Επιλέξτε τη γλώσσα σας

(Για να διαβάσετε το κείμενο σε μορφή PDF, επιλέξτε εδώ)

Αριθμ. Πρωτ. 2090
Διεκπ. 2247
Αθήνα 10η Ὀκτωβρίου 2014


Σεβασμιώτατε ἀδελφέ,
Ἀξιότιμα Μέλη τῆς Διοικούσης Ἐπιτροπῆς,
Συνοδικῇ ἐντολῇ καὶ ἐξουσιοδοτήσει θέτομε σὲ γνώση τῆς ἐντίμου Διοικούσης Ἐπιτροπῆς τοῦ Πανελληνίου Ἱεροῦ Ἱδρύματος Ευαγγελιστρίας Τήνου τὴν δημοσίευση τοῦ Νόμου 4301/2014 (ΦΕΚ Α΄ 223/7.10.2014), ὁ ὁποῖος περιέχει τροποποιητικὲς διατάξεις τοῦ ὑφισταμένου Καταστατικοῦ Χάρτου τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος (Ν. 590/1977) καὶ σημαντικὲς βελτιώσεις ὑπὲρ ὅλων τῶν θρησκευτικῶν νομικῶν προσώπων.

Οἱ διατάξεις τοῦ ἄρθρου 51 τοῦ ἀνωτέρω νόμου ψηφίσθηκαν κατόπιν τῆς μητρικῆς μέριμνας τῆς Διαρκοῦς Ἱερᾶς Συνόδου, ἡ ὁποία προῆλθε στὴν ἀπὸ 27ης Αὐγούστου ἐ.ἔ. Ἀπόφασή Της καὶ διετύπωσε σχετικὸ αἴτημα πρὸς τὸ Ὑπουργεῖο Παιδείας καὶ Θρησκευμάτων.
Ἡ Ἱερὰ Σύνοδος τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος ἐξεδήλωσε τὴν πρόνοιά Της γιὰ τὴν διαφύλαξη τοῦ ὑπάρχοντος ἰδιάζοντος καὶ παλαιόθεν ἰσχύοντος καθεστῶτος λειτουργίας τοῦ Πανελληνίου Ἱεροῦ Ἱδρύματος Εὐαγγελιστρίας Τήνου, τὸ ὁποῖο περιβάλλεται τοπικῶς καὶ πανελληνίως διὰ τοῦ σεβασμοῦ καὶ τῆς εὐλάβειας τοῦ χριστεπωνύμου ποιμνίου ὡς σημαῖνον Ἱερὸ Ἵδρυμα • θεώρησε χρέος Της ἔναντι τοῦ Ἱεροῦ Ἱδρύματος, τὸ ὁποῖο περιβάλλει καὶ θάλπει τὰ κατοχυρωμένα στὴν συνείδηση τοῦ ἑλληνικοῦ Λαοῦ σεβάσματα τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, τὸν Ἱερὸ Ναὸ Εὐαγγελιστρίας Τήνου μὲ τὸ Ἱερὸ Θυσιαστήριό του καὶ τὴν πανίερη Εἰκόνα τοῦ Εὐαγγελισμοῦ τῆς Θεοτόκου, νὰ ζητήσει παρὰ τῆς Πολιτείας τὴν νομοθετικὴ ἀπονομὴ καὶ ἑτέρων, προσθέτων, καὶ ὄχι ἀναιρούντων τὰ ὑπάρχοντα, προνομίων στὸ Πανελλήνιο Ἱερὸ Ἵδρυμα Εὐαγγελιστρίας, τὰ ὁποῖα ὁ νομοθέτης ἤδη ἔχει προβλέψει ὑπὲρ τῶν Ἱερῶν Προσκυνημάτων καὶ ἐκκλησιαστικῶν Ἱδρυμάτων τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος.

Ἡ ἡμετέρα πρωτοβουλία ἀπέβλεψε στὴν ἀναγνώριση καί ὑποβοήθηση τοῦ μείζονος ἐθνικοῦ, ἁγιαστικοῦ, ἱεραποστολικοῦ, μορφωτικοῦ καὶ κοινωφελοῦς ἔργου τοῦ Π.Ι.Ι.Ε.Τ. καὶ μόνον, καὶ ἐκπηγάζει ἐκ τοῦ μητρικοῦ ἐνδιαφέροντος τῆς Ἐκκλησίας, τὸ ὁποῖο οὐδεὶς δύναται νὰ Τῆς ἀφαιρέσει.
Ἐλήφθη ἐπίσης μέριμνα κατὰ τὴν διατύπωση τῆς σχετικῆς διατάξεως τοῦ ἄρθρου 51, ὥστε νὰ διευκρινίζεται ὅτι, κατόπιν τοῦ νεώτερου Νόμου 4301/2014, παραμένει συνολικῶς ἀναλλοίωτο τὸ ὑπάρχον καθεστὼς αὐτοδιοικήσεως, ὀργανώσεως καὶ διοικητικῆς καὶ οἰκονομικῆς αὐτοτέλειας τοῦ Π.Ι.Ι.Ε.Τ. ὡς νομικοῦ προσώπου δημοσίου δικαίου, τὸ ὁποῖο ἐξακολουθεῖ νὰ ὑπόκειται στὴν ἐποπτεία τῆς Ἑλληνικῆς Πολιτείας διὰ τοῦ Ὑπουργείου Παιδείας καὶ Θρησκευμάτων κατὰ τὸν Νόμο 349/1976 (τὸ ὁποῖο καί συνεχίζει νὰ ἐγκρίνει τοὺς ἀπολογισμοὺς τοῦ Ἱεροῦ Ἱδρύματος κ.λπ.).

