ΑΡΙΘΜ. ΠΡΩΤ. 890
20 Μαρτίου 2001
ΑΡΙΘΜ. ΔΙΕΚΠ. 496
Πρός
Τόν Ἀξιότιμον
κ. Daniel J. O' Grady
Ἀναπληρωτήν Διευθυντήν τοῦ
Τμήματος Πολιτικῶν Ὑποθέσεων
τῆς Ἀμερικανικῆς Πρεσβείας.
Ἐνταῦθα.
Ἐκ Συνοδικῆς Ἀποφάσεως ληφθείσης ἐν τῇ Συνεδρίᾳ τῆς Διαρκοῦς Ἱερᾶς Συνόδου τῆς 7ης λήγοντος μηνός Μαρτίου ἐ.ἔ. καί κατόπιν Εἰσηγήσεως τῆς Συνοδικῆς Ἐπιτροπῆς Ἀνθρωπίνων Δικαιωμάτων ἀναφερομένης εἰς τήν περί τῶν ἐν Ἑλλάδι θρησκευτικῶν ἐλευθεριῶν Ἔκθεσιν τοῦ STATE DEPARTMENT (1999 - 30.6.2000) γνωρίζομεν ὑμῖν, ὅτι ἡ Ἱερά Σύνοδος ἐν τῇ ῥηθείσῃ Συνεδρίᾳ Αὐτῆς ἀπεφάσισεν ὅπως γνωρίσῃ ὑμῖν τά ὡς κάτωθι :
1. Ἡ ἔκθεσις προβαίνει εἰς ἀνάλυσιν ὡρισμένων διατάξεων τοῦ Ἑλληνικοῦ Συντάγματος καί τινων ἑλληνικῶν νόμων. Προκύπτει ὅμως σαφῶς ὅτι ὁ συντάκτης τῆς Ἐκθέσεως δέν ἔχει ὑπ' ὄψιν του τό κείμενον τῶν ἐν λόγῳ διατάξεων ἀλλά υἱοθέτησε ἐντελῶς ἀνακριβεῖς πληροφορίας τρίτων. Θά ἔπρεπε, φρονοῦμεν, νά ἐλάμβανε γνῶσιν τοῦ κειμένου τῶν διατάξεων τούτων, ὁπότε θά εἶχε ἀσφαλεῖς πληροφορίας περί τοῦ περιεχομένου των καί δέν θά ἀνέφερε τάς ἀνακριβείας, τάς ὁποίας ἀμέσως κατωτέρω ἐπισημαίνομεν.
2. Ἡ ἔκθεσις ἀναφέρει, ὅτι τό Ἑλληνικόν Σύνταγμα δέν ἐπιτρέπει εἰς τάς μή ὀρθοδόξους τελετάς καί λατρείας νά διαταράξουν τήν δημοσίαν τάξιν. Τοῦτο εἶναι ἀνακριβές. Ἡ σχετική διάταξις τοῦ Ἑλληνικοῦ Συντάγματος ἔχει ὡς ἑξῆς :
«Κάθε γνωστή θρησκεία εἶναι ἐλεύθερη καί τά σχετικά μέ τήν λατρεία της τελοῦνται ἀνεμπόδιστα ὑπό τήν προστασία τῶν νόμων. Ἡ ἄσκηση τῆς λατρείας δέν ἐπιτρέπεται νά προσβάλη τήν δημόσια τάξη». (Ἄρθρον 13 παρ. 2).
Ἡ διάταξις αὐτή λοιπόν ἀφορᾶ εἰς ὅλας τάς Θρησκείας (καί βεβαίως καί τήν Ὀρθόδοξον Χριστιανικήν Θρησκείαν). Οὐδαμοῦ ἡ ἐν λόγῳ διάταξις ἀναφέρει, ὅτι ἀφορᾶ εἰς τάς ἄλλας θρησκείας καί ὄχι τήν Ὀρθόδοξον Χριστιανικήν Θρησκείαν.
