποῖες εἴτε τά κατά τίς προηγούμενες περιπτώσεις νομικά πρόσωπα ἔχουν τό σύνολο ἤ τήν πλειοψηφία τῶν μετοχῶν τοῦ ἑταιρικοῦ κεφαλαίου, εἴτε ἔχουν κρατικό προνόμιο ἤ κρατική ἐπιχορήγηση, ὅπως ἡ Τράπεζα τῆς Ἑλλάδος, ἡ Ἀγροτική Τράπεζα, ἡ Ἐθνική Τράπεζα, ἡ Κτηματική Τράπεζα, ἡ Ἐμπορική Τράπεζα, ἡ Ἑλληνική Τράπεζα Βιομηχανικῆς Ἀναπτύξεως κ.ἄ., στ) τά κρατικά νομικά πρόσωπα πού ἔχουν χαρακτηρισθεῖ ἀπό τό νόμο ἤ τά δικαστήρια ὡς νομικά πρόσωπα ἰδιωτικοῦ δικαίου, ὅπως ὁ Ὀργανισμός Συγκοινωνιῶν Ἑλλάδος, ὁ Αὐτόνομος Σταφιδικός Ὀργανισμός κ.ἄ. πού χρηματοδοτοῦνται ἤ ἐπιχορηγοῦνται ἀπό ὁποιοδήποτε τῶν προαναφερομένων νομικῶν προσώπων, ζ) οἱ θυγατρικές ἀνώνυμες ἑταιρεῖες τῶν πιό πάνω Νομικῶν Προσώπων τῶν ἐδαφίων α´ - στ´ αὐτῆς τῆς παραγράφου πού ἐλέγχονται ἄμεσα ἤ ἔμμεσα ἀπό αὐτά».
Ἐκ τῆς ὡς ἄνω διατάξεως, διαλαμβανούσης περί "κρατικῶν φορέων" καί περί "κρατικῶν νομικῶν προσώπων δημοσίου δικαίου" συνάγεται ἀνενδοιάστως ὅτι εἰς τόν τομέα αὐτόν δέν περιλαμβάνεται ἡ Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος, διότι Αὕτη χαρακτηρίζεται μέν ὑπό τοῦ νόμου (ἄρθρον 1 παράγρ. 4 τοῦ Ν. 590/1977) ὡς νομικόν πρόσωπον δημοσίου δικαίου, ἀλλ’ ὅμως δέν εἶναι "κρατικόν νομικόν πρόσωπον", δηλαδή δέν ἀσκεῖ κατά παραχώρησιν τοῦ Κράτους ἐξουσίαν κρατικήν, δηλονότι ἐξουσίαν τήν ὁποίαν, ἐάν δέν ὑπῆρχε τό νομικόν αὐτό πρόσωπον, θά ἤσκει τό Κράτος.
Ἡ ὡς ἄνω διάταξις τοῦ ἄρθρου 1 παρ. 6 τοῦ Ν. 1256/1982 ἐτροποποιήθη ἐν μέρει μέ τό ἄρθρον 51 παρ. 1 τοῦ Ν. 1892/1990, τῆς τροποποιήσεως αὐτῆς συνισταμένης μόνον εἰς περιορισμόν τῆς ἐκτάσεως τοῦ δημοσίου τομέα, διότι δι' αὐτῆς ὁρίζεται ὅτι : «Ὁ κατά τίς διατάξεις τοῦ ἄρθρου 1 παρ. 6 τοῦ Ν. 1256/1982 δημόσιος τομέας περιλαμβάνει ΜΟΝΟ : α)Τίς κάθε εἴδους δημόσιες ὑπηρεσίες, πού ὑπάγονται στό νομικό πρόσωπο τοῦ Δημοσίου καί ἐκπροσωποῦνται ἀπό αὐτό, β) τά κάθε εἴδους ν.π.δ.δ., ἐξαιρουμένων τῶν Χρηματιστηρίων Ἀξιῶν, εἴτε αὐτά ἀποτελοῦν ὀργανισμούς κατά τόπο, εἴτε καθ' ὕλην αὐτοδιοίκησης, γ) τίς κάθε εἴδους κρατικές ἤ δημόσιες καί παραχωρηθεῖσες ἐπιχειρήσεις καί ὀργανισμούς, δ) τίς τράπεζες πού ἀνήκουν στό νομικό πρόσωπο τοῦ Δημοσίου, εἴτε στό σύνολό τους, εἴτε κατά πλειοψηφία καί ε) τίς κάθε εἴδους θυγατρικές ἑταιρεῖες τῶν νομικῶν προσώπων πού ἀναφέρονται στίς περιπτώσεις β´ καί γ´ αὐτοῦ τοῦ ἄρθρου, ἐκτός ἀπό τίς ἐπιχειρήσεις τῶν Ο.Τ.Α.».