Ὡς γνωστόν, ὁ Καταστατικὸς Χάρτης τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος (Νόμος 590/1977), ὁ ὁποῖος ψηφίσθηκε κατόπιν ἐγκρίσεως τῆς ἴδιας της Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, ἑξαιροῦσε ἀπὸ τὶς διατάξεις περὶ Ἱδρυμάτων καὶ Ἱερῶν Προσκυνημάτων τὸ Π.Ι.Ι.Ε.Τ. δυνάμει τοῦ ἄρθρου 66 παρ. 1, τὸ ὁποῖο ὤριζε ὅτι :
«Των περί εκκλησιαστικών ιδρυμάτων και ιερών προσκυνημάτων διατάξεων του παρόντος νόμου εξαιρείται το Πανελλήνιον Ιερόν Ίδρυμα Ευαγγελιστρίας Τήνου, το οποίον διέπεται υπό των διατάξεων του Ν. 349/1976 "περί διοικήσεως του Πανελληνίου Ιερού Ιδρύματος Ευαγγελιστρίας Τήνου"».
Μὲ τὴν νέα διάταξη τοῦ ἄρθρου 51 παρ. 6 τοῦ Νόμου 4301/2014 ὁρίζεται ὅτι :
«6. Η παρ. 1 του άρθρου 66 του ν. 590/1977 (Α΄146) καταργείται. Το προηγούμενο εδάφιο δεν καταργεί τον ισχύοντα ν. 349/1976 (Α΄149), όπως έχει τροποποιηθεί μέχρι και τη δημοσίευση του παρόντος νόμου.»

Ὁ νομοθέτης τοῦ Νόμου 590/1977 εἶχε ἑξαιρέσει τὸ Π.Ι.Ι.Ε.Τ. ἀπὸ τὶς διατάξεις περὶ Ἱδρυμάτων καὶ Ἱερῶν Προσκυνημάτων, διότι αὐτὰ ἦταν νομικὰ πρόσωπα ἰδιωτικοῦ δικαίου καὶ ἐπιπλέον τὴν διοίκηση καὶ λειτουργία τους ὤριζε μὲ Κανονισμούς Της ἡ Ἱερὰ Σύνοδος. Ὁ σκοπὸς ἦταν νὰ μὴν καταργηθεῖ ὁ Νόμος 349/1976, σκοπὸς μὲ τὸν ὁποῖο ἐξακολουθεῖ νά συμφωνεῖ ἡ Ἱερὰ Σύνοδος, ἡ ὁποία, ὅπως καὶ ἐσεῖς, ἐπιθυμεῖ τὴν διατήρηση τοῦ ἐν λόγῳ Νόμου. Ἡ γενικὴ ὅμως ἐξαίρεση τοῦ Π.Ι.Ι.Ε.Τ. ἀπὸ κάθε διάταξη, ποὺ ἀφορᾷ τὰ ἐκκλησιαστικά Ἱδρύματα καὶ Ἱερὰ Προσκυνήματα, σήμαινε καὶ τὸν γενικὸ καὶ διὰ παντὸς ἀποκλεισμὸ τοῦ Ἱεροῦ Ἱδρύματος ἀπὸ κάθε εὐεργετικὴ διάταξη νόμου, ἡ ὁποία ἑκάστοτε ἰσχύει ὑπὲρ τῶν Ἱδρυμάτων καὶ Ἱερῶν Προσκυνημάτων. Ὁ νομοθέτης δὲν εἶχε σκεφθεῖ ἐν ἔτει 1977 ὅτι θὰ ἠδύνατο νὰ προστατεύσει τὸ ἰδιαίτερο καθεστὼς αὐτοτέλειας τοῦ Ἱδρύματος κατὰ τὸν Νόμο 349/1976 καί μέ λυσιτελέστερο τρόπο, χωρὶς ἀπαραιτήτως νὰ προβλέψει γενικὴ ἐξαίρεσή του ἀπὸ τὸν Νόμο 590/1977, γεγονός τό ὁποῖο ἀποστερεῖ τό Ἱερό Ἵδρυμα ἀπό τίς ἑκάστοτε προστατευτικές νομοθετικές διατάξεις τῶν ἐκκλησιαστικῶν Ἱδρυμάτων καί Ἱερῶν Προσκυνημάτων. Τοῦτο πράττει ἡ ἀνωτέρω νέα διάταξη τοῦ ἄρθρου 51 παρ. 6 τοῦ Νόμου 4301/2014 : ἀφ’ ἑνὸς διευκρινίζει ὅτι ὁ Νόμος 349/1976 παραμένει ἐν ἰσχύι, ἀφ’ ἑτέρου δίδει ὅμως τὸ δικαίωμα στὸ Ἱερὸ Ἵδρυμα νὰ ἐπικαλεῖται ὑπὲρ του ὅλες τὶς νομοθετικές διατάξεις περὶ Ἱδρυμάτων καὶ Ἱερῶν Προσκυνημάτων (φυσικὰ ὄχι ὅσες ἀντιβαίνουν στὸν Νόμο 349/1976).