3. Ἡ ἔκθεσις ἀναφέρει, ὅτι τό Ἑλληνικόν Κράτος χρηματοδοτεῖ τήν Ὀρθόδοξον Ἐκκλησίαν καί πληρώνει τούς μισθούς τῶν Κληρικῶν της καί ὄχι καί τῶν ἄλλων θρησκειῶν. Αὐτό εἶναι ἀνακριβές καί παραπλανητικόν καί θά πρέπει νά ἀνατρέξωμεν εἰς τήν σχετικήν νομοθεσίαν. Ἐπισημαίνομεν λοιπόν ὅτι τό Ἑλληνικόν Κράτος καταβάλλει πράγματι τούς μισθούς τῶν Κληρικῶν, ἀλλά διά νά καλύψῃ τήν δαπάνην αὐτήν παρακρατεῖ τό 35% ἐπί ὅλων τῶν ἐσόδων τῶν Ἱερῶν Ναῶν. Πρός τοῦτο ἐπισημαίνομεν, ὅτι αὐτό ὁρίζει ὁ Νόμος 536/1945 ἄρθρον 2, παράγραφος 2, ἐδάφιον Α´. Ἡ διάταξις αὐτή ὁρίζει, ὅτι τό Ἑλληνικόν Κράτος διά νά καταβάλῃ τούς μισθούς τῶν Κληρικῶν θά παρακρατῇ τό 25% ἐπί ὅλων τῶν ἐσόδων τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας. Τό δέ ἄρθρον 5 τοῦ Νόμου 3559/1956 ὥρισεν ὅτι τό ποσοστόν αὐτό ὑπολογίζεται ἐπί τῶν πάσης φύσεως εἰσπράξεων τῶν Ναῶν, περιλαμβανομένων καί : i) τοῦ προϊόντος τῶν διενεργουμένων ὑπό τῶν Ναῶν ἐράνων, ii) τῶν ὑπό μορφήν τακτικῆς εἰσφορᾶς καταβαλλομένων εἰς τούς Ναούς ὑπό τῶν πιστῶν δι' οἱανδήποτε αἰτίαν ποσῶν καί iii) τῶν εἰσοδημάτων τῆς ἀκινήτου αὐτῶν περιουσίας. Ἐν συνεχείᾳ ὁ Νόμος 469/1968 εἰς τό ἄρθρον 5 καθώρισε τό ποσοστόν αὐτό εἰς 35% ἐπί τοῦ συνόλου τῶν κερδῶν τῶν Ἱερῶν Ναῶν. Τό αὐτό ἀκριβῶς ὁρίζει καί ὁ Κανονισμός 8/1979 τῆς Ἱερᾶς Συνόδου τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος (Συνημμένως σᾶς διαβιβάζομεν τάς σχετικάς διατάξεις πρός ἐνημέρωσίν σας). Ἐάν λοιπόν καί αἱ ἄλλαι θρησκεῖαι θά ἐπεθύμουν νά χρηματοδοτηθοῦν ἀπό τό κράτος, θά ἔπρεπε ἀφ' ἑνός νά ἀποκαλύψουν ὅλα των τά ἔσοδα (πράγμα τό ὁποῖον ποτέ δέν τό ἀποδέχονται) καί ἀφ' ἑτέρου νά δίδουν τό 35% ἐπί τοῦ συνόλου τῶν ἐσόδων των εἰς τό Κράτος. Τό ἀποδέχονται αὐτό; Ὡς φαίνεται ὄχι. Ἐπ' εὐκαιρίᾳ κρίνομεν σκόπιμον νά ὑπενθυμίσωμεν εἰς τήν Ἀμερικανικήν Πρεσβείαν, ὅτι τό SUPREME COURT τῶν Η.Π.Α. ἔχει δεχθῆ, ὅτι τό κράτος μπορεῖ νά καταβάλῃ τούς μισθούς τῶν Κληρικῶν. Συγκεκριμένως ἡ ἀπόφασις τοῦ SUPREME COURT 423 U.S. 736 (ὑπόθεσις ROEMER AGAINST BOARD OF PUBLIC WORKS) ἀναφέρει ἐπί λέξει «payments of state funds may be made to pay salaries of clergy».
