Ἀγαπητοί μας Συνεργάτες,
φίλοι Ἐκπαιδευτικοί Λειτουργοί
τῆς Ἐκκλησιαστικῆς Ἐκπαιδεύσεως.
Κατά παράδοση τῶν τελευταίων ἐτῶν, ἡ Γ´ Ἑβδομάδα τῆς Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς εἶναι ἀφιερωμένη στήν προσπάθεια ὅλων μας γιά τήν καλλιέργεια τῶν Ἱερατικῶν Κλίσεων μέσα στό περιβάλλον τῶν Σχολῶν τῆς Ἐκκλησιαστικῆς Ἐκπαιδεύσεως. Αὐτό τό γεγονός δίνει τήν ἀφορμή νά ἐπικοινωνήσουμε μαζί σας γιά μιά ἀκόμη φορά καί νά ἐκφράσουμε τήν ἀγάπη πρός τό πρόσωπό σας καί τήν ἀναγνώριση τοῦ τόσο σημαντικοῦ λειτουργήματός σας ἐκ μέρους τῆς Ἱερᾶς Συνόδου καί τῶν Μελῶν τῆς Συνοδικῆς Ἐπιτροπῆς γιά τήν Ἐκκλησιαστική Ἐκπαίδευση.
Ἡ Ἱστορία καί ἡ ὡς τώρα ἐμπειρία φανερώνει πώς τά ἀποτελέσματα δέν εἶναι τά ἀναμενόμενα, παρά τήν ἐπαινετή διάθεση καί προσπάθεια τῶν Λειτουργῶν τῶν Σχολῶν αὐτῶν πρός τήν κατεύθυνση αὐτή. Αὐτό φαίνεται καί ἀπό τό γεγονός, ὅτι, ἐνῶ ὑπάρχει ἕνας μεγάλος ἀριθμός Ἐκκλησιαστικῶν Σχολῶν, καί μάλιστα στήν Ἐπαρχία, παρατηρεῖται παράλληλα καί ἕνα πλῆθος κενῶν θέσεων Κληρικῶν σέ Ἐνορίες πού ἐπί μακρόν δέν καλύπτονται. Ἔχει ἐπισημανθεῖ, ἐπίσης, τίς τελευταῖες δεκαετίες, ὅτι οἱ περισσότερες προσελεύσεις στήν Ἱερωσύνη καί μάλιστα στούς ἀνώτερους βαθμούς μέ ὑψηλά προσόντα, προέρχονται ἀπό χώρους χαρακτηριζόμενους ὡς «μή ἐκκλησιαστικούς», μέ τή στενή ἔννοια τῆς λέξεως. Καί αὐτό φανερώνει μία ἄλλη ἀλήθεια, πού συχνά μᾶς διαφεύγει, ὅτι ἡ ἀποστολική ἱερωσύνη εἶναι ὑπόθεση ἀποκλειστικῆς κλήσεως (με η) ἐκ μέρους τοῦ Θεοῦ καί ὄχι ἀνθρώπινης προσπάθειας καλλιέργειας «ἱερατικῶν κλίσεων» (μέ ι), μέ σκοπό νά καλύψουμε κάποια «κενά» γιά σκοπούς ἁπλῆς τελετουργικῆς καί λατρευτικῆς χρήσεως καί ἀνάγκης.
Αὐτή εἶναι μία πρώτη ἐπισήμανση. Ὑπάρχει, ὅμως, καί μία ἀλήθεια, τήν ὁποία καλούμαστε νά ὑπογραμμίσουμε, ἰδιαίτερα κατά τό τρέχον σχολικό καί ἀκαδημαϊκό ἔτος, ὁπότε στίς Ἀνώτατες Ἐκκλησιαστικές Ἀκαδημίες θά εἰσαχθοῦν καί σπουδάστριες, μέ τό σκοπό νά καταρτισθοῦν γιά νά ἐργασθοῦν καί νά διακονήσουν στίς ὑπηρεσίες τῆς Ἐκκλησιαστικῆς Διοίκησης καί στόν τομέα τῆς ἀξιολόγησης, συντήρησης καί διαφύλαξης τῶν ἱερῶν κειμηλίων. Αὐτό δημιουργεῖ νέα δεδομένα, πού μᾶς ὑποχρεώνουν νά ἐπισημάνουμε καί μίαν ἄλλη ἀγνοημένη παράμετρο τοῦ ἔργου σας στίς Σχολές αὐτές, πού ὑπηρετεῖτε μέ μεγάλο ζῆλο καί πολλή ἀγάπη.