Ὡς ἐκ τῆς ἁπλῆς ἀναγνώσεως τῆς ἀνωτέρω ρυθμίσεως συνάγεται ὅτι :
α. κατὰ τὸ πρῶτο ἐδάφιο τοῦ ἀνωτέρω ἄρθρου 51 παρ. 6 τὸ Π.Ι.Ι.Ε.Τ. παύει νὰ ἑξαιρεῖται πλέον ἀπὸ τὶς ἑκάστοτε νομοθετικὲς διατάξεις περὶ Προσκυνημάτων καὶ Ἱδρυμάτων τοῦ Ν. 590/1977, καὶ κατ’ ἐπέκταση ἀποκτᾶ τὰ νομοθετημένα προνόμια αὐτῆς τῆς κατηγορίας νομικῶν προσώπων τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος.
β. ἐκ παραλλήλου ὅμως ὁ νομοθέτης διευκρινίζει ἤδη στὸ ἀμέσως ἑπόμενο δεύτερο ἐδάφιο ὅτι τὸ Π.Ι.Ι.Ε.Τ. δὲν μετατρέπεται λόγω τοῦ πρώτου ἐδαφίου σὲ νομικὸ πρόσωπο ἰδιωτικοῦ δικαίου, ὅπως τὰ Ἱερὰ Προσκυνήματα καὶ ἐκκλησιαστικὰ Ἱδρύματα τοῦ Νόμου 590/1977, οὔτε δίδεται δικαίωμα στὴν Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος ὥστε μὲ Κανονισμό Της νὰ ρυθμίσει ὁποιοδήποτε ζήτημα διοικήσεως, ὀργανώσεως καὶ λειτουργίας του κατὰ τρόπο, ποὺ ἐπιφέρει τροποποίηση ἢ κατάργηση διατάξεων τοῦ Νόμου 349/1976. Ἀντίθετα, τὸ δεύτερο ἐδάφιο τοῦ ἄρθρου 51 παρ. 6 καθιστᾷ σαφὲς ὅτι ἡ παύση τῆς ἐξαιρέσεως τοῦ Π.Ι.Ι.Ε.Τ. ἀπὸ τὶς νομοθετικές διατάξεις περὶ Ἱδρυμάτων καὶ Ἱερῶν Προσκυνημάτων δὲν καταργεῖ τὸν Νόμο 349/1976, ὁ ὁποῖος ἐξακολουθεῖ νὰ ἰσχύει ὡς ἔχει.
β. κατὰ τὸ δεύτερο ἐδάφιο ὁρίζεται ὅτι τὸ ἰσχῦον νομοθετικὸ πλαίσιο τοῦ Νόμου 349/1976 οὐδόλως καταργεῖται ἢ μεταβάλλεται. Συνεπῶς, τὸ πρῶτο ἐδάφιο τοῦ ἄρθρου 51 παρ. 6 τελεῖ ὑπὸ τὴν ρητὴ ἐπιφύλαξη τοῦ δεύτερου ἐδαφίου τοῦ ἰδίου ἄρθρου, τῆς διατηρήσεως δηλαδὴ ἀκεραίου τοῦ καθεστῶτος τοῦ Νόμου 349/1976. Ἡ συγκρότηση τῶν ὀργάνων διοικήσεως, κάθε ζήτημα διοικήσεως τοῦ Π.Ι.Ι.Ε.Τ., ὀργανώσεως, διαχειρίσεως καὶ λειτουργίας του καὶ ἡ ἐποπτεία του ἀπὸ τὸ Κράτος συνεχίζει νὰ ρυθμίζεται ἀπὸ τὸν Ν. 349/1976, ὡς ἰσχύει, καὶ παραμένει ἀμετάβλητη.
γ. τὸ Π.Ι.Ι.Ε.Τ. παραμένει, ὡς ἔχει μέχρι σήμερον, νομικὸ πρόσωπο δημοσίου δικαίου ἐποπτευόμενο ἀπὸ τὸ Κράτος καὶ διατηρεῖ, στὸ ἀκέραιο, ἅπαντα τὰ ἐξ αὐτῆς τῆς ἰδιότητας ἀπορρέοντα προνόμια λόγω τῆς εἰδικῆς διατάξεως τοῦ δευτέρου ἐδαφίου τοῦ ἄρθρου 51 παρ. 6, τὸ ὁποῖο διευκρινίζει ὅτι ὁ Νόμος 349/1976 δὲν καταργεῖται λόγω τοῦ πρώτου ἐδαφίου, ἀλλὰ ἐξακολουθεῖ νὰ ἰσχύει. Περὶ αὐτοῦ γίνεται ἐπίσης σαφέστατα λόγος καὶ στὴν αἰτιολογικὴ ἔκθεση τῆς σχετικῆς τροπολογίας, ἡ ὁποία περιελήφθη ὡς ἄρθρο 51 στὸν Νόμο 4301/2014, καὶ ἀναφέρεται ρητῶς ἀπὸ τὸν νομοθέτη : «χωρίς, κατὰ τὰ λοιπά, νὰ μεταβάλλεται τὸ ὑφιστάμενο καθεστὼς λειτουργίας του βάσει τοῦ νόμου 349/1976 (Α΄ 149), ὁ ὁποῖος παραμένει ἐν ἰσχύι».
δ. τὸ Π.Ι.Ι.Ε.Τ. δὲν μετατρέπεται ἀπὸ τῆς ἰσχύος τοῦ ἄρθρου 51 παρ. 6 τοῦ Νόμου 4301/2014 σὲ νομικὸ πρόσωπο ἰδιωτικοῦ δικαίου, ὅπως εἶναι, κατὰ τὸ ἄρθρο 1 παρ. 4 τοῦ Ν. 590/1977, τὰ ἐκκλησιαστικὰ Ἱδρύματα καὶ Ἱερὰ Προσκυνήματα τοῦ Ν. 590/1977, διότι θὰ ἔπρεπε πρός τοῦτο νὰ ἐκδοθεῖ εἰδικὸς Κανονισμὸς τῆς Ἱερᾶς Συνόδου κατὰ τό ἄρθρο 29 παρ. 2 (περὶ Ἱδρυμάτων) ἢ 59 παρ. 1 (περὶ Ἱερῶν Προσκυνημάτων) τοῦ Νόμου 590/1977, ὁ ὁποῖος θὰ καθιστοῦσε τὸ Π.Ι.Ι.Ε.Τ. νομικὸ πρόσωπο ἰδιωτικοῦ δικαίου. Τέτοια ὅμως δυνατότητα ὄχι ἁπλῶς δὲν ἐπιθυμεῖ νὰ ἀσκήσει ἡ Ἱερὰ Σύνοδος, ἀλλὰ οὔτε καί Τῆς δίδεται ἐκ τῆς παραπάνω διατάξεως τοῦ ἄρθρου 51 παρ. 6, διότι στὸ δεύτερο ἐδάφιό της καθιστᾷ πασίδηλον ὅτι ὁ Νόμος 349/1976 ἐξακολουθεῖ νά ἰσχύει, ἑπομένως τὸ Ἱερὸ Ἵδρυμα δὲν ὑπόκειται στὴν κανονιστικὴ ἁρμοδιότητα τῆς Ἱερᾶς Συνόδου, ἡ ὁποία δέν δύναται μὲ Κανονισμό Της νὰ ἀλλάξει τὴν νομική του μορφή, τὸν τρόπο ἀναδείξεως τῆς Διοικούσης Ἐπιτροπῆς, τὴν σχέση του μὲ τὸ Κράτος καὶ τοὺς λοιποὺς φορεῖς καὶ ἐν γένει κάθε ζήτημα, τὸ ὁποῖο ἤδη ἔχει ρυθμίσει ὁ Νόμος 349/1976.