4. Ἡ Ἔκθεσις ἀναφέρει περαιτέρω, ὅτι εἰς τήν Ἑλλάδα μόνον ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία χαρακτηρίζεται διά Νόμου ὡς Νομικόν Πρόσωπον Δημοσίου Δικαίου, ἐνῷ αἱ ἄλλαι Ἐκκλησίαι εἶναι Νομικά Πρόσωπα Ἰδιωτικοῦ Δικαίου. Αὐτό εἶναι ἀνακριβές. Εἰς τήν Ἑλλάδα ἐκτός ἀπό τήν Ὀρθόδοξον Ἐκκλησίαν, Νομικά Πρόσωπα Δημοσίου Δικαίου εἶναι ἡ Ἰσραηλιτική Κοινότης (Νόμος 2456/1920). Ἐπίσης ἡ αὐτή ἔκθεσις ἀναφέρει, ὅτι οἱ θρησκευτικοί ἡγέται τῶν Μουσουλμάνων ἀσκοῦν δημοσίαν ἐξουσίαν. Ἄρα πλήν τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας καί ἄλλαι δύο Ἐκκλησίαι μή Χριστιανικαί ἀποτελοῦν Νομικά Πρόσωπα Δημοσίου Δικαίου. Ἐδῶ θά πρέπει ἀπαραιτήτως νά διευκρινισθῇ, ὅτι αἱ ἄλλαι θρησκεῖαι ἐπισημαίνουν, ὅτι ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία εἶναι Νομικόν Πρόσωπον Δημοσίου Δικαίου, αὐταί ὅμως (αἱ ἄλλαι θρησκεῖαι καί αἱρέσεις) οὐδέποτε ἐζήτησαν νά γίνουν Νομικά Πρόσωπα Δημοσίου Δικαίου. Καί τοῦτο ἔχει λογικήν, διότι ἐάν γίνουν Νομικά Πρόσωπα Δημοσίου Δικαίου τότε θά ὑπόκεινται εἰς αὐστηρόν κρατικόν ἔλεγχον (ὅπως συμβαίνει καί μέ τήν Ὀρθόδοξον Ἐκκλησίαν), θά ὑποχρεοῦνται νά ἀποκαλύπτουν ὅλα των τά ἔσοδα καί ὅλας των τάς δαπάνας (ὅπως συμβαίνει καί μέ τήν Ὀρθόδοξον Ἐκκλησίαν) καί ἐπί πλέον καί τά ἔσοδά των καί αἱ δαπάναι των θά ἐλέγχωνται ἀπό τό Ἐλεγκτικόν Συνέδριον (Ἀνώτατον Οἰκονομικόν Δικαστήριον καί ἐλεγκτικόν ὄργανον), ὅπως ἐπίσης γίνεται μέ τήν Ὀρθόδοξον Ἐκκλησίαν καί ἐπί πλέον θά ὑποχρεωθοῦν ἕν μέρος τῶν ἐσόδων των νά τό ἐκχωροῦν εἰς τό Κράτος. Ὅλας αὐτάς τάς ὑποχρεώσεις τάς ὁποίας συνεπάγεται ἡ μετατροπή των εἰς Νομικά Πρόσωπα Δημοσίου Δικαίου, τάς ἀποδέχονται ; Ὡς φαίνεται ὄχι. Ἰδού λοιπόν διατί ποτέ δέν ζητοῦν νά γίνουν Νομικά Πρόσωπα Δημοσίου Δικαίου καί ἀρκοῦνται μόνον (διά λόγους ἐντυπώσεων) νά ἐπισημαίνουν συνεχῶς (καί ἀνακριβῶς), ὅτι δῆθεν δέν εἶναι Νομικά Πρόσωπα Δημοσίου Δικαίου, ἐνῷ εἶναι μόνον ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία. Θά πρέπει λοιπόν ἡ Ἀμερικανική Πρεσβεία νά λάβῃ σοβαρῶς ὑπ' ὄψιν της τήν πραγματικήν κατάστασιν ἐν προκειμένῳ καί νά μή δέχεται ἀνακριβεῖς καί παραπλανητικάς ἀναφοράς τρίτων.
5. Ἡ Ἔκθεσις ἀναφέρει, ὅτι τό 1997 ἐπεβλήθησαν νέοι φόροι εἰς ὅλας τάς Ἐκκλησίας καί εἰς τήν Ὀρθόδοξον Ἐκκλησίαν, προσθέτει δέ ὅτι οἱ φόροι αὐτοί ἀποτελοῦν διάκρισιν. Ἐφ' ὅσον ὅμως οἱ νέοι φόροι ἐπιβάλλονται εἰς ὅλας τάς Ἐκκλησίας, διατί ἀποτελοῦν διάκρισιν ; Βεβαίως ἡ ἀλήθεια εἶναι, ὅτι οὐδείς νέος φόρος ἐπεβλήθη.