Οἱ Σχολές αὐτές εἶναι κατ᾿ οὐσίαν Ἐκκλησιαστικές καί ὄχι Ἱερατικές. Τοῦτο σημαίνει, κατά τόν νομοθέτη καί μέ τή σύμφωνη γνώμη τῆς Ἐκλησίας, ὅτι τό κύριο ἐνδιαφέρον σας πρέπει νά στρέφεται πάντοτε στήν καλλιέργεια ὀρθόδοξου πνευματικοῦ ἤθους, ὑψηλῆς ἐκκλησιαστικῆς παιδείας καί ἀγωγῆς καί ἀσφαλῶς κατάλληλης ἀτμόσφαιρας, πιστότητας στήν ἱερή παράδοσή μας καί ἁγιότητας βίου, ὅπου ὁ Θεός θά βρεῖ πρόσφορο ἔδαφος καί θά ἀπευθύνει τήν προσωπική κλήση γιά τό ἱερατικό ἀποστολικό λειτούργημα, «πρός οὕς βούλεται». Τό λειτούργημα τῆς Ἱερωσύνης εἶναι ὑπόθεση τοῦ Θεοῦ καί μόνο. Αὐτός καλεῖ ἐκείνους πού, κατά τή Θεία Βουλή Του καί τό σχέδιο τῆς Θείας Οἰκονομίας, θά ἀποστείλει «εἰς πάντα τά ἔθνη» νά κηρύξουν τό Εὐαγγέλιο τῆς Ἀλήθειας, ἀλλά καί νά ποιμάνουν τόν Λαό Του, καθαγιάζοντας τούς πιστούς μέ τά χαρίσματα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καί μέ τά ἁγιαστικά Μυστήρια τῆς Ἐκκλησίας.
Ἡ ἔννοια τῆς Ἐκκλησιαστικῆς Ἐκπαιδεύσεως εἶναι εὑρύτερη τῆς Ἱερατικῆς Διακονίας καί κατά συνέπεια τό ἔργο σας καί τό λειτούργημά σας πρέπει νά ἔχει γενικότερη ἀπήχηση στήν Ἑλληνική Κοινωνία. Κι ἐνῶ τό διδακτικό προσωπικό τῆς Ἐκκλησιαστικῆς Ἐκπαιδεύσεως εἶναι συνήθως ὑψηλῶν ἀπαιτήσεων, Καθηγητές μέ δύο πτυχία καί ἀρκετοί μέ μεταπτυχιακές σπουδές καί τίτλους ἀκαδημαϊκῆς ἀναγνώρισης, ἐν τούτοις τό ἐπίπεδο τῶν μαθητῶν καί σπουδαστῶν εἶναι χαμηλό, καί πρέπει νά συμβάλουμε ὥστε ἡ εἰκόνα αὐτή νά ἀντιστραφεῖ. Τά Σχολεῖα τῆς Ἐκκλησιαστικῆς Ἐκπαιδεύσεως εἶναι δυνατόν νά γίνουν πρότυπα Γυμνάσια καί Λύκεια, μέ αὐστηρή ἐπιλογή ὄχι μόνον τοῦ διδακτικοῦ προσωπικοῦ ἀλλά καί τῶν μαθητῶν. Στά σχολεῖα αὐτά θά παρέχεται ὑψηλή παιδεία καί γνώση, θά διαμορφώνονται χαρακτῆρες καί πνευματικές προσωπικότητες, μακριά ἀπό θρησκευτικούς φανατισμούς καί ἄκρατους ζηλωτισμούς. Παράλληλα θά τροφοδοτοῦν τήν Κοινωνία καί τήν Ἐκκλησία μέ στελέχη ἠθικοῦ βίου, πνευματικῶν ἐμπειριῶν καί ἔντιμης ἐκτέλεσης τῶν καθηκόντων τους.
Περαίνοντες τήν Ἐγκύκλιο αὐτή Ἐπιστολή, ὀφείλουμε νά ὑπογραμμίσουμε, ὅτι ἡ Ἑβδομάδα αὐτή «τῶν Ἱερατικῶν Κλίσεων» συμπίπτει πάντοτε μέ τήν Κυριακή τῆς Σταυροπροσκυνήσεως. Αὐτό ἔχει τήν συμβολική σημασία, ἀλλά καί τήν οὐσιαστική κατανόηση τῆς ἱερατικῆς λειτουργίας ὡς μιᾶς μορφῆς ἄρσεως τοῦ Σταυροῦ τοῦ Κυρίου. Ἐάν γιά τόν κάθε πιστό ἡ μαθητεία καί ἡ ἀκολουθία στήν ὁδό τῆς πίστεως συνεπάγεται ἀγῶνα πνευματικό, συνέπεια καί πιστότητα στίς ἀρχές καί στίς ἀξίες τοῦ εὐαγγελικοῦ λόγου, πολύ περισσότερο ἡ κλήση καί ἡ ὑπακοή στό χάρισμα τῆς Ἱερωσύνης προϋποθέτει ἀμετάκλητη ἀπόφαση γιά ἰσόβια ἄρση τοῦ Σταυροῦ, μέ μιά ἔννοια θυσίας καί μαρτυρίου πρός χάριν τοῦ Λαοῦ τοῦ Θεοῦ.
Εὐχόμεθα ὅπως «ἡ χάρις τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ καί ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ Πατρός καί ἡ κοινωνία τοῦ Ἁγίου Πνεύματος ᾖ μετά πάντων ὑμῶν», ὥστε μέ ὑγεία καί πνευματική χαρά, νά πραγματοποιήσετε τίς εὐγενεῖς προσπάθειές σας, μέσα στόν εὐαίσθητο χῶρο τῶν Ἐκκλησιαστικῶν μας Σχολῶν καί Σχολείων.
Μετά πατρικῶν εὐχῶν.