Διευκρινίζεται ἐπίσης ὅτι ἡ Ἱερά Σύνοδος ὄχι μόνον δέν δύναται νά καταργήσει ἤ τροποποιήσει τόν Νόμο 349/1976 μέ εἰδικό Κανονισμό, πού νά ἀφορᾷ τό Π.Ι.Ι.Ε.Τ., ἀλλά δέν δικαιοῦται μέ βάση τόν Καταστατικό Χάρτη Της (Ν. 590/1977) οὔτε νά ἐκδώσει γενικό Κανονισμό περί ὅλων τῶν Ἱδρυμάτων καί Ἱερῶν Προσκυνημάτων καί οὔτως νά καταργήσει τόν Νόμο 349/1976, διότι κατά τά ἄρθρα 29 παρ. 2 καί 59 παρ. 1 τοῦ Καταστατικοῦ Της Χάρτη οἱ Κανονισμοί ἐκδίδονται ἀνά ἕκαστο Ἵδρυμα καί Προσκύνημα καί ὄχι γενικῶς καί ἀορίστως γιά ὅλα τά Ἱδρύματα καί Προσκυνήματα.
ε. ἑπομένως τὸ νόημα τῆς παραπάνω διατάξεως τοῦ ἄρθρου 51 παρ. 6 τοῦ Νόμου 4301/2014, ὅπως σαφῶς ἐκτίθεται καὶ στὴν αἰτιολογικὴ ἔκθεση τῆς σχετικῆς τροπολογίας εἶναι ὅτι τὸ Ἱερὸ Ἵδρυμα μπορεῖ νὰ ἔχει τὴν προστασία τῶν νομοθετικῶν διατάξεων, τίς ὁποῖες ἑκάστοτε ἡ Βουλὴ ψηφίζει ὑπὲρ τῶν ἐκκλησιαστικῶν Ἱδρυμάτων καὶ Ἱερῶν Προσκυνημάτων καὶ μέχρις ἐκεῖ, χωρὶς δηλαδὴ παράλληλα νὰ δύναται νὰ τροποποιηθεῖ ὁ Νόμος 349/1976 μὲ Κανονισμὸ τῆς Ἱερᾶς Συνόδου, καὶ χωρίς, ἐπίσης, νὰ τροποποιεῖται ὁ Νόμος 349/1976 λόγω τῆς παύσεως τῆς ἐξαιρέσεως του Π.Ι.Ι.Ε.Τ. ἀπὸ τὶς νομοθετικές διατάξεις περὶ Ἱδρυμάτων καὶ Ἱερῶν Προσκυνημάτων.
στ. συνεπῶς, τὸ Ἱερό Ἵδρυμα δύναται –χωρὶς νὰ ὑποχρεοῦται– νὰ ἐπικαλεῖται καὶ τὰ πρόσθετα προνόμια, πού περιλαμβάνονται σέ νομοθετικές διατάξεις ὑπὲρ τῶν Ἱερῶν Προσκυνημάτων καὶ ἐκκλησιαστικῶν Ἱδρυμάτων, προκειμένου τὸ Ἵδρυμα νὰ διευκολύνεται καὶ νὰ προστατεύεται ἔτι περαιτέρω κατὰ τὴν ἐκτέλεση τῆς ἀποστολῆς του, ἀλλὰ καὶ νὰ ἀπαλλάσσεται ἀπὸ βαρῶν καὶ δυσχερειῶν, οἱ ὁποῖες δὲν προσιδιάζουν στὴν ἰδιαίτερη φύση καὶ ἀποστολὴ τοῦ Ἱδρύματος. Συνεπῶς, λόγω τῆς ἀνωτέρω νέας διατάξεως τοῦ Ν. 4301/2014 τὸ Ἵδρυμα δύναται νὰ ἐπικαλεῖται ὑπὲρ του τὰ κατωτέρω προνόμια :