Συνεπῶς ἡ βασική ἀρχή ἡ ὁποία τίθεται μέ τό ἄρθρον 1 παρ. 6 τοῦ Ν. 1256/1982 ὅτι δηλαδή εἰς τόν δημόσιον τομέα περιλαμβάνονται ΚΡΑΤΙΚΟΙ ΦΟΡΕΙΣ ΚΑΙ ΚΡΑΤΙΚΑ ΝΟΜΙΚΑ ΠΡΟΣΩΠΑ ΔΗΜΟΣΙΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ οὐδόλως ἐθίγη.
Ἐν ὄψει τῶν ἀνωτέρω ἡ Ἐκκλησία δέν περιλαμβάνεται εἰς τόν "δημόσιον τομέα" διότι δέν εἶναι "κρατικό νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου" ὑπό τήν ἐκτεθεῖσαν ἔννοιαν. Καί εἰς μέν τήν παρ. 1 τοῦ ἄρθρου 51 τοῦ Ν. 1892/1990 ὁρίζεται (περίπτωσις β´) ὅτι εἰς τόν δημόσιον τομέα περιλαμβάνονται καί "τά κάθε εἴδους ν.π.δ.δ.", τοῦτο ὅμως δέν σημαίνει ὅτι περιλαμβάνεται εἰς αὐτόν καί ἡ Ἐκκλησία, διότι ἡ ἔκφρασις "κάθε εἴδους" νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου συνοδεύεται ἀπό τήν διευκρίνησιν "εἴτε αὐτά ἀποτελοῦν ὀργανισμούς κατά τόπο, εἴτε καθ' ὕλην αὐτοδιοίκησης", τοιαύτην δέ αὐτοδιοίκησιν κρατικοῦ χαρακτῆρος δέν ἀσκεῖ ἡ Ἐκκλησία.
Ἄλλωστε ἡ διάταξις αὐτή πρέπει νά ἑρμηνευθῇ εἰς τό πλαίσιον τῆς μή θιγείσης, κατά τοῦτο, ἀρχῆς τήν ὁποίαν θέτει τό ἄρθρον 1 παρ. 6 τοῦ Ν. 1256/1982 διά τοῦ ὁποίου ὁρίζεται ὅτι εἰς τόν δημόσιον τομέα περιλαμβάνονται "ΚΡΑΤΙΚΟΙ ΦΟΡΕΙΣ" ἡ δέ Ἐκκλησία δέν εἶναι "ΚΡΑΤΙΚΟΣ ΦΟΡΕΥΣ", δέν εἶναι Κράτος.
Ὅθεν, παρακαλοῦμεν ὑμᾶς νά ἐπιληφθῆτε διά τήν ἐφαρμογήν τῶν νομίμων διατάξεων, προκειμένου νά ἀποφευχθοῦν ἐνδεχόμεναι ἐνστάσεις καί δικαστικαί προσφυγαί. Γνωρίζομεν τήν εὐαισθησίαν ὑμῶν εἰς τά ἐκκλησιαστικά ζητήματα καί εὐελπιστοῦμεν εἰς τήν ἄμεσον ἀνταπόκρισιν ὑμῶν καί εἰς τήν ἐπίλυσιν τοῦ ἀνακύψαντος προβλήματος μέ τήν ἀποδοχήν τῶν αἰτήσεων διορισμοῦ τῶν πολυτέκνων ἐκπαιδευτικῶν Κληρικῶν. Διά τήν παραμικράν ἐνδεχομένην ἀμφιβολίαν περί τῆς ὀρθότητος τῶν νομικῶν ἡμῶν ἰσχυρισμῶν, παρακαλοῦμεν θερμῶς νά ζητηθῆ γνωμοδότησις ἀπό τούς Νομικούς τοῦ Συμβουλίου τοῦ Κράτους τοῦ ΥΠ.Ε.Π.Θ.
Ἐπί πᾶσι δέ τούτοις, ἐπικαλούμενοι ἐφ' ὑμᾶς δαψιλῆ τήν εὐλογίαν τοῦ Θεοῦ, εὐχόμεθα, ὅπως ὁ Δοτήρ παντός ἀγαθοῦ κρατύνῃ καί ἐνισχύῃ τήν ὑμετέραν Ἐξοχότητα ἐν πᾶσι καί διατελοῦμεν μετά τῆς ἐν Κυρίῳ ἀγάπης.