6. Ἡ Ἔκθεσις ἀναφέρει ἐπίσης, ὅτι εἰς τήν Ἑλλάδα ὑπάρχει Νόμος, ὁ ὁποῖος ἐπιτρέπει τήν ἵδρυσιν εὐκτηρίων οἴκων κατόπιν κρατικῆς ἀδείας. Θέτομεν ὑπ' ὄψιν Σας ὅμως, ὅτι τό Εὐρωπαϊκόν Δικαστήριον Ἀνθρωπίνων Δικαιωμάτων, διά τῆς ἀπό 26.9.1996 ἀποφάσεώς του, ἔχει δεχθῆ, ὅτι ὁ Νόμος αὐτός εἶναι σύμφωνος πρός τήν Εὐρωπαϊκήν Σύμβασιν Ἀνθρωπίνων Δικαιωμάτων. Ἐπίσης τό αὐτό Δικαστήριον διά τῆς ἀπό 20.3.1994 ἀπόφάσεώς του Νο 20490/92, ἐδέχθη ὅτι καί ὁ αὐτός Νόμος ὁ ὁποῖος ἰσχύει εἰς τήν Ἀγγλίαν, εἶναι ἐπίσης σύμφωνος πρός τήν Εὐρωπαϊκήν Σύμβασιν Ἀνθρωπίνων Δικαιωμάτων καί ἔκρινε, ὅτι ἡ Ἀγγλία καλῶς ἀπέρριψεν αἴτησιν τῆς αἱρέσεως «Χάρε - Κρίσνα» περί ἱδρύσεως εὐκτηρίου οἴκου, διά τόν λόγον ὅτι θά ἔβλαπτε τό περιβάλλον καί θά ἐνοχλοῦσε τούς περιοίκους.
7. Ἡ Ἔκθεσις ἀναφέρει, ὅτι αἱ μή ὀρθόδοξοι θρησκευτικαί κοινότητες δέν δύνανται νά ἀποκτήσουν περιουσίαν. Πληροφοροῦμε τήν Ἀμερικανικήν Πρεσβείαν, ὅτι εἰς τήν Ἑλλάδα τοιοῦτος Νόμος δέν ὑπάρχει. Οἱοσδήποτε (καί φυσικά οἱαδήποτε θρησκευτική κοινότης) δικαιοῦται νά ἀποκτήσῃ οἱανδήποτε καί ὁσηνδήποτε περιουσίαν ἐπιθυμεῖ. Ἄλλωστε εἰς τήν Ἑλλάδα (καί εἰς τάς Ἀθήνας) ὑπάρχουν εἰς πολλά σημεῖα ἐπιγραφαί εἰς κτίρια ἀναγράφουσαι τίτλους διαφόρων θρησκειῶν, τά δέ κτίρια αὐτά εἶναι ἰδιόκτητα.
8. Ἡ Ἔκθεσις ἀναφέρει, ὅτι εἰς τήν Ἑλλάδα ὑπάρχει μέν Νόμος ὁ ὁποῖος διώκει τόν προσηλυτισμόν, ἀλλά κατά τό παρελθόν ἔτος οὐδείς ἐδιώχθη. Ἐπί τοῦ προκειμένου φρονοῦμεν, ὅτι τό θέμα αὐτό δέν πρέπει νά ἀναφέρεται, ἐφ' ὅσον καί εἰς τάς Η.Π.Α. ὁ προσηλυτισμός διώκεται καί τιμωρεῖται, ὑπάρχει δέ ἐπί τοῦ προκειμένου σωρεία ὅλη ἀποφάσεων τοῦ SOUPREME COURT, αἱ ὁποῖαι καταδικάζουν ἐπί προσηλυτισμῷ (κυρίως Μάρτυρας τοῦ Ἱεχωβᾶ) κρίνουσαι, ὅτι ἡ σχετική ἀμερικανική διάταξις εἶναι ἀπολύτως σύμφωνος πρός τό Σύνταγμα, π.