1. τὸ Ἱερό Ἵδρυμα ἀπολαύει τῆς ἐξαιρέσεως τῶν νομικῶν προσώπων τοῦ Νόμου 590/1977 ἀπό τίς δημοσιονομικές διατάξεις, οἱ ὁποῖες ἐπιβάλλουν τὴν τήρηση τῶν ἀποθεματικῶν κεφαλαίων τῶν Ν.Π.Δ.Δ. στὴν Τράπεζα τῆς Ἑλλάδος καὶ τὴν ὑποχρεωτικὴ ἐπένδυσή τους σὲ ὁμόλογα του Ἑλληνικοῦ Δημοσίου (ἄρθρο 38 παρ. 7 τοῦ Νόμου 3986/2011 : «Τὰ νομικὰ πρόσωπα δημοσίου δικαίου τοῦ ἄρθρου 1 παρ. 4 τοῦ ν. 590/1977 (Α΄146) καὶ τοῦ ν. 4149/1961 Α΄ 41), οἱ Ἱερὲς Μητροπόλεις τῆς Δωδεκανήσου (Ρόδου, Κῶ καὶ Νισύρου, Λέρου, Καλύµνου καὶ Ἀστυπάλαιας, Καρπάθου καὶ Κάσου καὶ Σύµης) καὶ οἱ Ἐνορίες καὶ οἱ Μονές τους, οἱ Πατριαρχικὲς καὶ Σταυροπηγιακὲς Μονὲς στὴν Ἑλλάδα, καθὼς καὶ ἡ Πατριαρχικὴ Ἐξαρχία Πάτµου δὲν ὑπάγονται στὶς διατάξεις του α.ν. 1611/1950 (Α΄ 304), τοῦ ἄρθρου 13 τοῦ ν. 1902/1990 (Α΄ 138), τοῦ ἄρθρου 14 τοῦ ν. 2042/1992 (Α΄ 75), του άρθρου 3 τοῦ ν. 2216/1994 (Α΄ 83) καὶ τοῦ ἄρθρου 15 πάρ. 11 τοῦ ν. 2469/1997 (Α΄ 38)»). Ὑπενθυμίζεται ὅτι τὸν Μάρτιο τοῦ ἔτους 2012 τὰ ἐν Ἑλλάδι Ν.Π.Δ.Δ. ὑπέστησαν, ἐξ αἰτίας τῆς γενικῆς ὑπαγωγῆς τους στὶς παραπάνω δημοσιονομικὲς διατάξεις, ἰλιγγιώδη μείωση τῶν ἀποθεματικῶν κεφαλαίων τους λόγῳ ἀνταλλαγῆς τῶν ὁμολόγων, στὰ ὁποῖα εἶχαν ἐπενδυθεῖ ὑποχρεωτικῶς τὰ κεφάλαιά τους, μὲ ὁμόλογα μειωμένης ὀνομαστικῆς ἀξίας.

2.οἱ ὀργανικὲς θέσεις τῶν ὑπαλλήλων τοῦ Ἱεροῦ Ἱδρύματος παραμένουν ἀμετάβλητες καὶ δὲν ὑπόκεινται στὶς ρυθμίσεις τοῦ Κεφαλαίου Γ΄ τοῦ Ν. 4024/2011 καὶ τοῦ Ν. 4093/2012 (διαγραφὴ κενῶν ὀργανικῶν θέσεων, ἐφεδρεία κ.λπ.). Οἱ ὑπάλληλοι τοῦ Ἱεροῦ Ἱδρύματος συνεχίζουν νὰ ὑπόκειται στὶς προβλέψεις τοῦ Νόμου 349/1976, χωρὶς νὰ καθίστανται ἐκκλησιαστικοὶ ὑπάλληλοι, καὶ τὸ καθεστὼς τους διασφαλίζεται ἔναντι κάθε νομοθετικῆς μεταβολῆς ἐπιχειρεῖται ἢ πρόκειται νὰ ἐπιχειρηθεῖ στό μέλλον ἀπὸ τὸ Ὑπουργεῖο Διοικητικῆς Μεταρρυθμίσεως ὡς πρὸς τοὺς ὑπαλλήλους τοῦ Δημοσίου ἢ τῶν ἄλλων Ν.Π.Δ.Δ. ἐξ αἰτίας τῶν ὑποχρεώσεων τοῦ Κράτους πρὸς ἐφαρμογὴ τοῦ Μεσοπρόθεσμου Προγράμματος Δημοσιονομικῆς Προσαρμογῆς.

3.στὸ σημεῖο αὐτὸ δέον νὰ ὑπομνησθεῖ ὅτι καὶ ἡ εὐεργετικὴ ἐξαίρεση τοῦ Π.Ι.Ι.Ε.Τ. ἀπό τίς διατάξεις γιὰ τοὺς φορεῖς τοῦ Δημοσίου Τομέως καὶ τῆς Γενικῆς Κυβερνήσεως δυνάμει τοῦ ἄρθρου 68 παρ. 1 ὑποπαρ. 3 τοῦ Ν. 4235/2014 (ΦΕΚ Α΄ 32/11.2.2014) ἔχει ἐξασφαλίσει γιὰ τὸ μέλλον τὴν διηνεκῆ ἐξαίρεση τῶν ἐργαζομένων τοῦ Ἱεροῦ Ἱδρύματος ἔναντι τῶν ἀθρόων νομοθετικῶν μεταβολῶν γιὰ τοὺς ἐργαζομένους τοῦ Δημοσίου καὶ τῶν Ν.Π.Δ.Δ., οἱ ὁποῖες ἔκτοτε ἐπηκολούθησαν καὶ ἕπονται. Καί αὐτή ἡ προστατευτική διάταξη τοῦ Ν. 4235/2014 προῆλθε ἀπό τήν μέριμνα τῆς Ἐκκλησίας γιά τήν διασφάλιση τοῦ ἰδιαιτέρου καθεστῶτος τοῦ Ἱεροῦ Ἱδρύματος, προκειμένου νά ἐξαιρεθεῖ ἀπό τίς τρέχουσες δυσμενεῖς νομοθετικές μεταβολές, οἱ ὁποῖες συμβαίνουν στόν Δημόσιο Τομέα σέ ἐκτέλεση τῶν μέτρων ἐφαρμογῆς τῶν λεγομένων «Μνημονίων» τῆς χώρας.