χ. ἀποφάσεις τοῦ SOUPREME COURT Νο 310 U.S. 296 (ὑπόθεσις Cantwell against Connecticut), Νο 316 U.S. 594 (συνεκδικασθεῖσαι ὑποθέσεις Jones κατά Opelika, Νο 280, Bowden κατά Fort Smith Νο 314 καί Jobin κατά Arizona Νο 996), Νο 319 U.S. 105 (ὑπόθεσις Mugdock κατά Pennsylvania), Νο 321 U.S. 158 (ὑπόθεσις Prince κατά Massachusetts) κ.ἄ. (αἱ ἀποφάσεις αὐταί δημοσιεύονται εἰς τόν Τόμον "Toward Benevolent Neutrality : Church, State and the SUPREME COURT" τῶν R. Miller καί R. Flowers). Ἐπισημαίνομεν ὅτι τό Εὐρωπαϊκόν Δικαστήριον Ἀνθρωπίνων Δικαιωμάτων διά δύο ἀποφάσεών του (τῆς 25.5.1993 καί τῆς 24.2.1998) ἔχει κρίνει τήν ἑλληνικήν διάταξιν περί προσηλυτισμοῦ ὡς ἀπολύτως σύμφωνον πρός τήν Εὐρωπαϊκήν Σύμβασιν Ἀνθρωπίνων Δικαιωμάτων, ἡ τελευταία δέ ἀπόφασις (τῆς 24.2.1998) ἐπικυρώνει καταδίκην ἐπί προσηλυτισμῷ τριῶν ἀτόμων καταδικασθέντων εἰς τήν Ἑλλάδα ἀπορρίπτουσα τήν προσφυγήν των. Ὁ λόγος διά τόν ὁποῖον ἡ ἑλληνική διάταξις ἐκρίθη σύμφωνος πρός τήν Εὐρωπαϊκήν Σύμβασιν Ἀνθρωπίνων Δικαιωμάτων, εἶναι ὅτι ἡ ἐν λόγῳ ἑλληνική διάταξις δέν τιμωρεῖ γενικῶς πᾶσαν μορφήν προσηλυτισμοῦ, ἀλλά μόνον τόν ἀθέμιτον προσηλυτισμόν, δηλαδή μόνον ὅταν ὁ ὑπαίτιος χρησιμοποιεῖ παράνομα μέσα (π.χ. ἀπάτην, παραπλάνησιν, καταχρηστικήν ἐκμετάλλευσιν ἀτόμου τό ὁποῖον εἶναι ἀφελές ἤ εὑρίσκεται εἰς ἀνάγκην ἤ ἐξάρτησιν).
9. Ἡ Ἔκθεσις ἀναφέρει περαιτέρω, ὅτι εἰς τήν Ἑλλάδα ὑπήκοοι Κρατῶν μή Μελῶν τῆς Εὐρωπαϊκῆς Ἑνώσεως δέν ἔχουν τά αὐτά δικαιώματα παραμονῆς εἰς τήν Ἑλλάδα ἐν συγκρίσει πρός τούς πολίτας τῶν Κρατῶν-Μελῶν. Ἐπίσης ὅτι ἡ Ἑλλάς δέν χορηγεῖ VISA εἰς οἱονδήποτε ἀνεξελέγκτως. Ἐπί τοῦ προκειμένου ὑπενθυμίζομεν, ὅτι ἀκριβῶς τό αὐτό ἰσχύει καί εἰς τάς Η.Π.Α. Ὡς γνωστόν καί ἐκεῖ δέν χορηγεῖται VISA ἀνεξελέγκτως εἰς οἱονδήποτε. Ὅσον ἀφορᾶ εἰς τήν Εὐρωπαϊκήν Ἕνωσιν καί τούς πολίτας της, ἡ Ἑλλάς εἶναι ὑποχρεωμένη νά ἐφαρμόσῃ τάς κοινοτικάς διατάξεις περί ὑπηκόων καί δέν δύναται νά πράξῃ ἄλλως.