4.οἱ προσλήψεις καὶ διορισμοὶ ἐργαζομένων τοῦ Ἱεροῦ Ἱδρύματος συνεχίζουν νὰ ἑξαιροῦνται τῆς περὶ Α.Σ.Ε.Π. νομοθεσίας. Δέον νὰ ὑπομνησθεῖ ὅτι τὸ Π.Ι.Ι.Ε.Τ. ἐξαιρέθηκε ἤδη ἀπὸ τόν Ν. 2190/1994 ὑπὸ τὴν ρητὴ δικαιολογία τοῦ νομοθέτου ὅτι τὸ Π.Ι.Ι.Ε.Τ. θεωρεῖται ὡς «νομικὸ πρόσωπο τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας» (κατὰ τὸ ἄρθρο 63 παρ. 3 τοῦ Ν. 3801/2009 προβλέφθηκε ὅτι : «Στὰ νομικὰ πρόσωπα τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας κατὰ τὴν ἔννοια τῆς περίπτωσης η΄ τῆς παραγράφου 2 τοῦ ἄρθρου 14 τοῦ ν. 2190/1994 (ΦΕΚ 28 Α΄) περιλαμβάνεται καὶ τὸ Πανελλήνιο Ἱερὸ Ἵδρυμα Εὐαγγελιστρίας Τήνου»).
Γιὰ τὸν αὐτὸν λόγον τὸ Π.Ι.Ι.Ε.Τ. ἐξαιρεῖται, προκειμένου περὶ τῶν προσλήψεων τοῦ προσωπικοῦ του, ἀπὸ τίς διατάξεις τοῦ Ν. 3833/2010 (ἀναλογία προσλήψεων-ἀποχωρήσεων 1 πρὸς 5) καὶ τῆς Π.Υ.Σ. 33/2006 (ἔκδοσις ἐγκριτικῆς Κ.Υ.Α. τῆς Διϋπουργικῆς Ἐπιτροπῆς τῆς Π.Υ.Σ. 33/2006 πρὸ τῆς ἐνάρξεως τῆς διαδικασίας ἐπιλογῆς προσωπικοῦ).

5.τὸ Ἱερό Ἵδρυμα δύναται ἐπίσης νὰ κάμει χρήση τῶν εὐεργετικῶν διατάξεων τῆς πολεοδομικῆς νομοθεσίας γιά τά Ἱερά Προσκυνήματα, ἤτοι τοῦ ἄρθρου 16 παρ. 1 τοῦ Ν. 4178/2013 (δύναται νὰ τακτοποιεῖ δωρεὰν πολεοδομικῶς τυχὸν ἐγκαταστάσεις του)

6.ὁ Ἱερὸς Ναὸς τοῦ Ἱδρύματος ἀπαλλάσσεται ἐκ τῶν ἀνταποδοτικῶν τελῶν (ἄρθρο 46 παρ. 2 τοῦ Ν. 4301/2014)

7.ἐπὶ πλέον οἱ πάσης φύσεως δωρεὲς μεταξὺ τοῦ Ἱεροῦ Ἱδρύματος καὶ τῶν ἐκκλησιαστικῶν Ν.Π.Δ.Δ. και Ναῶν ἀπαλλάσσονται τοῦ φόρου δωρεᾶς, ὅπως ἰσχύει γιὰ ὅλα τὰ Ν.Π.Δ.Δ. καί τούς (Προσκυνηματικούς) Ναούς τοῦ Ν. 590/1977 (ἄρθρο 43 ἑνότητα Β΄ παρ. β περ. ββ τοῦ Ν. 3842/2010).

8.ἐπιτρέπονται πλέον οἱ δωρεὰν μεταβιβάσεις ἀκινήτων γιὰ φιλανθρωπικοὺς ἢ μορφωτικούς σκοποὺς μεταξὺ τοῦ Ἱεροῦ Ἱδρύματος ἀφ’ ἑνὸς καὶ τοῦ Δημοσίου, ἑτέρων Νομικῶν Προσώπων Δημοσίου Δικαίου ἢ Ὀργανισμῶν Τοπικῆς Αὐτοδιοικήσεως ἀφ’ ἑτέρου καὶ μάλιστα ἀπαλλάσσονται τῶν τελῶν μεταγραφῆς (ἄρθρο 47 παρ. 3.α τοῦ Ν. 590/1977)

9.οὐδεὶς καταπατητὴς δύναται νὰ ἀποκτήσει ἀκίνητο περιουσιακὸ στοιχεῖο τοῦ Ἱεροῦ Ἱδρύματος μὲ ἄσκηση χρησικτησίας, προνόμιο τὸ ὁποῖο ἰσχύει ὑπὲρ ὅλων τῶν νομικῶν προσώπων τοῦ Νόμου 590/1977 (ἄρθρο 62 παρ. 2 τοῦ Ν. 590/1977).

10.τυχὸν καταπάτηση ἀκινήτου περιουσίας τοῦ Ἱεροῦ Ἱδρύματος ἐπισύρει αὐτεπάγγελτη ἄσκηση ποινικῆς διώξεως ὑπὸ τοῦ ἁρμοδίου Εἰσαγγελέως, προνόμιο τὸ ὁποῖο ἐπίσης ἰσχύει ὑπὲρ τῶν νομικῶν προσώπων τοῦ Νόμου 590/1977 (ἄρθρο 62 παρ. 2 τοῦ Ν. 590/1977).

11.τυχὸν ὑφιστάμενα ἢ μελλοντικὰ ἀκίνητα του Π.Ι.Ι.Ε.Τ. ἐντὸς ἢ ἐκτὸς νήσου Τήνου, τὰ ὁποία δὲν δύνανται νὰ ἀξιοποιηθοῦν, ἐλλείψει ἐγκεκριμένων χρήσεων γῆς στήν οἰκεία περιοχή, δύνανται νὰ τύχουν ταχείας πολεοδομικῆς ὡριμάνσεως, νά ἀποκτήσουν χρήσεις γῆς καὶ νὰ ἀξιοποιηθοῦν ἐπ’ ὠφελείᾳ τοῦ Ἱδρύματος (ἄρθρο 17Β τοῦ Ν. 3986/2011)

12.τὸ Π.Ι.Ι.Ε.Τ. δύναται λόγω τοῦ ἰσχύοντος γιὰ τὰ ἐκκλησιαστικὰ Ἱδρύματα ἄρθρου 23 τοῦ Νόμου 4179/2013 νὰ προβαίνει σὲ μακροχρόνιες μισθώσεις ὑφισταμένων ἢ μελλοντικῶν ἀκινήτων του γιὰ θρησκευτικὴ - τουριστικὴ ἀξιοποίηση.

13.τὸ Π.Ι.Ι.Ε.Τ. δύναται νὰ συστήσει θυγατρικά του Ἱδρύματα μὴ κερδοσκοπικοῦ χαρακτῆρος μὲ θρησκευτικοὺς καὶ κοινωφελεῖς σκοποὺς (ἄρθρα 29 παρ. 2 τοῦ Ν. 590/1977, 68 παρ. 1 ὑποπαρ. 4 τοῦ Ν. 4235/2014)

Ἐπὶ πλέον δυνάμει τῆς διατάξεως τοῦ ἄρθρου 26 παρ. 1 τοῦ Νόμου 4301/2014, ἡ ὁποία ἐτέθη τῇ μερίμνῃ τοῦ Ὑπουργείου Παιδείας καὶ Θρησκευμάτων ἐξ ἀρχῆς στὸ κατατεθέν στήν Βουλή νομοσχέδιο, ἐπιτρέπεται ἡ συμμετοχὴ καὶ τοῦ Προέδρου τῆς Διοικούσης Ἐπιτροπῆς στὴν ψηφοφορία μεταξὺ τῶν μελῶν αὐτῆς γιὰ τὴν ἀνάδειξη τοῦ Ἀντιπροέδρου καὶ Γενικοῦ Γραμματέως τοῦ Ἱεροῦ Ἱδρύματος, ἐπικρατούσης τῆς ψήφου του σὲ περίπτωση ἰσοψηφίας, ὅπως δηλαδὴ ἀκριβῶς προβλέπεται γιὰ τὰ λοιπὰ Νομικὰ Πρόσωπα Δημοσίου Δικαίου κατὰ τὸ ἄρθρο 15 παρ. 1 τοῦ Κώδικα Διοικητικῆς Διαδικασίας (Ν. 2690/1999).

Ἐν κατακλείδι, ὑποσημειώνουμε ὅτι ἡ Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος θὰ συνεχίσει νὰ παρίσταται πάντοτε ὡς ἀρωγὸς τῶν ἑκάστοτε μελῶν τῆς Διοικούσης Ἐπιτροπῆς τοῦ Ἱεροῦ Ἱδρύματος καὶ νὰ παρέχει τὴν σκέπη καὶ τὴν ὀφειλετικὴ προστασία Της πρὸς διατήρησή του ἀπὸ ἐτῶν ἰδιορρύθμου καθεστῶτος του, ὑπερασπιζόμενη τὸν κατοχυρωμένο χαρακτήρα τοῦ Ἱδρύματος, ὅπως καὶ ἐσεῖς ἐπιθυμεῖτε, καὶ προάγουσα τὴν διὰ παντὸς νομίμου καὶ θεμιτοῦ τρόπου διευκόλυνση τῆς ἐκτελέσεως τῶν εὐαγῶν σκοπῶν του πρὸς ὄφελος τῆς Τηνιακῆς κοινωνίας καὶ ἐν γένει τοῦ πιστοῦ ἑλληνικοῦ λαοῦ.

Ἐπί δέ τοῦτοις, ἐπικαλούμεθα ἐφ' ὑμᾶς καί ἐπί τά ἔργα ὑμῶν δαψιλῆ τήν εὐλογίαν τοῦ Δωρεοδότου Θεοῦ καί διατελοῦμεν μετά τῆς ἐν Χριστῷ ἀγάπης καί πατρικῶν εὐχῶν

Ὁ Ἀρχιγραμματεύς
† Ὁ Μεθώνης Κλήμης