10. Ἡ Ἔκθεσις ἐπίσης ἀναφέρει, ὅτι ὡρισμένοι ὀπαδοί ἄλλων θρησκειῶν συνήντησαν δυσκολίας διοικητικῆς φύσεως κατά τάς συναλλαγάς των μέ δημοσίας ἀρχάς. Ἐδῶ θά πρέπει νά διευκρινισθῇ τί ἀκριβῶς δυσκολίας συνήντησαν καί ἄν αὐταί αἱ δυσκολίαι ὠφείλοντο εἰς τάς θρησκευτικάς των πεποιθήσεις καί εἰδικώτερον πῶς αἱ δημόσιαι ἀρχαί ἐγνώριζαν τάς θρησκευτικάς των πεποιθήσεις καί ἐξ αἰτίας αὐτῶν τούς ἔφεραν δυσκολίας. Διότι ἄλλως, ἐπισημαίνομεν εἰς τήν Ἀμερικανικήν Πρεσβείαν, ὅτι λόγῳ γραφειοκρατείας, πάρα πολλοί Ἕλληνες (ἀσφαλῶς Χριστιανοί Ὀρθόδοξοι) συναντοῦν καθημερινῶς δυσκολίας διοικητικῆς φύσεως κατά τάς συναλλαγάς των μέ τάς δημοσίας ἀρχάς. Ἄν διαβάσετε ἑλληνικήν ἑφημερίδα, εἶναι γεμάτη ἀπό ἐπιστολάς ἀναγνωστῶν, οἱ ὁποῖοι παραπονοῦνται διά τάς τεραστίας δυσκολίας τάς ὁποίας συνήντησαν κατά τάς συναλλαγάς των μέ τάς δημοσίας ἀρχάς. Ἐπειδή δέ ἡ Ἔκθεσις δέν ἀναφέρει, ὅτι οἱ ὡς ἄνω συνήντησαν δυσκολίας διοικητικῆς φύσεως λόγῳ τῶν θρησκευτικῶν των πεποιθήσεων, προκύπτει, ὅτι ἐπρόκειτο περί δυσκολιῶν γραφειοκρατικῶν, ἀπό αὐτάς τάς ὁποίας συναντοῦν ὅλοι οἱ Ἕλληνες πολῖται καθημερινῶς. Ἄρα πρόδηλον τυγχάνει τό γεγονός ὅτι τό θέμα δέν ἀφορᾶ εἰς τήν θρησκευτικήν ἐλευθερίαν καί ἀναφέρεται, εἰς τήν Ἔκθεσιν, ἄνευ λόγου.
Ἐν κατακλεῖδι, ἐπιθυμοῦμεν ὅπως, ἀνακεφαλαιοῦντες τάς ἐπί τῆς Ἐκθέσεως διά τήν ἐν Ἑλλάδι θρησκευτικήν ἐλευθερίαν παρατηρήσεις τῆς Κυβερνήσεως ὑμῶν, ἐπισημάνωμεν καί τονίσωμεν ὅτι, πρό τῆς συντάξεως οἱασδήποτε ἐπί τοῦ θέματος τούτου Ἐκθέσεως, καλόν θά ἦτο νά ὑπάρχει ἄμεσος καί ἔγκυρος ἐνημέρωσις τῆς ἐν Ἑλλάδι Πρεσβείας τῶν Η.Π.Α. ἐπί τῶν ἰσχυόντων ἤ ψηφιζομένων νόμων ἡ δέ εὐρυτέρα πληροφόρησις αὐτῆς νά τυγχάνῃ ἀξιόπιστος, ἐμπεριστατωμένη καί κυρίως ἐπαληθευθεῖσα καί ἀσφαλής πρός ἀποφυγήν ἀνακριβειῶν καί ἀναληθειῶν αἵτινες ὁδηγοῦν πρός ἐσφαλμένα συμπεράσματα καί ψευδεῖς ἐντυπώσεις.
Βεβαίως ἡ Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος διαθέτει ἄριστα ὀργανωμένην Νομικήν Ὑπηρεσίαν καί εἶναι πρόθυμος ἀνά πᾶσαν στιγμήν νά χορηγήσῃ τό κείμενον οἱουδήποτε Νόμου ζητηθῇ ἀπό Αὐτήν, καθώς καί τάς τροποποιήσεις του (ἄν ὑπάρχουν). Καί ἀσφαλῶς τά κείμενα αὐτά εὐχαρίστως εἶναι πρόθυμος νά τά χορηγήσῃ καί εἰς ὑμᾶς.
ΚΟΙΝΟΠΟΙΗΣΙΣ:
Εἰδικήν Συνοδικήν Ἐπιτροπήν
Ἀνθρωπίνων Δικαιωμάτων.
Παρ' ἡμῖν.